Φωτογραφίες: Kathimerini.gr/ Ελβίρα Κρίθαρη
Φόρτωση Text-to-Speech...
«Είμαστε μόνιμοι κάτοικοι και το καλοκαίρι δεν πάμε πουθενά. Πρέπει να προστατέψουμε τις περιουσίες μας». Η γιατρός Τόνια Σωτηροπούλου, με στάχτες ακόμα στα μάτια, πέρασε μια νύχτα εφιαλτική, όπως λέει. Οι κάτοικοι του οικισμού Αγροτικής Τράπεζας, 2 χλμ. βόρεια από την παραλία της Παλαιάς Φώκαιας και 1 χλμ ανατολικά της Αναβύσσου, βρίσκονταν όλο το βράδυ στις επάλξεις.
Η ομάδα τους «ATE safety» στο viber έπαιξε κομβικό ρόλο στον συντονισμό των προσπαθειών τους να συνδράμουν την Πυροσβεστική στην κατάσβεση της φωτιάς.

Εχουν, λέει, φτιάξει μια καλή ομάδα εθελοντών, αφού κάθε καλοκαίρι τις μέρες που οι άνεμοι δυναμώνουν, οι ίδιοι καραδοκούν για τη φωτιά. «Η πυροσβεστική δεν μπορεί να είναι σε κάθε σπίτι δίπλα. Για αυτό είμαστε εδώ και φυλάμε. Λένε “εκκενώστε και φύγετε” όμως εμείς ξέρουμε, δεν είμαστε χθεσινοί. Ξέρουμε και κατευθύνουμε τους πυροσβέστες και καταλαβαίνουμε αν κινδυνεύουμε», λέει η ίδια στην «Κ». «Διακοπές πηγαίνουμε τον Σεπτέμβρη. Δεν φεύγουμε ποτέ από εδώ το καλοκαίρι».

Οι εκτιμήσεις των κατοίκων της περιοχής για τα αίτια των πυρκαγιών επικεντρώνονται στις υποδομές ηλεκτρικού ρεύματος. «Το θέμα είναι ότι οι πάροχοι δεν κάνουν κάτι με τα καλώδιά τους. Ευτυχώς, δεν κάηκαν πολλά σπίτια γιατί ήταν καθαρισμένα τα οικόπεδα. Εγώ λέω το αντίθετο από αυτό που ισχυρίζονται συνήθως. Τα οικόπεδά μας ήταν καθαρισμένα. Γι’ αυτό δεν πέρασε η φωτιά!», αναφέρει η Τόνια Σωτηροπούλου.
Το δικό της σπίτι σώθηκε, πολύ κοντά της όμως, στη γωνία της οδού 109, ένα άλλο παραδόθηκε στις φλόγες. Το μεσημέρι του Σαββάτου οι κάτοικοι παραμένουν σε επιφυλακή καθώς μικρές εστίες φωτιάς εμφανίζονται διάσπαρτες σε όλη την ευρύτερη περιοχή.
Εναέρια μέσα δεν σταματούν τις ρίψεις στα σημεία της κατάφυτης περιοχής που αρχίζουν να καπνίζουν. Μπελ και Έρικσον ανεφοδιάζονται από τη θάλασσα της Παλαιάς Φώκαιας και επιχειρούν ρίψεις σε κατοικίες και άλση. Στην οδό Αλιάκμονος στο Θυμάρι, στην αυλή ενός σπιτιού που οι ιδιοκτήτες λείπουν, ο άνεμος φουντώνει μια μικρή εστία που καπνίζει έντονα μέχρι να εντοπιστεί από τα εναέρια πυροσβεστικά.

«Εδώ κάναμε βόλτες και τώρα κλαίει η καρδιά μου»
Οσμή καμένου κυριαρχεί στην ανατολική Αττική. Το γνώριμο μαύρο τοπίο που αφήνει στο πέρασμά της η φωτιά πληγώνει τη 47χρονη Χριστίνα Ρέππα – και ας το έχει συνηθίσει.
«Αυτό το δάσος δεν είχε πάρει ποτέ φωτιά. Ηταν παρθένο δάσος και ήταν η πρώτη φορά που κάηκε. ημουν εδώ όταν ξέσπασε η φωτιά -είχε τέσσερα μέτωπα κυκλικά. Και φεύγανε το ένα προς Λεγραινά, άλλο προς Καμάριζα, άλλο προς Θυμάρι». Από το σπίτι της στο Καταφύγι, το δάσος δεν απέχει παρά μια ανάσα. Περπατάει μόνη της ανάμεσα στα καμένα. «Εχω μεγαλώσει το παιδί μου εδώ πέρα. Βόλτες κάναμε και τώρα κλαίει η καρδιά μου», λέει η ίδια καταπίνοντας έναν λυγμό.

Η Χριστίνα Ρέππα εκκένωσε την περιοχή («δεν είναι εύκολη η εκκένωση, έχω παιδί, έχω ζώα, πότε να τα ετοιμάσεις») αλλά επέστρεψε μόλις τα ενεργά μέτωπα κατασβέστηκαν. Οι περίοικοι είχαν αφήσει τα λάστιχα στα σπίτια ανοιχτά, με αποτέλεσμα το νερό να κοπεί λόγω υπερκατανάλωσης. Μέχρι το μεσημέρι του Σαββάτου δεν είχε επανέλθει και η 47χρονη αγωνιούσε για την επιστροφή της παροχής ύδρευσης.
Λέει πως οι επίγειες δυνάμεις της πυροσβεστικής δεν κατάφεραν να μπουν στο δάσος και τα εναέρια ήταν λίγα, έχοντας εστιάσει κυρίως στο Θυμάρι. «Οι περιοχές μας συνδέονται και είναι πολύ εύκολο να εξαπλωθεί γρήγορα η φωτιά. Μπορεί να έχει πιάσει φωτιά στο Θυμάρι και σε δύο λεπτά να βρίσκεται στο Καταφύγι με τον άνεμο».

Δεν ήταν άλλωστε η πρώτη φωτιά του φετινού καλοκαιριού στην περιοχή. Στα τέλη Ιουνίου, το Θυμάρι ξανακάηκε. Οι κάτοικοι μπορεί να έχουν συνηθίσει να ζουν υπό πύρινη απειλή, αλλά κάθε φορά αντικρίζουν τα καμένα με την ίδια απόγνωση. Συμφωνούν πως στην καταστολή των πυρκαγιών οι πυροσβεστικές δυνάμεις κάνουν τις περισσότερες φορές το καλύτερο που μπορούν. Κανείς δεν είναι βέβαιος όμως γιατί οι πυρκαγιές, που όλοι τους κάθε χρόνο αναμένουν, δεν προλαμβάνονται.

