Οταν η Λένη Κονιαλίδη πρωτοπήγε στις Σπέτσες το 2019, δεν μπορούσε να φανταστεί ποτέ αυτό που θα ακολουθούσε. Εάν και σήμερα λέει στην «Κ» πως φεύγοντας από το νησί έπειτα από εκείνη την πρώτη τυχαία επίσκεψη ήταν πεπεισμένη ότι κάτι μαγικό θα μπορούσε να δημιουργηθεί εκεί. Με καταγωγή από την Ελβετία, χρόνια παντρεμένη με Ελληνα της Ουρουγουάης, η 62χρονη Κονιαλίδη είχε ταξιδέψει αρχικά στην Υδρα αναζητώντας χώρο για τον γάμο του γιου της. Ηταν ήδη εκεί όταν σκέφτηκε να περάσουν και από τις Σπέτσες.
Την επόμενη ημέρα περπατούσαν οι δυο τους στην παραλία όταν της κίνησαν την περιέργεια τα κτίσματα που αντίκρισε σχεδόν πάνω στη θάλασσα. Εκαναν μια παράκαμψη και περπάτησαν στην έκταση. Δεν είχε ιδέα πως ήταν η Αναργύρειος και Κοργιαλένειος Σχολή –ένα από τα σημαντικότερα σχολεία της Ελλάδας τον 20ό αιώνα– αλλά φεύγοντας, μοιράστηκε με τον γιο της την ιδέα της. Δεν είχε να κάνει με τον γάμο του, αλλά με ένα όνειρο που είχε εδώ και χρόνια. Να φτιάξει μια ακαδημία μουσικής κάπου στην Ελλάδα. «Είναι πραγματικά το ιδανικό μέρος εδώ, το βλέπω καθαρά», του είπε με παιδικό ενθουσιασμό.
Με έμπνευση τη «Φαντασία»
Δύο χρόνια αργότερα, ο Aρης Αμπαριώτης έμπαινε στο καράβι για Σπέτσες για να λάβει μέρος στην ακαδημία αυτή. Το όργανό του ήταν το βιολί, είχε ξεκινήσει να παίζει από έξι ετών όταν είδε την ταινία της Ντίσνεϊ «Φαντασία». Οι γονείς του φαντάζονταν πως ίσως με τον καιρό θα του περνούσε ο ενθουσιασμός, αλλά εκείνος μεγαλώνοντας συνέχιζε απτόητος. «Βέβαια κάποια στιγμή στο γυμνάσιο είχα αρχίσει λίγο να κουράζομαι και βασικά να αναρωτιέμαι εάν έχει μέλλον για εμένα», λέει σήμερα.

Από τη μουσική Ακαδημία των Σπετσών δεν είχε μεγάλες προσδοκίες. Είχε ακούσει πως κάνουν καλή δουλειά και το έβλεπε σαν μια καλή ευκαιρία να κρατήσει επαφή με το όργανο, πλέον όμως περισσότερο σαν χόμπι – βασικά να περάσει καλά συνδυάζοντας μουσική και διακοπές. Τελικά όμως η ακαδημία του άλλαξε τη ζωή και την πορεία. Εκεί, γνώρισε έναν φημισμένο Πολωνό μουσικό και καθηγητή του Πανεπιστήμιου της Βέρνης, ο οποίος του πρότεινε να σπουδάσει μαζί του στην Ελβετία. Εκαναν αρχικά διαδικτυακά μαθήματα και αργότερα πέρασε μια δύσκολη οντισιόν. Τον περασμένο Σεπτέμβριο ξεκίνησε σπουδές κοντά του. «Σας ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου που μου δώσατε αυτή την ευκαιρία», έγραψε ο Αρης στη Λένη Κονιαλίδη. Τέτοιου είδους επαφές και ευκαιρίες ονειρευόταν η Κονιαλίδη για τα παιδιά που θα έπαιρναν μέρος στην ακαδημία. Πριν από χρόνια, ως δημοσιογράφος σε περιοδικό κλασικής μουσικής της Ουρουγουάης, είχε δει πως όλοι οι σπουδαίοι μουσικοί είχαν περάσει σε μικρές ηλικίες από αντίστοιχες ακαδημίες στο εξωτερικό.
Μετά την πρώτη, καλοκαιρινή επίσκεψη στις Σπέτσες, επικοινώνησε με το διοικητικό συμβούλιο της σχολής και τους μίλησε για το όραμά της. «Πιστεύω ότι σκέφτονταν πως η κυρία αυτή είναι λίγο παλαβή. Προς τιμήν τους όμως ήταν ανοικτοί στο να με ακούσουν», λέει σήμερα. Ξεκίνησαν μαζί να σχεδιάζουν το νέο εγχείρημα. Εκείνη ήρθε σε επαφές με σπουδαίους μουσικούς που ήταν διατεθειμένοι να έρθουν στο νησί και παράλληλα προσπαθούσε να εξασφαλίσει χρηματοδότηση.
Η πρώτη φορά, εξηγεί, είναι και η πιο δύσκολη γιατί δεν μπορείς να τους δείξεις κάτι – μόνο να περιγράψεις το όνειρό σου. Σαν να μην έφτανε αυτό, η πανδημία ανέτρεψε κάθε προγραμματισμό. Ολοι θεωρούσαν δεδομένο πως θα τα παρατήσει, αλλά εκείνη αποφάσισε να κάνει ένα «χαλαρό» ξεκίνημα, με μουσικούς που σχεδόν εθελοντικά έκαναν δύο συναυλίες για να ακουστεί η ακαδημία στο νησί.
Τα τελευταία δύο χρόνια, μέσω του προγράμματος υποτροφιών σε παιδιά που δυσκολεύονταν με τα δίδακτρα, συμμετείχαν μαθητές από την εμπόλεμη Ουκρανία αλλά και από την Ελλάδα.
Πράγματι, αυτή η κίνηση βοήθησε ώστε την επόμενη χρονιά να καλύψει τα λειτουργικά έξοδα και επτά καθηγητές με εβδομήντα μαθητές να ταξιδέψουν από όλο τον κόσμο στις Σπέτσες. Ηθελε να έχει τη δυνατότητα να καλύψει και κάποιες υποτροφίες σε ιδιαίτερα ταλαντούχα παιδιά που θα δυσκολεύονταν με τα δίδακτρα. Τα τελευταία δύο χρόνια με αυτόν τον τρόπο συμμετείχαν μαθητές από την εμπόλεμη Ουκρανία αλλά και από την Ελλάδα.
Ενας από αυτούς, ο Παναγιώτης Γρίβας από τη Λαμία. Οταν ετοιμαζόταν για το δικό του καλοκαίρι στην ακαδημία, είχε μάθει πως είχε γίνει δεκτός στο πανεπιστήμιο στο Κρίστιανσαντ στη Νορβηγία. Είχε ολοκληρώσει τις σπουδές του στη μουσική στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και θα ερχόταν πρώτη φορά σε επαφή με μουσικούς από το εξωτερικό. Η ακαδημία του έδωσε την αυτοπεποίθηση που χρειαζόταν. «Μελέτησα κλαρινέτο με έναν σπουδαίο μουσικό από τη φιλαρμονική της Δρέσδης, έπαιξα στην ορχήστρα με τους μαθητές του. Είδα πως μπορώ να σταθώ ανάμεσά τους και αυτό μου έδωσε δύναμη και χαρά», λέει. Παράλληλα, ο Παναγιώτης βοήθησε ως μουσικολόγος εκπαιδευτικός και στο παιδικό τμήμα που είχαν στήσει στην ακαδημία – ο ίδιος, έχοντας μεγαλώσει στη Λαμία, είχε βιώσει το να μην έχει στον τόπο του τα ερεθίσματα που επιζητούσε. Ο πατέρας του ήταν μουσικός, αλλά στην πόλη του δεν υπήρχε δάσκαλος για το κλαρινέτο – το όργανο που από μικρό τον είχε τραβήξει. Οι δικοί του οδηγούσαν κάθε εβδομάδα κοντά 2 ώρες για να κάνει μαθήματα στο ωδείο της Λάρισας, αργότερα πήγαινε μόνος του με το ΚΤΕΛ.
Ούτε στις Σπέτσες υπάρχουν πολλές μουσικές ευκαιρίες για τα παιδιά και έτσι η Κονιαλίδη εξασφάλισε μία ακόμη γενναιόδωρη χορηγία ώστε μια δασκάλα να έρχεται όλο τον χρόνο μία φορά τον μήνα και να κάνει μαθήματα στα μικρά παιδιά. Το καλοκαίρι, όλα μαζί συμμετέχουν στις συναυλίες της ακαδημίας.
Τον περασμένο Αύγουστο, στο ανοικτό αμφιθέατρο της σχολής, ολοκληρώθηκε η τέταρτη θερινή ακαδημία. Η Λένη Κονιαλίδη ανέβηκε και ανακοίνωσε πως τρεις μαθητές πήραν υποτροφίες για να σπουδάσουν σε σχολές στην Ευρώπη κοντά στους καθηγητές που είχαν γνωρίσει στο νησί. «Ανυπομονούμε να σας υποδεχτούμε και του χρόνου», είπε κλείνοντας, χωρίς όμως να αναφέρει τον νέο της στόχο για τον οποίο δουλεύει ήδη αθόρυβα – η ακαδημία να μπορέσει να λειτουργεί όλο τον χρόνο.
Οι δυσκολίες
«Στην Ελλάδα, παρότι οι μουσικές σπουδές είναι υψηλού επιπέδου, η επαγγελματική αποκατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη», λένε ο Αρης και ο Παναγιώτης που συμμετείχαν στην ακαδημία και τώρα σπουδάζουν στο εξωτερικό. Εκεί, βλέπουν πως τους δίνονται απλόχερα ευκαιρίες. «Οι συμφοιτητές μου γνώριζαν πως είμαι στριμωγμένος οικονομικά και μου πρότειναν πρόσφατα μια δουλειά – τρεις πρόβες και δύο συναυλίες. Με προειδοποίησαν ότι τα χρήματα είναι ελάχιστα. Οταν έμαθα πως είναι 600 ευρώ, ενθουσιάστηκα. Στην Ελλάδα στην καλύτερη περίπτωση να έπαιρνα 100 ευρώ», εξηγεί.
Αντίστοιχα, ο Παναγιώτης στη Νορβηγία έχει συνεχώς συναυλιακές εμπειρίες – η τελευταία με τη συμφωνική ορχήστρα του Κρίστιανσαντ, το κονσερτίνο του Βέμπερ, «ό,τι πιο μοναδικό έχω ζήσει σαν μουσικός». Εάν και αυτό που του έχει κάνει τη μεγαλύτερη εντύπωση είναι το πόσο χαρούμενοι είναι οι άνθρωποι εκεί. «Σου λένε καλημέρα, σου γελάνε. Κάτι που δεν συμβαίνει τόσο πολύ πίσω στη χώρα μας», σημειώνει.

