«Τι αρχοντιά! Ολοι καλοντυμένοι, κοστούμια, γραβάτες, αδύνατοι, αστοί πραγματικοί!». Κι αμέσως μετά: «Καθαριότητα, αστικό περιβάλλον, πολιτισμός! Τώρα Καμπούλ…».
Κάθε πρώτη –και αναπόφευκτα κάπως φευγαλέα– ματιά στα βίντεο τεχνητής νοημοσύνης «από την Αθήνα του 1965» ή τη «Θεσσαλονίκη του 1958» που ξεφυτρώνουν εσχάτως σαν τα μανιτάρια και έχουν πλημμυρίσει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, προκαλεί έναν χείμαρρο αποθεωτικών σχολίων για τις «παλιές καλές εποχές».
Ο κοινός παρονομαστής του πάνδημου αναστεναγμού συντείνει στην πλήρη εξιδανίκευση του ελληνικού 20ού αιώνα, ακόμα και στο τελευταίο του τέταρτο, όταν οι πόλεις μας είχαν υποστεί τις σαρωτικές αλλοιώσεις της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης. «Τι μαγικές εποχές και τώρα κατάντια!», αποφαίνεται σε μελοδραματικούς τόνους ένας σχολιογράφος κάτω από ένα βίντεο που μας πάει «βόλτα» στην καταθλιπτική Αθήνα του 1975…
«Ζήσε το 1955»
Αρχικά το κύμα νοσταλγίας είναι τόσο ισχυρό που παραβλέπει εμφανείς αστοχίες, οπτικούς αναχρονισμούς, πραγματολογικά ευτράπελα. Αλλωστε το κάλεσμα του Ελληνα ψηφιακού δημιουργού με τους 38.000 ακoλούθους στο Instagram είναι σαφές: «Ζήσε το κλίμα στην Κυψέλη του 1955! Ασπρόμαυρες urban εικόνες, vintage λεωφορεία, παλιά καταστήματα και ατμόσφαιρα μιας αυθεντικής αθηναϊκής γειτονιάς».
Τι κι αν στο αντίστοιχο βίντεο για την έγχρωμη Γλυφάδα της δεκαετίας του ’60 έχει ξεφύγει ένα δορυφορικό πιάτο στην ταράτσα μιας μονοκατοικίας; Ή στο ταξίδι μας στην Καβάλα του 1976 πετάγεται από το πουθενά ένα αστικό λεωφορείο με… ηλεκτρονική πινακίδα; Ή ένα τραμ στην Αθήνα του 1955 πατάει δύο πεζούς και στο φόντο του ατμοσφαιρικού πλάνου διακρίνονται δυο-τρεις ουρανοξύστες;
Ο 56χρονος Χρήστος Τσ. είναι ένας από τους μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού Ελληνες που καταπιάνεται με το νέο «σπορ». Ο λογαριασμός του σε Instagram, Facebook και TikTok (aipov_timetraveler) είναι από τους πιο παραγωγικούς και πιο δημοφιλείς. Ξεκαθαρίζει ότι κάνει απλώς το χόμπι του και δηλώνει λάτρης του vintage.

Το λάθος: Το βίντεο επιχειρεί να μας πείσει ότι βλέπουμε την Αθήνα στα τέλη της δεκαετίας του ’40 και όχι του ’60. Ειδικά η γυναικεία φιγούρα με τον «κομψό» σκύλο είναι εκτός εποχής.
«Η τεχνική μου είναι απλή. Βρίσκω από το Διαδίκτυο κάποιες πραγματικές φωτογραφίες αρχείου και τους “δίνω κίνηση” μέσω prompts (εντολών) μέσω ΑΙ video generator (Veo 3). Με μια απλή συνδρομή στο Gemini (σ.σ. προηγμένο μοντέλο της Τ.Ν. που μπορεί να επεξεργαστεί και εικόνες) και μέσω Google labs έχω τη δυνατότητα να δημιουργήσω βίντεο 8 δευτερολέπτων ανά εικόνα. Στη συνέχεια ενώνω τα επιμέρους βίντεο κι έτσι μπορώ να φτιάχνω βίντεο διάρκειας 40 έως 48 δευτερολέπτων. Κάποιες φορές μπορώ να επιχρωματίσω τις φωτογραφίες μέσω ενός άλλου προγράμματος. Είναι ωραία απασχόληση και περνάει ευχάριστα η ελεύθερη ώρα μου», σημειώνει.

Το λάθος: Καθώς το βίντεο μας «ταξιδεύει» στην πλατεία Συντάγματος του 1948, μόλις τέσσερα χρόνια μετά τον τερματισμό της γερμανικής κατοχής κι εν μέσω Εμφυλίου, αποκλείεται ένα αθηναϊκό περίπτερο να έχει να επιδείξει μια τόσο πλούσια πραμάτεια.
Προσώρας, οι παραφωνίες τεκμηρίωσης που ο ίδιος χρεώνει στις παιδικές ασθένειες μιας νέας, άγουρης αλλά ραγδαία εξελισσόμενης τεχνολογίας, αφορούν μια μικρή μειοψηφία· σημασία έχει το συναίσθημα που εκπέμπεται. Εξάλλου ο μηχανισμός δεν είναι πολύ διαφορετικός από το άλλο οπτικοακουστικό σουξέ της τεχνητής νοημοσύνης, τις «πειραγμένες» φωτογραφίες ξεχασμένων οικογενειακών άλμπουμ. Στην ουσία τα ρετρό βίντεο, αξιοποιώντας αναβαθμισμένα εργαλεία της Τ.Ν. όπως το Midjourney και το DaVinci Resolve, «πατάνε» στην ίδια λογική με τις παλιές φωτογραφίες που τώρα μας μιλάνε και μας χαμογελάνε από το υπερπέραν. Και παρουσιάζουν πάνω-κάτω τα ίδια τεχνικά προβλήματα.
«Η γενιά των σημερινών σαραντάρηδων έχει την πικρή επίγνωση ότι δεν θα βιώσει ξανά την ποιότητα ζωής προηγούμενων δεκαετιών. Αυτή ακριβώς η επίγνωση δημιουργεί μια ισχυρή κίνηση προς το παρελθόν».
«Μόλυνση» της Ιστορίας;
Αν στην Ελλάδα η μόδα της νοσταλγίας ανακυκλώνεται με βασικό σημείο αναφοράς τις παλιές φωτογραφίες και τις εξιδανικευμένες πόλεις που ανακαλούν όλο το συναισθηματικό φορτίο μιας οριστικά χαμένης ασπρόμαυρης εποχής, στις Ηνωμένες Πολιτείες το νέο σημείο τομής είναι ο κόσμος πριν και μετά το Διαδίκτυο. «Τι ωραία που ήταν η αναλογική μας ζωή και δεν το ξέραμε! Κοιτάξτε πόσο ήσυχος και γειωμένος στο παρόν δείχνει αυτός ο άνδρας από τη δεκαετία του ’80», λέει η λεζάντα μιας φωτογραφίας που έχει 650.000 likes και στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ καθώς έχει δημιουργηθεί 100% από την τεχνητή νοημοσύνη.

Το λάθος: Εδώ συναντάμε ορισμένες από τις συχνότερες αστοχίες της τεχνητής νοημοσύνης στην επεξεργασία εικόνων, εν προκειμένω την κίνηση οχημάτων σε δύο ρεύματα και την εισβολή ανύπαρκτων ξένων ιδιωμάτων στις επιγραφές καταστημάτων και κτιρίων.
Ο Τζος Κρόου, ένας 29χρονος Βρετανός ψηφιακός νομάς που διαχειρίζεται την ιστοσελίδα Purest Nostalgia ενώ ζει στο Μπαλί, δήλωσε πρόσφατα στους New York Times ότι δεν ενοχλείται από την κριτική ότι αυτός και άλλοι σαν κι αυτόν «μολύνουν» το Διαδίκτυο με ανιστόρητο περιεχόμενο. «Απλώς προσπαθώ να επικεντρωθώ στο να προκαλέσω θετικές δονήσεις στον κόσμο», απολογήθηκε. Παραδόξως η Τ.Ν., αν και παρουσιάζεται ως η τεχνολογία του μέλλοντος, για την ώρα κοιτάει επίμονα προς τα πίσω.
Στο ίδιο ρεπορτάζ ο 45χρονος δικηγόρος Ρίτσαρντ Χογκ από το Μίσιγκαν των ΗΠΑ εξηγεί γιατί δημιούργησε το δικό του κανάλι στο YouTube με την επωνυμία «Virtual Legality» (εικονική νομιμότητα). «Η τεχνητή νοημοσύνη είναι ένα τεράστιο εργαλείο για την απεικόνιση μιας πραγματικότητας που δεν υπήρξε ποτέ», τονίζει. Παρόλο που ο ίδιος δεν είχε σκεφτεί τη δεκαετία του 1980 σαν ένα λαμπρό σημείο αναφοράς στον μεταπολεμικό κόσμο, αισθάνθηκε την ανάγκη να αντιδράσει όταν αναρωτήθηκε για τις ευρύτερες επιπτώσεις τέτοιων συναισθηματικά αποτελεσματικών μηνυμάτων της «μη πραγματικότητας της τεχνητής νοημοσύνης» (όπως την αποκαλεί) σε ανυποψίαστους θεατές.

Το λάθος: Δεν πρόκειται για τη Φωκίωνος Νέγρη, καθώς εδώ βλέπουμε ένα πυκνό μέτωπο πολυκατοικιών παραλιακής λεωφόρου με παρκαρισμένα οχήματα στα αριστερά, που δεν αντιστοιχεί στην αθηναϊκή πραγματικότητα.
Ψηφιακοί φυγάδες
«Ο πειρασμός του νόστου στον οποίο ενδίδουμε χαρακτηρίζει τον κόσμο μας τουλάχιστον τα τελευταία 15 χρόνια», υποστηρίζει ο Θεοφάνης Τάσης, καθηγητής Σύγχρονης Πρακτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Alpen-Adria της Αυστρίας. Μια πολύ ισχυρή τάση, κυρίως ανάμεσα στους μεσήλικες, άνω των 40 ετών. «Είναι μια γενιά ανθρώπων που συναντά τον εαυτό της σε αυτά τα βίντεο και αισθάνεται την ανάγκη να εξιδανικεύσει το παρελθόν ακριβώς γιατί το παρόν διαψεύδει τις προσδοκίες της. Ειδικά στην Ελλάδα η γενιά των σημερινών σαραντάρηδων και πενηντάρηδων έχει την πικρή επίγνωση ότι δεν θα βιώσει ξανά την ποιότητα ζωής προηγούμενων δεκαετιών. Αυτή ακριβώς η επίγνωση δημιουργεί μια ισχυρή κίνηση προς το παρελθόν. Μπορούμε να το δούμε ως ένα απονενοημένο εγχείρημα αναβίωσης της Ιστορίας μας, να δημιουργήσουμε έναν κόσμο με βασικό χαρακτηριστικό τη φυγή από την πραγματικότητα μέσω της τεχνολογίας, ένα είδος ψηφιακών φυγάδων».
Οι νεότεροι που θυμούνται μόνο κρίσεις και βιώνουν μόνο κρίσεις, δεν έχουν να κοιτάξουν πίσω για να εξιδανικεύσουν κάτι. Ο σημερινός εικοσάρης έχει ως μοναδικό παράδεισο ένα παρελθόν που δεν έζησε».
Αυτό που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον Θεοφάνη Τάση είναι το κατά πόσον θα είμαστε σε θέση να διακρίνουμε το αυθεντικό από το ψηφιακά παραποιημένο ή «πειραγμένο». Και αναρωτιέται αν εντέλει αυτή η διαφορά θα εξακολουθεί να έχει σημασία, ιδίως για τους νεότερους. «Ας πούμε ότι οι δικές μας γενιές, οι άνω των 40, έχουν έναν “απολεσθέντα παράδεισο” να πενθήσουν. Οι νεότεροι που θυμούνται μόνο κρίσεις και βιώνουν μόνο κρίσεις δεν έχουν να κοιτάξουν πίσω για να εξιδανικεύσουν κάτι. Οι δικές τους ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες είναι τα σίριαλ της δεκαετίας του ’90 που με έναν τρόπο ικανοποιούν τον δικό τους “νόστο”. Ο σημερινός εικοσάρης έχει ως μοναδικό παράδεισο το παρελθόν, ένα παρελθόν που δεν έζησε».
Τα όρια της πλάνης
Το άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι τα σημερινά παιδιά πολύ σύντομα δεν θα μπορούν απλώς να επεξεργαστούν μια εικόνα ή ένα βίντεο, αλλά θα μπορούν να ανασυνθέτουν το παρελθόν σε περιβάλλοντα εικονικής πραγματικότητας. «Τι βιώνουμε σήμερα στο περιβάλλον των μέσων κοινωνικής δικτύωσης;», αναρωτιέται ο καθηγητής Θεοφάνης Τάσης.
«Οτι ο καθένας είναι απομονωμένος σε μια οθόνη, σε μια φυσαλίδα πληροφορίας και δυσκολεύεται να επικοινωνήσει με τους άλλους και να βγει από αυτήν. Ναι, αλλά τουλάχιστον σήμερα όταν κοιτάμε τις οθόνες των κινητών μας βρισκόμαστε στο λεωφορείο, στην ουρά του ταμείου στο σούπερ μάρκετ, εξακολουθούμε να βρισκόμαστε σε αυτό που αποκαλούμε “κοινή πραγματικότητα”. Οταν αρχίσουμε να κατασκευάζουμε αυτούς τους κόσμους, όταν θα φοράμε τις μάσκες της εικονικής πραγματικότητας και τα γάντια με τους αισθητήρες, δεν θα υπάρχει πια κοινή πραγματικότητα. Θέλω να πω ότι ο πενηντάρης του 2025 γνωρίζει τα όρια της ψευδαίσθησης και ενδίδει σ’ αυτήν λόγω του βιωματικού φορτίου που φέρει. Θα μπορούμε να πούμε το ίδιο και για τον πενηντάρη του 2060;».
Καταλήγοντας, ο καθηγητής Σύγχρονης Πρακτικής Φιλοσοφίας μας καλεί να «διαβάσουμε» τη νοσταλγία και με έναν πιο δημιουργικό τρόπο: ως ένα είδος επιθυμίας να ξανασυναντηθούμε σε ένα κοινό παρελθόν, να βρούμε κοινά πράγματα για να είμαστε και πάλι «μαζί», χωρίς τους κατακερματισμένους κόσμους και τις επιμέρους ψηφιακές φούσκες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. «Αυτό είναι ίσως ένα μήνυμα που θέλει να στείλει το παρελθόν στο παρόν και στο μέλλον», συμπληρώνει με νόημα.

Οταν η αναπαράσταση γίνεται για το σινεμά
«Τα μοντέλα της τεχνητής νοημοσύνης με τα οποία δουλεύουμε αλλάζουν και εξελίσσονται κάθε τρεις ή τέσσερις εβδομάδες. Οι ταχύτητες είναι απλά αδιανόητες». Η ετυμηγορία της Βικτώριας Βελλοπούλου δεν μπορεί να αμφισβητηθεί εύκολα. Βασίζεται σε σκληρή δουλειά και πυκνή εμπειρία σχετικής σκηνοθετικής εργασίας τουλάχιστον τεσσάρων ετών – όσο περίπου είναι διαθέσιμα και τα εργαλεία της τεχνητής νοημοσύνης σε δημιουργούς όπως η ίδια, μία από τους ελάχιστους συναδέλφους της στην Ελλάδα που έχουν εξειδικευθεί στην παραγωγή σκηνών αναπαράστασης με τη χρήση Τ.Ν. τόσο για κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές (κυρίως στον χώρο του ντοκιμαντέρ) όσο και για το θέατρο, όπου η εικόνα λειτουργεί ως σκηνογραφικό στοιχείο.
