«Τούτην την ώρα που μιλάμε, αν μου κάνετε σωματική έρευνα, θα βρείτε πάνω μου τέσσερις μάσκες υψηλής προστασίας. Την πράσινη τη φοράω αποκλειστικά στο ασανσέρ, τη ροζ την έχω γιατί ταιριάζει με το πουλόβερ μου, η γκρι είναι μια all time classic καβάντζα για την περίπτωση που σπάσει το λαστιχάκι σε μία από τις προηγούμενες κι έχω και μια spare μπλε, για όποιον ξεμυαλισμένο ξέχασε τη δική του».
Για τη δημοσιογράφο στα «Νέα» και συγγραφέα Ρούλα Γεωργακοπούλου, η πανδημία του κορωνοϊού δεν είναι ένα κακό παραμύθι με τέρατα και μαύρα λαγούμια που αφήσαμε τελεσίδικα πίσω μας. Ακόμα προσέχει, στο μέτρο του δυνατού. Εξάλλου είναι η πεζογράφος που μας παρέδωσε μόλις τον πρώτο χρόνο της υγειονομικής κρίσης το δικό της παραμύθι, τη δική της φαντασιακή παραβολή για τον άγνωστο ιό, τη «Μέθοδο της μπουρμπουλήθρας» (Πόλις, 2020).
«Φυσικά και ανταλλάσσω πλέον ελεύθερα χειραψίες, μολονότι ντρέπομαι λίγο γιατί το αντισηπτικό έχει κάνει τα χέρια μου πιο σαγρέ κι από του βυρσοδέψη. Παρ’ όλα αυτά, όπου βρω φιαλίδιο με αλκοόλη, διακριτικά παρφουμάρομαι, γιατί ποτέ κανείς δεν ξέρει. Ούτε στα μαγαζιά ούτε στα καπηλειά ξέρει κανείς, γι’ αυτό κλείνω τραπέζι μόνον όπου υπάρχει αυλή με φουφού, από εκείνες που σου ξεροψήνουν το σκαλπ ενόσω τα πόδια σου αποκάτω παραμένουν μπούζι».
Ηταν ακριβώς πριν από πέντε χρόνια (23 Μαρτίου του 2020) όταν τέθηκαν σε εφαρμογή τα πρωτόγνωρα μέτρα περιορισμών στην κυκλοφορία και στη μετακίνηση των πολιτών σε όλη την ελληνική επικράτεια. Ηταν το πρώτο (και το πιο εξουθενωτικό ψυχολογικά και οικονομικά) κεφάλαιο στην ιστορία των lockdowns που προκάλεσε η επέλαση της πρώτης πανδημίας του 21ου αιώνα στη χώρα μας. Πέντε χρόνια μετά, η κοινωνική και η οικονομική ζωή έχει επανέλθει πλήρως στην προ COVID-19 εποχή. Με εξαίρεση την κανονικοποίηση της τηλεργασίας ως εναλλακτικής μορφής απασχόλησης, τίποτε άλλο δεν θυμίζει τον εφιάλτη που ζήσαμε. Ή μήπως δεν είναι ακριβώς έτσι; Απευθυνθήκαμε σε ανθρώπους που ο κορωνοϊός είχε επίδραση στη ζωή τους, προσωπική ή επαγγελματική (ή και τα δύο), αναζητώντας το αποτύπωμά του στην καθημερινότητά τους σήμερα, μια περίοδο που, θεωρητικά τουλάχιστον, τα σύννεφα της πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης που περάσαμε έχουν σκορπίσει οριστικά.
