Τον Νοέμβριο του 2019, μια δυνατή βροχή ήταν αρκετή για να προκαλέσει την κατάρρευση μέρους του ιστορικού ξενοδοχείου «Βύρων» στην οδό Αιόλου, στο ύψος της πλατείας Αγίας Ειρήνης. Πρόκειται για ένα από τα παλαιότερα κτίρια της πόλης, χτισμένο το 1839. Λίγα χρόνια αργότερα, μια πυρκαγιά παραλίγο να του δώσει τη χαριστική βολή. Για σκεφτείτε το: Ανάμεσα σε κατάμεστα καφέ, εστιατόρια και μπαρ, μια τριώροφη κατασκευή που μετράει σχεδόν δύο αιώνες ζωής να σωριάζεται σε ένα από τα πιο πολυσύχναστα σημεία της τουριστικής Αθήνας.

Ευτυχώς το «ατύχημα» δεν συνέβη ποτέ – ήδη το κτίριο ανακατασκευάζεται για να λειτουργήσει τα επόμενα χρόνια ως μπουτίκ ξενοδοχείο. Ηταν όμως η απειλή δεκάδων «υποψήφιων» ατυχημάτων (μικροί «Βύρωνες» σε όλη την πόλη) που έκανε την περασμένη Δευτέρα τον Δήμο Αθηναίων να πατήσει το κόκκινο κουμπί του προγράμματος κατεδάφισης 55 επικίνδυνων κτιρίων διάσπαρτων στο κέντρο και στις συνοικίες της Αθήνας. Η αρχή έγινε από ένα ετοιμόρροπο παράπηγμα στο αδιέξοδο της οδού Κονεμένου στην περιοχή Ελληνορώσων, κοντά στο Πεντάγωνο. Οπως μας εξηγεί ο αντιδήμαρχος Υποδομών Ανδρέας Γραμματικογιάννης, το συγκεκριμένο ακίνητο εμπίπτει σε μια ξεχωριστή, μικρότερη ομάδα δέκα, περίπου, κτισμάτων, τα λεγόμενα «ρυμοτομούμενα», που μοιάζουν να «φυτρώνουν» από το πουθενά στη μέση ενός δρόμου ή στις παρυφές ενός ρέματος, ενώ στην πραγματικότητα είναι απομεινάρια του μεταπολεμικού ελληνικού know how στον αστικό σχεδιασμό και με το πέρασμα του χρόνου απαλλοτριώθηκαν για να διαμορφωθούν σε κοινόχρηστους χώρους.
Οι όροι

Το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος του δήμου προϋπολογισμού 4 εκατ. ευρώ, εστιάζεται σε μια διαχρονική πληγή της πόλης που δεν είναι άλλη από τα χαρακτηρισμένα εδώ και δεκαετίες ως «επικίνδυνα» ετοιμόρροπα κτίρια – συνήθως προπολεμικά, μη κατοικήσιμα, μη διατηρητέα και συχνά χωρίς γνωστούς ιδιοκτήτες. Αυτό ήταν πάντα το μεγάλο πρόβλημα: άγνωστα ιδρύματα, μεγάλος αριθμός ιδιοκτητών, αδιάφοροι κληρονόμοι χαμένοι στα πέρατα του κόσμου. Ομως η νομοθεσία είναι ξεκάθαρη. Τα επικινδύνως ετοιμόρροπα κτίρια μπορούν να κατεδαφιστούν αφού πρώτα τελεσφορήσουν οι απαιτούμενες εγκρίσεις των κατά περίπτωση αρμόδιων φορέων (υπουργείο Πολιτισμού, ΥΠΕΚΑ, Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής κ.ά.), ανάλογα με το καθεστώς στο οποίο εμπίπτει κάθε κτίριο (εντός αρχαιολογικής ζώνης, εντός περιοχών διατήρησης κ.ά.). Οι εγκρίσεις υποβάλλονται στην αρμόδια υπηρεσία δόμησης του δήμου προκειμένου να εκδοθεί η σχετική έγκριση εκτέλεσης εργασιών. Για τα διατηρητέα κτίρια η πρόβλεψη είναι διαφορετική· ακόμα κι αν έχουν κριθεί κατεδαφιστέα, αντιμετωπίζονται μόνο με την επιβολή μέτρων ασφαλείας. Ο αντιδήμαρχος Υποδομών του Δήμου Αθηναίων πάντως υποστηρίζει ότι ο χαρακτηρισμός ενός κτιρίου ως διατηρητέου δεν του εξασφαλίζει ότι δεν θα μπει στη «μαύρη λίστα» του προγράμματος που εκκίνησε τη Δευτέρα παρουσία του δημάρχου Χάρη Δούκα.
«Υπάρχουν κοινές επιτροπές με το υπουργείο Πολιτισμού κι αυτές έχουν τον τελευταίο λόγο. Λαμβάνουμε καταγγελίες και οφείλουμε να τις εξετάζουμε όλες με προσοχή. Προέχει η ασφάλεια. Σε περίπτωση που ένα διατηρητέο κτίριο κριθεί κατεδαφιστέο, προηγείται πλήρης αποτύπωση ή και απόσπαση επιμέρους διακοσμητικών στοιχείων (φουρούσια, κιγκλιδώματα κ.λπ.) για το ενδεχόμενο που εμφανιστεί στο μέλλον ο ιδιοκτήτης και θέλει να το ανοικοδομήσει», σημειώνει ο κ. Γραμματικογιάννης. Το ενδιαφέρον είναι ότι και η προηγούμενη δημοτική αρχή είχε προχωρήσει σε κατεδαφίσεις ετοιμόρροπων κτιρίων. Μάλιστα, ο τότε υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας και σημερινός αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης και ο τέως δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Μπακογιάννης είχαν προχωρήσει σε κοινή αυτοψία στους (έρημους λόγω πανδημικού lockdown) δρόμους της Αθήνας τον Νοέμβριο του 2020. Εκείνη η πρωτοβουλία απέδωσε την κατεδάφιση συνολικά 17 κτιρίων, με εμβληματικότερη την κατεδάφιση του παλιού εργοστασίου Κοροπούλη (Μάιος 2022) στα Σεπόλια, που μεταμορφώθηκε σε χώρο πρασίνου τεσσάρων στρεμμάτων.
Ο αντιδήμαρχος Υποδομών του Δήμου Αθηναίων Ανδρέας Γραμματικογιάννης υποστηρίζει ότι ο χαρακτηρισμός ενός κτιρίου ως διατηρητέου δεν σημαίνει ότι θα «σταματήσουν» οι μπουλντόζες, καθώς «προέχει η ασφάλεια».
Μικρά γκέτο

Αλλά ο πραγματικός «ελέφαντας στο δωμάτιο» της ιστορίας των χαρακτηρισμένων ως «επικίνδυνων» κτισμάτων είναι τα διατηρητέα. Δύο αριθμοί θα μας βοηθήσουν. Με βάση στοιχεία του 2020, τα επικινδύνως ετοιμόρροπα κτίρια στον Δήμο Αθηναίων είχαν υπολογιστεί σε 2.863. Λιγότερο επίσημα δεδομένα τοποθετούν τον αριθμό των εγκαταλελειμμένων διατηρητέων σε περίπου 1.600. Και το πρόβλημα δεν είναι μόνο η ασφάλεια, με τη στενή έννοια του όρου. Ενα όχι αμελητέο ποσοστό τους καταλαμβάνεται, γίνεται στέκι τοξικοεξαρτημένων, γκετοποιείται. Οι ιδιοκτήτες τους (αν τους γνωρίζουμε και αν έχουν τη διάθεση να ασχοληθούν με το περιουσιακό τους στοιχείο) δεν έχουν το παραμικρό φορολογικό (ή άλλο) κίνητρο από το ελληνικό κράτος για να σκεφτούν οποιοδήποτε σχέδιο αποκατάστασης στα σοβαρά – εκτός κι αν είναι βαθύπλουτοι. Το πρόγραμμα «Διατηρώ», που έχει εξαγγελθεί κατά καιρούς από την κυβέρνηση, βρίσκεται ακόμα στα συρτάρια του υπουργείου Περιβάλλοντος. «Μόνο στην Πλάκα έχουμε καταγράψει 62 εγκαταλελειμμένα κτίρια», λέει στην «Κ» ο πρόεδρος της Επιτροπής Κατοίκων Πλάκας της Ελληνικής Εταιρείας, Γιώργος Ζαφειρίου. Παρά τις προσπάθειές τους, σε καμία περίπτωση δεν ήταν δυνατόν να βρεθεί ο ιδιοκτήτης τους. Και κατά 90% είναι διατηρητέα. Τι κάνουμε εκεί; Ποιο κριτήριο θα υπερτερήσει όταν κληθεί να ληφθεί η τελική απόφαση; Η αρχιτεκτονική αξία; Η ασφάλεια των περιοίκων; Η εικόνα της πόλης;
Ο πραγματικός «ελέφαντας στο δωμάτιο» της ιστορίας των χαρακτηρισμένων ως «επικίνδυνων» κτισμάτων είναι τα διατηρητέα. Οι ιδιοκτήτες τους δεν έχουν το παραμικρό κίνητρο για αποκατάσταση.
Στα συρτάρια

Κι όμως, το 2021 η Ελληνική Εταιρεία είχε επεξεργαστεί σχέδιο νόμου για την επανάχρηση εγκαταλελειμμένων και κενών ακινήτων, το οποίο ύστερα από τον σχετικό νομοτεχνικό έλεγχο παραδόθηκε αυτούσιο στην κυβέρνηση για άμεση νομοθέτηση. Μάλιστα τον Οκτώβριο του 2022, στη συνέλευση της Διεθνούς Ενωσης Ιδιοκτητών Ακινήτων (UIPI) και της ΠΟΜΙΔΑ, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Περιβάλλοντος Ευθύμιος Μπακογιάννης δήλωσε ότι το σχέδιο είχε παρουσιαστεί στο υπουργικό συμβούλιο και επρόκειτο να τεθεί σε διαβούλευση τις επόμενες ημέρες. Τι προέβλεπε; Κάθε δήμος της χώρας θα δημιουργούσε το δικό του μητρώο εγκαταλελειμμένων ακινήτων και θα αναλάμβανε την αποκατάσταση, τη διαχείριση και την εκμετάλλευσή τους για χρονικό διάστημα μέχρι 50 έτη. Μετά την παρέλευση του χρόνου διαχείρισης του ακινήτου, η κυριότητα θα επανερχόταν στον αρχικό ιδιοκτήτη, ο οποίος θα μπορούσε να απαιτήσει τα έσοδα που είχαν προκύψει από την εκμετάλλευση της ιδιοκτησίας του, αφού όμως θα είχαν παρακρατηθεί οι πιστοποιημένες δαπάνες αποκατάστασης και επανάχρησής του, οι δημοτικοί φόροι και τέλη τα οποία όφειλε πριν περιέλθει η διαχείριση του ακινήτου του στον δήμο.