«Ο κόσμος πιστεύει ότι η Τ.Ν. είναι μια μαγική σφαίρα που σου προσφέρει τα πάντα. Αλλά υπάρχουν φορές που η Τ.Ν. θα σου δώσει αυτό που θέλεις και φορές που δεν θα σ’ το δώσει».
Πριν από την τελευταία τεχνολογική επανάσταση, η Βικτώρια ήταν μια «κανονική» σκηνοθέτις. Με σπουδές Γαλλικής Φιλολογίας στην Αθήνα και Σκηνοθεσίας – Κινηματογράφου στη Γαλλία, εργαζόταν από το 2000 σε κινηματογραφικές, τηλεοπτικές και διαφημιστικές παραγωγές. Θυμάται τον κόσμο (και τη δουλειά της) πριν από την τεχνητή νοημοσύνη, αλλά και μετά.
«Μια εικόνα αναπαράστασης του Πειραιά του 1930 ή του Παρισιού του Μεσαίωνα πριν από την Τ.Ν. απαιτούσε μήνες ολόκληρους ή και χρόνια και “στρατούς” από εκατοντάδες εξειδικευμένους επαγγελματίες που “μάτωναν” για μια μακέτα στο post production. Σήμερα, όλη αυτή η δουλειά μπορεί να γίνει σε πολύ λιγότερο χρόνο και προφανώς με πολύ λιγότερους ανθρώπους. Οχι, όμως σε μία ημέρα,όπως φαντάζονται πολλοί».



Πώς δουλεύει η ίδια; «Ξεκινάω με έρευνα στο Διαδίκτυο για την ιστορική περίοδο που με ενδιαφέρει. Οταν φτιάχνω, για παράδειγμα, κάτι για το Παρίσι του 1400, πρέπει να γνωρίζω ότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχε ούτε η πολεοδομία του Οσμάν ούτε ο Πύργος του Αϊφελ. Η εργασία τεκμηρίωσης είναι πολύ σημαντική, προκειμένου να ζητήσω τα σωστά πράγματα από την τεχνητή νοημοσύνη και να πάρω αυτό που θέλω. Η πρόσβαση σε φωτογραφικό υλικό αρχείου είναι και αυτή εξίσου σημαντική, αλλά απαιτεί επίσης έρευνα και χρόνο».
Δεν είναι μαγεία
Η Βικτώρια Βελλοπούλου θεωρεί ότι πρέπει να γίνεται διάκριση ανάμεσα στον χομπίστα, που θέλει να κάνει ντόρο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και στον επαγγελματία, ο οποίος πρέπει να ανταποκριθεί σε πολλά επίπεδα απαιτήσεων, που έχουν να κάνουν με την ιστορική ακρίβεια, την ατμόσφαιρα, το φως, την αισθητική.
«Ο κόσμος πιστεύει ότι η Τ.Ν. είναι μια μαγική σφαίρα που σου προσφέρει τα πάντα. Αλλά υπάρχουν φορές που η Τ.Ν. θα σου δώσει αυτό που θέλεις και φορές που δεν θα σ’ το δώσει».
Αφήνω την πιο δύσκολη ερώτηση για το τέλος. Θα μπορούσε να φανταστεί ένα όχι τόσο μακρινό μέλλον που η δουλειά της θα γίνεται από μια μηχανή τεχνητής νοημοσύνης; Προβληματίζεται. «Μου είναι πολύ δύσκολο να κάνω προβλέψεις. Σίγουρα τα μοντέλα στο μέλλον θα κάνουν λιγότερα λάθη, θα ακούν καλύτερα αυτό που τους ζητάς. Αλλά δεν μπορώ να πω με σιγουριά ότι σε δέκα χρόνια θα είναι όλα απολύτως αυτοματοποιημένα. Βαθιά μέσα μου πιστεύω ότι ποτέ δεν θα είναι. Για μένα ο ανθρώπινος νους είναι αναντικατάστατος».

