Με την παράδοση της έκθεσης Καρώνη, που είχε ως αντικείμενο τον προσδιορισμό των χημικών υλικών στο σημείο του δυστυχήματος στα Τέμπη την 28η Φεβρουαρίου 2023, αλλά και τη διερεύνηση των αιτιών της πυρόσφαιρας και φωτιάς που δημιουργήθηκαν μετά τη σύγκρουση, φαίνεται πως πέφτει η αυλαία της φάσης της ανάκρισης που έχει αναλάβει ο ειδικός εφέτης ανακριτής Σωτήρης Μπακαΐμης.
Εκτός από την έκθεση Καρώνη με αντικείμενο την επίμαχη συμπεριφορά των ελαίων σιλικόνης, η πραγματογνωμοσύνη του αναπληρωτή καθηγητή της Σχολής Μηχανικών Μεταλλείων Μεταλλουργών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Πέτρου Τσακιρίδη, καλείται να απαντήσει σέ ένα άλλο επίμαχο ερώτημα που, σύμφωνα με πληροφορίες, ζητήθηκε από τις οικογένειες των μηχανοδηγών που έχασαν τη ζωή τους στο δυστύχημα: Αυτό της πιθανής ύπαρξης οποιασδήποτε μορφής πτητικών – αρωματικών υδρογονανθράκων ή άλλων εύφλεκτων υλικών, για τα οποία υπήρξαν εξαρχής αναφορές ότι πιθανώς μεταφέρονταν από την εμπορική αμαξοστοιχία και συγκεκριμένα σε τμήμα της δεύτερης ηλεκτράμαξας.
Ως εκ τούτου, η πραγματογνωμοσύνη αφορά, συγκεκριμένα, την ανάλυση του πίσω μέρους της δεύτερης ηλεκτράμαξας του εμπορικού τρένου, καθώς και τα θραύσματα του θαλάμου μηχανοδήγησης σε αυτό, τα οποία είχαν μεταφερθεί από τον τόπο του δυστυχήματος, στη θέση «Κουλούρι», στη Λάρισα.

Η διερεύνηση στα συντρίμμια των αμαξοστοιχιών παραγγέλθηκε τον περασμένο Μάρτιο από τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμών του Πυροσβεστικού Σώματος, ενώ ο κ. Τσακιρίδης είχε οριστεί από τον Ιούλιο του 2024 δικαστικός πραγματογνώμονας. Στόχος του κ. Τσακιρίδη ήταν να ελέγξει τις παραμορφώσεις που έφερε μετά τη σύγκρουση ένα από τα κοντέινερ που μεταφέρονταν σε φορτάμαξα της εμπορικής αμαξοστοιχίας. Η έρευνα του ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2024.
Συμπεράσματα
Τα συνολικά εννέα μεταλλικά τεμάχια που αμαξοστοιχίας που αναλύθηκαν ως προς τη χημική σύσταση και τη μικροδομή τους, με στόχο τον προσδιορισμό των αιτιών της θραύσης τους, έδειξαν πως η θερμοκρασία στο σημείο δεν αυξήθηκε σημαντικά, καθώς, σύμφωνα με την έκθεση Τσακιρίδη «η υφή της οργανικής επικάλυψης στην περιοχή της θραύσης παραμένει αναλλοίωτη και δεν φαίνεται να έχει υποστεί κάποιο θερμικό μετασχηματισμό ενώ ταυτόχρονα διατηρεί την ακεραιότητά της σε απόσταση σχετικά μικρή, σε σχέση με την περιοχή της θραύσης, γεγονός το οποίο δεν συνάδει με την ύπαρξη ισχυρού ωστικού κύματος υψηλής πίεσης ή θερμοκρασίας».
Η έκρηξη
Το φαινόμενο της έκρηξης πραγματοποιείται σε τρία στάδια:
- 1ο στάδιο: Οξείδωση
- 2ο στάδιο: Ανάφλεξη
- 3ο στάδιο: Εκρηξη
Οι εκρήξεις που πραγματοποιούνται μέσω της ανάφλεξης εύφλεκτων υλών ανήκουν στην κατηγορία των χημικών εκρήξεων.
Κατά τη διάρκεια της έκρηξης η θερμοκρασία αυξάνεται σημαντικά, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, λόγω της εκρηκτικής απελευθέρωσης ενέργειας.
Στις χημικές εκρήξεις οι θερμοκρασίες κυμαίνονται συνήθως από μερικές χιλιάδες έως και σε κάποιες περιπτώσεις δεκάδες χιλιάδες βαθμούς Κελσίου. Η θερμότητα μπορεί να προκαλέσει σημαντική παραμόρφωση ή ακόμα και καταστροφή των υλικών γύρω από το σημείο της έκρηξης.
Το αποτέλεσμα της έκρηξης είναι η δημιουργία ενός ωστικού κύματος με φυγόκεντρη ανάπτυξη – διάδοση, σε σχέση με την εστία, με σχετικά σφαιρική συμμετρία.
Το βασικότερο χαρακτηριστικό του αναπτυσσόμενου ωστικού κύματος είναι η ακαριαία αύξηση της πίεσης εντός του σφαιρικού χώρου που περικλείει την έκρηξη. Το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι σχεδόν σε όλα τα είδη εκρήξεων, ο όγκος του ωστικού κύματος που καταλαμβάνει η ύλη που εκρήγνυται παρουσιάζει απότομη αύξηση. Αυτή η ακαριαία μεταβολή του όγκου που καταλαμβάνει η ύλη έχει ως αποτέλεσμα την απότομη διαφορά πίεσης, σε σχέση με τον περιβάλλοντα χώρο.
Θερμικό φορτίο έως 200 βαθμούς Κελσίου
Στην έκθεση τεκμηριώνεται, ύστερα από πολύπλευερες εργαστηριακές αναλύσεις, ότι η θερμοκρασία δεν αυξήθηκε σημαντικά, καθώς όπως σημειώνεται: «Σε όλες τις περιπτώσεις η αντιδιαβρωτική οργανική επικάλυψη παρουσιάζει θερμική σταθερότητα μέχρι το θερμοκρασιακό εύρος των 200 βαθμών Κελσίου. Η έντονη αποικοδόμηση των οργανικών δομικών συστατικών της ξεκινάει από τη θερμοκρασία των 250 βαθμών Κελσίου και ολοκληρώνεται στη θερμοκρασιακή περιοχή των 450 βαθμών Κελσίου, όπου παρατηρείται μια συνολική απώλεια της μάζας της τάξης του 45%. Με την περαιτέρω αύξηση της θερμοκρασίας πραγματοποιείται και η διάσπαση των περιεχομένων ανόργανων συστατικών της επικάλυψης. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι η θερμοκρασία δεν αυξήθηκε σημαντικά». Το θερμικό φορτίο υπολογίζεται μεταξύ 200-250 βαθμών.
Αντικείμενο της πραγματογνωμοσύνης ήταν να πιστοποιηθεί αν τα συλλεχθέντα μεταλλικά στοιχεία έχουν υποστεί «θερμική καταπόνηση ή αλλοίωση από φωτιά-πυρκαγιά ή έκρηξη οφειλόμενη σε βίαιη εκτόνωση ή ανάφλεξη ή έκρηξη οποιασδήποτε μορφής αρωματικών – πτητικών υδρογονανθράκων ή όποιου άλλου στοιχείου ικανού προς αυτά».
Από την έκθεση του κ. Τσακιρίδη προκύπτει πως κάτι τέτοιο δεν συνέβη, τουλάχιστον στα υπό ανάλυση δείγματα, καθώς, όπως αναφέρεται αυτά «υποδεικνύουν χαμηλή σχετικά ταχύτητα παραμόρφωσης, χωρίς σημαντική αύξηση της θερμοκρασίας. Δεν υπήρξε ωστικό κύμα από φαινόμενα έκρηξης/υψηλής ταχύτητας εκτόνωσης αερίου».
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΡΙΣΜΑ ΤΣΑΚΙΡΙΔΗ

