«Εχει ωραία μέρα. Πάμε για καφέ;». Τι μπορεί να κρύβει μια τέτοια, απολύτως… ελληνική, φράση για έναν ξένο που μαθαίνει τη γλώσσα μας; «Απολύτως τίποτε! Κι όμως, η αυθόρμητη, απρογραμμάτιστη συνάντηση για έναν καφέ, είναι πολιτισμικό στοιχείο των Ελλήνων», απαντάει στην «Κ» η Μαρία Καλιαμπού, υπεύθυνη καθηγήτρια του προγράμματος Ελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Γέιλ. «Ο Αμερικανός θα ρωτήσει τον άλλον εάν θέλει και πότε να βρεθούν, θα κανονίσουν το ραντεβού συγκεκριμένη ώρα σε δυο-τρεις εβδομάδες και αυτό θα έχει συγκεκριμένη διάρκεια», λέει χαμογελώντας η κ. Καλιαμπού. Μιλώντας στην «Κ» έφερε το παράδειγμα αυτό για να καταδείξει τη σημασία που έχει για κάποιον που μαθαίνει μια ξένη γλώσσα η επιτόπια μελέτη για το ύφος, τη ροή, τα σημαινόμενα της γλώσσας.
Και ο Μάικα Γκολντ, προπτυχιακός φοιτητής Μαθηματικών και Υπολογιστών στο Γέιλ, με τα λεγόμενά του αποδεικνύει την αξία ένας φοιτητής να «βγαίνει έξω από το αμφιθέατρο». «Μετέχω στο πρόγραμμα Αρχαίας Φαρμακολογίας του Γέιλ και κάθε καλοκαίρι ταξιδεύω στην Ελλάδα για επιτόπια συλλογή δεδομένων. Ωστόσο, τα προηγούμενα χρόνια η περιορισμένη γνώση μου στα ελληνικά δυσχέραινε την επικοινωνία με τους ντόπιους αγρότες και με τις αρχαιολογικές αρχές, περιορίζοντας έτσι την εμβέλεια και την ακρίβεια της έρευνάς μου. Επιπλέον, η ανάγκη να βασίζομαι σε λογισμικά μετάφρασης για τη συμπλήρωση εγγράφων, οδήγησε συχνά σε σφάλματα και παρερμηνείες. Μαθαίνοντας Νέα Ελληνικά στο Γέιλ δουλεύω με μεγαλύτερη αυτονομία και ακρίβεια, ενώ ταυτόχρονα δείχνω σεβασμό και βελτιώνω τη συνεργασία μου με τις τοπικές κοινότητες».
Συνεργασία με το ΑΠΘ
Ο Μάικα, μαζί με άλλους εννέα φοιτητές του προγράμματος Ελληνικών Σπουδών του Γέιλ ήλθαν πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο του 1ου Προγράμματος Νέας Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού, μια συνεργασία του σχολείου Νέας Ελληνικής Γλώσσας του ΑΠΘ με το Γέιλ, που έχει την υποστήριξη του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος και του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών.

«Οι γονείς μου είναι μετανάστες από το Μεξικό κι εγώ μεγάλωσα στο Τέξας. Είμαι δίγλωσσος, μιλάω ισπανικά και αγγλικά. Τώρα σπουδάζω δραματουργία στη Σχολή Θεάτρου στο Γέιλ. Ενα από τα όνειρά μου είναι να μεταφράσω σύγχρονα ελληνικά θεατρικά έργα για αγγλόφωνο και ισπανόφωνο κοινό, συμβάλλοντας έτσι στη διεθνή διάδοση του ελληνικού θεάτρου. Στο παρελθόν σπούδασα θέατρο και περφόρμανς στην Ελλάδα και ελπίζω να επιστρέψω κάποια μέρα για να δουλέψω ένα έργο εδώ. Θέλω να εμβαθύνω στον ελληνικό θεατρικό πολιτισμό», λέει στην «Κ» ο Αβραάμ Ρεμπόγιο, μεταπτυχιακός φοιτητής στη Σχολή Θεάτρου του αμερικανικού ΑΕΙ.
Η έφεσή της στις ξένες γλώσσες, αλλά και η Ελληνίδα καλύτερή της φίλη, ώθησαν την Αζάρα Μέισον, προπτυχιακή φοιτήτρια Ψυχολογίας, να γνωρίσει την ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό και να ταξιδέψει πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη. «Εχω σπουδάσει ισπανικά, κινεζικά και φαρσί. Εχοντας εμπειρία με μια λατινογενή γλώσσα, επάρκεια σε μια αραβική γραφή και εξοικείωση με τα κινεζικά ιδεογράμματα, ήθελα να δοκιμάσω να μάθω μια γλώσσα με ένα εντελώς διαφορετικό σύστημα γραφής. Οταν ένας φίλος μού πρότεινε τα ελληνικά –και μου έδειξε πόσο όμορφο είναι το ελληνικό αλφάβητο– άρπαξα αμέσως την ευκαιρία. Η απόφαση αυτή ενισχύθηκε και από το διαρκές μου ενδιαφέρον για την ετυμολογία των αγγλικών λέξεων, πολλές από τις οποίες έχουν ελληνικές ρίζες», μας λέει. Aλλωστε, όπως προσθέτει, «η καλύτερή μου φίλη από την πατρίδα μου, η Σοφία, είναι Ελληνίδα. Μεγαλώνοντας δίπλα στην οικογένειά της ήρθα σε επαφή με τον πλούσιο πολιτισμό και τις παραδόσεις του – έναν κόσμο που πάντα με συναρπάζει. Η εκμάθηση των ελληνικών νιώθω πως είναι η φυσική συνέχεια αυτής της σχέσης και ένας τρόπος να έρθω ακόμη πιο κοντά σε έναν πολιτισμό που θαυμάζω βαθιά».
Η Τζόρνταν Ντέιβις σπουδάζει μηχανολόγος – μηχανικός. Μιλώντας στην «Κ» συγκινεί για τον λόγο που μαθαίνει ελληνικά. «Θέλω να διατηρήσω την οικογενειακή μου κληρονομιά. Ο παππούς μου είναι Ελληνοαμερικανός. Η μητέρα του κατάγεται από το Πήλιο, ενώ ο πατέρας του από τη Βοιωτία. Υστερα από ένα πέρασμα από τον Ελλήσποντο, εγκαταστάθηκε στο Νιου Χέιβεν, όπου βρίσκεται το Γέιλ. Το γεγονός ότι σήμερα σπουδάζω στο Γέιλ –εκεί όπου ξεκίνησε μεγάλο μέρος της οικογενειακής μου ιστορίας– είναι για μένα βαθιά συγκινητικό. Με την πάροδο του χρόνου οι συγγενείς μου έχουν χάσει σε μεγάλο βαθμό την επαφή τους με την ελληνική γλώσσα. Η εκμάθηση Νέων Ελληνικών στο Γέιλ δεν μου επέτρεψε μόνο να ανακτήσω ένα πολύτιμο κομμάτι της οικογενειακής μου ταυτότητας, αλλά και να ενισχύσω τον δεσμό μου με τον παππού μου. Τα περασμένα Χριστούγεννα, καθώς ξεφυλλίζαμε μαζί ένα ντοσιέ με οικογενειακά αρχεία, κατάφερα να τον εκπλήξω ευχάριστα δείχνοντάς του όλα όσα είχα μάθει. Δεθήκαμε ξανά μέσα από τη γραφή του ελληνικού αλφαβήτου και την εξάσκηση σε καθημερινές φράσεις. Η συγκίνησή του ήταν εμφανής· ένιωσε περήφανος και βαθιά συγκινημένος από το ενδιαφέρον μου να συνδεθώ με τη γλώσσα των προγόνων μας», λέει.
Η χρηματοδότηση
Το Πρόγραμμα Ελληνικών Σπουδών, όπως εξήγησε στην «Κ» η κ. Καλιαμπού, ξεκίνησε πιλοτικά το 2001 με τη χρηματοδότηση από το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, το πανεπιστήμιο, καθώς και αποφοίτους, και προσφέρει μαθήματα Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Ιστορίας, Λογοτεχνίας και Πολιτισμού.Από το 2007 το Ιδρυμα προικοδότησε το πρόγραμμα με καταπίστευμα «για την προώθηση της μελέτης της ελληνικής γλώσσας, κληρονομιάς και πολιτισμού στο πανεπιστήμιο Γέιλ». Η πλειονότητα των φοιτητών είναι Αμερικανοί. Ανάμεσα στους φοιτητές υπάρχει σταθερά μια ομάδα, περίπου το ένα τρίτο, ελληνικής καταγωγής, γνωστή ως φοιτητές κληρονομιάς.
«Με το Γέιλ κάναμε την αρχή φέτος οργανώνοντας το πρόγραμμα Νέας Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού και θα συνεχίσουμε», τονίζει στην «Κ» η Δέσποινα Παπαδοπούλου, καθηγήτρια Φιλολογίας ΑΠΘ και πρόεδρος του σχολείου Νεοελληνικής Γλώσσας του ιδρύματος. Το σχολείο, άλλωστε, διοργανώνει σε ετήσια βάση 21 –διά ζώσης και εξ αποστάσεως– προγράμματα διδασκαλίας της Νέας Ελληνικής Γλώσσας και του Πολιτισμού, τα οποία παρακολουθούν περισσότεροι από 1.000 σπουδαστές από 100 και πλέον χώρες. Επιπλέον, υλοποιεί πλήθος ειδικών προγραμμάτων σε συνεργασία με πανεπιστήμια Ευρώπης, Ασίας, Αφρικής και Αμερικής, έδρες ελληνικών σπουδών και φορείς (π.χ. τράπεζες, πρεσβείες, οργανισμούς) εντός και εκτός Ελλάδας.

