Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους της αναβίωσης της ορθόδοξης χριστιανικής μαρτυρίας (ιεραποστολής) στα έθνη. Διακόνησε ιεραποστολικά στην Αφρική, έδωσε ιδιαίτερη ώθηση στην ποιμαντική των παραδοσιακών χριστιανών, μερίμνησε για τη διορθόδοξη ενότητα και εργάστηκε για την ανασυγκρότηση της Εκκλησίας της Αλβανίας. Όλη του η ζωή αποτελεί μια ζωντανή μαρτυρία της εν Χριστώ ζωής.
Χριστιανική μαρτυρία και θρησκειολογική μελέτη
Η χριστιανική μαρτυρία στον κόσμο προϋποθέτει την άριστη γνώση των άλλων πολιτισμών, και ειδικά των ιδιαίτερων θρησκευτικών παραδόσεων, και έχει διαπολιτισμικό χαρακτήρα.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος μελέτησε επιστημονικά τις μεγάλες και ζωντανές θρησκείες του κόσμου. Οι απαρχές της «επιτόπου» θρησκειολογικής του έρευνας απαντώνται το καλοκαίρι του 1967, όταν μετέβη στην Ουγκάντα με σκοπό τη μελέτη της αφρικανικής πνευματοληψίας. Παράλληλα, έχοντας ως βάση το Makerere University College της Καμπάλα, μελέτησε από κοντά την παραδοσιακή φυλή των Μπαντού. Καρπός των παραπάνω θρησκειολογικών μελετημάτων του ήταν η πρώτη του μεγάλη εργασία με τίτλο: «Τα πνεύματα μ’ μπάν’ τούα και τα πλαίσιά των. Θρησκειολογική διερεύνησις πλευρών της αφρικανικής θρησκείας». Τη μελέτη αυτή υπέβαλε ως διδακτορική διατριβή στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποία έγινε ομόφωνα δεκτή με βαθμό «Άριστα». Έτσι, εγκαινίασε μια νέα σειρά θρησκειολογικών μελετημάτων στον ελλαδικό ακαδημαϊκό χώρο, τα οποία βασίζονταν στις επιτόπου έρευνες. Στην ίδια συνάφεια ανήκουν και οι ανάλογου τρόπου και θεματικής έρευνας μελέτες του: «Κύριος της Λαμπρότητας. Ο Θεός παρά το όρος Κένυα φυλών» (1971), «Μορφαί αφρικανικού τελετουργικού. Μύησις και πνευματοληψία ανατολικώς του Ρουενζόρι» (1972), «Ρουχάν’ γκα – Ο δημιουργός. Συμβολή εις την έρευνα των περί Θεού και ανθρώπου αφρικανικών δοξασιών» (1975).
Το 1972 εξελέγη έκτακτος καθηγητής της έδρας Ιστορίας των Θρησκευμάτων του Πανεπιστημίου των Αθηνών (Απρίλιος 1972) και τιτουλάριος Επίσκοπος Ανδρούσης (19/11/1972). Τα επόμενα έτη μελέτησε επιτόπια και βιβλιογραφικά τις Μεγάλες και Ζωντανές θρησκείες και δίδαξε στο Τμήμα Θεολογίας του ΕΚΠΑ το Ισλάμ, τον Βουδισμό, τον Ινδουισμό, τον Ταοϊσμό, τον Κομφουκιανισμό και τα αφρικανικά θρησκεύματα.
Το Ισλάμ στην εργογραφία του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου
Στον ελλαδικό χώρο, πρωτοποριακά δημοσίευσε το 1975 τη μελέτη του για το Ισλάμ, σε μια περίοδο που αυτή η θρησκεία δεν απασχολούσε την κοινωνία. Η εν λόγω μελέτη διακρίνεται για την αντικειμενική εξέταση και την επιστημονική τεκμηρίωση. Συγχρόνως καταρρίπτει παλαιά (αλλά και σημερινά) στερεότυπα και προκαταλήψεις για το Ισλάμ και τους μουσουλμάνους, και αγωνίζεται ενάντια στην ισλαμοφοβία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, προσφέρει τη δυνατότητα μιας νηφάλιας προσέγγισης του ισλαμικού κόσμου.
Στον ελλαδικό χώρο, πρωτοποριακά δημοσίευσε το 1975 τη μελέτη του για το Ισλάμ, σε μια περίοδο που αυτή η θρησκεία δεν απασχολούσε την κοινωνία.
Ειδικά μετά τις 11/9/2001 και το τρομοκρατικό χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους, ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος ασχολήθηκε συστηματικά με την τρομοκρατία και το Ισλάμ. Έτσι, τόνισε ορισμένα χαρακτηριστικά της σύγχρονης τρομοκρατίας: α) την άμεση σχέση με το Ισλάμ, β) τη συνειδητή επιλογή θυσίας των τρομοκρατών, γ) την αξιοποίηση της τεχνολογίας, δ) το θρησκευτικό υπόβαθρο που συνδέεται με οικονομικά και πολιτικά κίνητρα. Συνάμα ανέδειξε ότι ο όρος «τζιχάντ» (jihad) για μια μεγάλη μερίδα μουσουλμάνων δεν σημαίνει «ιερός πόλεμος», αλλά πάλη, και μάλιστα πνευματική πάλη, αντιμετώπιση των πνευματικών παθών. Για άλλους σημαίνει άμυνα ενάντια στην απειλή της ηθικής και σε καμία περίπτωση επιθετικό πόλεμο. Για τους ακραίους και τους ιδιαίτερα φανατισμένους μουσουλμάνους, οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν μια μεγάλη ομάδα πιστών, το τζιχάντ είναι πόλεμος ενάντια στους «άπιστους». Συγχρόνως όμως ανέδειξε ποικίλες θέσεις μουσουλμάνων που καταδικάζουν την τρομοκρατία. Τα επιχειρήματά τους τεκμηριώνονται στο Κοράνιο και αναδεικνύουν τη μετριοπάθεια, την αποδοχή της αξιοπρέπειας κάθε ανθρώπου, και οπωσδήποτε όχι μόνο των μουσουλμάνων, αλλά και των οπαδών των άλλων μονοθεϊστικών θρησκειών. Σε αυτό το πλαίσιο, υπογράμμισε την ιστορική συνύπαρξη των χριστιανών με τους μουσουλμάνους στο πέρασμα των αιώνων, καλλιεργώντας τις προϋποθέσεις για την αρμονική συμβίωσή τους στον αλβανικό, τον ελληνικό, τον βαλκανικό και τον διεθνή χώρο. Με τεκμηρίωση ιστορική, επισήμανε ότι οι ορθόδοξοι συμβίωσαν με τους μουσουλμάνους από την πρώτη στιγμή της εμφάνισης του Ισλάμ. Η συνάντηση με το Ισλάμ έλαβε πολλές φορές τη μορφή της βίαιης σύγκρουσης, αλλά σταδιακά εξελίχθηκε σε σιωπηρή συμβίωση στην καθημερινή ζωή.
Ο διαθρησκειακός διάλογος
Ιδιαίτερη σημασία έχει το ότι ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος ανέδειξε τη σπουδαιότητα του διαθρησκειακού διαλόγου για την καλλιέργεια της ειρηνικής συνύπαρξης των χριστιανών και των μουσουλμάνων, αλλά και των υπόλοιπων θρησκευτικών ετεροτήτων που ζουν στον ίδιο τόπο. Με βάση την ορθόδοξη παράδοση, αρχιτεκτόνησε το πλαίσιο για τον διαθρησκειακό διάλογο, επισημαίνοντας τα κοινά θρησκευτικά στοιχεία, τις κοινές ανθρωπολογικές αναπαραστάσεις και αξίες. Σε ό,τι αφορά τη μέθοδο του διαλόγου, επισήμανε την ανάγκη για εξέταση των κοινών θέσεων, τη διαφωνία με ευγένεια και σαφήνεια, τον σεβασμό και τη νηφαλιότητα, δίχως φανατισμό και προσβολές. Δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι είναι αναγκαίο να επισημαίνεται η απουσία συμφωνίας αλλά και η αμοιβαία εκτίμηση.
Οι θέσεις αυτές του Αρχιεπισκόπου ισχύουν για κάθε μορφής διάλογο των θρησκευτικών ετεροτήτων. Ειδικότερα στο πλούσιο επιστημονικό και θρησκειολογικό του έργο αναφέρθηκε στη σπουδαιότητα της διαθρησκειακής επικοινωνίας των εκπροσώπων και των θεολόγων των θρησκειών, με σκοπό την ανταλλαγή απόψεων και την αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων μέσα από τη θρησκευτική εμπειρία. Μια άλλη μορφή διαθρησκειακού διαλόγου την οποία μελέτησε είναι εκείνη της ζωής ή των κοινοτήτων, η οποία αναφέρεται στους ανθρώπους διαφορετικών θρησκειών που ζουν στον ίδιο τόπο. Τα άτομα διαφορετικών θρησκειών μεταξύ τους αναπτύσσουν σχέσεις, συνεργάζονται, έχουν οικονομικές συναλλαγές, επικοινωνούν και επιδιώκουν να λύσουν από κοινού τα ζητήματα και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Η συμμετοχή των ορθοδόξων στους διαθρησκειακούς διαλόγους είναι για τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο μια άλλη μορφή μαρτυρίας της αγάπης του Τριαδικού Θεού σε όλη την οικουμένη. Σε καμία περίπτωση δεν επιδιώκεται ο συγκρητισμός ή ο προσηλυτισμός, αλλά η καλλιέργεια της ειρήνης, που αποτελεί ευαγγελική επιταγή. Επιπρόσθετα, τα επιχειρήματά του θεμελιώνονται στη διδασκαλία των θρησκειών, στη διακήρυξη για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, τον δημοκρατικό πολιτισμό και τη θρησκευτική εκπαίδευση και παιδεία, που επιδιώκει οι μαθητές/μαθήτριες να γίνουν ενεργοί και υπεύθυνοι πολίτες.
Οικοδομώντας την ειρήνη και την αλληλεγγύη: ο διάλογος των θρησκευτικών ετεροτήτων
Σε αυτό το πλαίσιο τόνιζε ότι η ειρήνη είναι καρπός της δικαιοσύνης. Η θρησκευτική εμπειρία στρέφεται στην καρδιά των κοινωνικών προβλημάτων και επισημαίνει ότι το αντίθετο της ειρήνης δεν είναι ο πόλεμος αλλά ο εγωκεντρισμός: ο προσωπικός, ο κοινοτικός, ο εθνικός, ο φυλετικός, ο θρησκευτικός. Το χριστιανικό βίωμα θεμελιώνεται στην αγάπη και προσφέρει την έμπνευση και το όραμα για την υπέρβαση του εγωκεντρισμού. Ο διαθρησκειακός διάλογος συμβάλλει στην καλλιέργεια της ειρήνης και της αλληλεγγύης, καθώς και στην κοινή πορεία για δικαιοσύνη και αναγνώριση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η αποδοχή και ο διάλογος με κάθε άνθρωπο, με βάση τις ορθόδοξες θεολογικές προϋποθέσεις, φανερώνει βαθύ σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Το σταυροαναστάσιμο ήθος των χριστιανών αποτελεί το γόνιμο έδαφος για να καλλιεργηθούν και να αναπτυχθούν οι ανθρώπινες αξίες και να καρποφορήσουν στον σύγχρονο πλουραλιστικό κόσμο, όπου είναι ευδιάκριτη η πολυθρησκευτική συνύπαρξη.
Βασική προϋπόθεση για τη διεξαγωγή του διαλόγου είναι η ελευθερία και η απόρριψη της βίας και κάθε εξουσιαστικής επιβολής. Η συμμετοχή των ορθοδόξων στους διαθρησκειακούς διαλόγους αποτελεί αναγνώριση και σεβασμό σε κάθε ετερότητα, καθώς και έκφραση έμπρακτης αγάπης. Σε αυτούς τους διαλόγους, οι ορθόδοξοι έχουν τη δυνατότητα με ιεραποστολική ευθύνη να αναδείξουν τις θέσεις και την εμπειρία τους σχετικά με παγκόσμια ζητήματα, όπως η ειρήνη, η δικαιοσύνη, η φτώχεια, η αντιμετώπιση της βίας και της τρομοκρατίας, η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και η ανάδειξη διάφορων ανθρωπιστικών αξιών.
Όπως ο ίδιος ανέφερε πριν από λίγα χρόνια σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Η Καθημερινή: «Κατ’ αρχήν επιβάλλεται να καλλιεργείται συνεχώς απ’ όλους τους θρησκευτικούς φορείς μια ειρηνική θεολογία και ανθρωπολογία, αντλώντας από τον πλούτο των θρησκευτικών αρχών και από τις καλύτερες σελίδες των παραδόσεών μας. Ιδιαίτερα καλούμεθα να στηλιτεύσουμε κάθε μορφή βίας. Υπογραμμίζοντας το χρέος παντός ανθρώπου να σέβεται τη θρησκευτική ελευθερία των συνανθρώπων του. Τις τελευταίες δεκαετίες δεν παύω να τονίζω –με μορφή συνθημάτων– σε διάφορες ευκαιρίες ότι: Η βία εν ονόματι της θρησκείας βιάζει την ουσία της θρησκείας. Και κάθε έγκλημα στο όνομα της θρησκείας είναι έγκλημα κατά της ίδιας της θρησκείας. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το λάδι της θρησκείας για να δυναμώνει τη φωτιά των συγκρούσεων. Η θρησκεία είναι θείο δώρο, δοσμένο για να γαληνεύει τις καρδιές, να θεραπεύει τις πληγές και να φέρνει πλησιέστερα άτομα και λαούς».
«Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το λάδι της θρησκείας για να δυναμώνει τη φωτιά των συγκρούσεων».
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος σε όλη του τη ζωή εργάστηκε για την καλλιέργεια της ειρήνης και της αρμονικής συνύπαρξης των θρησκευτικών ετεροτήτων. Η έμπνευσή του προερχόταν από την εν Χριστώ ζωή και είχε αποκτήσει οικουμενικές διαστάσεις, αγκαλιάζοντας κάθε άνθρωπο. Ιδιαίτερη σημασία έχει ότι ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος αγκάλιασε στην πράξη κάθε άνθρωπο και συνδύασε τη θεωρία με την πράξη, τη θεολογία με το εκκλησιαστικό βίωμα, μη διστάζοντας να διαλεχθεί, να συνεργαστεί και να αγωνιστεί με αυτοθυσιαστικό τρόπο για την ενότητα και την ειρήνη στον κόσμο. Ίσως τελικά αυτό που χαρακτήριζε τη ζωή του να είναι τα λόγια του Ευαγγελίου: «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί» (Μτ. 5:9).
*Ο Δρ Νικόλαος Τσιρέβελος είναι διδακτικό προσωπικό στο Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ.
Βιβλιογραφικές αναφορές
– Ν. Τσιρέβελος, Η ορθόδοξη μαρτυρία κατά τη μεταπολεμική περίοδο. Ο ρόλος των ιεραποστολικών περιοδικών «Πορευθέντες» και «Πάντα τα Έθνη» στη μετάδοση του μηνύματος, Αρμός, Αθήνα 2023.
– Ν. Τσιρέβελος, Θεολογική θεμελίωση της Ορθόδοξης μαρτυρίας. Σπουδή στο έργο του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου, Ostracon Publishing, Θεσσαλονίκη 2015.

