Πασιφισμός ή αντισημιτισμός;

Η εκδήλωση της Διεθνούς Εκθέσεως Βιβλίου Θεσσαλονίκης που είχε διοργανώσει η πρεσβεία του Ισραήλ στην Ελλάδα ματαιώθηκε. Ο κριτικός λογοτεχνίας Οντέντ Βολκστάιν –επικριτής της κυβέρνησης Νετανιάχου– δεν μίλησε. Οι διαδηλωτές επιβλήθηκαν. Πού τελειώνει η διαμαρτυρία και πού αρχίζουν η λογοκρισία και ο αντισημιτισμός; Η «Κ» έθεσε το ερώτημα σε δύο ιστορικούς

7' 46" χρόνος ανάγνωσης

Η εκδήλωση της Διεθνούς Εκθέσεως Βιβλίου Θεσσαλονίκης που είχε διοργανώσει η πρεσβεία του Ισραήλ στην Ελλάδα ματαιώθηκε. Ο κριτικός λογοτεχνίας Οντέντ Βολκστάιν –επικριτής της κυβέρνησης Νετανιάχου– δεν μίλησε. Οι διαδηλωτές επιβλήθηκαν. Πού τελειώνει η διαμαρτυρία και πού αρχίζουν η λογοκρισία και ο αντισημιτισμός; Η «Κ» έθεσε το ερώτημα σε δύο ιστορικούς

Σε ποιον ανήκει το «Ποτέ ξανά»;

Του ΑΝΤΩΝΗ ΛΙΑΚΟΥ

Η ελληνική δικτατορία καταδίκαζε ως ανθελληνικές τις αντιδράσεις εναντίον της στο εξωτερικό. Η αμερικανική κυβέρνηση θεωρούσε αντιαμερικανισμό την εναντίωση στο Βιετνάμ, όπως και η πάλαι ποτέ Σοβιετική Ενωση θεωρούσε αντικομμουνισμό κάθε κριτική. Και η Εκκλησία θεωρούσε αντίχριστους τους επικριτές της.

Τώρα, η ισραηλινή κυβέρνηση θεωρεί αντισημιτισμό οτιδήποτε εναντιώνεται στην καταστροφική πολιτική της στη Γάζα και στους Παλαιστινίους. Ανθελληνισμός, αντιαμερικανισμός, αντικομμουνισμός, αντιχριστιανισμός, αντισημιτισμός είναι πολεμικές σημαίες για να συσπειρώνουν τους δικούς μας και για να φοβίζουν ή να απαξιώνουν την κριτική των άλλων.

Eχουν το ίδιο βάρος; Αν και όλες έστειλαν αρκετό κόσμο στον θάνατο, εκείνη η κατηγορία που έχει τη μεγαλύτερη εμβέλεια στον δυτικό κόσμο, είναι ο αντισημιτισμός. Γιατί; Πρώτον, γιατί δεν αφορά ένα κράτος αλλά ένα λαό που ζει στη διασπορά, δεύτερον, γιατί κορύφωσή του ήταν το Ολοκαύτωμα και, τρίτον, γιατί αποτελεί τη μήτρα κάθε ρατσισμού, κάθε ιδεολογίας που θεωρεί έναν πληθυσμό απειλή, κατώτερους ανθρώπους, ανάξιους να ζουν.

Πολεμική σημαία – Ανθελληνισμός, αντιαμερικανισμός, αντικομμουνισμός, αντιχριστιανισμός, αντισημιτισμός είναι πολεμικές σημαίες για να συσπειρώνουν τους δικούς μας και για να φοβίζουν ή να απαξι-ώνουν την κριτική των άλλων.

Αυτή η βαριά κληρονομιά είναι που εργαλειοποιείται τώρα από την κυβέρνηση του Ισραήλ, για να δικαιολογήσει ό,τι ακριβώς περιγράφει ο όρος αντισημιτισμός, στη Γάζα. Και πράγματι, πολλοί άνθρωποι και θεσμοί κλείνουν τα μάτια τους, αυτολογοκρίνονται, δεν εκδηλώνουν την αντίθεσή τους στο έγκλημα που συντελείται μπρος στα μάτια μας εκεί, υπό τον φόβο ότι θα επισύρουν αυτή τη βαριά κατηγορία.

Και βλέπουμε κάθε φορά πώς ευτελίζεται ο όρος, όταν χρησιμοποιείται από τις ΗΠΑ εναντίον των αμερικανικών πανεπιστημίων ως νέος μακαρθισμός έως μια συμβολική εκδήλωση εναντίον της παρουσίας μιας ισραηλινής πρεσβείας σε ένα χώρο βιβλίων, εκδοτικών οίκων και συζητήσεων – όπου όμως γίνονται εκδηλώσεις εβραϊκού ενδιαφέροντος, κυκλοφορούν βιβλία εκτίθενται βιβλία Eβραίων συγγραφέων κ.λπ.

Ας ανοίξουμε μια παρένθεση για την εκδήλωση της Θεσσαλονίκης. Ποια σκοπιμότητα εξυπηρετούσε η παρεμβολή της πρεσβείας του Ισραήλ, σε μια εποχή που η γενοκτονία στη Γάζα έχει ξεσηκώσει παγκόσμια κατακραυγή και, ταυτόχρονα, όπου οποιοσδήποτε Ισραηλινός συγγραφέας θα μπορούσε να συμμετάσχει με πρωτοβουλία θεσμών όπως εκείνων που οργάνωσαν τις 300 εκδηλώσεις της Εκθεσης (δηλαδή εκδοτικών οίκων, πνευματικών ιδρυμάτων, πανεπιστημίων κ.λπ.);

Μήπως και οι οργανωτές της έκθεσης χρησιμοποιήθηκαν κυνικά από την προπαγάνδα ενός εμπόλεμου κράτους; (Δεν μπορώ να φανταστώ, λ.χ., πώς ένας Ελληνας αντιφρονών διανοούμενος την περίοδο της δικτατορίας θα πήγαινε σε μια εκδήλωση στο εξωτερικό, οργανωμένη από ελληνική πρεσβεία, και θα παραπονιόταν για φίμωση, αν φοιτητές τη ματαίωναν). Κλείνει η παρένθεση.

Το ζήτημα που αξίζει να συζητήσουμε είναι ο ευτελισμός της έννοιας του αντισημιτισμού. Είναι ένα ζήτημα που δεν αφορά μόνο τους Ισραηλινούς, ούτε τους όπου γης Εβραίους. Είναι ένα ζήτημα καθολικό. Γιατί; Διότι στον δυτικό κόσμο ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, που ήταν αποφασιστικός όχι μόνο γιατί διευθέτησε τη μεταπολεμική τάξη, αλλά προπαντός γιατί καθόρισε το ηθικό μέτρο των πολιτικών αξιών, είχε στην καρδιά του το Ολοκαύτωμα. Την αδίστακτη και μεθοδευμένη εξόντωση ενός ολόκληρου λαού. Δεν ήταν μόνον οι Εβραίοι της Ευρώπης που εξοντώθηκαν σε αυτόν τον πόλεμο, ούτε η μόνη γενοκτονία που διεπράχθη στον πλανήτη.

Αλλά το Ολοκαύτωμα, με τις δίκες που διεξήχθησαν, με τις μαρτυρίες που είδαν το φως, με τη διανοητική επεξεργασία που έγινε, ανάχθηκε στο αρχέτυπο του τραύματος με το οποίο σκεφτόμαστε όχι μόνο τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και την πορεία του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Το Ολοκαύτωμα κλόνισε την εμπιστοσύνη στην αέναη πρόοδο και μας είπε «κοιτάξτε και επανεξετάσετε τις αξίες σας, τις πολιτικές αξίες, τον τρόπο που σκέφτεστε τους άλλους και τους διαφορετικούς, για να μην καταλήξετε πάλι σε καινούργια ολοκαυτώματα».

Οικουμενικό σύνθημα – Το «Ποτέ ξανά», που φώναξε όλος ο κόσμος όταν έγινε  γνωστή η φρίκη του Ολοκαυτώματος ισχύει για όλους τους λαούς, δεν είναι ιδιοκτησία ενός συγκεκριμένου, ακόμη κι αν έχει πληρώσει με πόνο και δάκρυα.

Το Ολοκαύτωμα δεν ήταν μόνο το κορυφαίο των εγκλημάτων, αλλά η στιγμή του αναστοχασμού της ευρωπαϊκής ιστορίας. Και άλλα παρόμοια εγκλήματα είχε κάνει η αποικιοκρατία, αλλά πάνω σε τούτο στάθηκε ο μεταπολεμικός ευρωπαϊκός πολιτισμός για να σκεφθεί να αλλάξει ρότα.

Θα ήταν αδιανόητο για τους στοχαστές του Ολοκαυτώματος, για τον Πρίμο Λέβι, τη Χάνα Αρεντ, τον Αντόρνο κ.ά., ότι το Ολοκαύτωμα θα χρησιμοποιείτο για τη γενοκτονία ενός άλλου λαού. Αδιανόητη, αδίστακτη, κυνική χρησιμοποίηση που καταδικάστηκε από διεθνείς οργανισμούς, αλλά κουρελιάζει το διεθνές δίκαιο και ό,τι έχει απομείνει από τη διεθνή ηθική.

