Γιάννης Τσεκούρας: Ο σύντροφος που έγινε «αρχιτρομοκράτης»

Γιάννης Τσεκούρας: Ο σύντροφος που έγινε «αρχιτρομοκράτης»

Η περιπέτεια του ιδρυτικού στελέχους του ΠΑΣΟΚ Γιάννη Τσεκούρα όταν «φωτογραφήθηκε» ως αρχηγός της «17Ν»

15' 47" χρόνος ανάγνωσης

Η 8η Απριλίου 1986 θα μείνει βαθιά χαραγμένη στη ζωή του Γιάννη Τσεκούρα, καθηγητή τότε της Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής Θεσσαλονίκης (σημερινό Πανεπιστήμιο Μακεδονίας).

Ηταν ημέρα Τρίτη και στις 9 το πρωί η τρομοκρατική οργάνωση «17 Νοέμβρη» δολοφόνησε στην Αθήνα τον πρόεδρο της Χαλυβουργικής Δημήτρη Αγγελόπουλο. Η είδηση έσκασε σαν βόμβα προκαλώντας αποτροπιασμό και εκθέτοντας για μια ακόμη φορά την Ελλάδα διεθνώς ως «παράδεισο της τρομοκρατίας».

Προς το απόγευμα η κοινή γνώμη δέχθηκε νέο σοκ: από το Πεκίνο όπου βρισκόταν σε επίσημη επίσκεψη, ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου δήλωσε σε έκτακτη συνέντευξη Τύπου ότι ο «εγκέφαλος» της οργάνωσης ήταν πανεπιστημιακός.

Την επομένη, φιλική προς τον Ανδρέα εφημερίδα, σε συνέχεια της δήλωσής του, «έδινε» κανονικά, χωρίς να τον κατονομάζει, τον Τσεκούρα, πρώην στενό συνεργάτη του στο ΠΑΚ και το ΠΑΣΟΚ. Οπως ήταν αναμενόμενο, προκλήθηκε σάλος. Ολη η Ελλάδα μάθαινε διά στόματος πρωθυπουργού ότι ο αρχηγός της διαβόητης οργάνωσης ήταν γνωστός και άρα η σύλληψή του (θα) ήταν θέμα ωρών, αν δεν τον είχαν ήδη οι αρχές στα χέρια τους.

Στην ανατολική Θεσσαλονίκη, στον οδό Εθνικής Αντιστάσεως, το μαρτύριο του καθηγητή Τσεκούρα ξεκινούσε. Πόσο γενναίος πρέπει να ήταν κανείς για να επωμισθεί ένα τόσο βαρύ φορτίο και να περιμένει, ανά πάσα στιγμή, η αντιτρομοκρατική και η ΚΥΠ να του χτυπήσουν το κουδούνι και να του ζητήσουν να τους ακολουθήσει «για μια απλή κατάθεση;».

Γιάννης Τσεκούρας: Ο σύντροφος που έγινε «αρχιτρομοκράτης»-1
Ο Γιάννης Τσεκούρας διέγραψε μια λαμπρή πορεία ως πανεπιστημιακός, διετέλεσε δύο φορές πρύτανης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και εξελέγη βουλευτής του ΠΑΣΟΚ επί Σημίτη.

Κοντά σαράντα χρόνια μετά ο υποτιθέμενος κατά Ανδρέα «αρχηγός» της «17Ν» αφηγείται, για πρώτη φορά, την περιπέτειά του που μοιάζει με μυθιστόρημα, σε ένα βιβλίο-ποταμό με τίτλο «Π.Α.Κ. – ΠΑ.ΣΟ.Κ., Βιώματα – Αναμνήσεις – Αποτίμηση, Ματιές στο Αύριο», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γερμανός στη Θεσσαλονίκη.

Πλην της ιστορίας με τη «17Ν», περιγράφει την κοινή διαδρομή του με τον Ανδρέα, από το ΠΑΚ στο οποίο δραστηριοποιούνταν με τα ψευδώνυμα Πύρρος (ο ίδιος) και Αγησίλαος ο Παπανδρέου, αλλά και την επεισοδιακή διαγραφή του από το ΠΑΣΟΚ με την κατηγορία του «τροτσκιστή».

