Επικίνδυνο «κοκτέιλ» στον αέρα

Η πρωτοποριακή μελέτη για την ποιότητα των αερολυμάτων και το «καμπανάκι» για την Αθήνα

4' 42" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Τα αιωρούμενα σωματίδια στην ατμόσφαιρα είναι ένα μεγάλο πρόβλημα για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία. Μια νέα πρωτοποριακή έρευνα, που δημοσιεύθηκε πριν από λίγες ημέρες στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό Nature, προχωράει σε μια νέα προσέγγιση, καθώς εξετάζει όχι μόνο ή κυρίως τις συγκεντρώσεις των αιωρούμενων σωματιδίων (PM) αλλά και το οξειδωτικό τους δυναμικό, δηλαδή κατά πόσον μπορούν να προκαλέσουν οξειδωτικό στρες στον ανθρώπινο οργανισμό.

Η παράμετρος αυτή αναδεικνύεται ως βασική σε ευρωπαϊκό επίπεδο και αναμένεται να οδηγήσει σε καθορισμό ορίων στη νέα ευρωπαϊκή οδηγία για την ατμόσφαιρα, η οποία θα συζητηθεί το 2026. Πηγές ρύπανσης που ενισχύουν σημαντικά το οξειδωτικό δυναμικό είναι τα καυσαέρια των Ι.Χ. και η καύση της βιομάζας (ξυλεία κ.λπ.) στον αστικό ιστό. Ανησυχητικό είναι το εύρημα ότι η Αθήνα βρίσκεται μέσα στις έξι περιοχές με το μεγαλύτερο οξειδωτικό δυναμικό στα αιωρούμενα σωματίδια PM10 από τις 34 που έγιναν μετρήσεις (από 10 διαφορετικές χώρες), ενώ στα πολύ λεπτότερα PM2,5 (και πιο επικίνδυνα) μέσα στις τρεις πιο επιβαρυμένες.

Η πρωτότυπη μελέτη διεξήχθη από διεθνή επιστημονική ομάδα υπό τον συντονισμό επιστημόνων του Πανεπιστημίου Γκρενόμπλ Αλπς, με συμμετοχή ερευνητών γαλλικών ινστιτούτων (όπως το CNRS, το Inserm και το IRD) και ιδρυμάτων άλλων χωρών, μεταξύ αυτών και του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών. «Τα αερολύματα επιδρούν αρνητικά στην ανθρώπινη υγεία. Ειδικό ρόλο παίζει η δυνατότητά τους να προκαλούν οξειδωτικό στρες όταν εισέρχονται στον οργανισμό. Αυτό προκαλείται λόγω των ελεύθερων ριζών, δηλαδή μορίων τα οποία έχουν περίσσεια ηλεκτρονίων, που υπερβαίνουν την ικανότητα του οργανισμού να τα αντιμετωπίσει.

Η κυριότερη απειλή στην πρωτεύουσα είναι τα υπέρλεπτα σωματίδια που προέρχονται από καύσεις, και όχι τα μεγαλύτερα από τη θάλασσα ή την αφρικανική σκόνη.

Σε συνθήκες οξειδωτικού στρες προκαλούνται βλάβες στα κύτταρα που μπορεί να οδηγήσουν σε αναπνευστικές και καρδιαγγειακές παθήσεις. Ωστόσο, μέχρι τώρα η προσοχή μας και οι οριακές τιμές αφορούν αποκλειστικά τις συγκεντρώσεις των αιωρούμενων σωματιδίων. Δεν εξετάζεται η ποιότητά τους, από τη σκοπιά της δυνατότητας να προκαλούν οξείδωση.

Αυτή η διεθνής μελέτη προτείνει, για πρώτη φορά σε μεγάλη κλίμακα, σενάρια έκθεσης που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως βάση για τον καθορισμό μελλοντικών ευρωπαϊκών προτύπων», λέει στην «Κ» ο Νίκος Μιχαλόπουλος, διευθυντής Ερευνών στο Αστεροσκοπείο Αθηνών και υπεύθυνος του έργου για την κλιματική αλλαγή CLIMPACT, εκ των συντακτών της δημοσίευσης.

Οι ερευνητές ανέλυσαν περίπου 11.500 μετρήσεις σε διαφορετικούς τύπους περιοχών, αστικές, αγροτικές, βιομηχανικές. «Το οξειδωτικό στρες μπορεί να είναι έως και τρεις φορές υψηλότερο σε αστικές περιοχές με βαριά οδική κυκλοφορία από ό,τι σε αγροτικές περιοχές. Αυτά τα ευρήματα παρέχουν ισχυρά επιστημονικά στοιχεία για την υποστήριξη μελλοντικών ευρωπαϊκών προτύπων και την ενημέρωση των πολιτικών δημόσιας υγείας», αναφέρεται στην ανακοίνωση των επιστημόνων. Τα σωματίδια από την οδική κυκλοφορία και την καύση ξύλου αναδείχθηκαν ως οι πιο σημαντικοί παράγοντες όσον αφορά τη συμβολή τους στο οξειδωτικό δυναμικό.