Το «Ποτέ ξανά», που φώναξε όλος ο κόσμος όταν έγινε γνωστή η φρίκη του Ολοκαυτώματος, ισχύει για όλους τους λαούς, δεν είναι ιδιοκτησία ενός συγκεκριμένου, ακόμη κι αν έχει πληρώσει με πόνο και δάκρυα. Και κυρίως, η οικουμενική ισχύς του πρέπει να διαφυλαχθεί ως κόρην οφθαλμού.

*Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι ομότιμος καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Ποιες φωνές φιμώνει η επιλεκτική αγανάκτηση

Της ΑΝΝΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΔΡΟΥΜΠΟΥΚΗ

Παρατηρώ με αμηχανία και ψυχική κόπωση αυτές τις διαρκείς διχαστικές αντιπαραθέσεις που αναβιώνουν συνεχώς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: άλλοτε με επίκεντρο το δημοψήφισμα του 2015, άλλοτε τη σύγκρουση στο Ισραήλ, άλλοτε σε υποτίθεται αμιγώς πολιτιστικά ζητήματα, όπως οι συζητήσεις για τον Καραγάτση. Παρά τις διαφορετικές αφορμές, νιώθω ότι το ίδιο έργο ξετυλίγεται συνεχώς. Οι ρόλοι έχουν ήδη καθοριστεί: τα στρατόπεδα σχηματίζονται αυτόματα και οι υπαγορεύσεις είναι έτοιμες. Ο ένας εκτοξεύει επωδούς καταγγελίας, ο άλλος ανταπαντά – ένα αυτοματοποιημένο σενάριο χωρίς καμία πραγματική έκπληξη.

Η δημόσια συζήτηση έτσι καταλήγει συχνά σε ανταλλαγή κραυγών, με την πόλωση να γίνεται όλο και πιο τοξική και εξαντλητική. «Αυτός είναι αντισημίτης!» φωνάζουν κάποιοι –συχνά οι ίδιοι που μέχρι πρόσφατα επικαλούνταν τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών ή φλέρταραν με θεωρίες συνωμοσίας, κυρίως από τον δεξιό χώρο, και σήμερα παριστάνουν τους προστάτες του Ισραήλ–, «From the river to the sea!» από την άλλη – κλισέ που επαναλαμβάνονται μηχανικά και δίχως αναστολές.

Το ειρωνικό είναι ότι πολλά τέτοια συνθήματα εκτοξεύονται από ανθρώπους που ούτε καν έχουν πλήρη επίγνωση του τι σημαίνουν – όπως, για παράδειγμα, ότι ο «Ιορδάνης» δεν είναι κάποια μυθική απειλή, αλλά ένα απλό ποτάμι της περιοχής. Στο τέλος, όμως, αυτός ο αυτοματισμός μοιάζει περισσότερο με γραφική επανάληψη παρά με αγωνιώδη αναζήτηση της αλήθειας.

Είναι, πράγματι, θεμιτό και πολιτικά αναγκαίο να διαδηλώνει κανείς απέναντι σε ένα κράτος που ασκεί βίαιες πρακτικές ή παραβιάζει το διεθνές δίκαιο. Αρκεί, βέβαια, να μην αντιμετωπίζουμε τα κράτη και τους λαούς ως μονολιθικές οντότητες. Στο Ισραήλ, χιλιάδες πολίτες διαδηλώνουν κατ’ επανάληψη ήδη από το 2023 εναντίον του Νετανιάχου και της κυβέρνησής του, καταγγέλλοντας τη διαφθορά, τις αυταρχικές μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη και την πολιτική στη Γάζα.

Πού ήταν άραγε η ίδια ευαισθησία πέρυσι, όταν τιμώμενο κράτος της έκθεσης βιβλίου ήταν ένα σκοταδιστικό εμιράτο, που μοίραζε μπούρκες μέσα στον εκθεσιακό χώρο; Καμία διαμαρτυρία τότε; Καμία αποκαθήλωση;