Επικαλούμενος αρχεία του ΠΑΚ που φέρεται να κατέχει ως επικεφαλής κατά τη δικτατορία του παράνομου βραχίονα, αλλά και μεταξύ τους συζητήσεις, αναφέρει μεταξύ άλλων το τι του είπε ο Ανδρέας για τη σχεδιαζόμενη(;) ανατίναξη των γραφείων του συγκροτήματος Λαμπράκη στην Αθήνα, την οργάνωση ένοπλου αγώνα για την ανατροπή της χούντας –επαναστατικές επιτροπές, αρπαγή όπλων από αστυνομικά τμήματα και τμήματα χωροφυλακής– την «επιχείρηση» απελευθέρωσης εξόριστων από τη Γυάρο με κομάντος Παλαιστινίους, τη σχέση του με τη Βάσω Παπανδρέου και τον αντίκτυπο στην οργάνωση, κ.ά.

Παραθέτει πλήθος εγγράφων, επιστολών και μαρτυριών για τη δράση του ΠΑΚ στο εξωτερικό και αφιερώνει πολλές σελίδες στον απηνή διωγμό του μετά τη διαγραφή με αποκορύφωμα την εμπλοκή του στη «17Ν», που έδινε την εντύπωση επιχείρησης ηθικής και επαγγελματικής του εξόντωσης.

«Μια μακρά, πολύ επικίνδυνη περίοδος για την ίδια τη ζωή μου, είχε αρχίσει», γράφει για τα όσα έγιναν εκείνη την ημέρα.

«Οφείλω να ομολογήσω ότι αιφνιδιάστηκα διότι κατά το λεγόμενο “στα καλά καθούμενα”, όντας μια δεκαετία μακράν του ΠΑΣΟΚ και μη έχοντας σχέση με καμία άλλη οργάνωση, αίφνης με εμφανίζουν ως τον “αρχιτρομοκράτη”. Εκτός του αιφνιδιασμού, η σκέψη μου έτρεξε στις πιθανές συνέπειες αυτής της δήλωσης του πρωθυπουργού, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα τον αντίκτυπο στους δικούς μου ανθρώπους, ακόμα και στον επαγγελματικό μου χώρο και στην κοινωνία. Σκέφθηκα τα τραβήγματά μου και την ταλαιπωρία με την Ασφάλεια και την Αντιτρομοκρατική, καθώς και με τη Δικαιοσύνη λόγω του “τυλίγματός μου” σε μια κόλλα χαρτί. Ομως περισσότερο με φόβιζε ο κίνδυνος για την ίδια τη ζωή μου. Και τούτο διότι όταν αρκετές οικογένειες έχασαν προσφιλή τους πρόσωπα από το 45άρι πιστόλι της “17Ν” και ο πρωθυπουργός της χώρας από τη μακρινή Κίνα με δείχνει ως τον εγκέφαλο της οργάνωσης, όπερ έδει δείξε, μπορούσε η μία ή η άλλη οικογένεια ή μέλος αυτών άμεσα ή έμμεσα να με εκδικηθεί.

Μετά τη δημοσίευση του ονόματός μου παρατήρησα ότι οι ένοικοι της οικοδομής στην οποία μένω, διακριτικά με απέφευγαν. Στις γωνίες της οικοδομής έβλεπε ο προσεκτικός ένοικος ή γείτονας άγνωστα στη γειτονιά μας πρόσωπα. Το τηλέφωνο χτυπούσε “χωρίς ανάσα”. Απαντούσε συνήθως η ανεψιά, σπάνια η σύζυγός μου λέγοντας πως δεν βρίσκομαι στο σπίτι και ακόμη σπανιότερα ο ίδιος. Και τούτο γιατί δεν ήθελα ούτε να κάνω πρόχειρες δηλώσεις, ούτε να εμπλακώ σε δημοσιογραφικές ερωτο-αποκρίσεις και μάλιστα χωρίς διακρίσεις μεταξύ καλούντων στο τηλέφωνο, οι οποίοι προέρχονταν τόσο από τα έντυπα, όσο και από ηλεκτρονικά, τηλεόραση, ραδιόφωνο, μέσα. Αρνητική απάντηση έδωσα ο ίδιος και στο BBC.

Γιάννης Τσεκούρας: Ο σύντροφος που έγινε «αρχιτρομοκράτης»-2
Χαμόγελα μέσα στο αεροπλάνο της επιστροφής από το Λονδίνο στις 16/8/1974. Ο Γιάννης Τσεκούρας (με τα γυαλιά), πίσω του αριστερά ο Ανδρέας Παπανδρέου και δίπλα η Αγγέλα Κοκόλα. Δεξιά, με υψωμένη τη γροθιά, η Μαργαρίτα Παπανδρέου.

Ομως ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε ένα τηλεφώνημα που δέχτηκα λίγο πριν τα μεσάνυχτα. Ηταν από τον Λεωνίδα Κύρκο, ο οποίος μου είπε: “Γιάννη, είμαστε μαζί σου. Εχουν δικαίωμα να σε συλλάβουν. Μην προβάλεις αντίσταση. Εμείς θα σε στηρίξουμε με τους καλύτερους δικηγόρους”. Ευτυχώς δεν με συνέλαβαν.

Εκτός από το τηλεφώνημα του Λεωνίδα Κύρκου με επισκέφθηκαν ο συνάδελφός μου καθηγητής Αρης Ιγνατιάδης μαζί με τον, νεαρό τότε, δημοσιογράφο στα “Νέα”, φοιτητή μου και συμπατριώτη –καθότι Ηπειρώτης– Σταύρο Τζίμα, οι οποίοι παρέμειναν επί αρκετές ώρες. Από τον Σταύρο Τζίμα ζήτησα να μη δημοσιοποιήσει τίποτα μέχρις ότου βγει δήλωσή μου, πράγμα που σεβάστηκε. Αλλοι σύντροφοί μου δεν αποτόλμησαν εκείνες τις πρώτες ώρες να μου τηλεφωνήσουν. Δεν ένιωσα εγκαταλειμμένος γιατί σκέφτηκα ότι αποφεύγουν την επικοινωνία, ώστε να μη θεωρηθούν συνεργοί μου…».

Η συνάντηση στο σπίτι του

Στην τηλεφωνική επικοινωνία μας, νωρίς το βράδυ, ο Γιάννης Τσεκούρας μου ζήτησε να πάω από το σπίτι του. Πήγα αφού ενημέρωσα πρώτα τον διευθυντή μου Λέοντα Καραπαναγιώτη. Εμεινα μαζί του, μαζί με τον Ιγνατιάδη, έως το χάραμα. Εδειχνε πολύ ταραγμένος. Δεν ήταν μικρό πράγμα να σου φορτώνουν άδικα μια τέτοια κατηγορία. Μας είπε πολλά. Για τα δύο αρχεία του ΠΑΚ, ένα στην Ελλάδα και ένα φυλαγμένο σε συγγενικό του σπίτι στην Ελβετία, την ταραχώδη του σχέση με τον Ανδρέα, ο οποίος του έστελνε διαρκώς την ασφάλεια και την ΚΥΠ πίσω του και προσπάθησε να εμποδίσει την εκλογή του στη θέση του καθηγητή, κ.ά.

Το σημαντικότερο: «φωτογράφισε» το κορυφαίο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ που υποπτευόταν ότι τον «έδωσε» στον Ανδρέα και στον τότε διευθυντή του «Εθνους» Αλέκο Φιλιππόπουλο, καταλογίζοντάς του ταπεινά κίνητρα.

Με δέσμευσε να μη γράψω τίποτα. Φεύγοντας, με το ξημέρωμα, αντίκρισα στο πρώτο φως της ημέρας στις γωνίες γύρω από την οικοδομή περίεργους τύπους ακροβολισμένους παντού. Ενας έκανε ότι ουρούσε, άλλος τον δήθεν περαστικό, ένας τρίτος ότι επιδιόρθωνε το αυτοκίνητο κ.λπ. Η πολυκατοικία ήταν πράγματι υπό πολιορκία. Δεν πέρασε καν από το μυαλό μου ότι θα μπορούσαν να με σύρουν στην ασφάλεια ως ύποπτο, για να με ρωτήσουν τι δουλειά είχα στο σπίτι του «εγκεφάλου» της τρομοκρατικής οργάνωσης.

Στο νέο του βιβλίο περιγράφει μεταξύ άλλων την κοινή διαδρομή του με τον Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και την επεισοδιακή διαγραφή του από το ΠΑΣΟΚ με την κατηγορία του «τροτσκιστή».

Ενημέρωσα, όπως είχαμε συνεννοηθεί, τον Καραπαναγιώτη για όλα και η απάντησή του ήταν ότι θα πρέπει να τηρήσουμε τη δέσμευσή μας.

Ούτε όμως και τώρα μπορώ να αναφέρω το όνομα του στελέχους, φίλου και συνοδοιπόρου στα δύσκολα χρόνια της χούντας, του Τσεκούρα, καθότι δεν έχω την άδειά του.

Τέσσερις μέρες μετά τη νύχτα αγωνίας, ο «αρχηγός» αντέδρασε με μια πρώτη δήλωση στην οποία εξέφραζε την έκπληξή του και αναρωτιόταν «αν η επίθεση αυτή που σε τελική ανάλυση είναι επίθεση στη διανόηση, στοχεύει στον περιορισμό της ελεύθερης και κριτικής φωνής και στη φίμωση του αυτόνομου λόγου…».

Γιάννης Τσεκούρας: Ο σύντροφος που έγινε «αρχιτρομοκράτης»-3
Ο Ανδρέας Παπανδρέου σε μία από τις συναντήσεις στο Καστρί με μέλη του Κινήματος, τις πρώτες μέρες μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα. Πίσω του διακρίνονται ο Γιάννης Τσεκούρας και ο Γιώργος Κατσιφάρας.

Θα ακολουθήσουν και άλλες δημόσιες επιστολές με αποστολέα τον «Πύρρο» και αποδέκτη τον «Αγησίλαο», δίχως όμως απαντήσεις από τον Παπανδρέου.

«Επιστρέφοντας στον κίνδυνο για τη ζωή μου», αφηγείται ο Τσεκούρας, «είτε από εκδίκηση οικογενειών που έχασαν προσφιλή τους πρόσωπα, είτε από “άλλους κύκλους”, π.χ. ξένες μυστικές υπηρεσίες που έχασαν στελέχη-συνεργάτες τους, είτε από φανατικούς “αντιτρομοκράτες”, είτε από ακροδεξιούς, είτε από προβοκάτορες που θα ήθελαν να συνδέσουν τον Ανδρέα με τη βιολογική μου εξόντωση, έπρεπε να γίνω πιο προσεκτικός στις μετακινήσεις μου εν γνώσει βέβαια ότι η ζωή μου δεν ήταν διασφαλισμένη έναντι εκείνων που θα είχαν λάβει την απόφαση να μου την αφαιρέσουν, οι οποίοι κινούνταν στο “απόλυτο σκοτάδι” για να μη διαρρεύσει το παραμικρό που να σχετίζεται με τον στόχο και τα επιχειρησιακά τους σχέδια…».

«…Αποφεύγοντας να αναφερθώ στο πώς κινούμουν από το σπίτι προς το πανεπιστήμιο και αντίστροφα τις πρώτες μέρες μετά τη δημοσίευση του ονόματός μου, αρκούμαι στη μνεία μιας ιδιαίτερης πρακτικής συμπαράστασης από τον συμπατριώτη μου (Αρτινός αυτός, Πρεβεζάνος εγώ) διευθυντή της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, Κωνσταντίνο Οικονόμου, ο οποίος μαζί με τον (Γιαννιώτη) Νίκο Γκεσούλη, γνωστό μου από το ΠΑΣΟΚ (σ.σ. μετέπειτα υφυπουργό του Σημίτη) με επισκέφθηκε στο σπίτι μου ένα από τα πρώτα βράδια. Ο Κων. Οικονόμου με μετέφερε ορισμένες φορές με συμβατικό αυτοκίνητο στο πανεπιστήμιο.

Εκτίμησα ιδιαίτερα τη βοήθειά του ως γνήσια και αυθόρμητη συμπατριωτική πρωτοβουλία και δεν διανοήθηκα να τον ρωτήσω αν επρόκειτο για άνωθεν απόφαση που απέβλεπε και στο να μου προσφέρει προστασία από ενδεχόμενη δολοφονική ενέργεια η οποία θα έβλαπτε το ΠΑΣΟΚ και τον ίδιο τον Ανδρέα ή και να “σπουδάσει” εκ του σύνεγγυς τη συμπεριφορά μου και τις σκέψεις-κουβέντες μου εκείνες τις μέρες. Μιλώντας πρόσφατα μαζί τους μου είπαν, μάλλον χαριτολογώντας, πως βγαίνοντας από το σπίτι μου μετά τη βραδινή επίσκεψή τους είπε ο ένας στον άλλον: «σκέψου να μας αναγνωρίσουν και να μας συνδέσουν με τον “εγκέφαλο” της “17Ν”».

Το «σίριαλ» είχε πολλά επεισόδια

Μετά την καταιγίδα των πρώτων ημερών, ο Γιάννης Τσεκούρας άρχισε να ερευνά τα αίτια και τους ανθρώπους που οργάνωσαν αυτή την εις βάρος του «δολοφονία χαρακτήρα».

Παραθέτει στο βιβλίο πολλά στοιχεία, από δημοσιεύματα της εποχής, συζητήσεις με συντρόφους του. Οπως σημειώνει, «το σίριαλ “17Ν” – Τσεκούρας, είχε και άλλα επεισόδια», ακόμα και όταν ο ίδιος ήταν βουλευτής του ΠΑΣΟΚ επί Σημίτη (2000-2004).

«Οταν κάποια μέρα επισκέφθηκα τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη στο γραφείο του ως υπουργό Δημόσιας Τάξης για θέματα του νομού Πρέβεζας άκουσα να μου λέει, μάλλον μεταξύ σοβαρού και αστείου: “Γιάννη, θα ήθελα μια μέρα να περπατήσουμε στο δάσος και να μιλήσουμε για τη 17Ν”, εννοείται πριν από την εξάρθρωσή της. Του απάντησα και εγώ, επίσης μεταξύ σοβαρού και αστείου, “αυτό μπορούμε να το κάνουμε όταν δεν θα είσαι υπουργός Δημόσιας Τάξης”».

Σε μια άλλη περίπτωση αναφέρεται στην επίσκεψη στο βουλευτικό του γραφείο του, του διοικητή της ΕΥΠ Παύλου Αποστολίδη. «Ηθελε να συζητήσει μαζί μου, περισσότερο να ακούσει απόψεις και σκέψεις μου για την τρομοκρατία – “17Ν”. Η συζήτηση έγινε σε ευγενικό κλίμα χωρίς να αποφέρει κάτι αξιοποιήσιμο για το θέμα.

Πρέπει να πω πως επειδή θεωρούσα ότι το πρόσωπό μου είχε βγει πλέον από το κάδρο της Ασφάλειας και της Αντιτρομοκρατικής μου κακοφάνηκε να έρχεται στο γραφείο μου ο διοικητής της ΕΥΠ επί κυβερνήσεως Σημίτη, τον οποίο είχα διαδεχθεί στον ΣΠΙΘΑ και συνεργαστήκαμε στενά στο εξωτερικό. Αραγε να πίστευε και αυτός ό,τι και ο Ανδρέας;

Γι’ αυτό σε μια συνάντησή μας στην αίθουσα του κοινοβουλίου τον ρώτησα: “Κώστα, γιατί μου έστειλες τον διοικητή της ΕΥΠ;”. Η απάντησή του ήταν: “Γιάννη, η Υπηρεσία Πληροφοριών έχει αρχίσει έναν κύκλο επαφών και συζητήσεων με διάφορα άτομα προκειμένου να συλλέξει πληροφορίες χρήσιμες για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας”. Δεν θέλησα να δώσω συνέχεια διότι μια περαιτέρω συζήτηση θα ήταν και για τους δυο μας δυσάρεστη και δεν θα οδηγούσε πουθενά…».

Κλείνοντας στο βιβλίο το «κεφάλαιο 17Ν», ο ομότιμος σήμερα καθηγητής πανεπιστημίου, ο «Πύρρος» του ΠΑΚ στη δικτατορία, απευθύνεται σε συναισθηματικό τόνο, ρητορικά, στον εκλιπόντα από το 1996, «Αγησίλαο»:

«Ανδρέα νομίζω πως πρέπει να σου κάνω τη σκληρή ερώτηση: γιατί αυτό το τυφλό αίσθημα εχθρότητας εναντίον μου; Πού και πότε σε έκαμα τόσο μεγάλο κακό ώστε να αξίζω τη μνησικακία σου; Πάντως, Ανδρέα, μ’ εκείνη τη δήλωσή σου με έβαλες ίσως στην πρώτη γραμμή συνεχούς παρακολούθησης των κινήσεών μου, των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων από τις μυστικές υπηρεσίες, εγχώριες και διεθνείς.

Δεν πρόκειται περί δικών μου υποψιών ή και εκτιμήσεων, αλλά και πληροφοριών που μου έδωσε ο στενός σου συνεργάτης Κώστας Τσίμας, τον οποίο είχες ορίσει διοικητή της ΕΥΠ. Ο “Μάρκος” (σ.σ. ψευδώνυμο του Τσίμα στο ΠΑΚ) ήρθε στη Θεσσαλονίκη ως διευθυντής της ΕΥΠ, συναντηθήκαμε, κατόπιν επιθυμίας του μυστικά, κουβεντιάσαμε διάφορα θέματα και σε ό,τι αφορά την παρακολούθησή μου, μου ορκίστηκε στις κόρες του ότι δεν με παρακολουθεί ο ίδιος και ούτε θα επέτρεπε να με παρακολουθούν υφιστάμενοί του, αλλά η Ασφάλεια, ξένες μυστικές υπηρεσίες, ενδεχομένως ιδιωτικοί ντετέκτιβ, χωρίς να αποκλείει μέλη της ΕΥΠ, διότι δυστυχώς η ΕΥΠ δεν είναι στεγανή απέναντι σε μυστικές υπηρεσίες ξένων χωρών».

«…Ανδρέα λυπήθηκα πολύ για σένα, για εμάς, όταν έβλεπα στην τηλεόραση τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, “τον μεγαλύτερο φαύλο πολιτικό στην Ελλάδα” όπως μου τον είχες χαρακτηρίσει σ’ ένα ταξίδι μας στην Τοσκάνη της Ιταλίας το 1973, κατά τη συζήτηση στη Βουλή για την τρομοκρατία να σε “βομβαρδίζει” με την επαναλαμβανόμενη αναφορά του ότι εσύ έδειξες ως εγκέφαλο της “17Ν” τον φίλο σου καθηγητή Γιάννη Τσεκούρα και εσύ, αδύναμος κάπως από την ταλαιπωρία της υγείας σου να απαντάς, πως δεν κατονόμασες τον καθηγητή, κρίμα Ανδρέα για την κατάντια μας…».

«…Ανδρέα ο μικρός σου γιος, Αντρίκος, με πληροφόρησε πως του είπες ότι “αδίκησα τον Γιάννη…”. Δεν ξέρω αν αυτά τα λόγια ήταν κάτι σαν μετάνοια ή σαν εξομολόγηση προς τον γιο σου τον οποίο βοήθησα σύμφωνα με τα ακαδημαϊκά κριτήρια, να εκλεγεί μέλος ΔΕΠ στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας».

Η απόβαση στη Γυάρο και οι Παλαιστίνιοι

«…Την επομένη της καταστολής της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, στο ξενοδοχείο Im Park (στη Φρανκφούρτη) είχαμε συνάντηση με τον Ανδρέα. Κατά την παραμονή μας στο ξενοδοχείο, έρχονταν πληροφορίες για τα τεκταινόμενα στους δρόμους της Αθήνας. Μία από αυτές ενημέρωνε ότι εκείνη τη στιγμή υπήρχαν στους δρόμους της Αθήνας τουλάχιστον 500.000 άνθρωποι και ότι μπορούσαν να στρέψουν το πλήθος κατά των εφημερίδων του συγκροτήματος Λαμπράκη (“Νέα”, “Βήμα”) και να το πυρπολήσουν. Ζητήθηκε η γνώμη του Ανδρέα. “Κάψτε το…” απάντησε. Η αποφασιστικότητά του οφειλόταν σίγουρα και στο επαναστατικό πνεύμα που έδειχνε το πλήθος του λαού, πνεύμα το οποίο μεταφέρθηκε στον Ανδρέα αλλά και στο γεγονός ότι στα Ιουλιανά γεγονότα κατά την προσπάθεια των αποστατών να σχηματίσουν κυβέρνηση, το “συγκρότημα”, ο ίδιος ο Λαμπράκης στήριζε τον Στεφανόπουλο, αργότερα τον Γεώργιο Παπανδρέου αλλά συγκρατημένα και τον Ανδρέα…».

