Η λύπη που γράφεται με «ει»
Της Γιώτας Μυρτσιώτη
Ηταν ένα πάνδημο μνημόσυνο. Χιλιάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας από όλες τις γειτονιές, ανατολικές και δυτικές, ξεχύθηκαν σε δρόμους και στενά. Βάδιζαν βουβά με σεβασμό στη μνήμη των 57 νεκρών κι ενώθηκαν στο ανθρώπινο ποτάμι της Εγνατίας Οδού που έγινε λαοθάλασσα από το Πανεπιστήμιο και το Σιντριβάνι έως τον σιδηροδρομικό σταθμό. Είδα νέους, μεσήλικες, ηλικιωμένους, νήπια στους ώμους πατεράδων, γονείς με τα μωρά τους στα καρότσια, μητέρες κρατώντας σφιχτά τα χέρια των παιδιών τους, γυναίκες με λευκά τριαντάφυλλα, δασκάλες που συνόδευαν μαθητές δημοτικού σχολείου. Παιδιά που πήγαιναν πρώτη φορά σε συγκέντρωση, υπερήλικες υποβασταζόμενους, εγγόνια που συνόδευαν παππούδες και γιαγιάδες με αναπηρικά καρότσια. Παρέες φοιτητών, μαθητές γυμνασίων και λυκείων με έξυπνα συνθήματα, ανάμεσα σ’ αυτά μια φράση του Παντελή Μπουκάλα: «Τώρα μαθαίνω πως η λύπη γράφεται με έψιλον και γιώτα. ΛΕΙΠΕΙ! 57», έγραφε το πλακάτ που κρατούσε μια μαθήτρια γυμνασίου.
Συγκινητικές ήταν οι στιγμές στην πλατεία Αριστοτέλους, με τους σφιχταγκαλιασμένους συγγενείς των χαμένων παιδιών στο κέντρο του πλήθους. Θλιμμένα πρόσωπα τριγύρω. Aνδρες και γυναίκες με βουρκωμένα μάτια άκουγαν τα ονόματα των νεκρών. Ενα παρατεταμένο χειροκρότημα έσπασε την ενός λεπτού σιγή. Ανάμεικτα τα συναισθήματα. Οργή και ηρεμία, απελπισία και ελπίδα, θυμός και θλίψη, απογοήτευση, αλλά και αγωνία για το αύριο.
Αυτό που ένωσε χιλιάδες Θεσσαλονικείς την περασμένη Παρασκευή δεν είναι μόνο οι ψυχές που χάθηκαν και ο «υποσχόμενος εκσυγχρονισμός που μας έστησε στο ραντεβού του». Είναι πλέον πιο βαθύ. Είναι η βουβή αγανάκτηση – ένα κοινό αίτημα για δικαίωση και διαφάνεια. Είναι το ξύπνημα της νεολαίας να παλέψει για μια βιώσιμη ζωή με περισσότερη αξιοπρέπεια. Το ζήτημα, ωστόσο, για τους μεγαλύτερους σε ηλικία είναι η αγωνία για το αύριο. Ανησυχούν ότι «δεν θα ξεπεραστεί το θεσμικό αδιέξοδο, γιατί δεν βλέπουν να υπάρχει μεταβατικός μηχανισμός. Η αξιοπιστία χάθηκε. Το μέλλον είναι αβέβαιο», όπως έλεγε ένας διαδηλωτής καθώς πορευόμασταν στον σιδηροδρομικό σταθμό.
«Δεν θα κάνω πίσω και δεν θα ξεχάσω», είχε αρχίσει να σιγοτραγουδάει μια παρέα σπάζοντας τη σιωπή. Οι στίχοι ανατρέπουν καθεστώτα; «Οι στίχοι μπορεί να μην ανατρέπουν καθεστώτα, αλλά μιλούν πιο βαθιά μέσα στην ψυχή μας και σίγουρα ζουν πιο πολύ από τις καθεστωτικές κραυγές», μου απάντησε ο Κωστής παραφράζοντας τους στίχους του ποιητή.

Μια σιωπή σεβαστική
Της Σοφίας Νικολαΐδου
«Αφού πήγατε εσείς, που δεν πάτε ποτέ σε πορεία, τότε πήγαν όλοι», σχολίασε ο εικοσάχρονος γιος μου.
Ποτάμια κατεβαίνουν προς το άγαλμα του Βενιζέλου. Μοναχικές γιαγιάδες με μπαστούνια, άνθρωποι με πατερίτσες, γονείς με τα μωρά στο καρότσι, ζευγάρια, παρέες, αλλά και άνθρωποι μόνοι τους. Μαθητές, φοιτητές, εργαζόμενοι, συνταξιούχοι. Δεν είναι μόνο ο κόσμος –δεν έχω ξαναδεί τόσο κόσμο– που κάνει τη συγκέντρωση μοναδική. Ούτε ότι έκλεισε σύσσωμη η αγορά της πόλης, «36 χρόνια έχω μαγαζί στο κέντρο», λέει ένας γνωστός, «δεν θυμάμαι ποτέ τέτοιο πράγμα». Είναι η σεβαστική σιωπή που κυριαρχεί. Οχι μόνο την ώρα του προσκλητηρίου των νεκρών – τόσες χιλιάδες κόσμος και δεν ακούγεται αναπνοή. Μια απόκοσμη σεβαστική σιωπή μέσα σε τόσο πλήθος. Είναι τα χαρτόνια που κρατούν στα χέρια τους τα παιδιά: τα έχουν ζωγραφίσει με τα δικά τους συνθήματα: κανένα δεν μοιάζει με το διπλανό του, όλα όμως έχουν κάτι να πουν. Στο τέλος, αποχωρούμε με ησυχία. Κανείς δεν σπρώχνεται.
Η Θεσσαλονίκη ήταν ο τελικός προορισμός του τρένου που δεν έφτασε ποτέ. Οι γονείς κατεβήκαμε στη συγκέντρωση για τα παιδιά μας. Δικά μας παιδιά ήταν και τα παιδιά που χάθηκαν. Τα παιδιά κατέβηκαν στη συγκέντρωση για τη γενιά τους. «Αυτή η 28η να είναι το ΟΧΙ της δικής μας γενιάς», γράφει ένα χαρτόνι.
Το αίτημα για ασφάλεια στις μεταφορές μάς αφορά όλους εμάς που λέγαμε ότι το τρένο είναι το πιο ασφαλές μέσο. «Μην πας με αυτοκίνητο, παιδί μου, πάρε το τρένο». Το αίτημα για απόδοση δικαιοσύνης μάς αφορά όλους. Καμιά φορά, η σιωπή δεν είναι παραίτηση. Είναι επίγνωση και σεβασμός. Σεβασμός στους νεκρούς, σεβασμός στους ζωντανούς που τα σπίτια τους άδειασαν, σεβασμός στους πολίτες αυτής της χώρας: όλους εμάς που πολύ θα θέλαμε να πιστεύουμε πως η ζωή στην Ελλάδα είναι προνόμιο, όχι φυλακή και κατάρα.
Αυτό το ήσυχο ποτάμι των ανθρώπων ήταν εκεί.
*Η κ. Σοφία Νικολαΐδου είναι συγγραφέας.
(Κεντρική φωτογραφία: Πλήθος κόσμου στο άγαλμα του Ελευθερίου Βενιζέλου, στη Θεσσαλονίκη. Η παρακείμενη Εγνατία Οδός μετατράπηκε σε ανθρώπινο ποτάμι από το Πανεπιστήμιο και το Σιντριβάνι έως τον σιδηροδρομικό σταθμό. [REUTERS/Alexandros Avramidis])

