Την εκτίμηση ότι ο 40χρονος «πιθανότατα αντιλαμβανόταν το άδικο της πράξης του» όταν επιτέθηκε στην Κυριακή Γρίβα, διατύπωσε ψυχίατρος που παρακολουθεί μέχρι και σήμερα τον κατηγορούμενο, στον οποίο έχει διαγνώσει διπολική διαταραχή.
Τα λεγόμενα του μάρτυρα ήρθαν σε αντίθεση με αυτά του καθηγητή Δημήτρη Δουζένη που εκτίμησε ότι «σωρευτικά υπάρχουν ενδείξεις ότι θα μπορούσε να έχει μειωμένο καταλογισμό».
«Στην αρχή ήταν συνεργάσιμος αλλά οι πρώτες συναντήσεις είχαν μια δυσκολία στο να έχουμε επαφή. Ο ίδιος αναφέρει όσα έχει κάνει από μαρτυρίες άλλων γιατί για τον εαυτό του αναφέρει κενό μνήμης για το συμβάν», είπε ο ψυχίατρος και συμπλήρωσε ότι έχει διαγνώσει στον κατηγορούμενο διπολική διαταραχή.
Εισαγγελέας: Εχετε διαγνώσει διπολική διαταραχή;
Μάρτυρας: Ναι, είναι πάθηση διά βίου και υποτροπιάζουσα. Παλιά τη λέγαμε μανιοκατάθλιψη γιατί έχουμε δυο πόλους, από τη μια μανία και από την άλλη κατάθλιψη. Στη μανία ο άνθρωπος είναι διαρκώς σε μια ένταση. Δεν μπορεί να ηρεμήσει, μπορεί να κάνει χρήση ναρκωτικών. Εχει διαγνωστεί από το 2013.
Εισαγγελέας: Η πάθηση αυτή συνδέεται με την τέλεση ανθρωποκτονίας;
Μάρτυρας: Αν τελούσε σε μανιακό επεισόδιο θα μπορούσε.
Εισαγγελέας: Αντιλαμβάνεται το άδικο της πράξης αν θεωρήσουμε ότι υπάρχει επεισόδιο;
Μάρτυρας: Εχει επαφή με την πραγματικότητα. Αυτό που δεν έχει είναι ο έλεγχος των παρορμήσεων, έχει κακή κρίση.
Εισαγγελέας: Αντιλαμβάνεται το άδικο;
Μάρτυρας: Το άδικο το αντιλαμβάνεται, εκτός αν υπάρχουν στο επεισόδιο ψυχωσικά συμπτώματα. Αν μιλάμε για ένα απλό επεισόδιο, αυτός ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα αλλά δεν έχει έλεγχο παρορμήσεων. Προφανώς και σου επιτρέπεται εκείνη τη στιγμή να έχεις αντίληψη της πραγματικότητας, αυτό που δεν έχεις είναι έλεγχο των παρορμήσεων σου, έχεις άρση αναστολών.
Εισαγγελέας: Αρα το αντιλαμβανόταν;
Μάρτυρας: Πιθανότατα ναι.
Σε ερώτηση της εισαγγελέως της έδρας σχετικά με το αν η συμπεριφορά του δράστη μετά το έγκλημα δείχνει να ήταν σε παραλήρημα, ο μάρτυρας απάντησε: «Αυτό ο ψυχίατρος το διαγιγνώσκει εύκολα. Η διπολική διαταραχή πρέπει να συνοδεύεται από παραληρηματικό επεισόδιο για να οδηγηθεί κάποιος σε αυτή την πράξη. Δε σημαίνει ότι όποιος πάσχει από μια ψυχική ασθένεια φτάνει στο έγκλημα».
Οπως είπε ο μάρτυρας, ο κατηγορούμενος από όσα περιγράφονται για το διάστημα πριν την επίθεση και τον τρόπο που έδρασε φαίνεται να λειτουργούσε κανονικά εκείνες τις στιγμές. Μετά το τέλος της κατάθεσης του μάρτυρα, η εισαγγελέας θέλοντας να επιβεβαιώσει ότι έχει αντιληφθεί ορθά όσα κατέθεσε ο ψυχίατρος, είπε: «Η διπολική διαταραχή από μόνη της δεν οδηγεί σε άρση καταλογισμού, δεν οδηγεί στην απουσία αντίληψης διάγνωσης του αδίκου κατά κανόνα, μόνο αν η διπολική διαταραχή συνδυάζεται με ψυχωσικά επεισόδια. Την ημέρα διάπραξης εγκλήματος και με βάση τον φάκελο δεν διαπιστώθηκαν ψυχωτικά επεισόδια».
Κατάθεση αστυνομικού
Νωρίτερα, είχε καταθέσει αστυνομικός που περνώντας τυχαία έξω από το Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων το μοιραίο βράδυ της δολοφονίας της Κυριακής Γρίβα, αντίκρισε το χάος αμέσως μετά το έγκλημα.
«Δυο ανθρώπινες μάζες πεσμένες στο έδαφος και συγκεντρωμένος κόσμος γύρω. Ηταν σοκαριστικό. Οι αστυνομικοί του τμήματος βρίσκονταν στο κουβούκλιο του φρουρού και απλώς παρακολουθούσαν. Ολοι –και οι πολίτες και οι ένστολοι– ήταν παγωμένοι», είπε ο αστυνομικός.
Ο ίδιος τόνισε πως δεν θυμάται εάν ο φρουρός εκείνη την ώρα έφερε υπηρεσιακό όπλο, σημειώνοντας ωστόσο ότι βρισκόταν στο κουβούκλιο. Η εκτίμηση του μάρτυρα πως «προφανώς οι συνάδελφοί του σοκαρίστηκαν» και ότι ο φρουρός ίσως αντέδρασε με καθυστέρηση λόγω «έκρηξης αδρεναλίνης», προκάλεσε την έντονη αντίδραση του πατέρα της δολοφονημένης κοπέλας, ο οποίος ξέσπασε: «Εσύ που είσαι δύο μέτρα, πώς θα αντιδρούσες; Εδώ μιλάμε για την κόρη μου! Θα είχες ξαπλώσει πέντε κάτω!».
Ο αστυνομικός, πάντως, υπερασπίστηκε τη στάση των συναδέλφων του, λέγοντας πως είναι εξαιρετικά δύσκολο να χρησιμοποιήσει κάποιος το όπλο του σε τέτοιο χώρο, λόγω του κινδύνου να υπάρξουν θύματα ανάμεσα στους πολίτες. Ο ίδιος κατέθεσε ότι ήταν ο πρώτος αστυνομικός που έφτασε στον τόπο του εγκλήματος, πριν ακόμα φτάσει το ΕΚΑΒ ή ενισχύσεις.
«Δεν μπορούσαμε αρχικά να ξεχωρίσουμε ποιο ήταν το θύμα και ποιος ο δράστης. Ηταν και οι δύο σωριασμένοι στο έδαφος. Πλησίασα πρώτα την κοπέλα. Ηταν μέσα σε μια τεράστια λίμνη αίματος. Ελεγξα αν είχε σφυγμό και αν ανέπνεε – δεν είχε. Μετά γύρισα στον κατηγορούμενο. Ανέπνεε. Είχε τραύμα στον λαιμό. Εβαλα τέσσερα δάχτυλα και πίεζα όσο μπορούσα για να σταματήσω την αιμορραγία. Μετά τύλιξα την πληγή με μια μπλούζα και αργότερα έφεραν γάζες. Υστερα από 8-10 λεπτά συνήλθε και προσπάθησε να μου διώξει το χέρι. Το απέδωσα σε ενστικτώδη αντίδραση από την πίεση», είπε συμπληρώνοντας πως εκείνη τη στιγμή δεν γνώριζε τι είχε προηγηθεί.