Μπούλινγκ στην επιστήμη
Ο Γκίκας Μαγιορκίνης, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Υγιεινής και Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, ήταν ένα από τα πρόσωπα που η πανδημία έφερε στα σπίτια μας μέσα από τις τακτικές τηλεοπτικές ενημερώσεις για την πορεία του ιού. Η ξαφνική δημοσιότητα εκείνης της περιόδου (διαδέχθηκε τον Σωτήρη Τσιόδρα κατά το δεύτερο κύμα έξαρσης του κορωνοϊού από τα τέλη του Αυγούστου του 2020 και μετά) είναι κάτι που μάλλον ο ίδιος θέλει να ξεχάσει. «Ηταν μια εμπειρία ιδιαίτερα έντονη και ασφαλώς διδακτική που, δυστυχώς, εμπεριείχε και μεγάλες δόσεις τοξικότητας με ένα ιδιότυπο “μπούλινγκ” κατά των εκπροσώπων της επιστημονικής κοινότητας από συγκεκριμένα μέσα ενημέρωσης που έφταναν μέχρι τις δολοφονίες χαρακτήρα», θυμάται. Η δική του καθημερινότητα δεν άλλαξε δραστικά, αλλά βλέπει σημαντικές διαφορές στις υγειονομικές συνήθειες των πολιτών. «Τα σελφ τεστ μπήκαν στη ζωή μας και είναι σημαντικό ότι σήμερα ο κόσμος κάνει σελφ τεστ όχι μόνο για τον κορωνοϊό, αλλά και για τη γρίπη και τον RSV. Θέλω να πω ότι μετά την εμπειρία της πανδημίας οι κοινωνίες μας είναι πιο υποψιασμένες και προφυλάσσονται καλύτερα μέσω της αυτοδιάγνωσης, που είναι πολύτιμη και για εμάς και για τους γύρω μας. Εχω, επίσης, την εντύπωση ότι έχει βελτιωθεί η σημασία που αποδίδουμε στην ατομική υγιεινή κι όλα αυτά είναι απόρροια όσων ζήσαμε πριν από πέντε χρόνια».
Μαδέρι στον χώρο σας
Η Ρούλα Γεωργακοπούλου συγκαταλέγεται προφανώς ανάμεσα στους καλύτερους «μαθητές» του Σωτήρη Τσιόδρα και του Γκίκα Μαγιορκίνη. Τήρησε ευλαβικά όλα τα μέτρα προφύλαξης, σε βαθμό «υπερβολικό» για κάποιους άλλους. «Θα μου πείτε, και τι κέρδισα; Πώς, πώς», αντιλέγει, «θεωρώ τον εαυτό μου απολύτως κερδισμένο, γιατί κανείς από το σπίτι μου δεν αρρώστησε μέχρι στιγμής, μακάρι να με καλούσαν και σ’ άλλα σπίτια να τους τα κλείσω, με μαδέρια χιαστί», λέει με το γνωστό, στους αναγνώστες και στους φίλους της, απαράμιλλο χιούμορ της. «Ενα άλλο που κέρδισα από την πανδημία ή μάλλον από τη φοβία του ιού είναι να λέω ανερυθρίαστα ψέματα όταν δεν επιθυμώ να συμμετάσχω σε δημόσιες εκδηλώσεις. Κι εκεί που παλιά η αγοραφοβία μου με έκανε αποσυνάγωγη, αποσυνάγωγη με κάνει και σήμερα αλλά με επιχείρημα ακλόνητο. Οταν έρχομαι στο κέφι, ξεσαλώνω με τα εμβόλια που έχω κάνει όλο αυτό το διάστημα. Γιατί δεν είναι μόνον της COVID-19 και της γρίπης, αλλά και του πνευμονιόκοκκου, του έρπητα ζωστήρα, της κόρυζας, και σκέφτομαι σοβαρά να ανανεώσω του δαμαλισμού, γιατί από το 1963 που το έχω κάνει, σίγουρα θα έχει ξεθυμάνει. Βασικά είμαι ίδια κι απαράλλαχτη με πριν, εκτός ίσως από τις εποχικές προτιμήσεις μου. Εκεί που παλιά ήμουν αναερόβιος χειμωνιάτικος τύπος, τώρα ψηφίζω “καλοκαίρι” δαγκωτό!».
Φυσικά και ανταλλάσσω πλέον ελεύθερα χειραψίες, μολονότι ντρέπομαι λίγο γιατί το αντισηπτικό έχει κάνει τα χέρια μου πιο σαγρέ κι από βυρσοδέψη. Ρούλα Γεωργακοπούλου Συγγραφέας Ηταν μια εμπειρία διδακτική που, δυστυχώς, εμπεριείχε και μεγάλες δόσεις τοξικότητας με ένα ιδιότυπο «μπούλινγκ» κατά των εκπροσώπων της επιστημονικής κοινότητας. Γκίκας Μαγιορκίνης Βιοπαθολόγος, καθηγητής ΕΚΠΑ
Οινικά οφέλη
Για τον Στέλιο Μπουτάρη, έμπειρο οινολόγο και διευθύνοντα σύμβουλο της «Κυρ-Γιάννη», το αποτύπωμα της πανδημίας από τη δική του ζωή, προσωπική και επαγγελματική, ήταν μάλλον θετικό. «Λιγότερα επαγγελματικά ταξίδια, λιγότερα μίτινγκ για ψύλλου πήδημα, μεγαλύτερη παραγωγικότητα και μια νέα αγορά: οι Ελληνες στην περίοδο της καραντίνας έμαθαν να πίνουν κρασί στο σπίτι». Επομένως στη δική του επαγγελματική ρουτίνα τα πράγματα δεν επέστρεψαν εκεί που τα είχε αφήσει πριν από τον Μάρτιο του 2020; «Ευτυχώς όχι. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα: μια φορά τον χρόνο, βρέξει-χιονίσει, έπρεπε να ταξιδέψω στην Αυστραλία για να συναντηθώ με τον αντιπρόσωπό μας εκεί. Οταν ενέσκηψε ο κορωνοϊός, φυσικά δεν μπορούσα να πάω. Και δεν ξαναπήγα. Αυτό το ταξίδι απλώς δεν χρειαζόταν. Και το ανακαλύψαμε την περίοδο του κορωνοϊού, όταν συνειδητοποιήσαμε ότι μπορούσαμε να λύνουμε όλα τα θέματά μας μέσω Zoom».
Η δεύτερη μεγάλη αλλαγή που είδε να συμβαίνει μπροστά στα μάτια του ήταν η υιοθέτηση νέων πρακτικών από τους Ελληνες καταναλωτές σε σχέση με το κρασί. «Μέχρι την πανδημία, το “πίνω κρασί” ήταν ταυτισμένο με την έξοδο στην ταβέρνα, στο εστιατόριο, στο μπαρ. Στη διάρκεια των lockdowns, όσο η εστίαση ήταν κλειστή ή λειτουργούσε με περιορισμούς, αυτό άλλαξε. Ο Ελληνας ανακάλυψε το κρασί κατ’ οίκον». Κι αυτό δεν τελείωσε με το τέλος της υγειονομικής κρίσης; «Οχι. Το ποιοτικό κρασί μπαίνει σε ολοένα περισσότερα σπίτια με τη βοήθεια της ολοένα και καλύτερης προσφοράς στο ράφι, του καλύτερου service, της ευκολίας των e-shops. Και επιτέλους, σε συνδυασμό με τη συνεχώς εξελισσόμενη οινική εμπειρία που προσφέρουν οι χώροι εστίασης και τα wine bars, βλέπουμε για πρώτη φορά το χύμα να υποχωρεί προς όφελος του επώνυμου εμφιαλωμένου».
Η χαρά του σπιτόγατου
Ο δημοσιογράφος και δημιουργός της σειράς podcast «Μικροπράγματα» Αρης Δημοκίδης είχε ήδη κάνει το «μεγάλο βήμα» πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας και είχε μετακομίσει μαζί με τον σύντροφό του από τη Θεσσαλονίκη σε ένα σπίτι στην εξοχή της Χαλκιδικής. Ομως το πρώτο lockdown τούς εγκλώβισε στην πόλη. «Περνούσαμε ωραία, δούλευα ανέκαθεν από το σπίτι, είμαστε σπιτόγατοι έτσι κι αλλιώς, δεν είχα κανένα παράπονο. Ντρέπομαι και να τα λέω, όταν σκέφτομαι πόσοι εγκλωβίστηκαν με άτομα που δεν άντεχαν και πόσοι εξωστρεφείς και κοινωνικοί τύποι είδαν τη ζωή τους να αλλάζει εντελώς». Για τον ίδιο, όλη αυτή η περίοδος τον βοήθησε να συνειδητοποιήσει, πέντε χρόνια μετά, ότι είχε πάρει όλες τις σωστές αποφάσεις: Να δουλεύει από απόσταση, να είναι μόνο με τα άτομα (και τις γάτες) που έχει επιλέξει και να κάνει μόνο ό,τι ο ίδιος επιθυμεί. «Κι όταν κάποτε τελείωσαν τα lockdowns, στράφηκα προς την ίδια κατεύθυνση με μεγαλύτερη ορμή: Εκοψα κάποιους περιττούς φιλικούς δεσμούς, έμαθα να λέω “όχι” με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα σε πράγματα που δεν ήθελα (και παλιότερα θα ντρεπόμουν να αρνηθώ), κατάφερα να εκφράζω περισσότερο τα συναισθήματά μου αντί να τα καταπιέζω από ευγένεια. Χρειάστηκε μια πανδημία (και ο φόβος του θανάτου, φυσικά) για να στρίψω οριστικά στον δρόμο της ζωής που μου ταίριαζε από την αρχή».
Με νέα χωροταξία
Ο σεφ Περικλής Κοσκινάς, ιδιοκτήτης του εστιατορίου Cookoovaya, δεν έχει να σκεφτεί τίποτα καλό σε σχέση με το βίωμα της πανδημίας και του τι αυτό μας κληροδότησε. «Προσωπικά ήταν η χειρότερη εμπειρία της ζωής μου και πραγματικά ενοχλούμαι όταν ακούω κόσμο να αναφέρεται σε εκείνη την εποχή με θετικό τρόπο. Δεν βρήκα τον εαυτό μου, κόντεψα να φρικάρω κι ακόμα κι αν συνέβη μετέπειτα κάτι καλό που να συνδέεται με εκείνη την περίοδο, μου απαγορεύω να το σκεφτώ». Οταν του ζητάω να αξιολογήσει τον δικό του επαγγελματικό χώρο πριν και μετά τον κορωνοϊό, έχει την ψυχραιμία να παραδεχθεί ότι υπήρξαν αλλαγές. «Οι χώροι των εστιατορίων έγιναν πιο άνετοι, πιο ευρύχωροι, σαν η υποχρεωτικότητα των αποστάσεων να μας υπαγόρευσε μια νέα χωροταξία υπέρ του πελάτη. Το δεύτερο είναι ότι ο κόσμος έρχεται και τρώει νωρίτερα. Ενώ πριν από τα lockdowns ερχόταν κοντά στις 10 μ.μ., σήμερα ο νέος “κανόνας” είναι το 8.30 με 9 μ.μ.. Δεν είμαι σίγουρος ότι οφείλεται στις καραντίνες, αλλά το είδαμε να συμβαίνει αμέσως μετά».
Η γόνιμη παύση
Ο χώρος της καλλιτεχνικής παραγωγής ήταν ένας από τους κλάδους που χτυπήθηκαν πιο έντονα κατά την πρώτη και πιο οξεία φάση της πανδημίας. Η μουσικός Αντζέλικα Ντασκ είχε ξεκινήσει τη σταδιακή απόσυρση από τον συναυλιακό στίβο ήδη από το 2019, περιμένοντας να φέρει στον κόσμο το πρώτο της παιδί. Σήμερα, λέει ότι η υγειονομική κρίση τής έδωσε χρόνο για να βάλει πολλά πράγματα στη θέση τους. «Πριν από την πανδημία δεν είχες την πολυτέλεια να δεις τι θέλεις και τι χρειάζεσαι στη ζωή σου, στα επαγγελματικά σου, παντού. Αν το έκανες θα ήσουν τεμπέλης και κακομαθημένος. Εμένα η παύση εκείνη της δύσκολης περιόδου μού έδωσε την ελευθερία να σκεφτώ τι πραγματικά θέλω. Κι αυτό που είμαι σήμερα το οφείλω στο “τότε”. Σαν να καθάρισε η φασαρία από το κεφάλι μου». Σε αυτό συμφωνεί και ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Ρένος Χαραλαμπίδης. «Προσωπικά όλη αυτή η ιστορία μού άφησε μια αίσθηση ευαλωτότητας. Το αδιανόητο μπορεί να συμβεί σε παγκόσμιο επίπεδο και να μας αφορά όλους».
______________________________________________________________________________
Κεντρική φωτό: GETTY IMAGES