Δύο μήνες μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, στις 13 Ιανουαρίου 1974, ο «Αγησίλαος» στέλνει επιστολή προς το Πολιτικό Γραφείο του ΠΑΚ, που ο Τσεκούρας έχει συμπεριλάβει στο βιβλίο. Σε αυτή φαίνεται ότι ο Ανδρέας είχε την εκτίμηση πως η χώρα είχε εισέλθει σε προεπαναστατική ατμόσφαιρα. Στην επιστολή, αφού εκτιμάει ότι «η λαϊκή επανάσταση που ξεκίνησε στις 16 Νοεμβρίου στην Ελλάδα παραλίγο να πετύχαινε τους στόχους της», επισημαίνει ότι «έχουμε την ευθύνη να αντιμετωπίσουμε από τώρα με σοβαρότητα το θέμα της εξουσίας σε μια μεταβατική περίοδο». Οπως αναφέρει: «Προϋπόθεση για να περάσει στη μεταβατική περίοδο η εξουσία στον λαό είναι: (α) η ύπαρξη επαναστατικών επιτροπών σε κάθε χωριό και συνοικία πόλης της Ελλάδας και (β) ο οπλισμός των επιτροπών και του λαού που μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με την κατάληψη αστυνομικών τμημάτων ή σταθμών χωροφυλακής».

Το σχέδιο που έμεινε ανεκπλήρωτο

Στις 22 Ιανουαρίου του 1974, ο «Αγησίλαος» παρέδωσε στον «Πύρρο» επιστολή γραμμένη από τον «Βάσο» (ψευδώνυμο Αγγέλας Κοκόλα), στην οποία υπήρχαν στοιχεία αναλυτικής χαρτογράφησης του στρατοπέδου πολιτικών εξόριστων στη Γυάρο. Το ΠΑΚ σχεδίαζε καταδρομική διά θαλάσσης επιχείρηση απελευθέρωσης κρατουμένων. «Το όλον λεπτομερειακό επιχειρησιακό σχέδιο ήταν υπόθεση της ομάδας των κομάντος για την οποία η σκέψη μας πήγε στους Παλαιστινίους με τους οποίους ο Μάρκος (Τσίμας) διατηρούσε επαφές. Τον Μάρκο θα τον ενημέρωνε διά ζώσης ο Ανδρέας. Τελικά οι σκέψεις-σχέδιο έμειναν στα χαρτιά διότι δεν μπορέσαμε να διασφαλίσουμε τις προϋποθέσεις ανάληψης και υλοποίησης αυτού του δύσκολου και επικίνδυνου εγχειρήματος. Ετσι και αυτό το σχέδιο έμεινε ανεκπλήρωτο, ως “ένας ακόμα ευσεβής αντιστασιακός πόθος”, σχέδιο που μετά από 48 χρόνια δημοσιοποιώ…».

Η σχέση με τη Βάσω

Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1974, ο Γιάννης Τσεκούρας επέστρεψε στην Ελλάδα από την Ελβετία.

«…Δεν πέρασε πολύς χρόνος και δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από τον Τσοχατζόπουλο, ο οποίος μου γνωστοποίησε ότι ο Ανδρέας είχε σχέση με τη Βάσω (Παπανδρέου). Η σχέση αυτή είχε αρχίσει να γίνεται γνωστή εκτός του στενού κύκλου του Ανδρέα και υπήρχε κίνδυνος να βλάψει το Κίνημα και μου ζητά (ο Τσοχατζόπουλος) να μιλήσω του Ανδρέα. Για μια ακόμη φορά έπρεπε να διεκπεραιώσω μια λεπτή και όχι εύκολη αποστολή. Χωρίς να χάσω χρόνο τηλεφώνησα στον Ανδρέα αναφέροντάς του το θέμα της σχέσης του και το ενδεχόμενο αρνητικού αντίκτυπου-ζημιάς στο Κίνημα, καθότι η ελληνική κοινωνία διέφερε πολύ από αυτές των σκανδιναβικών χωρών, η αξία της οικογένειας είναι πατροπαράδοτη.

Ο Ανδρέας αντί απάντησης με ρώτησε: “Ποιος σου το είπε;”. Και η απάντησή μου ήταν “αυτό είναι το πρόβλημά σου; Κοίταξε να μην προκληθεί ζημιά στο Κίνημα”. Μετά από λίγες μέρες δέχομαι τηλεφώνημα από τον Ανδρέα, που με πληροφορεί ότι το Κίνημα δεν πάει καλά και μου ζητάει να αφήσω τη δουλειά μου στην Ελβετία και να γυρίσω στην Ελλάδα».

Γιάννης Τσεκούρας: Ο σύντροφος που έγινε «αρχιτρομοκράτης»-4
Το βιβλίο του πανεπιστημιακού Γιάννη Τσεκούρα κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Γερμανός.

Ο Ανδρέας φαίνεται ότι εμπιστευόταν τον Γιάννη Τσεκούρα, μέχρι να τον διαγράψει το 1976, ακόμη και στα προσωπικά του θέματα. Σε κάποια άλλη συνάντησή τους, «…ο Ανδρέας χωρίς ιδιαίτερη εισαγωγή ή περιστροφές μού είπε: Γνωρίζεις πλέον ότι έχω σχέση με τη Βάσω. Η Βάσω είναι έξυπνη, έχει άποψη και την εκφράζει και προπαντός είναι νέα και μου δίνει ζωή. Αποφάσισα να την παντρευτώ. Αντιμετωπίζω όμως πρόβλημα με τη Μαργαρίτα και το διαζύγιο. Εχω αναθέσει σε δυο δικηγόρους να χειριστούν το θέμα κατά τρόπο που να μην υπάρξουν σοβαρές πολιτικές επιπτώσεις. Για την ιστορία, σημειώνω ότι από τον Φεβρουάριο του 1975 που ήθελε να πάρει διαζύγιο, το πήρε στις 8 Ιουνίου του 1989». Αργότερα, σε μια «μυστική γκαρσονιέρα» στον Αγιο Αρτέμιο όπου έμενε, ο Γιάννης Τσεκούρας, εργένης γαρ, τότε, δέχτηκε κάποια μέρα στις 5.30 το πρωί ένα τηλεφώνημα από τον Ανδρέα. «Μου ζητάει να πάω αμέσως στο Ψυχικό. Με ταξί έφτασα πολύ γρήγορα, καθότι ο δρόμος εκείνη την ώρα είχε πολύ μικρή κίνηση. Μου ανοίγει την πόρτα και έχοντας κατακόκκινα μάγουλα αρχίζει να βαδίζει αρκετά νευρικά στο σαλόνι και μου γνωστοποιεί ότι χώρισε με τη Βάσω χωρίς να μου εξηγήσει τους λόγους. Υστερα από μισή ώρα μαζί του, τον άφησε και επισκέφθηκε τη Βάσω στο σπίτι της».

Με την πτώση της δικτατορίας και την έλευσή του στην Ελλάδα, ο Ανδρέας στη βίλα Γαλήνη στο Ψυχικό έβλεπε κόσμο και σε κάποιες συναντήσεις βουλευτές της Ενωσης Κέντρου. «Ο Ανδρέας τους άκουγε. Του έλεγαν πως πρέπει να τραβήξει μπροστά αλλά μέσα στο πλαίσιο της Ενωσης Κέντρου. Δεν προσέβαλε κανέναν, αλλά κάποια στιγμή που μείναμε οι δυο μας μου είπε: “Οσο τους ακούω τόσο τους σιχαίνομαι”».

Οι μεθοδεύσεις

Ο Γιάννης Τσεκούρας περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τις παρασκηνιακές κινήσεις και μεθοδεύσεις του Ανδρέα για να εμποδίσει την εκλογή του στο πόστο του καθηγητή της Ανωτάτης Βιομηχανικής Θεσσαλονίκης, οι οποίες αποδείχθηκαν ανεπιτυχείς.

Διέγραψε μια λαμπρή πορεία ως διδάσκαλος και, επιστήμονας, εξελέγη από τους συναδέλφους του και τους φοιτητές δύο φορές πρύτανης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, διετέλεσε πρόεδρος στο Ιδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, εξελέγη βουλευτής του ΠΑΣΟΚ επί Σημίτη. Σήμερα απέχει από τον πολιτικό δημόσιο βίο και είναι ομότιμος καθηγητής.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT