Το συγκινητικό «αντίο» του Αλκίνοου Ιωαννίδη στον Διονύση Σαββόπουλο

Το συγκινητικό «αντίο» του Αλκίνοου Ιωαννίδη στον Διονύση Σαββόπουλο

Εκ μέρους των γνωστών και αγνώστων ποιητών μιας αντι ποιητικής εποχής, των σημερινών καλλιτεχνών μιας Ελλάδας που παραμένει οικόπεδο και αποικία, αλλά που την αγάπησες, την τίμησες και την πλούτισες, εκ μέρους του κάθε ακροατή που χώρεσε στα τραγούδια σου και του κάθε παιδιού που σε περιέχει χωρίς να σε ξέρει… σε ευχαριστώ»

3' 36" χρόνος ανάγνωσης

Φανερά συγκινημένος, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης αποχαιρέτησε τον δάσκαλο και ήρωά του, Διονύση Σαββόπουλο, λέγοντας: «Εκ μέρους των γνωστών και αγνώστων ποιητών μιας αντι ποιητικής εποχής, των σημερινών καλλιτεχνών μιας Ελλάδας που παραμένει οικόπεδο και αποικία, αλλά που την αγάπησες, την τίμησες και την πλούτισες, εκ μέρους του κάθε ακροατή που χώρεσε στα τραγούδια σου και του κάθε παιδιού που σε περιέχει χωρίς να σε ξέρει… σε ευχαριστώ».

Ο τραγουδοποιός είπε ακόμη για τον Διονύση Σαββόπουλο:

«Διονύση Σαββόπουλε, παιδικέ μου ήρωα.

Η πρώτη μεγάλη συναυλία που παρακολούθησα ήταν δική σου όταν με πήγε ο πατέρας μου στο κεντρικό στάδιο της Λευκωσίας να σε δω την εποχή που η Κύπρος έκειτο μακράν και δεν πάταγε καλλιτέχνης στο νησί.

Ετσι ήρθες και έστησες γιορτή. Σου άρεσαν οι γιορτές, τα μπουλούκια, τα συμπόσια, τα πανηγύρια, οι φιέστες, οι επέτειοι. Προετοιμαζόσουν και τα περίμενες σαν παιδάκι που ανυπομονεί για τα Χριστούγεννα.

Σε αποχαιρετούμε σήμερα σαν έναν άνθρωπο σημαντικό για το τραγούδι και τον πολιτισμό, σημαντικό για τη σκέψη, το αίσθημα και την αισθητική μας, δηλαδή για ολόκληρη τη ζωή μας. Χωρίς εσένα άλλο θα ήταν το τραγούδι μας, άλλοι θα ήμασταν κι εμείς.

Σε αποχαιρετώ και εκ μέρους των παιδιών και μαθητών σου, των τραγουδοποιών της χώρας. Υπάρχουμε γιατί προϋπήρξες. Μας πήρες παιδάκια μέσα από το πικάπ του σπιτιού μας και μας άνοιξες την πόρτα σε ένα περιβόλι του τρελού γεμάτο τραγούδια. Τρισυπόστατος ένωσες τον συνθέτη, τον ποιητή και τον ερμηνευτή, ανεβάζοντας την ένωση αυτή σε θεόρατο ύψος.

Μας έμαθες την αλφαβήτα της ιερής μας τέχνης. Παραμέρισες θαρραλέα εμπόδια και οδοφράγματα, δείχνοντάς μας δρόμο στο άπειρον. Μας είπες Γράψτε τα τραγούδια σας και τραγουδήστε τα.

Μας ανέθρεψε, μας στήριξες, μας ελευθέρωσες. Μαζί με τους αγαπημένους σου δασκάλους, τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Βασίλη Τσιτσάνη φωταγώγησες στις πλατείες, τα θέατρα, τα σπίτια και τις καρδιές μας. Ανέδειξες το πολύτιμο – ανέβασες στο επίπεδο της χώρας συνολικά και το επίπεδο του καθενός και της καθεμιάς προσωπικά.

Ο αδελφός μου Λίνος, ο ποιητής, το βράδυ που έφυγες, μου είπε για να με παρηγορήσει “ο Σαββόπουλος είναι γιορτινός, καταργεί το πένθος”. Τότε λοιπόν γιατί έκλαψα τόσο; Και για ποιον; Για σένα ή για μένα;

Πώς κατάφερες να ενωθείς μαζί μας σε τέτοιο βάθος; Είπες κάποτε, ο συνθέτης αυτό κάνει ενώνει τα κομμάτια της ψυχής μας σε ένα. Ε, λοιπόν, το έκανες πολύ καλά. Ενωσες τα κομμάτια μας.

Κάποιους μας ένωσες συχνά και εναντίον σου. Ησουν γεμάτος αντιφάσεις. Ενας συντηρητικός με καρδιά επαναστάτη. Ενας αυστηρός δάσκαλος με ρούχα παλιάτσου. Ενας λόγιος καραγκιοζοπαίχτης.

Ενας δύστροπος γέροντας με ψυχή ζαβολιάρικου παιδιού, ένας βλοσυρός που του άρεσαν τα ανέκδοτα, ένας ασκητής με ακριβά γούστα, ένας αμήχανος σοφός, ο γραμματέας μαζί με τον αλήτη.

Δεν ξέραμε πότε ήσουν ρόλος και πότε ο εαυτός σου. Ισως ούτε και εσύ. Δυσκολεύτηκες. Σε ένιωθα.

Μας δυσκόλευες και εμάς μας τσάντιζες. Ψάχναμε πού να σε κατατάξουμε, πώς να σε καταλάβουμε.

Μα τι θέλαμε επιτέλους;

Να είσαι προβλέψιμος;

Και ποιος θα έγραφε αυτά τα απρόβλεπτα τραγούδια; Σου ζητούσαμε να πειθαρχήσεις στην εικόνα που σου δίναμε.

Ομως μόνο ένας απείθαρχος μπορούσε να φτάσει εκεί που έφτασες. Θέλαμε να σε εξηγήσουμε. Ησουν ανεξήγητος.

Στην τελευταία σου συναυλία, πιο ευάλωτος και πιο σίγουρος από ποτέ, καινουργιώνοντας ένα ξένο τραγούδι με τη μετάφρασή σου, εννοούσες κάθε λέξη όταν μας είπες:

“Και αν έκανα το παν;

Και αν πάλι ήταν λειψό;

Ακόμα κι αν αμφέβαλλα κι αν θέλησα ν’ αγγίξω

Πάντως δεν σας ξεγέλασα.

Σας είπα την αλήθεια.

Κι αν όλα λάθος πήγανε;

Εγώ θε θα σταθώ εδώ, στου τραγουδιού το ιερό.

Μη έχοντας άλλο στη φωνή μου από το Αλληλούια.”

Και μας ρώτησες: τι ακριβώς ακούσατε; Την αγιοσύνη ή τη φθορά στη λέξη Αλληλούια;

Ακριβέ μου δάσκαλε τον τελευταίο καιρό έγινες τρυφερός. Ζήτησε τις συγγνώμες σου. Είπες στα σ’ αγαπώ σου.

Να ναι καλά ο Γιώτης και η Ελένη αξιώθηκα κι εγώ να σου το πω ξανά μετά από χρόνια πως σ’αγαπώ πριν από λίγες μέρες.

Σου το επαναλαμβάνω ολόψυχα και τώρα εδώ στο ξόδι σου.

Εκ μέρους των γνωστών και αγνώστων ποιητών μιας αντι ποιητικής εποχής, των σημερινών καλλιτεχνών μιας Ελλάδας που παραμένει οικόπεδο και αποικία, αλλά που την αγάπησες, την τίμησες και την πλούτισες, εκ μέρους του κάθε ακροατή που χώρεσε στα τραγούδια σου και του κάθε παιδιού που σε περιέχει χωρίς να σε ξέρει… σε ευχαριστώ. Φεύγεις γιορτινός και αιώνιος, αφήνοντάς μας τα ανεκτίμητα δώρα του περάσματος σου από την γη.»

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT