Στο κτίριο του Παλαιού Εθνικού Τυπογραφείου προβλέπεται να επεκταθεί το ΣτΕ τα επόμενα δύο χρόνια, εφόσον ολοκληρωθούν οι αναγκαίες μετατροπές. Το κτίριο, που βρίσκεται επί των οδών Σταδίου και Σανταρόζα, ανήκει στον Δήμο Αθηναίων, ο οποίος το παραχώρησε στο Ανώτατο Δικαστήριο για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών του.
Το Αρσάκειο Μέγαρο στην οδό Πανεπιστημίου, όπου στεγάζεται το ΣτΕ, έχει φτάσει στα όριά του από απόψεως χωρητικότητας, γεγονός που δημιουργεί επιπλέον καθυστερήσεις και δυσχεραίνει τη λειτουργία του. Η παραχώρηση, όπως τόνισε χθες ο δήμαρχος Χάρης Δούκας, «γίνεται για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Ο πρόεδρος του ΣτΕ Μιχάλης Πικραμένος, αναφερόμενος στην παραχώρηση του κτιρίου του Παλαιού Τυπογραφείου, δήλωσε ότι «με την εν λόγω απόφαση επιτυγχάνεται η ενίσχυση της λειτουργικότητας του Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα την απονομή της δικαιοσύνης σε αξιοπρεπείς συνθήκες που συνάδουν προς το κύρος του θεσμού. Συγχρόνως, αξιοποιείται ένα ιστορικό κτίριο στο κέντρο της Αθήνας κατά τρόπο που συνάδει προς τη θεσμική μνήμη και την ιστορική του φυσιογνωμία, ενώ η δημιουργία ενός «Πάρκου Δικαιοσύνης», φιλικού προς τους δημότες, τους πολίτες και τους επισκέπτες, συμβάλλει καθοριστικά στην αναβάθμιση και την ανάδειξη του κέντρου της πόλης».
Στις 16 Σεπτεμβρίου η Διοικητική Ολομέλεια του ΣτΕ αναμένεται να συνεδριάσει προκειμένου να αποφασίσει για τη συγκεκριμένη χρήση του κτιρίου. Σύμφωνα με πληροφορίες, ενδέχεται να μεταφερθεί στο Παλαιό Τυπογραφείο, με ωφέλιμο χώρο περίπου 1.500 τετραγωνικών μέτρων, ένα από τα τμήματα του Δικαστηρίου συνολικά ή να δημιουργηθούν γραφεία για το διοικητικό προσωπικό, δεδομένου ότι αναμένεται η πρόσληψη 50 υπαλλήλων εντός του έτους.
Μόλις αποφασιστεί η ακριβής χρήση του κτιρίου, θα προκηρυχθεί δημόσιος διαγωνισμός ώστε να προκύψει ο ανάδοχος που θα αναλάβει τις εργασίες μέσω του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑΧΔΙΚ). Δικαστικές πηγές ανέφεραν ότι ο χώρος θα είναι έτοιμος να υποδεχθεί το προσωπικό του ΣτΕ σε περίπου δύο χρόνια από σήμερα. Από την πλευρά του Δήμου Αθηναίων, ωστόσο, έχουν γίνει εργασίες όσον αφορά στη στατικότητα του κτιρίου.
Το κτίριο του Παλαιού Εθνικού Τυπογραφείου, το οποίο χτίστηκε από τον Βαυαρό αρχιτέκτονα Γιόζεφ Χόπερ, είναι ένα από τα πρώτα οικοδομήματα της πόλης αμέσως μετά τη μεταφορά της πρωτεύουσας από το Ναύπλιο στην Αθήνα το 1834. Στέγασε το πρώτο τυπογραφείο και λιθογραφείο του νεοσύστατου κράτους.
Το 1907, οπότε και το Εθνικό Τυπογραφείο μεταστεγάστηκε στην οδό Καποδιστρίου όπου λειτουργεί έως σήμερα, στο συγκεκριμένο κτίριο προστέθηκε και δεύτερος όροφος για να στεγάσει και υπηρεσίες του Πρωτοδικείου Αθηνών. Εδώ και πολλές δεκαετίες, και ενώ έχουν πραγματοποιηθεί εργασίες συντήρησης, δεν έχει αξιοποιηθεί ιδιαίτερα. Aπό τον Σεπτέμβριο έως τον Νοέμβριο του 2021 το κτίριο ήταν ένα από τα τρία της πρωτεύουσας που φιλοξένησε την 7η Μπιενάλε της Αθήνας.