Στις αστικές περιοχές που παρατηρήθηκαν συνθήκες μποτιλιαρίσματος ή ευρείας καύσης ξύλου για θέρμανση η κατάσταση ήταν πολύ χειρότερη. Οι προσομοιώσεις έδειξαν πως θα χρειαζόταν μείωση τουλάχιστον 15% των εκπομπών από τις εξατμίσεις των I.X. και από τα τζάκια ή τις ξυλόσομπες για να μειωθούν τα μέσα αστικά επίπεδα οξειδωτικού δυναμικού ως το επίπεδο εκείνων που παρατηρούνται στις λιγότερο μολυσμένες αστικές περιοχές. Ωστόσο, για να προσεγγιστούν τα επίπεδα συγκεντρώσεων αιωρούμενων σωματιδίων που περιλαμβάνουν οι οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, απαιτείται μείωση τουλάχιστον 65% στις εκπομπές από τα Ι.Χ. και την καύση ξύλου.

«Η Αθήνα βρέθηκε μεταξύ των πόλεων με το υψηλότερο οξειδωτικό δυναμικό, δηλαδή υπάρχει αυξημένη επικινδυνότητα για τη δημόσια υγεία. Για μια ακόμη φορά υπογραμμίζεται η ανάγκη να αντιμετωπίσουμε την αυξημένη ρύπανση από τα Ι.Χ. αυτοκίνητα, αλλά και από την καύση βιομάζας, κυρίως της καύσης ξύλου στα τζάκια», τονίζει ο κ. Μιχαλόπουλος.

Η οξειδωτική απειλή στην Αθήνα –αλλά και σε άλλες μεσογειακές πόλεις, όπως η Μασσαλία– έρχεται κυρίως από τα υπέρλεπτα σωματίδια (ΡΜ1 και ΡΜ2,5), τα προερχόμενα από καύσεις στην πόλη ή στις γύρω περιοχές, και όχι κυρίως από τα μεγαλύτερα σωματίδια που έρχονται από τη θάλασσα (με θαλασσινό αλάτι) ή από την αφρικανική σκόνη, που γενικά έχουν χαμηλό εγγενές οξειδωτικό δυναμικό. «Η εικόνα είναι πολύ ανησυχητική στην Αθήνα και σε άλλες ελληνικές πόλεις, που παρακολουθούμε και μέσω του προγράμματος CLIMPACT. Η μαζική καύση ξυλείας και βιομάζας, ακόμα και πλήρως ακατάλληλων υλικών, βαμμένων ή άλλων, ξεκίνησε τα χρόνια της κρίσης, με την άρση της απαγόρευσης σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και τη στροφή πολλών κατοίκων σε αυτά για λόγους οικονομίας. Δώδεκα χρόνια μετά, μας έχουν μείνει τα τζάκια στις πόλεις, διαμορφώνοντας μια νέα και πολύ επικίνδυνη κατάσταση», σημειώνει ο κ. Μιχαλόπουλος.

Η διαφορά με τα χωριά

Ερευνες που έχουν γίνει στις ελληνικές πόλεις, έδειξαν ότι τους χειμερινούς μήνες η επιβάρυνση του νέφους από τα τζάκια είναι πολύ μεγάλη. Μελέτη της Ομάδας Ατμοσφαιρικής Φυσικής και Χημείας του Αστεροσκοπείου Αθηνών σημειώνει πως ένα τζάκι εκλύει στην ατμόσφαιρα 30 φορές περισσότερους ρύπους απ’ ό,τι ένας καυστήρας πετρελαίου πολυκατοικίας 25 διαμερισμάτων. «Επομένως, είναι σαφές ότι σε περιοχές όπου οι κάτοικοι καταφεύγουν στη συγκεκριμένη λύση για οικιακή θέρμανση, η ατμόσφαιρα επιβαρύνεται υπέρμετρα από επιβλαβείς ρύπους», σημειώνουν οι ερευνητές του Αστεροσκοπείου.

Σύμφωνα με τη μελετητική ομάδα, πάνω από 10.000 θάνατοι στην Ελλάδα κάθε έτος σχετίζονται με την παρουσία υψηλών συγκεντρώσεων αιωρούμενων μικροσωματιδίων. Ειδικά η καύση ξυλείας θεωρείται πολύ αρνητική για την υγεία, καθώς δεν υπάρχει η παραμικρή επεξεργασία του. «Αλλη είναι η περίπτωση της λειτουργίας μερικών τζακιών σε ένα μικρό χωριό, όπου ο αέρας παίρνει τον καπνό και τον διασκορπίζει, κι άλλο σε μια μεγάλη πόλη σαν την Αθήνα, που επηρεάζει εκατομμύρια κατοίκους σε πυκνοκατοικημένες περιοχές», σχολιάζει ο κ. Μιχαλόπουλος.

Σε κάθε περίπτωση, τα πιο επικίνδυνα αιωρούμενα σωματίδια προέρχονται από ανθρωπογενείς δραστηριότητες και όχι από τη φύση. Καυσαέρια αυτοκινήτων, βιομηχανικές καύσεις, τζάκια στον πυκνοδομημένο αστικό ιστό, εκεί πρέπει να στραφεί η προσοχή για την αντιμετώπιση και της οξειδωτικής απειλής.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT