Το 2024 παρατηρήθηκε 4.800% αύξηση των περιστατικών κοκκύτη σε σύγκριση με προηγούμενα έτη, ενώ σε διάστημα ενός έτους είχαμε τρεις θανάτους από μηνιγγιτιδόκοκκο. Φέτος τα ποσοστά του εμβολιασμού έναντι της γρίπης είναι μειωμένα σε σχέση με την περίοδο 2023-2024, ενώ η πτώση του ποσοστού εμβολιασμού των επαγγελματιών υγείας για το ίδιο νόσημα είναι ανησυχητική.
Σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ, την περίοδο 2023-2024 είχε εμβολιαστεί έναντι της γρίπης μόλις το 21,5% των εργαζομένων στα νοσοκομεία και το 32% των εργαζομένων στα Κέντρα Υγείας, όταν μία πενταετία πριν ήταν 38,8% και 57,9% αντίστοιχα. Την ίδια ώρα φαίνεται ότι η πρακτική του εμβολιασμού στα φαρμακεία δεν λειτούργησε, καθώς ούτε τα ποσοστά εμβολιασμού αυξήθηκαν, αλλά κυρίως οι πολίτες δεν έλαβαν το κατάλληλο εμβόλιο σύμφωνα με τις συστάσεις της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών (πολλοί ηλικιωμένοι δεν έλαβαν το ενισχυμένο εμβόλιο, για το οποίο χρειαζόταν ιατρική συνταγή).
Ενας στους τρεις ενηλίκους θα νοσήσει κάποια στιγμή από έρπητα ζωστήρα, με το 30% να αναπτύσσει μεθερπητική νευραλγία ή και δυνητικά σοβαρές επιπλοκές. Παρ’ όλα αυτά η εμβολιαστική κάλυψη είναι λίγο πάνω από το 12% σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα.
Χαμηλή είναι επίσης η εμβολιαστική κάλυψη και για πνευμονιόκοκκο, ένα βακτήριο που δημιουργεί σοβαρές και επικίνδυνες για την υγεία ασθένειες, όπως πνευμονία, μηνιγγίτιδα, βακτηριαιμία, μέση ωτίτιδα κ.ά. Απογοητευτική είναι επίσης η εμβολιαστική κάλυψη για τον ΗPV, ένα εμβόλιο που προστατεύει από έξι διαφορετικές μορφές καρκίνου και κονδυλώματα, η οποία κατ’ εκτίμηση είναι στο 54% για τα κορίτσια και στο 30% για τα αγόρια.
Παγκόσμια εβδομάδα
Τα στοιχεία αυτά ανέφερε η γενική γραμματέας του Πανελληνίου Συλλόγου Επισκεπτών Υγείας, Δέσποινα Τόπαλη, σε εκδήλωση ενόψει της Παγκόσμιας Εβδομάδας Ανοσοποίησης, όπως έχει ονομαστεί η εβδομάδα 24-30 Απριλίου, με στόχο την ευαισθητοποίηση για τη σημασία του εμβολιασμού στην υγεία και στην ευημερία του πληθυσμού. Η επίτευξη αυτού του στόχου είναι πιο σημαντική από ποτέ λόγω της εμβολιαστικής κόπωσης μετά την πανδημία. Οπως επισήμανε η κ. Τόπαλη, «πρέπει να κατανοήσουμε ότι μετά τους μαζικούς εμβολιασμούς για την COVID-19έχει επέλθει εμβολιαστική κόπωση στους πολίτες, οι οποίοι δεν ακολουθούν τις συστάσεις για εμβολιασμό. Δυστυχώς το φαινόμενο καταγράφεται και στους επαγγελματίες υγείας και σε συνδυασμό με τη διστακτικότητα για τους εμβολιασμούς, που αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες απειλές για τη δημόσια υγεία, κινδυνεύουμε να χάσουμε όσα με κόπο έχουμε καταφέρει τόσα χρόνια μέσω των εθνικών προγραμμάτων εμβολιασμών και της εφαρμογής τους».
Στο παράδειγμα της ιλαράς που προκαλεί μεγάλες επιδημίες σε χώρες της Ευρώπης τα τελευταία δύο χρόνια αναφέρθηκε ο δρ Χοάο Μπρέντα, επικεφαλής του Γραφείου του ΠΟΥ για την Ποιότητα της Φροντίδας και την Ασφάλεια των Ασθενών στην Αθήνα, για να δείξει τις σοβαρές αντιστάσεις στον εμβολιασμό. Οπως είπε, «ο εμβολιασμός συνιστά μία από τις πιο αποτελεσματικές δημόσιες υγειονομικές παρεμβάσεις στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ωστόσο, ο εμβολιασμός εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρές αντιστάσεις στην Ευρώπη, όπως αποτυπώνουν ορισμένα ανησυχητικά στατιστικά δεδομένα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δραματική αύξηση των κρουσμάτων ιλαράς, που καταγράφουν τον υψηλότερο αριθμό των τελευταίων 25 ετών». Σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ, στις χώρες της Ε.Ε. καταγράφηκαν το 2023 3.973 κρούσματα ιλαράς. Από την 1η Φεβρουαρίου 2024 έως και τον Ιανουάριο 2025 δηλώθηκαν 32.265 κρούσματα ιλαράς (τα περισσότερα σε Ρουμανία, Ιταλία, Γερμανία, Βέλγιο και Αυστρία), συμπεριλαμβανομένων 19 θανάτων. Στην Ελλάδα, κατά το έτος 2024 δηλώθηκαν 36 κρούσματα ιλαράς και κανένας θάνατος. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΕΟΔΥ, για παιδιά που γεννήθηκαν το 2018 πλήρως εμβολιασμένα έναντι της ιλαράς ήταν τον Σεπτέμβριο το 86% (93,8% είχαν κάνει την πρώτη δόση). Υψηλά, αν και υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, ήταν τα ποσοστά εμβολιασμού και έναντι διφθερίτιδας, τετάνου, κοκκύτη (94,4% είχαν κάνει τουλάχιστον τρεις δόσεις) και ανεμοβλογιάς (82,4%).
Ο δρ Μπρέντα τόνισε ότι «παρότι η Ελλάδα παραμένει σταθερός υποστηρικτής του εμβολιασμού, δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμού. Αναμφίβολα έχουμε ακόμη σημαντικό έργο μπροστά μας, έργο που απαιτεί ολοκλήρωση, ενώ ταυτόχρονα είναι ζωτικής σημασίας να προστατεύσουμε τα κεκτημένα μας. Είναι επιτακτική ανάγκη να επενδύσουμε στη συστηματική συλλογή και ανάλυση δεδομένων, δίνοντας προτεραιότητα σε στρατηγικές και αποτελεσματικές παρεμβάσεις. Προάγοντας την εκπαίδευση και εγγραμματοσύνη στον τομέα της υγείας, μπορούμε να επικεντρωθούμε στις ευάλωτες ομάδες, όπως τα παιδιά, τα άτομα με χαμηλό εισόδημα και οι Ελληνες και οι Ελληνίδες που ζουν σε απομακρυσμένες περιοχές. Αξιοποιώντας, παράλληλα, πλήρως τις υποδομές πρωτοβάθμιας και κοινοτικής υγειονομικής φροντίδας να ενισχύσουμε τη συνολική εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού».
Η κ. Τόπαλη από την πλευρά της επισήμανε ότι αν και είναι πολύ σημαντικό να είμαστε μια χώρα με εξαιρετικό εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού με κάλυψη του κόστους από τα ασφαλιστικά ταμεία, αυτό δεν αρκεί. «Είναι αναγκαία η ανάπτυξη εμβολιαστικής κουλτούρας, εγγραμματοσύνης του πληθυσμού και συστηματικής προσπάθειας μέσα από συνεργατικές προσπάθειες των πολιτών, των επαγγελματιών υγείας και της πολιτείας για αύξηση του εμβολιασμού», τόνισε.

