Τέμπη: «Δύο χρόνια μετά, δεν υπάρχει χώρος για σιωπή»

Τέμπη: «Δύο χρόνια μετά, δεν υπάρχει χώρος για σιωπή»

Καθηγητές πανεπιστημίου, συγγραφείς και δημοσιογράφοι αναλύουν στην «Κ» τα μηνύματα που αναδείχθηκαν μέσα από τις μεγαλειώδεις διαδηλώσεις για την επέτειο των δύο ετών από τη σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών

11' 16" χρόνος ανάγνωσης

Ποιες διεργασίες οδήγησαν στις πρωτοφανείς διαδηλώσεις για τα Τέμπη στις πόλεις της Ελλάδας, κινητοποιώντας και την ομογένεια; Πώς η τραγωδία και οι παθογένειες που αποκάλυψαν, εξακολουθούν να αγγίζουν το θυμικό, ενεργοποιώντας και τα πολιτικά αντανακλαστικά της κοινωνίας; Η «Κ» συνομίλησε με έξι πρόσωπα από τον χώρο των Πολιτικών Επιστημών, της Φιλοσοφίας, των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και της Λογοτεχνίας για το «αποτύπωμα» της δεύτερης επετείου από το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών.

Νίκος Παναγιώτου: «Η κοινωνία δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τη λήθη»

Eκατομμύρια πολίτες κατέκλυσαν τους δρόμους, με ένα ξεκάθαρο αίτημα: «Δεν γίνεται δύο χρόνια μετά να μην έχουμε απαντήσεις». Η κινητοποίηση αυτή συμπυκνώνει ένα αίτημα, μια κραυγή αγωνίας και απαίτησης για δικαιοσύνη, διαφάνεια και λογοδοσία.

Η κοινωνία δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τη λήθη, την αδιαφορία και την ατιμωρησία. Δεν γίνεται να συνεχίσουμε να ζούμε με τις ίδιες παθογένειες που μας έφεραν εδώ. Οι σημερινές συγκεντρώσεις έστειλαν ένα ξεκάθαρο μήνυμα: οι πολίτες δεν ζητούν μόνο απαντήσεις, αλλά και άμεσες αλλαγές. Αλλαγές που θα διασφαλίσουν ότι δεν μπορεί να πορευόμαστε με τις ίδιες παθογένειες.

Τέμπη: «Δύο χρόνια μετά, δεν υπάρχει χώρος για σιωπή»-1
Ο Νίκος Παναγιώτου είναι καθηγητής στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Η απαίτηση για ένα πιο δίκαιο, ασφαλές και λειτουργικό σύστημα δεν είναι πολυτέλεια· είναι χρέος. Η πολιτεία, αντί να προσπαθεί να υποβαθμίσει ή να παρακάμψει αυτή τη φωνή, οφείλει να ανταποκριθεί με πράξεις. Γιατί δύο χρόνια μετά, δεν υπάρχει πλέον χώρος για σιωπή, αδράνεια ή δικαιολογίες.

Παντελής Μπουκάλας: «Η κυβέρνηση δεν έλαβε το μήνυμα ούτε και τώρα»

Ωρα δώδεκα το μεσημέρι. Το πιτσιρίκι –πέντε χρονών; έξι;–, καθισμένο στο διαχωριστικό τοιχίο του τραμ, ανάμεσα στον αγγλικανικό ναό του Αγίου Παύλου και την είσοδο του Ζαππείου, έχει βγάλει τα αυτοκινητάκια του και παίζει. Είναι ένα από τα πάμπολλα παιδιά, και νήπια ακόμα, στο καροτσάκι τους, που οι γονείς τους τα πήραν μαζί τους στο συλλαλητήριο του Συντάγματος. Κι ας φοβούνταν ότι για μία επιπλέον φορά θα επαληθευτεί η αυτοεκπληρούμενη προφητεία των προαναγγελθέντων επεισοδίων. Η βαθιά, αυθόρμητη επιθυμία τους να μη λείψουν από μια πάνδημη συγκέντρωση μνήμης και τιμής, στα δύο χρόνια της αδιανόητης τραγωδίας των Τεμπών, νίκησε τον ενστικτώδη φόβο – αλλά και την καλά μεθοδευμένη επιχείρηση εκφοβισμού από την κυβερνητική πλευρά και τους μιντιακούς υπηρέτες της.

Σπάνια, σπανιότατα, κυριολεκτούν οι όροι «λαοθάλασσα» και «κοσμοπλημμύρα». Χθες, κέρδισαν την πλήρη σημασία τους. Και όχι μόνο στην Αθήνα. Παντού στην Ελλάδα. Ακόμα και στις Σέρρες, έδρα ενός πολιτικού ανδρός που μια μόλις εβδομάδα πριν από το θανατικό επέμενε αλαζονικά στη Βουλή ότι «είχε διασφαλίσει την ασφάλεια» των συγκοινωνιών. Με πείρα ακριβώς μισού αιώνα από συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, δεν δυσκολεύομαι να πω ότι το χθεσινό συλλαλητήριο δεν έχει προηγούμενο. Ούτε ως προς το μέγεθός του ούτε ως προς τον χαρακτήρα των εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών που έδωσαν το ενσώματο «παρών» τους.

Τέμπη: «Δύο χρόνια μετά, δεν υπάρχει χώρος για σιωπή»-2
Ο αρθρογράφος της Καθημερινής και συγγραφέας, Παντελής Μπουκάλας. [Φωτ. ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ].

Οι συγκεντρώσεις του πρώτου μεταπολιτευτικού έτους, του 1975, στη θλιβερή επέτειο της 21ης Απριλίου και στην επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, ήταν όντως τεράστιες, με μέγεθος ανεπανάληπτο μέχρι σήμερα. Με μια ουσιώδη διαφορά. Τότε (και έκτοτε μονίμως) ο κόσμος είχε συνταχθεί κάτω από κομματικά λάβαρα και πανό. Χθες, τα ποτάμια που συνέρρευσαν και σχημάτισαν τη λαοθάλασσα αποτελούνταν από ακηδεμόνευτους πολίτες, όχι από κομματικά μέλη. Οικογένειες, σχολεία, γειτονιές, με λιγοστά πλακάτ να φωνάζουν «Δεν έχω οξυγόνο», να διεκδικούν «Δικαιοσύνη», να απαιτούν «Ποτέ ξανά». Και με τη σιωπή τους πολύ πιο ισχυρή από οποιοδήποτε σύνθημα.

Από πού πήγασαν όλα αυτά τα ποτάμια; Από τις αναίσχυντες υπουργικές επιθέσεις εναντίον χαροκαμένων ανθρώπων. Από τη θρασύδειλη χυδαιότητα των διαδικτυακών «μπιστικών» κατά της Μαρίας Καρυστιανού. Από τις αλαζονικές διαβεβαιώσεις ότι «κανείς δεν ασχολείται με τα Τέμπη». Από την αξιοποίηση του 41% ως αθωωτικής απόφασης του λαϊκού δικαστηρίου των ψηφοφόρων. Από την καταστρατήγηση κάθε πρωτοκόλλου στη διαχείριση του πεδίου της τραγωδίας. Από ιταμούς αφορισμούς τού τύπου «όσοι μιλούν για μπάζωμα είναι για τα μπάζα». Από την αξιοθρήνητη λειτουργία της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής, δύο μέλη της οποίας ανταμείφθηκαν με υπουργικό αξίωμα. Από τη χαμαιλεοντική αλλαγή του «εξηγητικού» αφηγήματος της κυβέρνησης, που μοναδικός του στόχος ήταν εξαρχής και παραμένει η αυτοαπαλλαγή, σε πείσμα των τεκμηρίων της βαριάς ευθύνης της.

Φταίει το «βαθύ κράτος», ξαναείπε χθες ο πρωθυπουργός. Λες και το κράτος αυτό συγκροτήθηκε ερήμην της εξαετούς κυβερνητικής θητείας του και των ουκ ολίγων προηγούμενων σχημάτων με κυβερνώσα ή συγκυβερνώσα τη Ν.Δ. Δυστυχώς, η κυβέρνηση δεν έλαβε το μήνυμα ούτε και τώρα.

Βίβιαν Στεργίου: «Τη συγκίνηση την είδα κυρίως στα πρόσωπα των ηλικιωμένων»

«Ξεκίνησα χθες το πρωί για να κατέβω στη διαδήλωση της Αθήνας με τον ηλεκτρικό. Οταν έφτασα στον σταθμό της Καλλιθέας, ήταν τόσος ο κόσμος που δεν κατάφερα να πλησιάσω ούτε μέχρι την είσοδο. Αποφάσισα να περπατήσω ως το κέντρο. Προσπαθούσα να προσεγγίσω το Σύνταγμα, αλλά δεν τα κατάφερνα, πλαγιοκοπούσα την πλατεία και από παντού ξεχύνονταν τεράστια πλήθη ανθρώπων της διπλανής πόρτας. Οι δρόμοι ήταν όλοι ασφυκτικά γεμάτοι. Δεν έχω ξαναζήσει κάτι παρόμοιο

Στο πλήθος υπήρχαν αρκετοί που έμοιαζαν να μη συμμετέχουν –τουλάχιστον κατά κανόνα– σε διαδηλώσεις. Εβλεπα μαθητές και μαθήτριες, νέες, νέους, μαμάδες, μπαμπάδες, μικρά παιδιά, μεγάλες κυρίες, ηλικιωμένους. Ηταν άνθρωποι ετερόκλητοι: μια κυρία που είχε στο κινητό της φωτογραφία του Χριστού και της Παναγίας. Δίπλα της παιδιά που φορούσαν σκουλαρίκι και τατουάζ.

Τέμπη: «Δύο χρόνια μετά, δεν υπάρχει χώρος για σιωπή»-3
Η αρθογράφος της Καθημερινής και συγγραφέας, Βίβιαν Στεργίου.

Αντιλήφθηκα το αίσθημα της οργής όταν ανάμεσα στο πλήθος άρχισαν να περνούν κάποιες «περίεργες» ομάδες νεαρών αγοριών, ακροδεξιά στοιχεία νομίζω, που ήθελαν να προκαλέσουν την αστυνομία και τους διαδηλωτές. Ο κόσμος αποστασιοποιήθηκε από δαύτους. Για την ακρίβεια, είτε έκανε στην άκρη για να περάσουν και να φύγουν είτε τους αποδοκίμαζε λεκτικά. Ηταν ελάχιστοι μέσα σ’ ένα τεράστιο, ετερογενές, ειρηνικό πλήθος που απλώς στεκόταν ή βάδιζε ή διαδήλωνε ήσυχα. 

Πιο πέρα, μαθητές φορούσαν μπλούζες στις οποίες είχαν γράψει «Δεν έχω οξυγόνο» και κρατούσαν μαύρα μπαλόνια. Τη συγκίνηση την είδα κυρίως στα πρόσωπα των ηλικιωμένων. Ισως γιατί δεν είχαν ξαναδεί πρόσφατα τόσο μεγάλη διαδήλωση. Μπορεί να έχουν ειδική ταύτιση με τους γονείς. Δεν ξέρω, δεν θέλω να τους αποδώσω προθέσεις. Κάποιες ηλικιωμένες κυρίες με τις μάσκες τους ήταν γλυκύτατες και παράξενα ψύχραιμες όταν άρχισαν να πέφτουν κρότου λάμψης.

Στο σημείο που στάθηκα τελικά εγώ, άνθρωποι της ηλικίας μου, γύρω στα 30 – 40, ούτε φώναζαν κάτι, ούτε κρατούσαν κάτι. Δεν έλεγαν κάποιο σύνθημα. Ηταν όμως εκεί, δήλωναν την παρουσία τους, συζητούσαν μεταξύ τους και αυτό ήταν αρκετό.

Αριστείδης Χατζής: «Το ζήτημα δεν πρόκειται να “μπαζωθεί” και να τελειώσει»

Αυτό που είδαμε να συμβαίνει στις ελληνικές πόλεις είναι πρωτοφανές. Δεν θυμάμαι άλλη φορά να κλείνουν ιδιωτικά καταστήματα και στην πόρτα ο καταστηματάρχης να σημειώνει τον λόγο για τον οποίον κλείνει το κατάστημά του για να κατέβει σε ένα συλλαλητήριο. Είδαμε ολόκληρες οικογένειες να συγκεντρώνονται στις πλατείες μαζί με τα παιδιά τους. Οι συγκεντρώσεις αυτές ξεπέρασαν σε όγκο ακόμη και τις πιο μαζικές διαδηλώσεις στα χρόνια του μνημονίου. Επίσης, δεν χωράει αμφιβολία ότι για πρώτη φορά οι συμμετέχουσες και οι συμμετέχοντες προέρχονται από όλο το πολιτικό φάσμα.

Είναι προφανές ότι αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση βρίσκεται στο καναβάτσο, ενώ η αντιπολίτευση, η οποία είναι κατακερματισμένη, αντιλαμβάνεται ότι αυτή είναι η ευκαιρία της. Αν δεν την εκμεταλλευτεί τώρα, δεν θα έχει άλλη ευκαιρία μετά.

Τέμπη: «Δύο χρόνια μετά, δεν υπάρχει χώρος για σιωπή»-4
Ο Αριστείδης Χατζής είναι καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών, διευθυντής του Εργαστηρίου Πολιτικής και Θεσμικής Θεωρίας και Ιστορίας των Ιδεών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Στις κρίσιμες στιγμές της ελληνικής ιστορίας, πάντοτε οι εκλογές αποσυμπιέζουν τα πράγματα όταν η ένταση κορυφώνεται. Οι πολίτες αισθάνονται ότι έχουν έναν τρόπο να εκφραστούν, βλέπουν ότι ο τρόπος που εκφράζονται αποτυπώνεται και αλλάζει τα πράγματα. Αλλά αυτή τη στιγμή, τις εκλογές δεν τις θέλει κανείς. Διότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν θα μπορέσουν να σχηματίσουν κυβέρνηση με κανένα εκλογικό σύστημα, αλλά και η κυβέρνηση, όπως φαίνεται, είναι αρκετά αδύναμη στις δημοσκοπήσεις. Υποθέτω ότι αυτή τη στιγμή τόσο η κυβέρνηση όσο και όλα τα κομματικά επιτελεία κάθονται και κάνουν σενάρια «επί χάρτου» για το τι θα γίνει από εδώ και πέρα, διότι το χθεσινό γεγονός ήταν πολύ σημαντικό και δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε πολιτικές εξελίξεις.

Για την κυβέρνηση είναι απολύτως βέβαιο ότι από εδώ και πέρα το πολιτικό κόστος θα συσσωρεύεται. Το ζήτημα δεν πρόκειται να «μπαζωθεί» και να τελειώσει. Και δεν μπαζώνεται για πολλούς λόγους. Ο κυριότερος είναι ότι οι πολίτες θέλουν να μάθουν τι έγινε. Δεν έχουν πλέον εμπιστοσύνη σε κανέναν θεσμό, δεδομένου ότι τους ήδη υπάρχοντες, δημοκρατικούς θεσμούς αλλά και τους θεσμούς του κράτους δικαίου δεν τους εμπιστεύονται – ή μάλλον δεν θεωρούν ότι λειτουργούν, ότι τους προστατεύουν, ότι επιτελούν τον ρόλο τους. Η φιλελεύθερη δημοκρατία έχει, υπό αυτήν την έννοια, απονομιμοποιηθεί και στη χώρα μας. Αν γινόταν μια δημοσκόπηση σήμερα στους ανθρώπους που κατέβηκαν στο συλλαλητήριο, θα το βλέπαμε ανάγλυφο. 

Αν δεν έχεις εμπιστοσύνη στους θεσμούς της δημοκρατίας δεδομένου ότι δεν υπάρχει καμία άλλη εναλλακτική, τότε ποια είναι η λύση; Στην καλύτερη περίπτωση ο Τραμπ, στη χειρότερη ο Πούτιν, που μεταξύ τους οι διαφορές είναι απειροελάχιστες.

Οι πολιτικοί έχουν ευθύνη να βρουν λύσεις για αυτό το κρίσιμο θέμα που πλέον συνιστά και διεθνές πρόβλημα. Ομως οι λύσεις δεν βρίσκονται εύκολα γιατί αυτοί οι οποίοι θα έπρεπε να προφυλάσσουν αυτές τις αρχές του κράτους δικαίου –οι «υπερασπιστές» του– είναι και οι πρώτοι που τις παραβιάζουν όταν έχουν την εξουσία στα χέρια τους.

Βασιλική Γεωργιάδου: «Υπάρχει ένα βίαιο δυναμικό στην ελληνική κοινωνία που δεν εκτονώνεται»

Ηταν μια διαδήλωση που έμοιαζε σαν να ήταν χωρισμένη σε δύο φάσεις: Στην πρώτη, ο κόσμος ήταν βουβός και έβγαζε ένα στοιχείο αξιοπρέπειας, θα το ονόμαζα. Ο κόσμος που διαδήλωνε ήταν σαν να έλεγε ότι είμαστε εδώ για να δηλώσουμε κάτι. Αυτό ήταν πάρα πολύ εντυπωσιακό και άγγιξε όλες τις πόλεις, όπου κι αν διαδήλωναν, μέσα και έξω από την Ελλάδα, αυτό ήταν το μήνυμα. Πάρα πολύ γρήγορα, όμως, περάσαμε στη δεύτερη φάση –τουλάχιστον στην Αθήνα– όπου αναδείχθηκε το βίαιο στοιχείο, αυτό που σε εμένα θύμισε εικόνες από το παρελθόν: Φιγούρες κουκουλοφόρων που σπάζουν, ρίχνουν μολότοφ, προσπαθούν να περάσουν τα κιγκλιδώματα και να μπουν στη Βουλή. Ηταν εικόνες βγαλμένες από τον Δεκέμβριο του 2008, αποτελούσε μια μικρογραφία του 2011 που παρέπεμπε στις κινητοποιήσεις κατά του μεσοπρόθεσμου προγράμματος του Μνημονίου.

Αυτό που φαίνεται είναι ότι υπάρχει σε βάθος χρόνου ένα βίαιο δυναμικό μέσα στην ελληνική κοινωνία που δεν έχει ακόμη εκτονωθεί. Είναι απομεινάρια της Χρυσής Αυγής; Είναι θιασώτες μιας αριστερής τρομοκρατίας; Δεν μπορώ να γνωρίζω την ιδεολογική χροιά του, αλλά τις πρακτικές αυτές τις έχουμε δει στα διάφορα ρεύματα του βίαιου εξτρεμισμού στην Ελλάδα. Υπάρχουν περίοδοι ύφεσης που δεν αντιλαμβάνεσαι την ύπαρξή του, αλλά σε μια επόμενη συγκυρία τα ρεύματα του εξτρεμισμού επανέρχονται. 

Τέμπη: «Δύο χρόνια μετά, δεν υπάρχει χώρος για σιωπή»-5
Η Βασιλική Γεωργιάδου είναι καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. 

Η διαδήλωση στην πρώτη της φάση μάς έδειξε πόσο αξιοπρεπής μπορεί να είναι μια διαμαρτυρία και ταυτόχρονα πόση επίδραση μπορεί να έχει στην κοινωνία, διότι θεωρώ ότι ήταν πολύ δυνατή αυτή η «βουβή» φωνή την Παρασκευή. Ομως όλο αυτό κατέρρευσε πολύ γρήγορα και μας έδειξε ότι δεν μπορεί κανείς να είναι πλέον ρομαντικός. Υπάρχει μια δυναμική, κόντρα σε αυτό το κλίμα της αξιοπρέπειας και της δύναμης, που είναι διαρκής και με κάθε ευκαιρία εκδηλώνεται. Η διαμαρτυρία σε αυτή τη δεύτερη επέτειο φαίνεται πως λειτούργησε και σαν ένα «παράθυρο» ευκαιρίας για αυτά τα στοιχεία του βίαιου εξτρεμισμού να κάνουν ακόμη ένα σόου. 

Στάθης Ν. Καλύβας: «Λίγες βεβαιότητες, πολλές αβεβαιότητες»

Είμαι βέβαιος πως ο κόσμος που συμμετείχε στις συγκεντρώσεις το έκανε στην πλειοψηφία του με καλές προθέσεις: επιθυμεί καλά και κυρίως ασφαλή δημόσια αγαθά, δυσανασχετεί με την αργοπορία και την αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης και θεωρεί πως το πολιτικό προσωπικό, και ιδίως η κυβέρνηση, δεν ανταποκρίνεται σ’ αυτές τις επιθυμίες. Επίσης, πιστεύει πως η δημόσια και η συλλογική προβολή των αιτημάτων αυτών μπορεί να αποβεί ουσιαστική.

Εδώ τελειώνουν οι βεβαιότητές μου και αρχίζουν οι αβεβαιότητες. Μοιράζομαι, όπως κάθε πολίτης, τις ίδιες ανησυχίες για τη λειτουργία του κράτους στην Ελλάδα, αλλά δεν είμαι καθόλου σίγουρος για το πού ακριβώς μάς οδηγεί η κινητοποίηση αυτή.

Τέμπη: «Δύο χρόνια μετά, δεν υπάρχει χώρος για σιωπή»-6
O Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, κάτοχος της έδρας Gladstone στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Δεν είμαι σίγουρος για το «πώς» και το «γιατί» μιας κινητοποίησης σε μια ατμόσφαιρα που έλαβε σχεδόν θρησκευτικές διαστάσεις. Το δυστύχημα των Τεμπών έχει ορισμένα εμβληματικά χαρακτηριστικά, με πρώτο την ηλικία της πλειοψηφίας των θυμάτων, αλλά δεν είναι το πιο τραγικό που έχει συμβεί. Είκοσι και κάτι χρόνια πριν, το δυστύχημα του 2003 στην ίδια περιοχή, οδήγησε στον θάνατο 21 μαθητών, αλλά δεν προκάλεσε ούτε κατά διάνοια παρόμοιες εκδηλώσεις. Με προβληματίζει πως η κινητοποίηση ξεσπά τώρα, όχι ένα ή δύο χρόνια πριν. Με ανησυχεί επίσης το γεγονός πως στα Μέσα κοινωνικής δικτύωσης λειτουργούν μηχανισμοί κινητοποίησης και διαμόρφωσης συνειδήσεων που έχουν συσχετιστεί με μεθόδους «υβριδικού πολέμου».

Με τρομάζει ο απόλυτος, συχνά μεσσιανικός, αλλά και εντελώς αφηρημένος ως προς τη θεραπεία των προβλημάτων, λόγος, η ροπή στη συνωμοσιολογία, η πίεση για ομοφωνία και ο φανατισμός. Με ανησυχεί η τοξική στοχοποίηση της κριτικής. Φοβάμαι μήπως όλα αυτά οδηγήσουν στην υπονόμευση των δημοκρατικών θεσμών που παρά τις δυσλειτουργίες τους είναι ό,τι πιο σημαντικό έχουμε.

Είμαι πάντα καχύποπτος απέναντι στην κινητοποίηση του συναισθήματος όχι μόνο γιατί τη θεωρώ ρηχή, αλλά επειδή η ιστορία μάς προσφέρει μπόλικα παραδείγματα για το πόσο εύκολα χειραγωγείται και πώς μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνες ατραπούς.

Δεν γνωρίζω τι θα προκύψει από τις χθεσινές κινητοποιήσεις, αλλά φοβάμαι πως είναι πιθανό να μην οδηγήσουν στην βελτίωση των δημόσιων αγαθών –κάπως όπως οι κινητοποιήσεις των «Αγανακτισμένων» το 2011 χειροτέρεψαν αντί να βελτιώσουν τα πράγματα. Αν η χώρα μπει σε μια περίοδο χάους, αν οδηγηθούμε σε καταστάσεις εκτροπής και πολιτικής ανωμαλίας, αν καταλήξουμε σε λανθασμένες επιλογές, το κόστος θα είναι τεράστιο για έναν απλό λόγο: έχουμε περάσει σε μια περίοδο όπου η διεθνής συγκυρία είναι εξαιρετικά επικίνδυνη και όπου κινδυνεύουμε να πληρώσουμε το κάθε μας στραβοπάτημα πολύ ακριβά.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT