Την τρίτη ημέρα της σεισμικής ακολουθίας η οικογένεια του Βασίλη Τσατσανίδη μετακόμισε σε ένα τροχόσπιτο, κοντά στην παραλία της Βλυχάδας. Το σπίτι τους σε ένα συγκρότημα κατοικιών στον οικισμό του Καρτεράδου είναι αγορασμένο, δεν το είχαν φτιάξει οι ίδιοι για να γνωρίζουν με σιγουριά τι υλικά μπορεί να κρύβει στα θεμέλια. Εχει και 17 σκαλιά να ανεβοκατεβαίνουν. Ακόμη κι εδώ που μεταφέρθηκαν, πάντως, στη νότια πλευρά της Σαντορίνης, το τράνταγμα της γης το νιώθουν, αλλά τουλάχιστον δεν υπάρχει η αγωνία μήπως πέσει κάτι στο κεφάλι τους.
«Σκεφτήκαμε πιο ψύχραιμα, εάν καβαλήσουν όλοι το καράβι, ποιος θα μείνει στο νησί; Δεν θα ήταν ωραίο να έφευγα πρώτος, θα έδινα κακό παράδειγμα στους μαθητές μου», λέει ο κ. Τσατσανίδης, εκπαιδευτής καταδύσεων και πρώτων βοηθειών. «Κάποιοι κατηγορούν εμάς που μείναμε πίσω, ότι δεν υπολογίσαμε τον κίνδυνο. Αλλοι κατηγορούν όσους έφυγαν ότι δείλιασαν, αντί να κρατήσουμε μια ωραία ισορροπία και να δεχτούμε ότι καθένας διαχειρίζεται τον φόβο του αλλιώς».

Στο τροχόσπιτο δεν παίζουν ειδήσεις στην τηλεόραση. «Υπάρχει τρομολαγνεία και θέλουμε να κάνουμε κοσκίνισμα στην πληροφορία», εξηγεί ο κ. Τσατσανίδης. Θα ακούσουν τον τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό ή, όπως επιλέγουν και άλλοι νησιώτες, το κανάλι Volcano TV, γιατί ο παρουσιαστής του ζει εκεί και «πρέπει να είναι φερέγγυος με τους ντόπιους». Τα δύο αγόρια της οικογένειας, ο 12χρονος Μιχάλης και ο 8χρονος Κωνσταντίνος, περνούν πλέον τα πρωινά με τηλεκπαίδευση, στο κινητό και στο τάμπλετ. Στην τάξη του μεγαλύτερου, από τους 25 μαθητές έχουν μείνει μόλις οι τρεις στη Σαντορίνη. Ενα παιδί πρόσφατα συνδέθηκε από την Αρτα, άλλο από την Αλβανία.

Ομως και πάλι, παρά τις προφυλάξεις που έχει λάβει η οικογένεια στη Βλυχάδα, όσο το φυσικό φαινόμενο επιμένει, τόσο θα τροφοδοτούνται τα σενάρια για πιθανούς κινδύνους. Η Καίτη Καλαϊδοπούλου κάποιες φορές παρατηρεί από το τροχόσπιτο το Αιγαίο. Μπορεί η παραλία να απέχει εκατοντάδες μέτρα, θέλει όμως να έχει προσχεδιάσει στη σκέψη της κάθε πιθανή δίοδο διαφυγής, μήπως και φουσκώσει απότομα η θάλασσα. «Σκέφτομαι εάν θα προλάβουμε να φύγουμε με το αμάξι ή εάν θα πρέπει να ανεβούμε στον λόφο. Πρέπει να ξέρεις ποιο θα είναι το επόμενο βήμα σου», λέει.
Κάπως έτσι κυλάει ο χρόνος για όσους παρέμειναν στο νησί, με διαστήματα ύφεσης, αλλά και με διαδοχικές δονήσεις. Οι πιο πολλές είναι ανεπαίσθητες και μερικές πιο ισχυρές, που γίνονται άμεσα αντιληπτές και μπορεί –ανάλογα με το μέγεθος– να φουντώσουν σε ορισμένους την ανησυχία. Κάποιοι στρέφουν την κουβέντα σε εκείνους που έφυγαν μαζικά –πάνω από 10.000 άνθρωποι κατ’ εκτίμηση– τονίζοντας ότι οι περισσότεροι δεν κατάγονται από τη Θήρα. «Καθώς δεν έμειναν για να εγκλιματιστούν με το ταρακούνημα, πώς θα νιώσουν έπειτα ασφαλείς όταν επιστρέψουν;», αναρωτιούνται. Ενα, όμως, είναι το βασικό ζήτημα που τους απασχολεί: Πόσο θα διαρκέσει το φαινόμενο, πότε και πώς θα ολοκληρωθεί; Πιο πολύ κι από τους κλυδωνισμούς φαίνεται ότι κουράζει η αβεβαιότητα.
Συντήρηση δυνάμεων
Αρκετοί στη Σαντορίνη συγκρίνουν αυτή την περίοδο με την καραντίνα στην πανδημία της COVID-19. Παρόμοια συσχέτιση κάνει και ο Κώστας Παπαζάχος, καθηγητής Σεισμολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, μιλώντας για «κόπωση κινδύνου». «Το έχουμε ζήσει και στον κορωνοϊό», λέει στην «Κ». «Είμαστε ήδη στις δύο εβδομάδες και ο κόσμος κουράζεται. Πρέπει να γίνει συντήρηση δυνάμεων, γιατί η κόπωση έχει και παρενέργειες. Μπορεί κάποιος να μην προσέξει το ίδιο και να αναπτύξει ακόμη και αντιεπιστημονική άποψη, γιατί βλέπει τον επιστήμονα ως τον μεταφορέα της κακής είδησης».
Στο Ακρωτήρι ο γλύπτης και ιδιοκτήτης εστιατορίου Νίκος Κατρής φυλάει πάντα μια αλλαξιά ρούχα στο αυτοκίνητο και τα βράδια λέει ότι κοιμάται με το ένα μάτι ανοιχτό. Στα μηνύματα που του στέλνουν οι πελάτες από το εξωτερικό εξηγεί ότι όλη η οικογένειά του έχει παραμείνει στο νησί. «Μεγαλώσαμε στο ηφαίστειο δίπλα, είναι γραμμένο στο υποσυνείδητό μας. Μας βγαίνει το ένστικτο», επισημαίνει. Οταν ήταν μικρά τα παιδιά του, μάθαιναν στο σχολείο για τους σεισμούς και τα ηφαίστεια και κάθε χρόνο γνώριζαν επιστήμονες από το εξωτερικό που επισκέπτονταν τον τόπο τους. Είναι άλλη η εξοικείωση που έχουν.


Η κόρη του, Βερόνικα, είχε ζήσει τέσσερα χρόνια στην ηφαιστειογενή Ισλανδία, προτού επιστρέψει στο νησί. Συνεχίζει τώρα κανονικά την καθημερινότητά της, με μαθήματα χορού και κεραμικής. Την άνοιξη εργάζεται και σε γάμους και, όπως λέει, μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να έχει ακυρώσει ακόμη κάποιο ζευγάρι από το εξωτερικό. «Προσπαθούμε να συνεχίσουμε, όχι σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Αυτό που μας κουράζει όμως περισσότερο είναι η υπερβολή», παρατηρεί. «Εχουμε εμπιστοσύνη στους επιστήμονες», συμπληρώνει ο πατέρας της, τονίζοντας ότι το πρόβλημα είναι ο τρόπος της δημοσιογραφικής κάλυψης.
Η Εύη Νομικού, καθηγήτρια στο Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών, με δηλώσεις της στις κάμερες παρακάλεσε για πιο προσεκτικές μεταδόσεις. Κατολισθήσεις παλαιότερων ετών είχαν προβληθεί ως πρόσφατες, τα άδεια αυτή την εποχή σοκάκια με τα σφραγισμένα μαγαζιά λειτούργησαν τηλεοπτικά ως σκηνικό αιφνίδιας ερήμωσης. Η κ. Νομικού είναι Σαντορινιά και αφουγκράζεται καλά τις αγωνίες των ντόπιων. Ως επιστημονικά υπεύθυνη του ερευνητικού προγράμματος «Santory», συλλέγει χρονοσειρές δεδομένων για την παρακολούθηση του υποθαλάσσιου ηφαιστείου Κολούμπο.
«Ακόμη κι αν εκλογικεύεις τις καταστάσεις, την ώρα της δόνησης δεν νιώθεις καλά, υπάρχουν δεύτερες σκέψεις. Εμείς πάντως ακούμε προσεκτικά τους επιστήμονες που βρίσκονται στο πεδίο», λέει η Σοφία Κίτσου, δικηγόρος και τέως αντιδήμαρχος.
Οπως λέει η κ. Νομικού στην «Κ», κάποιοι κάτοικοι πάθαιναν κρίσεις πανικού και δεν μπορούσαν να διαχειριστούν τις συνεχόμενες δονήσεις. «Υπάρχει ψυχική κόπωση», τονίζει. Μια παράμετρος που ενδεχομένως την εντείνει «είναι η διάχυση θεωριών και απόψεων χωρίς προσοχή στη διατύπωση». «Οι κάτοικοι δεν είναι γεωλόγοι, σεισμολόγοι, ηφαιστειολόγοι. Είναι αδύνατο να κατανοήσουν αυτές τις δύσκολες έννοιες», λέει. «Σημασία έχει πώς φιλτράρεται η επιστημονική γνώση για να κατανοήσει ο κόσμος εάν είναι σε κίνδυνο ή όχι».
Η Σοφία Κίτσου, δικηγόρος και τέως αντιδήμαρχος Θήρας, μετράει τέσσερις δεκαετίες στο νησί. «Ακόμη κι αν εκλογικεύεις τις καταστάσεις, την ώρα της δόνησης δεν νιώθεις καλά, υπάρχουν δεύτερες σκέψεις. Εμείς πάντως ακούμε προσεκτικά τους επιστήμονες που βρίσκονται στο πεδίο», λέει. Κάθε μέρα οι κάτοικοι προσπαθούν να ξορκίσουν την ανησυχία. «Εχουμε γίνει όλοι σεισμογράφοι. Στοιχηματίζουμε για τα μεγέθη και συνήθως πέφτουμε μέσα. Πρέπει να οπλιστούμε με υπομονή, μέχρι να τελειώσει», επισημαίνει η κ. Κίτσου.
Φόβοι για τη σεζόν
Ηδη, πάντως, το βλέμμα πολλών είναι στραμμένο στον τουρισμό. Αλλωστε εκτιμάται ότι το νησί συνεισφέρει περίπου 2,5% στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της Ελλάδας. Παράγοντες του κλάδου που μίλησαν στην «Κ» εξηγούν ότι ακόμη είναι νωρίς για ασφαλείς προβλέψεις. Αναφέρονται σε «πάγωμα» και μια πρώτη πτώση στη ροή των κρατήσεων σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι, ενώ εκτιμούν ότι το πραγματικό μέγεθος των ακυρώσεων θα φανεί αργότερα. «Ο πελάτης πληρώνει το αντίτιμο 21 ημέρες πριν από την άφιξη, μέχρι τότε μπορεί να ακυρώσει χωρίς χρέωση. Επειδή δεν έχει ξεκινήσει ακόμη η σεζόν, μπορεί να φανούν αλλαγές ανά πάσα στιγμή προς τα τέλη Φεβρουαρίου ή Μαρτίου», παρατηρεί ο ξενοδόχος Παναγιώτης Καβαλλάρης.
«Οι κάτοικοι δεν είναι γεωλόγοι, σεισμολόγοι, ηφαιστειολόγοι. Σημασία έχει πώς φιλτράρεται η επιστημονική γνώση για να κατανοήσει ο κόσμος εάν είναι σε κίνδυνο ή όχι», τονίζει η καθηγήτρια Εύη Νομικού.
Αυτή την περίοδο στο καρνάγιο της Βλυχάδας ξαποσταίνουν τα τουριστικά πλοιάρια της Ενωσης Λεμβούχων και προετοιμάζονται για να υποδεχτούν τους επόμενους μήνες τα πρώτα κρουαζιερόπλοια. Πρόσφατα ένα εξ αυτών τελικά ελλιμενίστηκε στη Σούδα της Κρήτης. Ο πρόεδρος της Ενωσης Λεμβούχων, Νικόλαος Κανακάρης, εξηγεί ότι ακόμη και αν ακυρωθούν οι προσεγγίσεις του Μαρτίου, το οικονομικό πλήγμα δεν θα είναι μεγάλο. Ωστόσο, τους απασχολεί το τι θα συμβεί από τον Απρίλιο, όταν κανονικά αναμένονται περισσότερες αφίξεις. «Ολοι σκέφτονται τι θα αφήσει πίσω του, ζούμε από τον τουρισμό», λέει.
Ο Δημήτρης Τρυφωνόπουλος, ιδιοκτήτης πεντάστερου ξενοδοχειακού συγκροτήματος, αναφέρεται και στην επόμενη ημέρα, στην ανάγκη όταν πλέον κοπάσει το φαινόμενο να οργανωθεί μια καμπάνια από τους αρμόδιους φορείς για την αποκατάσταση της εικόνας του νησιού. Παράλληλα τονίζει ότι πρέπει να γίνει και μια νέα προσπάθεια για προσέλκυση προσωπικού, καθώς μπορεί κάποιος κόσμος να φοβηθεί και να μην επιστρέψει.
«Είμαι 33 χρόνια στο νησί και το τωρινό φαινόμενο δεν έχει σχέση με ό,τι είχαμε ζήσει το 2011. Δεν είχε τότε τόσο συχνές δονήσεις», λέει η Βάσω Μαργιώλη, πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων Επισιτισμού – Τουρισμού της Θήρας. Η ίδια και η κόρη της δουλεύουν σε ξενοδοχείο, ο γιος της σε οινοποιείο. Επισημαίνει ότι πρέπει να επεκταθεί το ταμείο ανεργίας σε όσους μένουν αυτή τη στιγμή εκτός εργασίας και δεν αποκλείει το ενδεχόμενο κάποιοι εποχικοί εργαζόμενοι που έφυγαν να αναζητήσουν αλλού μεροκάματα, όπως στην Κρήτη.

Στο Ακρωτήρι ο ξενοδόχος Μαθιός Αρβανίτης ανέβαλε το άνοιγμα για φέτος. Ακύρωσε ο ίδιος τρεις κρατήσεις που είχε και αντί για τις 20 Απριλίου θα ξεκινήσει τη σεζόν στις 6 Μαΐου. Είχε προγραμματίσει εργασίες, μερεμέτια και βαψίματα, αλλά το συνεργείο αποδεκατίστηκε όταν αποχώρησαν οι περισσότεροι εργάτες από το νησί. Κάθε τόσο η νέα μαγείρισσα που θα έχει στο εστιατόριο τον καλεί και ρωτάει τι θα γίνει. «Υπάρχει αβεβαιότητα, πώς μπορείς να προγραμματίσεις;», αναρωτιέται.
Πλέον επιτρέπονται οικοδομικές εργασίες στη Σαντορίνη, όπως ανακαινίσεις, εκτός όμως της Καλντέρας όπου ισχύει απαγόρευση. Οι ντόπιοι θίγουν το θέμα της άναρχης δόμησης στην Καλντέρα, εκεί όπου, όπως λένε, με ευθύνη και του κεντρικού κράτους «έχτιζε κάποιος στα απότομα πρανή μέχρι να βρει τα θεμέλια του διπλανού και τοποθετούσε πισίνες». Κορδέλες απαγορεύουν πλέον την πρόσβαση σε κάποια σημεία, οικοδομικά εργαλεία έχουν αφεθεί μετά την αναστολή εργασιών.

Αυτή την περίοδο, καθώς δεν έχουν αρχίσει ακόμη οι καταδύσεις, ο Βασίλης Τσατσανίδης θα εργαζόταν σε ανακαινίσεις σε άλλα σημεία του νησιού. Είχε κλεισμένες δουλειές μέχρι τον Μάιο. Θα περνούσε πλακάκια στα μπάνια δύο ξενοδοχείων και στα σπίτια δύο φίλων. Μετά τη φυγή των περισσότερων εποχικών οικοδόμων, όλα έχουν ανατραπεί. Αυτές τις ημέρες κάποιοι εργάτες επέστρεψαν αφού τακτοποίησαν τις οικογένειές τους, λείπουν όμως ακόμη αρκετά χέρια. «Αν έχεις μάθει στη ζωή σου με ένα χρονοδιάγραμμα, είναι δύσκολο», λέει για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί. «Πάνε όλα πίσω».

Σε πρόσφατες συναντήσεις εκπροσώπων φορέων του νησιού ένα από τα ζητήματα που συζητήθηκε είναι πώς θα εμπεδωθεί και το αίσθημα ασφάλειας στις πύλες της Σαντορίνης, ότι πρέπει να γίνουν έργα θωράκισης από κατολισθητικό κίνδυνο και να ελεγχθούν τα πλέγματα στο λιμάνι του Αθηνιού. «Ετσι θα κερδηθεί η εμπιστοσύνη», τονίζει ο Μηνάς Αλεφραγκής, πρόεδρος κοινότητας Ακρωτηρίου. Η κ. Κίτσου επισημαίνει ότι πρέπει να υπάρξει μέριμνα και για την επόμενη ημέρα, πλήρης στελέχωση του νοσοκομείου και διαρκής στήριξη στους επιστήμονες, ακόμη κι όταν θα στραφούν αλλού τα φώτα της δημοσιότητας.

Το βίωμα
Μέχρι τότε οι ντόπιοι θα πορεύονται έχοντας και τα βιώματά τους ως οδηγό. Πρόσφατα ο ψαράς Βαγγέλης Χάλαρης φίλεψε 22 άτομα στην ταβέρνα του στον Μονόλιθο. Προτού ακόμη καθίσουν στα τραπέζια, είπε να παρκάρουν τα αυτοκίνητα στραμμένα ανάποδα για να διαφύγουν άμεσα σε περίπτωση κινδύνου.

Στα τέλη του περασμένου μήνα ο ίδιος είχε παρατηρήσει ότι το θαλάσσιο ρεύμα τραβούσε το παραγάδι του μακριά, προς τον Κολούμπο. «Είχε λυσσάξει», λέει. Θυμήθηκε τότε τα λόγια του πατέρα του: «Οταν έβλεπε κάτι αντίστοιχο στη θάλασσα,έλεγε στη μητέρα μου “πρόσεχε το βράδυ τα παιδιά για τον σεισμό”».

Στο νησί, η ζωή συνεχίζεται. Κάθε πρωί ο Γιώργης Ποθητός περιποιείται τα μουλάρια του. Γεννήθηκε το 1956, τη χρονιά του μεγάλου σεισμού με τα δεκάδες θύματα στη Σαντορίνη. Τώρα, όμως, ο ίδιος σκέφτεται περισσότερο μη διψάσει το χωράφι του. Η λειψυδρία μοιάζει να είναι η μόνη του έγνοια, όχι το ταρακούνημα της γης. «Αμα δεν βρέχει, να φοβάσαι», λέει.

