Οταν τα θύματα γίνονται ήρωες

Στον απόηχο των πρωτόγνωρα μαζικών συγκεντρώσεων για το δυστύχημα στα Τέμπη, αυτές τις μέρες γίνεται η δίκη στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο για την άλλη μεγάλη τραγωδία των 104 νεκρών από τη φωτιά στο Μάτι το 2018

3' 52" χρόνος ανάγνωσης

Στον απόηχο των πρωτόγνωρα μαζικών συγκεντρώσεων για το δυστύχημα στα Τέμπη, αυτές τις μέρες γίνεται η δίκη στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο για την άλλη μεγάλη τραγωδία των 104 νεκρών από τη φωτιά στο Μάτι το 2018. Οι αναρτήσεις συγγενών και φίλων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πυκνώνουν και λίγο-πολύ «φωνάζουν» ότι γι’ αυτή την υπόθεση το δημόσιο ενδιαφέρον δεν είναι το ίδιο, ότι το «έγκλημα» που συντελέστηκε πριν από 7 χρόνια τείνει να ξεχαστεί και οι υπεύθυνοι είτε θα διαφύγουν την τιμωρία είτε θα πέσουν στα μαλακά της πλημμέλειας.

Είναι πράγματι πολύ ενδιαφέρον το πότε τα θύματα μιας καταστροφής γίνονται σημεία αναφοράς, το πότε η καταστροφή γίνεται αφορμή για πολιτικές εξελίξεις, το πότε προκαλεί κοινωνική ευαισθητοποίηση. Μια εύκολη σύγκριση των δύο περιπτώσεων θα οδηγούσε στη διαπίστωση ότι μιλάμε για δύο διαφορετικά παραδείγματα. Στην περίπτωση των Τεμπών έχουμε να κάνουμε με ένα σιδηροδρομικό δυστύχημα, ενώ στην περίπτωση του Ματιού πρόκειται για μια φυσική καταστροφή. Στην πρώτη περίπτωση, του τεχνολογικού δυστυχήματος, η εμπλοκή του ανθρώπινου παράγοντα είναι προφανής, το ερώτημα είναι πόσοι και με ποιο τρόπο εμπλέκονται σε αυτό. Στη δεύτερη περίπτωση, το φυσικό αίτιο της καταστροφής δεν δημιουργεί αυτόματα την αίσθηση της ανθρώπινης ευθύνης, παρά το γεγονός ότι έχει δει το φως της δημοσιότητας σειρά κρατικών λαθών, παραλείψεων και ασυνεννοησίας που επέφεραν τον ασύλληπτο αριθμό των 104 νεκρών.

Δεν είναι όμως αυτή η σημαντικότερη διαφορά ανάμεσα στα δύο τραγικά ιστορικά γεγονότα των τελευταίων χρόνων. Και τα δύο γεγονότα απέδειξαν με τον πιο οδυνηρό τρόπο ότι το ελληνικό κράτος δυσλειτουργεί, ενίοτε καταστρεπτικά. Ομως στην περίπτωση των Τεμπών υπήρξαν δύο άλλα χαρακτηριστικά που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο σε σχέση με το Μάτι. Το πρώτο είναι ότι το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη είχε ως βασικά θύματα νέους ανθρώπους, κάτι που ενεργοποίησε γρήγορα τη συλλογική συγκίνηση γύρω από το αίσθημα της οικογενειακής απώλειας. Η φράση «πάρε όταν φτάσεις» που έγινε εξαρχής το μότο που χαρακτήρισε το δυστύχημα (και μετέπειτα μελοποιήθηκε από τον Φοίβο Δεληβοριά) διαπέρασε το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, γιατί αποτελεί μια τυπική γονική προτροπή που δηλώνει τον δεσμό της ελληνικής οικογένειας ακόμη και όταν τα νεότερα μέλη αυτονομούνται και συνιστά τη βεβαιότητα ότι όλα με κάποιον τρόπο τελικά βαίνουν καλώς. Πόσο μάλλον όταν αφορά το φαντασιακά ασφαλέστερο μέσο μεταφοράς, το τρένο.

Το γεγονός ότι η σχέση της οικογένειας με τα παιδιά της μπήκε στο προσκήνιο της τραγωδίας στα Τέμπη υπήρξε καθοριστικό. Παρότι και στο Μάτι υπήρξαν σημαντικές απώλειες μικρών παιδιών, τα θύματα δεν «οικογενειοποιήθηκαν» από την ελληνική κοινωνία. Επαιξε ρόλο ίσως και ο μεγάλος αριθμός ηλικιωμένων ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος των γονέων στην υπόθεση των Τεμπών στην εξιχνίαση των συνθηκών του δυστυχήματος ήρθε να επιτείνει το δράμα που είχε πάρει κατά βάσιν οικογενειακές συνδηλώσεις. Ο ρόλος της ασυμβίβαστης με τον πόνο μητέρας, ιδίως της Μαρίας Καρυστιανού, που έρχεται να θρηνήσει, να καταγγείλει και να ζητήσει ευθύνες, υπήρξε επικοινωνιακά νευραλγικός.

Τα δύο τραγικά ιστορικά γεγονότα των τελευταίων χρόνων, στο Μάτι και στα Τέμπη, απέδειξαν με τον πιο οδυνηρό τρόπο ότι το ελληνικό κράτος δυσλειτουργεί, ενίοτε καταστρεπτικά.

Δεν είναι η πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια που μητέρες έρχονται να πολιτικοποιήσουν την απώλεια των παιδιών τους και να προκαλέσουν γενική συγκίνηση. Εχει προηγηθεί κατά κύριο λόγο η μητέρα του Παύλου Φύσσα, αλλά και οι μητέρες του Αλέξη Γρηγορόπουλου και της Ελένης Τοπαλούδη, περιπτώσεις που η μητρική φιγούρα από ιερή αναφορά στην Ελλάδα των σχέσεων οικειότητας μετατρέπεται σε παράγοντα πολιτικοκοινωνικής ευαισθητοποίησης. Η Μαρία Καρυστιανού –μέσα από την καθ’ όλα συμβατική εικόνα της αλλά και τον αντισυστημικό λόγο της– έρχεται ως συνέχεια αυτών των μανάδων θυμάτων βίας, να επικοινωνήσει ότι τα νεκρά παιδιά των Τεμπών δεν υπήρξαν θύματα δυστυχήματος, αλλά δολοφονίας.

Το δεύτερο στοιχείο στην υπόθεση των Τεμπών που διαμορφώνει ένα πλαίσιο ηρωοποίησης των θυμάτων –που δεν βλέπουμε για τα θύματα στο Μάτι– είναι ότι αυτή παίρνει όλα τα γνώριμα χαρακτηριστικά ενός πολιτικού θρίλερ. Παίρνει όλες τις αφηγηματικές συμβάσεις ενός «εγκλήματος» που πρέπει να αποκαλυφθεί, τις οποίες το φιλοθέαμον κοινό αναγνωρίζει μέσα από τις μυθοπλαστικές απεικονίσεις: παραποίηση της σκηνής του εγκλήματος («μπάζωμα»), υπόνοιες για διαπλοκή πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων για μετακίνηση λαθραίων καυσίμων (ξυλόλιο), καθυστερημένη αποκάλυψη στοιχείων (ηχητικά, βίντεο) κ.τ.λ.

Η ευαισθητοποίηση επάνω στο δίπολο της απώλειας της γονικής (ιδίως μητρικής) βεβαιότητας για προστασία των νεοτέρων και στις δημοφιλείς αναπαραστάσεις του εγκλήματος μετέτρεψαν το δυστύχημα των Τεμπών σε θρυαλλίδα κοινωνικού πένθους και διαμαρτυρίας, που δεν έχει εκδηλωθεί για καμία αντίστοιχη περίπτωση στο παρελθόν. Τα θύματα των Τεμπών ανάγονται σε ηρωικά σύμβολα τόσο ενός πρωτογενούς κοινωνικού συναισθήματος όσο και της γενικευμένης αίσθησης ότι «κάτι παίζεται πίσω από τις πλάτες μας», της μόνης αίσθησης που μπορεί να γεννήσει στις μέρες μας πολιτικό ενδιαφέρον και κινητοποίηση (όπως συνέβη και στην περίοδο των μνημονίων).


*O κ. Βασίλης Βαμβακάς είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας της Επικοινωνίας στο ΑΠΘ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT