Στα μέσα του 2008 έγινε η πρώτη κρούση στον Σύνδεσμο Ιδιωτικών Σχολείων από βρετανικό επενδυτικό κεφάλαιο το οποίο ενδιαφερόταν να εισέλθει στην ελληνική ιδιωτική εκπαίδευση. Η πρόταση ξάφνιασε τους Ελληνες ιδιοκτήτες σχολείων. Βέβαια τέτοιες δουλειές παίρνουν χρόνο. Ωστόσο, ο χρόνος «πάγωσε» λόγω της δημοσιονομικής κρίσης στην οποία μπήκε η Ελλάδα.
«Οταν κάποιοι ήλθαν και το 2015, έφυγαν τρέχοντας», λέει στην «Κ» ιδιοκτήτης σχολείου. Η πολιτική «στροφή» του 2019 δημιούργησε νέα δεδομένα. Πέντε χρόνια μετά, έχουν γίνει ήδη έξι εξαγορές μεγάλων, ιστορικών ιδιωτικών σχολείων από διεθνή επενδυτικά σχήματα και ο κύκλος δεν έχει κλείσει. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της «Κ», το επόμενο διάστημα αναμένεται να ανακοινωθούν δύο νέες εξαγορές. Η οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα, η πολιτική σταθερότητα, το φιλικό θεσμικό πλαίσιο και οι προοπτικές για ακόμη μεγαλύτερη άνθηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης είναι οι βασικοί λόγοι για το ενδιαφέρον των επενδυτικών σχημάτων. Τα οφέλη για τους μαθητές και τα σχολεία, πολλαπλά.
Κριτήρια – Το ύψος των κεφαλαίων που επενδύθηκαν σε κάθε σχολείο εξαρτάται από τον αριθμό των μαθητών, τους ποιοτικούς του δείκτες (π.χ. ποσοστό εισαγωγής των αποφοίτων του σε ΑΕΙ), τις υποδομές και τις αναπτυξιακές προοπτικές του.
Επεται συνέχεια
Πέρυσι τον Σεπτέμβριο, στην αρχή του τρέχοντος σχολικού έτους, άνοιξε ο χορός των εξαγορών ιδιωτικών σχολείων από επενδυτικά κεφάλαια που δραστηριοποιούνται στον χώρο της διεθνούς εκπαίδευσης έχοντας δημιουργήσει μεγάλα δίκτυα συνεργαζόμενων σχολείων σε διάφορες χώρες. Πρώτη όλων –στα μέσα του περασμένου Σεπτεμβρίου– ανακοινώθηκε η συνεργασία της Σχολής Μωραΐτη με τον διεθνή εκπαιδευτικό οργανισμό Inspired Educational Group. Ακολούθησε, λίγες ημέρες μετά, η εξαγορά του «The International School of Athens» από το Dukes Education και των Εκπαιδευτηρίων Κωστέα – Γείτονα (CGS) από τον όμιλο Inspired. Αρχές Νοεμβρίου ήλθε η επένδυση του ομίλου Cognita Europe & US στο μετοχικό κεφάλαιο των Εκπαιδευτηρίων Δούκα.
Οι δύο τελευταίες επενδύσεις έγιναν από το fund ISP (International School Partnerships) στα εκπαιδευτήρια «Ο Πλάτων» στις αρχές Δεκεμβρίου και προ ημερών στην Ελληνογερμανική Αγωγή. Στελέχη του κλάδου ανέφεραν στην «Κ» ότι το ύψος των κεφαλαίων που επενδύθηκαν σε κάθε σχολείο εξαρτάται από τον αριθμό των μαθητών, τους ποιοτικούς του δείκτες (π.χ. ποσοστό εισαγωγής των αποφοίτων του σε ΑΕΙ), την ύπαρξη ιδιόκτητων κτιρίων και τις αναπτυξιακές προοπτικές του. Ετσι, τα ίδια στελέχη προσδιόρισαν το εύρος των έξι επενδύσεων ανάμεσα στα 15 έως 30 εκατ. ευρώ.
Και θα υπάρξει συνέχεια. Κατά πληροφορίες της «Κ», συζητήσεις με εκπροσώπους επενδυτικού κεφαλαίου κάνουν οι ιδιοκτήτες σχολείου στην Ανατολική Αττική. Ανάλογες επαφές γίνονται, αλλά με άλλο fund, από την ιδιοκτησία σχολείου με έδρα στα βόρεια προάστια. Τα δύο σχολεία έχουν ισχυρό brand name στην ιδιωτική εκπαίδευση της χώρας. Μάλιστα, το κλίμα που έχει διαμορφωθεί επιχειρούν να εκμεταλλευθούν και ιδιοκτήτες σχολείων, κυρίως μικρών έως τώρα, οι οποίοι αναζητούν επενδυτές.
Από τη Βρετανία
Το κοινό χαρακτηριστικό των ομίλων που πρόσφατα εισήλθαν στην ελληνική ιδιωτική υποχρεωτική εκπαίδευση είναι ότι έχουν έδρα στη Βρετανία, έχοντας αναπτύξει δίκτυα σχολείων, που ξεπερνούν τα 100 το καθένα, σε όλο τον κόσμο.
Από την άλλη πλευρά, το κοινό στοιχείο των έξι ελληνικών ιδιωτικών σχολείων είναι πως είναι μεγάλα –συγκεντρώνουν σχεδόν το 10% του συνόλου των μαθητών– και διαθέτουν σημαντικές κτιριακές υποδομές. Αυτές μπορούν να αξιοποιηθούν για παροχή προγραμμάτων το απόγευμα ή και το καλοκαίρι (για φοιτητές ξένων ΑΕΙ). Επίσης, με πρόσφατη τροπολογία στον νόμο 5176/2025 επιτρέπεται πλέον σε εκπαιδευτικούς ομίλους να στεγάζουν στο ίδιο κτιριακό συγκρότημα ιδιωτικά σχολεία, κολέγια και πανεπιστημιακά παραρτήματα.
Δίκτυα – Το κοινό χαρακτηριστικό των ομίλων που πρόσφατα εισήλθαν στην ελληνική ιδιωτική υποχρεωτική εκπαίδευση είναι ότι έχουν έδρα στη Βρετανία, έχοντας αναπτύξει δίκτυα σχολείων,που ξεπερνούν τα 100 το καθένα, σε όλο τον κόσμο.
Αρα θεσμικά δίνεται η δυνατότητα λειτουργίας μη κερδοσκοπικού ΑΕΙ, χωρίς πάντως προς το παρόν να έχει εκδηλωθεί τέτοια πρόθεση από τους ξένους ομίλους που επένδυσαν στα ελληνικά ιδιωτικά σχολεία.
«Η πολιτική σταθερότητα και η οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια είναι οι δύο βασικοί λόγοι για την απόφαση των εξειδικευμένων ξένων κεφαλαίων, που έχουν οργανώσει διεθνές δίκτυο ιδιωτικών σχολείων, να επενδύσουν στα ελληνικά ιδιωτικά», αναφέρει, μιλώντας στην «Κ», ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ιδιωτικών Σχολείων Χαράλαμπος Κυραϊλίδης.
Οι αριθμοί επιβεβαιώνουν την ανάπτυξη. Σύμφωνα με την έκθεση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής «Η Ελλάδα με αριθμούς Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου 2024», από το 2019 έως το 2022 στα ιδιωτικά σχολεία ο αριθμός των μαθητών στις δύο βαθμίδες αυξήθηκε από 84.722 σε 102.104 (αύξηση 20,5%). Επίσης, αυξήθηκε το μερίδιο της ιδιωτικής εκπαίδευσης στο σύνολο των μαθητών: το 2019 ήταν 6,3% και 7,7% το 2022.
«Η ανοδική πορεία της οικονομίας, η οποία διατηρήθηκε και το 2024 καθώς η αύξηση του ΑΕΠ εκτιμάται σε 2%-2,5%, σε συνδυασμό με την υψηλή ποιότητα των υπηρεσιών, συνέβαλε στην ανάκαμψη του κλάδου», λέει στην «Κ» η κ. Σταματίνα Παντελαίου, διευθύντρια Οικονομικών – Κλαδικών Μελετών ICAP CRIF, προσθέτοντας ότι «σύμφωνα με δηλώσεις παραγόντων του κλάδου, στο πλαίσιο της πρωτογενούς έρευνας σε πλήθος ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων, το 2022-2023 υπολογίζεται ότι ο αριθμός των μαθητών αυξήθηκε 4,8%, ενώ το 2023-24 εκτιμάται περαιτέρω άνοδος 2,8%».
«Θα φέρουν νέες εκπαιδευτικές μεθόδους, θα ανοίξουν γέφυρες για τους μαθητές και εκπαιδευτικούς του σχολείου μας για διάδραση με άλλα σχολεία σε διάφορες χώρες του κόσμου, οι απόφοιτοί μας θα έχουν πρόσβαση όχι μόνο στα ελληνικά και στα γερμανόφωνα πανεπιστήμια, αλλά και σε αγγλόφωνα ΑΕΙ», τονίζει ο κ. Στέλιος Σάββας, ένας εκ των δύο γενικών διευθυντών της Ελληνογερμανικής Αγωγής. «Εξασφαλίσαμε δυναμική συνέχεια για το σχολείο μας, που έχει ιστορία 61 ετών», προσθέτει σχολιάζοντας την εξαγορά του σχολείου από το fund ISP.
Νέες τεχνολογίες
«Εχουν επενδύσει στη βελτίωση των κτιριακών υποδομών, ενώ είναι εντυπωσιακές οι εκπαιδευτικές μέθοδοι που ακολουθούν τα σχολεία του δικτύου. Για παράδειγμα, μέσω ενός ψηφιακού περιβάλλοντος εικονικής πραγματικότητας οι μαθητές στην Ιστορία μπορούν να “μπουν” σε μία μάχη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και να ρωτήσουν τους λοχαγούς για τη στρατηγική τους. Στη Βιολογία μπορούν να “κάνουν βουτιά” στην καρδιά και να δουν πώς βουλώνει η αρτηρία», δήλωσε στην «Κ» ο κ. Γεώργιος Καρτάλης, διευθύνων σύμβουλος της Σχολής Μωραΐτη.
Μα, ένα fund είναι από τη φύση του κερδοσκοπικό, αυτό θα επηρεάσει τα σχολεία; «Καθόλου αρνητικά. Τα κεφάλαια αυτά επενδύουν σε τομείς όπου υπάρχει σταθερότητα. Δεν τα ενδιαφέρει το γρήγορο κέρδος, δεν κάνουν κινήσεις επιθετικές; Βέβαια, και μεταξύ των κεφαλαίων υπάρχουν διαβαθμίσεις ως προς την επιδίωξη των κερδών, αλλά ο γενικός κανόνας είναι πως αυτά τα funds δεν έχουν χαρακτήρα “επιθετικό”», παρατηρεί στην «Κ» ο κ. Κωνσταντίνος Δούκας, διευθύνων σύμβουλος των Εκπαιδευτηρίων Δούκα.
Από την πλευρά του, πάντως, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών (ΟΙΕΛΕ) Γιώργος Χριστόπουλος μιλάει για «τεράστιο κίνδυνο εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης», θεωρώντας ότι «η εισβολή των funds στα ιδιωτικά σχολεία δεν ήταν τυχαία, καθώς συνδυάζεται με τον νόμο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Στόχος των κυβερνώντων και των επιχειρηματιών της εκπαίδευσης είναι η δημιουργία καθετοποιημένων μονάδων από την προσχολική έως την ανώτατη εκπαίδευση, όπου οι μαθητές θα παίρνουν τίτλους ανεμπόδιστα και χωρίς ιδιαίτερη εποπτεία».

