Η υπόθεση που συγκλόνισε την Ελλάδα κατέληξε σε βαριά καταδίκη: το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο έκρινε ένοχη τη Ρούλα Πισπιρίγκου για τη δολοφονία της 9χρονης Τζωρτζίνας και των δύο μικρότερων παιδιών της, Μαλένας και Iριδας, επιβάλλοντάς της πολλαπλά ισόβια. Κατά τη δίκη, κεντρικό ρόλο έπαιξε το εύρημα κεταμίνης στον οργανισμό της Τζωρτζίνας. Λίγους μήνες πριν από το Εφετείο, που έχει προγραμματιστεί για τον Ιανουάριο, ένα βρετανικό podcast φέρνει την υπόθεση ξανά στο προσκήνιο, βάζοντάς την δίπλα σε μία από τις πιο πολύκροτες υποθέσεις της Αυστραλίας.

Η Κάθλιν Φόλμπιγκ πέρασε 20 χρόνια στη φυλακή για τον θάνατο των τεσσάρων παιδιών της, πριν η νέα τεχνολογία της αλληλούχησης του γονιδιώματος αποδείξει ότι τα παιδιά της πέθαναν από σπάνια γενετική μετάλλαξη. Ποιες είναι οι ομοιότητες αλλά και οι διαφορές ανάμεσα στις δύο υποθέσεις; Και γιατί το ελληνικό δικαστήριο αρνήθηκε το αίτημα γι’ αυτόν τον έλεγχο;
Η «K» μίλησε με την έμπειρη πολιτική ρεπόρτερ του «Observer» Ρέιτσελ Σιλβέστερ που υπογράφει το συγκλονιστικό podcast «The Lab Detective», στο οποίο διερευνάται πώς η αλληλούχηση του γονιδιώματος εξελίσσεται σε βασικό εργαλείο της Δικαιοσύνης, όπως ακριβώς συνέβη με τα δακτυλικά αποτυπώματα και την ανάλυση DNA, επιτρέποντας μεταξύ άλλων να δοθούν απαντήσεις για αιφνίδιους θανάτους βρεφών.
Σήμερα, η αστυνομική έρευνα «τρέχει» παράλληλα με την επιστημονική. Το όνομα Πισπιρίγκου, μας είπε, το άκουσε πρώτη φορά από την Καρόλα Βινουέζα, τη γενετίστρια που ενώ εργαζόταν στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Αυστραλίας είχε ανακαλύψει την αλήθεια για την Κάθλιν Φόλμπιγκ.
Το αίτημα στην Αθήνα – Η υπεράσπιση της Ρούλας Πισπιρίγκου ζήτησε στην πρώτη δίκη για τον θάνατο της Τζωρτζίνας να γίνει αλληλούχηση του γονιδιώματος της μητέρας και των παιδιών, αλλά το δικαστήριο δεν έκανε δεκτό το αίτημα με το σκεπτικό ότι ο φάκελος των εξετάσεων ήταν πλήρης.
Η Φόλμπιγκ είχε χαρακτηριστεί η χειρότερη σίριαλ κίλερ της Αυστραλίας. Τον Οκτώβριο του 2003 είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση 40 ετών έχοντας κριθεί ένοχη για τη δολοφονία των τεσσάρων παιδιών της, Πάτρικ, Σάρα, Λόρα και Κέιλεμπ. Είκοσι χρόνια αργότερα, ερευνητές βρήκαν ότι δύο από τα παιδιά της είχαν κληρονομήσει από τη μητέρα τους μια εξαιρετικά σπάνια μετάλλαξη γονιδίου που μπορεί να προκαλέσει θανατηφόρο καρδιακή αρρυθμία και αιφνίδιο θάνατο (για τα άλλα δύο παιδιά υπήρχαν ισχυρές ιατρικές ενδείξεις φυσικών αιτιών, αναπνευστικά και νευρολογικά προβλήματα).
Ενενήντα κορυφαίοι επιστήμονες από όλο τον κόσμο, ανάμεσα στους οποίους και κάτοχοι βραβείου Νομπέλ, υπέγραψαν αίτηση που ζητούσε από τον κυβερνήτη της Νέας Νότιας Ουαλλίας την απελευθέρωση της Φόλμπιγκ.
Η Βινουέζα είχε καταθέσει και στη δίκη Πισπιρίγκου για τον θάνατο της Τζωρτζίνας. «Τη ρώτησα αν υπάρχουν άλλες υποθέσεις (σ.σ. μετά αυτήν της Αυστραλίας) και μου ανέφερε την “ελληνική υπόθεση”, όπως την αποκάλεσε», λέει η Σιλβέστερ στην «Κ». «Eτσι άρχισα να το ερευνώ περισσότερο. Υπήρχαν πραγματικά εντυπωσιακές ομοιότητες μεταξύ των δύο υποθέσεων. Και στις δύο, τα παιδιά που πέθαναν είχαν ήδη προβλήματα υγείας. Και στις δύο, οι γυναίκες δυσφημίστηκαν έντονα κατά τη διάρκεια της δίκης. Η Ρούλα Πισπιρίγκου παρουσιάστηκε ως η πιο μισητή γυναίκα στην Ελλάδα. Η Φόλμπιγκ ως η πιο μισητή γυναίκα στην Αυστραλία».
Η θεωρία Μέντοου
Κάτι άλλο που η Σιλβέστερ βρήκε πολύ ενδιαφέρον ήταν ότι και στις δύο υποθέσεις, οι υποψίες γεννήθηκαν μετά τον θάνατο του τρίτου παιδιού. Οπως λέει, πρόκειται για κατάλοιπο μιας στατιστικής θεωρίας που είχε αναπτύξει ο Βρετανός παιδίατρος Ρόι Μέντοου τη δεκαετία του ’90 σύμφωνα με την οποία «ένας αιφνίδιος θάνατος βρέφους είναι τραγωδία, δύο είναι ύποπτο και τρεις είναι δολοφονία μέχρι αποδείξεως του εναντίου». Η επιστημονική κοινότητα στο Ηνωμένο Βασίλειο έκρινε έπειτα από λίγα χρόνια ότι πρόκειται για «στατιστικό παραλογισμό», αφού το «δόγμα Μέντοου» αγνοεί τη σύνδεση ανάμεσα στα θύματα. Η θεωρία του αποδομήθηκε εντελώς και ο ίδιος ο Μέντοου απαξιώθηκε.
Τρεις καταδίκες που βασίστηκαν στη δική του κατάθεση ανατράπηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και στις αρχές του 2000. Η τέταρτη περίπτωση ήταν της Τρίπτι Πατέλ, η οποία το 2003 κατηγορήθηκε ότι σκότωσε τα τρία της παιδιά αλλά δεν καταδικάστηκε. Μεταξύ άλλων η γιαγιά της κατέθεσε ότι είχε χάσει κι εκείνη πολλά νεογνά. Οπως λέει η Σιλβέστερ, η επιστημονική κοινότητα θεωρεί πλέον ότι αν υπάρχουν πολλαπλοί θάνατοι σε μια οικογένεια, είναι πολύ πιο πιθανό να υπάρχει γενετική εξήγηση παρά μια μητέρα-δολοφόνος. Πάντως την απαξιωμένη θεωρία Μέντοου επανέλαβαν πολλοί στην Ελλάδα την περίοδο της δίκης Πισπιρίγκου.
Τα στερεότυπα
Στο podcast η καθηγήτρια Νομικής του Πανεπιστημίου British Columbia Εμμα Κάνλιφ εξηγεί ότι ο λόγος που υπάρχουν περισσότερες δικαστικές πλάνες σε τέτοιες υποθέσεις είναι επειδή οι άνθρωποι δεν είναι εντελώς ορθολογικοί στον τρόπο που βλέπουν τις μητέρες που κατηγορούνται για φόνο. «Η κοινωνία έχει μια πολύ εξιδανικευμένη εικόνα για τη μητρότητα. Υπάρχουν συγκεκριμένες προσδοκίες για το πώς πρέπει να συμπεριφέρονται οι μητέρες». Τις βάζουμε σε βάθρο και τις ρίχνουμε από αυτό σε πρώτη ευκαιρία. «Οπότε αν υπάρξει οποιαδήποτε αμφιβολία για τη σχέση μιας μητέρας με τα παιδιά της, αυτό αποτελεί τόσο μεγάλη παραβίαση όσων περιμένουμε από τις μητέρες, που οι γυναίκες δαιμονοποιούνται και αυτές οι υποθέσεις γίνονται πολύ δύσκολες».
Η Κάνλιφ εκτιμά ότι τα τελευταία 40 χρόνια, περίπου 25 γυναίκες σε όλο τον κόσμο έχουν κατηγορηθεί άδικα για τη δολοφονία των παιδιών τους. «Νομίζω ότι ο ρόλος που παίζει το DNA σε αυτές τις υποθέσεις είναι ισοδύναμος με τον ρόλο που παίζει ο μισογυνισμός. Αυτοί οι δύο παράγοντες είναι κρίσιμοι. Δεν κατηγορούν ποτέ τους πατέρες για φόνο. Αυτό είναι το ενδιαφέρον».
Τι (δεν) εξετάστηκε
Κανείς δεν ξέρει αν η Ρούλα Πισπιρίγκου είναι μία από αυτές, αφού δεν έχει γίνει αλληλούχηση του γονιδιώματος της ίδιας και των παιδιών της. Η υπεράσπιση το ζήτησε στην πρώτη δίκη για τον θάνατο της Τζωρτζίνας, αλλά το δικαστήριο δεν έκανε δεκτό το αίτημα με το σκεπτικό ότι ο φάκελος των εξετάσεων ήταν πλήρης. Σύμφωνα με γιατρούς που κατέθεσαν, δεν υπήρξαν ευρήματα από τον γονιδιακό έλεγχο που να δικαιολογούν περαιτέρω ενέργειες. Χαρακτηριστικά ειπώθηκε ότι ακόμη και αν οι γονείς ήταν φορείς και μετέφεραν στο παιδί τη γενετική πληροφορία, θα έπρεπε να υπάρξουν ευρήματα σε κλινικό επίπεδο.
Σε εκείνη τη δίκη είχε καταθέσει και η Ισπανίδα γενετίστρια Καρόλα Βινουέζα (επικεφαλής ερευνήτρια σήμερα στο διάσημο Francis Kirk Institute στο Λονδίνο). Οπως είχε πει, τα παθολογικά ευρήματα είναι ίδια στα τρία παιδιά και αυτό δείχνει ότι υπήρχε γενετικό πρόβλημα, εξηγώντας ότι ένα σύνδρομο μπορεί να εκφραστεί σε διαφορετικές ηλικίες και να εκδηλωθεί με διαφορετικό τρόπο (στη Φόλμπιγκ για παράδειγμα η ίδια μετάλλαξη προκαλούσε λιποθυμίες, αλλά στα παιδιά της σοβαρά καρδιολογικά προβλήματα). «Το είδος του γενετικού ελέγχου που έγινε στην υπόθεση της Ρούλας Πισπιρίγκου δεν θα μπορούσε να είχε ανακαλύψει αυτή τη μετάλλαξη», λέει η Ρέιτσελ Σιλβέστερ.
Επαναστατική μέθοδος – Εχουμε στη διάθεσή μας μια καταπληκτική νέα επιστήμη, η οποία μπορεί να μεταμορφώσει το δικαστικό σύστημα όπως συνέβη με τα δακτυλικά αποτυπώματα και το DNA, λέει για τη μέθοδο της γονιδιωματικής αλληλούχησης η δημοσιογράφος Ρέιτσελ Σιλβέστερ.
Το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο έκρινε ομόφωνα ένοχη τη Ρούλα Πισπιρίγκου για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση όσον αφορά τον θάνατο της κόρης της, Τζωρτζίνας. Κατά τη διαδικασία, κατατέθηκε ότι στο σώμα της Τζωρτζίνας βρέθηκε κεταμίνη σε συγκέντρωση που, σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες της κατηγορίας, ήταν σε επίπεδο που μπορεί να θεωρηθεί θανατηφόρος. Η Καρόλα Βινουέζα είχε καταθέσει ότι «είναι εξαιρετικά απίθανο να πέθανε το παιδί από κεταμίνη, αλλά κανείς δεν μπορεί να το αποκλείσει». Αξίζει να σημειωθεί ότι το μάντρα του απαξιωμένου εδώ και δεκαετίες Ρόι Μέντοου ακούστηκε και στο ελληνικό δικαστήριο.
«Δεν ξέρω την αλήθεια»
Μεταξύ άλλων στο podcast ακούγεται o διάσημος παιδίατρος και κορυφαίος παγκοσμίως ειδικός στο σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου Πίτερ Φλέμινγκ να χαρακτηρίζει απίστευτο να είναι κάποιος στη φυλακή χωρίς να έχει γίνει πλήρης γονιδιωματική αλληλούχηση. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, αν υπάρχει αιφνίδιος βρεφικός θάνατος, η οικογένεια έχει πλέον δικαίωμα να ζητήσει γονιδιωματική αλληλούχηση.
«Είναι πραγματικά σημαντικό να πω», λέει στην «Κ» η Ρέιτσελ Σιλβέστερ, «ότι δεν ξέρω την αλήθεια για την υπόθεση της Ρούλας Πισπιρίγκου. Δεν είμαι επιστήμονας, δεν είμαι γενετίστρια. Αλλά πιστεύω ότι αν τυχόν υπάρχει γενετική εξήγηση για τους θανάτους των παιδιών, το δικαστήριο, το κοινό και η ίδια η Ρούλα Πισπιρίγκου αξίζουν να μάθουν την αλήθεια». Οπως λέει, έχουμε στη διάθεσή μας μια καταπληκτική νέα επιστήμη, η οποία μπορεί να μεταμορφώσει το δικαστικό σύστημα όπως συνέβη με τα δακτυλικά αποτυπώματα και το DNA. «Κάνοντας μια πλήρη γονιδιωματική αλληλούχηση, είναι σαν να ακολουθείς τις αποδείξεις αντί για μύθους, στερεότυπα και προκαταλήψεις». Σύμφωνα με πληροφορίες, η πλευρά Πισπιρίγκου θα καταθέσει εκ νέου το αίτημα στο εφετείο που έχει προγραμματιστεί για τον Ιανουάριο.
Η αποστολή της ρεπόρτερ

Η Ρέιτσελ Σιλβέστερ (φωτογραφία) είναι μια έμπειρη πολιτική ρεπόρτερ. «Πώς και ασχοληθήκατε με ένα τέτοιο θέμα;», τη ρωτήσαμε. «Είναι κάπως παράξενο για μια πολιτική ρεπόρτερ να γράφει για κάτι που μοιάζει σχεδόν με αστυνομική υπόθεση, έτσι; Για μένα, όμως, η πολιτική έχει να κάνει περισσότερο με το πώς λειτουργούν τα συστήματα και πώς διοικούνται οι χώρες. Και στην πραγματικότητα, όταν έπεσα πάνω σε αυτές τις υποθέσεις, ένιωσα ότι υπήρχε κάτι λάθος στο δικαστικό σύστημα – όχι μόνο στην Ελλάδα ή στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά σε όλο τον κόσμο».

