Οι συγκεντρώσεις ήταν μεγαλειώδεις σε όλη τη χώρα. Μερικές εκατοντάδες μέτρα από την πλατεία Συντάγματος και τις εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτών που κατέκλυσαν όλους τους δρόμους της Αθήνας, στο Μέγαρο Μαξίμου, ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του παρακολούθησαν σιωπηλά τις συγκεντρώσεις, με την πρώτη αποτίμηση να γίνεται αργά το απόγευμα της Παρασκευής και το πρωί του Σαββάτου. Τελικά τι έλεγε η φωνή των διαδηλωτών που έφτασε στα αυτιά του Κυριάκου Μητσοτάκη; Κυβερνητικές πηγές μιλούσαν για μια «μεγαλειώδη, ειρηνική και ακομμάτιστη διαδήλωση» που έστειλε δύο βασικά μηνύματα: Το πρώτο είναι να λάμψει η αλήθεια και να αποδοθεί δικαιοσύνη και το δεύτερο να φτιαχτεί –επιτέλους– ο ελληνικός σιδηρόδρομος και να μην επαναληφθεί η ίδια τραγωδία.
Η ανταπόκριση
Και τι απαντά η κυβέρνηση; Αρμόδιες πηγές έλεγαν πως και τα δύο αιτήματα «είμαστε έτοιμοι να τα ικανοποιήσουμε» και να κάνουμε «ό,τι περνάει από το χέρι μας». Στο πρώτο, που είναι «αμιγώς δουλειά της Δικαιοσύνης», η κυβέρνηση αυτό που μπορεί να κάνει είναι να συνδράμει διευκολύνοντας «με κάθε τρόπο» το έργο των αρμοδίων. Δηλαδή οτιδήποτε θεωρήσει η Δικαιοσύνη πως χρήζει περαιτέρω διερεύνησης «θα γίνει και με το παραπάνω», όπως σημείωναν κυβερνητικές πηγές. Το δεύτερο αίτημα των συλλαλητηρίων, όπως τουλάχιστον το εισέπραξε το Μαξίμου, ήταν «ζητάμε ασφαλείς σιδηροδρόμους» και ένα μεγάλο «ποτέ ξανά». Αυτό το σκέλος είναι αμιγώς πολιτικό και βαραίνει αποκλειστικά την κυβέρνηση, καθώς θεωρείται δεδομένο ότι υπήρχε πολύς κόσμος που κινητοποιήθηκε από το γεγονός ότι δύο χρόνια ύστερα από ένα τέτοιο τραγικό δυστύχημα η κατάσταση των τρένων δεν έχει βελτιωθεί.
Το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ δεν αφήνει άλλωστε πολλά περιθώρια παρερμηνείας: ο ελληνικός σιδηρόδρομος είναι σε τραγική κατάσταση και θέλει πλήρη αναδιοργάνωση. Σε αυτό το αίτημα κυβερνητικές πηγές απαντούν λέγοντας πως ναι μεν «θα αναδείξουμε τα βήματα που έχουν γίνει», αλλά την ίδια ώρα είναι σαφές ότι επί κυβέρνησης Ν.Δ. «το στοίχημα αναδιάταξης του σιδηροδρόμου δεν έγινε πράξη» και αυτό «πρέπει να το αλλάξουμε». Οπως «ψηφιοποιήσαμε το κράτος και τρέξαμε πιο γρήγορα αυτό που θα γινόταν σε πολλά χρόνια», κάτι αντίστοιχο «πρέπει να κάνουμε και για τον σιδηρόδρομο», λέει αρμόδια πηγή, τονίζοντας ότι δεν είναι μόνο οι υποδομές αλλά και η κατάρτιση και η επάρκεια του προσωπικού, στα οποία έδωσε έμφαση το πόρισμα της Επιτροπής.
Τα πολιτικά λάθη
Η αποτίμηση όμως των συλλαλητηρίων έχει και πολιτική χροιά. Πλέον είναι φανερό ότι η προσπάθεια ταύτισης των συλλαλητηρίων από μία μερίδα κυβερνητικών στελεχών με τα κόμματα της αντιπολίτευσης ήταν λανθασμένη «από κάθε άποψη». Οχι μόνο γιατί εξόργισε πολύ κόσμο αλλά και γιατί επί του πεδίου, δηλαδή τους χώρους συγκεντρώσεων, αποδείχθηκε πως ήταν εκτός τόπου και χρόνου.
Οπως «ψηφιοποιήσαμε το κράτος και τρέξαμε πιο γρήγορα αυτό που θα γινόταν σε πολλά χρόνια», κάτι αντίστοιχο «πρέπει να κάνουμε και για τον σιδηρόδρομο», λέει αρμόδια πηγή.
Ηταν εμφανές ότι στους δρόμους έδωσαν το «παρών» πολίτες από όλους τους πολιτικούς χώρους και τον χώρο της Νέας Δημοκρατίας κάτω από το κοινό και αυτονόητο αίτημα να λάμψει η αλήθεια. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως στην κυβέρνηση δεν πρόκειται κανείς «να διανοηθεί ξανά», όπως το θέτει αρμόδια πηγή, να ανοίξει μέτωπο με την πλατεία. «Το μόνο μέτωπο θα είναι πολιτικό», σημειώνει η ίδια πηγή. Και η επόμενη εβδομάδα θα είναι ακριβώς αυτό: εβδομάδα σκληρής πολιτικής αντιπαράθεσης.
Ευτυχώς, «άγνοια»
Η γραμμή της κυβέρνησης την εβδομάδα που έρχεται, όπου το πολιτικό εκκρεμές μεταφέρεται στη Βουλή με τη σύσταση Προανακριτικής για τον κ. Τριαντόπουλο την ερχόμενη Τρίτη και την πρόταση δυσπιστίας του ΠΑΣΟΚ την Τετάρτη, είναι σαφής: Μετά και το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ το Μαξίμου λέει ότι προφανώς «λάθη στη διαχείριση έγιναν», αλλά «συγκάλυψη δεν υπήρχε». Η συζήτηση στη Βουλή εικάζεται πως θα έχει αυτό το πολιτικό πινγκ πονγκ, με την κυβέρνηση να επιχειρεί έως την ερχόμενη Παρασκευή να αποτινάξει από πάνω της την κατηγορία του δόλου στις ενέργειες που ακολούθησαν του δυστυχήματος. «Ο πρωθυπουργός θα είναι κάθετος σε αυτό», αναφέρει κυβερνητική πηγή, με τη φράση-κλειδί για την κυβέρνηση να είναι αυτή του προέδρου του ΕΟΔΑΣΑΑΜ Χρήστος Παπαδημητρίου, ο οποίος είπε ότι «δεν υπήρχε κεντρική εντολή για το μπάζωμα, αλλά παντελής άγνοια». Το τελευταίο βέβαια δεν περιποιεί τιμή στην κυβέρνηση, αλλά η αποφυγή του δόλου είναι κάτι που θεωρείται σημαντικό για την εξέλιξη της υπόθεσης και στηρίζεται σε δύο βασικά επιχειρήματα: 1) Το πόρισμα της Επιτροπής που είναι πλέον κοινώς αποδεκτό, προέκυψε έπειτα από πρωτοβουλία της κυβέρνησης να συστήσει τον συγκεκριμένο ανεξάρτητο φορέα, 2) το πόρισμα αναφέρει πως τα κυβερνητικά στελέχη δεν έδωσαν εντολή για το μπάζωμα.
Στην κυβέρνηση δεν πρόκειται κανείς «να διανοηθεί ξανά» να ανοίξει μέτωπο με την πλατεία. «Το μόνο μέτωπο θα είναι πολιτικό», σημειώνει στέλεχος του κυβερνητικού στρατοπέδου.
Κορύφωση ή νέος κύκλος;
Το ερώτημα πάντως που τίθεται και προσώρας δεν υπάρχει απάντηση είναι εάν αυτό που είδαμε την Παρασκευή ήταν η κορύφωση ή η απαρχή ενός νέου γύρου κλιμάκωσης για την τραγωδία των Τεμπών; Για να υπάρξει απάντηση θα πρέπει να περάσει και η ερχόμενη εβδομάδα και να γίνει αποτίμηση μετά το τέλος της πρόταση δυσπιστίας την επόμενη Παρασκευή. Στην κυβέρνηση υπάρχει η ελπίδα πως η ένταση θα διατηρηθεί εντός Κοινοβουλίου και από την επόμενη Δευτέρα «θα μπούμε σε μία τύποις κανονικότητα», όπου θα έχουμε σε εξέλιξη την Προανακριτική και η ανάκριση θα συνεχίζεται με το βλέμμα στην έναρξη της δίκης. Το ορόσημο που βάζουν στο Μέγαρο Μαξίμου είναι η 13η Μαρτίου, οπότε θα ορκιστεί ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κώστας Τασούλας. Αμέσως μετά, «ανά πάσα ώρα και στιγμή» μπορεί να ενεργοποιηθεί ένας ανασχηματισμός που είναι υπό αίρεση εάν θα είναι ευρύς ή πιο στοχευμένος. Στο Μαξίμου βέβαια δεν πιστεύουν στη λεγόμενη «αλλαγή ατζέντας», σημειώνοντας ότι «αυτό θα γίνει με ομαλό τρόπο, αφού πρώτα υπάρξει πραγματική κοινωνική εκτόνωση». Εάν αυτό δεν γίνει, τότε στην «πολιτική δεν υπάρχουν αδιέξοδα», όπως είπε ο πρωθυπουργός στο τελευταίο υπουργικό συμβούλιο. Και παρά το γεγονός ότι κυβερνητικές πηγές υπογράμμιζαν πως σε καμία περίπτωση δεν εννοούσε προσφυγή στις κάλπες, κανείς δεν ξέρει τι θα αποφασίσει ο κ. Μητσοτάκης εάν η «επιστροφή στην κανονικότητα» αποδειχθεί φρούδα ελπίδα.

