Οσο πλησίαζε η φετινή επέτειος της 25ης Μαρτίου, ο Κίτσος Μπότσαρης ήταν ενθουσιασμένος αλλά προσπαθούσε να μην το πολυδείχνει για να μη μεταφέρει άγχος στην κόρη του, τη Ρόζα. Πριν από τρεις μήνες τού είχαν τηλεφωνήσει από το Μουσείο Φιλελληνισμού με μια τιμητική πρόταση: Να παρουσιάσει η Ρόζα τον πίνακα που είχαν μόλις αγοράσει σε μια δημοπρασία. Ενα πορτρέτο της Ρόζας Μπότσαρη, κόρης του θρυλικού Σουλιώτη αγωνιστή Μάρκου και πρώτης Ελληνίδας επί των τιμών της βασίλισσας Αμαλίας. Ο Κίτσος χάρηκε ιδιαίτερα που η μικρή θέλησε να το κάνει χωρίς καμία δική του προτροπή. Είναι μόλις 16 ετών και ο ίδιος μέχρι τα 30 του ήξερε μόνο τα βασικά για την ένδοξη ιστορία των προγόνων του. Ηταν τότε, σε μία από τις οικογενειακές μαζώξεις με όλους τους συγγενείς και από τα τρία παρακλάδια της οικογένειας των ηρώων –του Κώστα, του Μάρκου και του Νότη–, που έτυχε να καθίσει δίπλα στον θείο του, πρέσβη Νότη Μπότσαρη. Eκτοτε «κόλλησε». Μέχρι τον θάνατό του, το 2008, βρίσκονταν ανελλιπώς και συζητούσαν για ώρες.
Ως πατέρας κάνει ήδη κάποιες κινήσεις για να μεταλαμπαδεύσει στις κόρες του την αγάπη για την οικογενειακή ιστορία. Παλαιότερα, στις γιορτές της 25ης Μαρτίου όχι μόνο μιλούσε στα σχολεία τους, αλλά τους πήγαινε και τα κειμήλια. «Οι συμμαθητές μας έπιαναν στα χέρια τους τα όπλα και τρελαίνονταν», θυμάται η μικρή αδελφή της Ρόζας, Μαρίλια. Πρόσφατα ο Κίτσος έφτιαξε ένα γκρουπ στο Viber για να στέλνει στις κόρες και στη σύζυγό του μικρά κείμενα και ιστορίες. «Εάν τους τις εξιστορούσα, οι κόρες θα βαριούνταν. Ετσι κάτι πιάνουν», λέει γελώντας. Ανοίγει την εφαρμογή και εμφανίζεται στη συνομιλία η φωτογραφία ενός δαχτυλιδιού με ένα κοράκι πάνω σε λουλούδι. «Το έμβλημα αυτό ήταν πάνω σε ένα σερβίτσιο που χάρισε η Μεγάλη Αικατερίνη της Ρωσίας στον Δημήτριο Μπότσαρη, όταν πήγε να της ζητήσει βοήθεια στον αγώνα των Σουλιωτών κατά των Οθωμανών. Του το έδωσε μαζί με τη σημαία που χρησιμοποιήθηκε στην έξοδο του Μεσολογγίου», εξηγεί. Η σημαία, με τα αίματα και τα σημάδια από τα βόλια, βρίσκεται στο σαλόνι της θείας του, της χήρας του Νότη. Ο παππούς του είχε αποκόψει το έμβλημα από το σερβίτσιο και το είχε κάνει δαχτυλίδι. Ο Κίτσος φτιάχνει τώρα δύο αντίγραφα με digital printing, για τις κόρες του, όταν αυτές κλείσουν τα δεκαοκτώ.

Και οι 38 εν ζωή απευθείας απόγονοι των Μποτσαραίων μεγάλωσαν σε σπίτια γεμάτα ιστορία. Τα δώρα σε σημαντικές στιγμές ήταν ιστορικά κειμήλια. «Η θεία μου μάς χάρισε στον γάμο μας τα τουζλούκια (περικνημίδες) του Κώστα Μπότσαρη», λέει ο Κίτσος. Η ξαδέλφη του, η Θεμελίνα, τετρασέγγονο του ήρωα, θυμάται να περνάει τον ελεύθερο χρόνο της στα μαγαζιά με λαϊκή τέχνη του πατέρα της, Μάρκου Μπότσαρη, όπου εξέθετε περήφανα όλα τα δικά του κειμήλια – άρματα, λάβαρα, χειρόγραφα, παράσημα, ακόμα και το δόντι του προγόνου του. Η Θεμελίνα έχασε τον πατέρα της όταν ήταν 14 ετών, τα μαγαζιά έκλεισαν και έκτοτε τα φυλάνε σε θυρίδες. «Μόνο στα capital control τα φέραμε σπίτι», θυμάται. Και ο Κίτσος τα έχει σε θυρίδα, αν και τα βγάζει συχνά για να τα μεταφέρει στο Σούλι, όπου με την οικογένεια Τζαβέλα έχουν δημιουργήσει ένα μικρό μουσείο. Δεν έχουν μόνιμο φύλακα, οπότε εκθέτουν αντίγραφα, αλλά ανεβάζουν τα πρωτότυπα στις γιορτές ή όταν προγραμματίζεται κάποια επίσκεψη.
Εκεί, στο Σούλι, γίνονται κάθε καλοκαίρι οι επίσημοι εορτασμοί. Φέτος τον πανηγυρικό λόγο θα εκφωνήσει ο πρόεδρος του ιδρύματος Μπότσαρη, Γιάννης Μπανίκας. Δεν είναι απόγονος αλλά, όπως λέει, ο παππούς μπροστά στο τζάκι αντί για παραμύθια, τις περιπέτειες αυτής της ηρωικής οικογένειας τού εξιστορούσε. Συνταξιούχος πλέον, αφιερώνει τον χρόνο του στο ίδρυμα που δημιούργησε ο Νότης Μπότσαρης. Στη συντήρηση του πύργου Μπότσαρη στη Ναύπακτο, στις εκδηλώσεις που διοργανώνουν εκεί, στο Σούλι και αλλού, σε έκδοση βιβλίων που διαθέτουν δωρεάν. Το ίδρυμα έχει ένα μοναδικό περιουσιακό στοιχείο (ένα μαγαζί στη Σταδίου), αλλά o ενοικιαστής καθυστερεί τις πληρωμές και η περιφέρεια ανταποκρίνεται βασανιστικά αργά. Προσπαθούν να ενταχθούν σε διάφορα χρηματοδοτικά προγράμματα αλλά καμία προσπάθεια δεν έχει ευοδωθεί. «Εννοείται τα έξοδά μας τα βάζουμε από την τσέπη μας. Οταν πάω στη Ναύπακτο, παίρνω τη μακριά διαδρομή για να μην πληρώνω διόδια», εξομολογείται. Αλλά αυτό, λέει, δεν είναι το πιο σημαντικό από τα προβλήματά τους. «Η ανταπόκριση του κόσμου είναι μικρή. Πλέον για να μαζευτεί κόσμος σε μια εκδήλωσή μας θα πρέπει να κάνουμε απαραιτήτως δεξίωση στο τέλος. Υπάρχουν νέοι που δεν ξεχωρίζουν την 28η Οκτωβρίου από την 25η Μαρτίου. Ε, όλα αυτά με στενοχωρούν πολύ. Αλλά εμείς συνεχίζουμε. Να φυτευτεί ο σπόρος, γιατί μόνο έτσι κάποιος θα φυτρώσει. Γενιά χωρίς ρίζες, είναι αποκομμένη».
Τα τελευταία χρόνια ο κ. Μπανίκας έχει αναλάβει όμως και μια δυσάρεστη για εκείνον δραστηριότητα. «Παρακολουθώ σε διάφορα γκρουπ στο Facebook την αυξανόμενη προπαγάνδα της Αλβανίας για τους ήρωες του Σουλίου. Οι δρόμοι τους έχουν γεμίσει με γκράφιτι του Μάρκου, με το όνομά του γραμμένο στα αλβανικά και δίπλα ο δικέφαλος αετός της χώρας τους. Είναι παραχάραξη της Ιστορίας», σημειώνει ενοχλημένος. Η Θεμελίνα Μπότσαρη θυμάται πως στο Λονδίνο, όπου πλέον ζει, κάποιος από την Αλβανία είχε πει στην παρέα της ότι και εκείνοι έχουν τους ήρωές τους, τους οποίους δεν αναγνωρίζει η Ελλάδα. Τον ρώτησαν με πραγματικό ενδιαφέρον ποιον εννοεί και εκείνος είπε τον Μάρκο Μπότσαρη. «Επεσες στην περίπτωση», του είπαν γελώντας, εξηγώντας του ποια είναι η Θεμελίνα. Η ίδια ξέρει πως υπάρχουν και άλλες χώρες που τον «διεκδικούν». «Μας έχουν προσεγγίσει από τη Βουλγαρία για να τους πουλήσουμε τα κειμήλιά μας. Αλλά δεν υπάρχει καμία περίπτωση. Εάν ποτέ τα δίναμε κάπου, θα ήταν στην Ελλάδα», τονίζει.
Πρόσφατα η Θεμελίνα Μπότσαρη αρραβωνιάστηκε και αποφάσισαν από κοινού με τον σύντροφό της, τα παιδιά τους να κρατήσουν το δικό της επίθετο.
Μια «Μποτσαρίνα» made in Brazil
Ο κ. Μπανίκας πριν από μερικά χρόνια έλαβε ένα μήνυμα στο Facebook που τον αναστάτωσε. Ηταν από κάποια Ελίζαμπεθ Μπότσαρη στη Βραζιλία. Του έγραφε πως είναι απευθείας απόγονος του Μάρκου. Πως ήταν αδελφός του προπάππου της. Εκείνος της απάντησε ότι αυτό δεν ισχύει, αλλά προώθησε το μήνυμα και στην οικογένεια. Ο Κίτσος, παρότι γνωρίζει όλους τους απογόνους που έχουν διατηρήσει το επίθετο, του έγραψε ότι θα κοιτούσε το «σεντόνι» – έναν πάπυρο όπου είναι καταγεγραμμένο το γενεαλογικό τους δέντρο. Είχε τύχει στο παρελθόν να τον προσεγγίσει μια άγνωστη σε αυτόν γυναίκα και να του πει ότι είναι συγγενής από την πλευρά της μητέρας της. Ηταν επιφυλακτικός, αλλά σημείωσε τα ονόματα και πράγματι την εντόπισε στο δέντρο. Το ίδιο έκανε τώρα και για την Ελίζαμπεθ. Στην περίπτωσή της όμως επιβεβαίωσε αυτό που της είχε ήδη γράψει ο κ. Μπανίκας. Δεν ήταν συγγενείς.
Η Ελίζαμπεθ γεννήθηκε στη Βραζιλία από Ελληνα ναυτικό πάτερα. Προσπαθούσε για χρόνια να πάρει την ελληνική υπηκοότητα, αλλά έχοντας ταλαιπωρηθεί άδικα από τη γραφειοκρατία, ξεκίνησε να δίνει συνεντεύξεις ως εγγονή του Μάρκου, φωτογραφιζόμενη συχνά μπροστά σε πορτρέτα του. Στις αναρτήσεις, εν μέσω κριτικής για το ανάλγητο κράτος που δεν τιμά τους ήρωες και τους απογόνους τους, κάποιοι σχολίαζαν πως είναι «φτυστή» με τον «Αετό του Σουλίου». Ο κ. Μπανίκας εκνευριζόταν. «Είναι άσχετοι. Τα πορτρέτα που ξέρουμε δεν έχουν καμία σχέση με το πώς ήταν πραγματικά. Ο Μάρκος ήταν ξανθός με ανοικτά χρώματα». Κάποια μέλη της οικογένειας, ενοχλημένα από τη δημοσιότητα, αποφάσισαν να αναλάβουν δράση. Εστειλαν στον τότε πρόξενο της Βραζιλίας επιστολή. «Ασχέτως της ιθαγένειας, που είναι δικό σας θέμα να κρίνετε, το επιχείρημα πως είναι απόγονος του Μάρκου Μπότσαρη δεν ισχύει», ξεκαθάριζαν. Το θέμα μαθεύτηκε και η συζήτηση πέρασε εκτός οικογένειας, στο Διαδίκτυο. Εκεί, τα πράγματα… ξέφυγαν. «Είναι απατεώνισσα… διασύρει την ένδοξη σουλιώτικη φάρα», έγραφαν κάποιοι. Με άλλους να γίνονται ντετέκτιβ έχοντας βρει παλαιότερο προφίλ της στο οποίο χρησιμοποιούσε ψευδώνυμο. «Το αληθινό της όνομα δεν είναι Μπότσαρη, αλλά Lydia Samos», «είναι χορεύτρια χορών της κοιλιάς σε μουσουλμανικές χώρες», «είναι Τουρκάλα», έγραφαν άλλοι. Η Ελίζαμπεθ Μπότσαρη έχει Βραζιλιάνα μητέρα και Ελληνα πατέρα, έχει σπουδάσει αρχιτεκτονική εσωτερικών χώρων, διατηρεί μαγαζί με ελληνικά παραδοσιακά γλυκά και οι χοροί είναι το χόμπι της.
O Κίτσος Μπότσαρης προσπαθούσε για μήνες να κατευνάσει τα πνεύματα. «Δεν πιστεύω πως η ίδια κοροϊδεύει. Ξέρω ότι όταν ανέβηκε στο Σούλι βγήκε δακρυσμένη από το μουσείο. Δεν θέλω να της χαλάσω το όνειρο, αλλά από την άλλη δεν μπορεί να επικαλείται κάτι που δεν ισχύει», ξεκαθαρίζει.
Η ίδια η Ελίζαμπεθ λέει στην «Κ» ότι Μπότσαρη είναι και το δικό της επίθετο. «Με αυτές τις ιστορίες μεγάλωσα. Αυτή είναι η δική μου αλήθεια. Τώρα, εάν τελικά είμαι πιο μακριά από τον Μάρκο από ό,τι εκείνοι, για εμένα δεν έχει σημασία. Δεν διεκδικώ τίποτα από την οικογένεια. Το μόνο που διεκδίκησα ήταν η ελληνική ιθαγένεια. Μια δημοσιογράφος σκέφτηκε πως αυτή η σύνδεση –του ιστορικού ονόματος με τη δυσκολία να βγάλω τα χαρτιά– θα τραβούσε τα φώτα σε ένα πρόβλημα που έχουν χιλιάδες άνθρωποι σαν εμένα», εξηγεί.
Τον περασμένο Οκτώβριο πήρε την ιθαγένεια αφού πληρούσε τις προϋποθέσεις. Μέλη της οικογένειας Μπότσαρη στην Ελλάδα ελπίζουν πως με αυτό θα κλείσει ο κύκλος συνεντεύξεων και προβολής. «Για να είμαι ειλικρινής ποτέ δεν κατάλαβα τον λόγο που κάποιος μπορεί να ενδιαφέρεται να μάθει ποιοι είναι οι απόγονοι. Οι ήρωες ήταν ήρωες, δεν είμαστε εμείς», σχολιάζει η Θεμελίνα. Ωστόσο για την ίδια, η σύνδεση που νιώθει με τους προγόνους της, ίσως και λόγω του επιθέτου, είναι ουσιαστική. Πρόσφατα αρραβωνιάστηκε και αποφάσισαν από κοινού με τον σύντροφό της, τα παιδιά τους να κρατήσουν το δικό της επίθετο. Ο Κίτσος χάρηκε με την απόφαση αυτή. Με τις κόρες του βέβαια –προς το παρόν τουλάχιστον– δεν κάνει τέτοιου είδους συζητήσεις. Αρκείται στο να μοιράζεται μαζί τους τις αμέτρητες οικογενειακές ιστορίες. Η αγαπημένη ιστορία της Μαρίλιας είναι το πώς ο Μάρκος συγχώρεσε τον δολοφόνο του πατέρα του. Η Ρόζα και λόγω της συνωνυμίας πάντα θέλει να ακούει για τη Ρόζα. Την περασμένη εβδομάδα ανέβηκε στο βήμα για να παρουσιάσει το πορτρέτο της. «Είμαι η Ρόζα Μπότσαρη. Κόρη του Κίτσου Μπότσαρη, μικρανιψιού του αγωνιστή της Ελληνικής Επανάστασης», είπε στην κατάμεστη αίθουσα του μουσείου.