Το ίδιο, λιγότερο γνωστό, συνέβη και στη Γάζα, όπου Παλαιστίνιοι που τόλμησαν να διαδηλώσουν κατά της Χαμάς αντιμετωπίστηκαν με καταστολή – και, σύμφωνα με πηγές, ακόμα και με θανατηφόρα βία. Αναρωτιέμαι αν η ειδησεογραφία το κατέγραψε επαρκώς. Και αν όχι, γιατί.
H ματαίωση μιας πολιτιστικής εκδήλωσης μοιάζει με συμβολική πράξη αποκλεισμού. Το φαινόμενο αυτό γίνεται ακόμη πιο ευδιάκριτο σε μια άλλη, πρόσφατη περίπτωση. Τον Απρίλιο 2025, οι εκδόσεις Διεθνές Βήμα προγραμμάτισαν στην Αθήνα τη βιβλιοπαρουσίαση ενός τόμου μαρξιστικών κειμένων για την πάλη ενάντια στον αντισημιτισμό. Παρά το καθαρά αντιφασιστικό περιεχόμενο του έργου, η εκδήλωση χαρακτηρίστηκε από μια ακροαριστερή ομάδα ως «φιλοσιωνιστική» και ξεκίνησε εκστρατεία στοχοποίησης με βίαιες απειλές.

Τελικά, οι εκδότες αναγκάστηκαν να αναβάλουν την παρουσίαση. Αυτή η υπόθεση αναδεικνύει το παράδοξο ότι ακόμη και φωνές που καταδικάζουν απερίφραστα τον αντισημιτισμό μπορούν να παρεξηγηθούν ως «φιλοϊσραηλινή προπαγάνδα».

Η εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη αφορούσε ένα συγγραφέα όπως ο Οντέντ Βολκστάιν –γνωστό επικριτή της ισραηλινής πολιτικής–, επομένως η ακύρωσή της δεν συνιστά νίκη απέναντι στην εξουσία, αλλά στην ουσία αφαιρεί τη φωνή ενός ανθρώπου που συμμερίζεται τις αγωνίες των διαδηλωτών. Η σιωπή που προκύπτει με αυτόν τον τρόπο δεν βοηθά το δίκαιο αίτημα της διαμαρτυρίας· αντίθετα το συρρικνώνει, αφαιρώντας από τον δημόσιο λόγο ακριβώς τις φωνές εκείνες που θα μπορούσαν να ανοίξουν γόνιμους διαύλους διαλόγου.

Πράγματι, ακόμα κι αν η ίδια η διαμαρτυρία προβάλλει ειρηνικές διαθέσεις, η δική της ηθική πυκνότητα υποχωρεί όταν αρνείται να αναμετρηθεί με την πολυπλοκότητα της πραγματικότητας. Στο όνομα μιας δήθεν «νίκης» επιτυγχάνεται έτσι μονάχα μια αυτοεπιβεβαίωση στη σιωπή, εις βάρος της ίδιας της αλήθειας. Κι αναρωτιέμαι: πού ήταν άραγε η ίδια ευαισθησία πέρυσι, όταν τιμώμενο κράτος ήταν ένα σκοταδιστικό εμιράτο, που μοίραζε μπούρκες μέσα στον εκθεσιακό χώρο; Καμία διαμαρτυρία τότε; Καμία αποκαθήλωση; Η επιλεκτική αγανάκτηση δεν είναι πολιτική πράξη· είναι κενό χειροκρότημα στον καθρέφτη.

Εξίσου εύλογα, όμως, προκύπτει και ένα άλλο ερώτημα: αν πράγματι το Ισραήλ επιδιώκει να «ξεπλύνει» την πολιτική του μέσα από πολιτιστικές εκδηλώσεις –κάτι που συμβαίνει και με άλλα κράτη στο διεθνές πεδίο–, τότε το ελληνικό κράτος, ως βασικός διοργανωτής και θεσμικός εγγυητής της Εκθεσης Βιβλίου, ποια ευθύνη φέρει όταν αποδέχεται, φιλοξενεί και προσφέρει το βήμα αυτό;

Αν η εκδήλωση για την ισραηλινή λογοτεχνία εκλαμβάνεται ως όχημα εξωραϊσμού κρατικών εγκλημάτων, τότε μήπως πρέπει να στραφεί το βλέμμα και προς εκείνους που προσκαλούν, που επικυρώνουν, που διευκολύνουν; Σε αυτό το πλαίσιο, μοιάζουν και κάπως δυσανάλογοι οι ενθουσιώδεις πανηγυρισμοί που ακολούθησαν: σαν να είχε προκληθεί πλήγμα σε κάποιον κρατικό μηχανισμό ή σαν η εκδήλωση να αποτελούσε το προσωπικό φεστιβάλ του Νετανιάχου. 

*H κ. Αννα Μαρία Δρουμπούκη είναι ιστορικός, διδάσκουσα στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT