Πώς φαντάζεστε την Αθήνα του 2070;

Τέσσερις γενιές αρχιτεκτόνων μιλούν για το παρόν και το μέλλον της πόλης: Θα επικρατήσει η τάση της εξωστρέφειας και των αναπλάσεων ή εκείνη της στεγαστικής κρίσης και του υπερτουρισμού;

7' 51" χρόνος ανάγνωσης

Αλήθεια, πώς θα αντιδρούσαμε στη σκέψη ότι ένας Αθηναίος του 2070 θα μπορούσε να αισθάνεται νοσταλγία για την Αθήνα του 2025, ανεβάζοντας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενός όχι τόσο μακρινού μέλλοντος μια φωτογραφία με μια πλημμυρισμένη από κόσμο Διονυσίου Αρεοπαγίτου ή από κάποια καλοκαιρινή συναυλία στο Φαληρικό Δέλτα;

Η Αθήνα μοιάζει να βιώνει τη «στιγμή» της, που όμως δεν γίνεται αντιληπτή από κατοίκους και επισκέπτες με τον ίδιο τρόπο. Στη μια όχθη η θετική δημοσιότητα από το εξωτερικό, η άνοδος του τουρισμού και μια σειρά από μεγάλα έργα υποδομής, προϊδεάζουν για μια περίοδο που θυμίζει δεκαετία ’90 με πλήθος αστικών αναπλάσεων μεγάλης κλίμακας σε εξέλιξη. Και την ίδια ακριβώς στιγμή κυριαρχεί στον δημόσιο λόγο για την πόλη ένας διάχυτος πεσιμισμός, βασισμένος κυρίως στην εμπειρία της επιβαρυντικής καθημερινότητας από τους ίδιους τους κατοίκους.

Πώς φαντάζεστε την Αθήνα του 2070;-1
«Η Αθήνα μπορεί να προσβλέπει μόνο σε σοβαρή μείωση του πληθυσμού της τα επόμενα 50-80 χρόνια για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής», λέει ο αρχιτέκτονας Αλέξανδρος Παπαγεωργίου-Βενετάς. [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

Αλλά ποια από τις δύο «Αθήνες» βρίσκεται πιο κοντά στην πραγματικότητα; Για να λύσουμε τον γρίφο απευθυνθήκαμε σε τέσσερις διαφορετικές γενιές αρχιτεκτόνων με ένα ηλικιακό εύρος που εκκινεί στα 23 και φτάνει στο κατώφλι των 92 χρόνων. O Αλέξανδρος Παπαγεωργίου-Βενετάς (γ. 1933) για σχεδόν μισό αιώνα μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στην Αθήνα και στο Μόναχο, πατρίδα της συζύγου του. Αυτός είναι ένας λόγος που του επιτρέπει να έχει ένα πιο αποστασιοποιημένο βλέμμα σε σχέση με όσους τη ζούμε καθημερινά. Το πρώτο που λέει μπορεί να ξαφνιάσει πολλούς: «Μια αρχική παρατήρηση είναι ότι η Αθήνα έχει σήμερα πολύ περισσότερο πράσινο –πάντα σε σύγκριση με το παρελθόν– με την Αθήνα της νεότητάς μου, για παράδειγμα. Το αστικό πράσινο δεν καταπατείται ασύστολα και δεν περιφρονείται όπως παλιότερα. Η πόλη διαθέτει εικαστική ηρεμία, χωρίς τις εξάρσεις των ψηλών κτιρίων ή την πανσπερμία μορφών και χρωμάτων που συναντάει κανείς στα προάστια της Ρώμης ή της Μαδρίτης. Εφυγε το νέφος, λησμονούμε ότι η Αθήνα του 1977 ή του 1984 ήταν ένας αβίωτος τόπος. Εχουμε τους δασωμένους λόφους μας, σημεία κατόπτευσης της πόλης μέσα από την πόλη, που ευτυχώς τους σώσαμε. Ακούω ότι υπάρχει σχέδιο να ανοίξει στους πολίτες και ο λόφος του Αρδηττού, άλλο σπάνιο δώρο, ένας μικρός Λυκαβηττός, όπως συνηθίζω να λέω. Και οι δημόσιοι χώροι παραδόξως αυξάνονται, να μην το ξεχνάμε. Ο μεγάλος περίπατος μας έχει παραδώσει μια ανεπανάληπτη βόλτα με θέα τον Ιερό Βράχο».

1. Αφόρητη πυκνότητα

Κάπου εδώ ο ιστορικός της πολεοδομίας, αλλά και δεινός γνώστης της πρωτεύουσας, έχει ολοκληρώσει το θετικό σκέλος της αθηναϊκής του αποτίμησης. «Οσον αφορά τα “κακά”, που δυστυχώς δεν αλλάζουν καθόλου εύκολα, είναι η αφόρητη πυκνότητα ανθρώπων, κτισμάτων και λαμαρίνας, δηλαδή οχημάτων. Η πυκνότητα των ανθρώπων και το άτσαλο περπάτημα σε πεζοδρόμια της συμφοράς δημιουργεί μια συνθήκη ανασφάλειας και μη απόλαυσης της πόλης. Ολα αυτά, όμως, έχουν παραδόξως και τη γοητευτική πλευρά τους. Και σας το λέω με την επίγνωση της καθημερινότητας σε πόλεις της κεντρικής Ευρώπης. Ο αστικός βίος εκεί είναι πολύ πιο πειθαρχημένος και πολύ πιο στενεμένος κατά μία έννοια. Μπορεί να υπάρχουν άλλες αρετές, μιας ευταξίας και μιας ηρεμίας, αλλά ο ρυθμός της ζωής, πέρα από κάτι γιορτές και ξεσπάσματα, διακρίνεται από μια σχετική μονοτονία. Ετσι θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε και την ξαφνική λατρεία των Ευρωπαίων για την Αθήνα. Ενώ εμείς γκρινιάζουμε για τα πεζοδρόμια και ότι δεν έχει μείνει δρόμος χωρίς φαγάδικο και μπαρ, γι’ αυτούς είναι ζωή και ξεφάντωμα». Οταν τον ρωτάω αν ως πολεοδόμος βλέπει λύσεις για τα πολύ βασικά προβλήματα της πόλης, λέει ότι έχει περισσότερη εμπιστοσύνη στη ζωή παρά στην επιστήμη του. «Η Αθήνα μπορεί μόνο να προσβλέπει σε σημαντική μείωση του πληθυσμού της τα επόμενα 50-80 χρόνια. Μιλάμε για ένα εκατομμύριο λιγότερους κατοίκους. Κι αυτή η μείωση θα προέλθει επειδή, πρώτον, πόλεις της περιφέρειας θα καταστούν ιδιαίτερα ελκυστικές για μόνιμη κατοικία, ιδιαίτερα για ανθρώπους που επιθυμούν έναν πιο ήσυχο τρόπο ζωής, και φυσικά εξαιτίας της εθνικής δημογραφικής καθίζησης για την οποία κανείς δεν επιχαίρει προφανώς, αλλά θα επηρεάσει και τον πληθυσμό των Αθηνών τις επόμενες δεκαετίες».

2. Ο κίνδυνος της εξομοίωσης

Πώς φαντάζεστε την Αθήνα του 2070;-2
«Αν η πόλη δεν καταφέρει να επινοήσει νέες στρατηγικές προσαρμογής στο μέλλον, ενδέχεται τα καλύτερα χρόνια να είναι ήδη πίσω μας», σημειώνει ο αρχιτέκτονας και καθηγητής Πάνος Δραγώνας. [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

Μια γενιά μπροστά, ο αρχιτέκτονας και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών Πάνος Δραγώνας (γ. 1967) παρακολουθεί τη σύγχρονη αθηναϊκή περιπέτεια εκ του σύνεγγυς και ποικιλοτρόπως: σχεδιάζοντας στο αρχιτεκτονικό γραφείο, διδάσκοντας στο αμφιθέατρο και αρθρογραφώντας (και στην «Κ»). Η δική του ματιά στο «σήμερα» και στο «αύριο» της πόλης είναι μια σκάλα λιγότερο αισιόδοξη. «Η Αθήνα», υποστηρίζει, «μετατράπηκε σε ελάχιστο χρόνο από το μεγάλο χωριό της αντιπαροχής σε μητρόπολη του ευρωπαϊκού νότου. Στη γρήγορη μεταμόρφωση οφείλονται αρκετά από τα στοιχεία της ιδιαίτερης γοητείας της, τα οποία εξαργυρώνονται σήμερα. Ομως, με το πέρασμα του χρόνου τα χαρακτηριστικά αυτά αμβλύνονται, καθώς οι πόλεις εξομοιώνονται και οι τοπικές διαφορές χάνονται. Η ζωή στη σημερινή Αθήνα είναι περισσότερο ενδιαφέρουσα από ποτέ, με τις πολιτιστικές της ζυμώσεις, την πολυμορφία και την αυξανόμενη εξωστρέφειά της. Αν όμως η πόλη δεν καταφέρει να επινοήσει νέες στρατηγικές προσαρμογής στο μέλλον, ενδέχεται τα καλύτερα χρόνια να είναι ήδη πίσω μας». Οταν του ζητάω να γίνει πιο συγκεκριμένος, εξηγεί: «Το μέλλον της Αθήνας προδιαγράφεται από τις ροές μετανάστευσης που θα συνεχίσουν να μεταβάλλουν την ανθρωπογεωγραφία και να εντείνουν την κοινωνική πόλωση. Ο τουρισμός θα εξακολουθήσει να αποτελεί την κύρια οικονομική δύναμη, εξαντλώντας κάθε δυνατότητα εκμετάλλευσης. Οι επενδύσεις στο real estate θα συνεχίσουν να δίνουν ανάσες ζωής στην οικονομία, αλλά και να δυσχεραίνουν τις δυνατότητες ανεύρεσης στέγης. Ενώ, πιο σημαντικό απ’ όλα είναι πως η κλιματική αλλαγή θα παραμείνει κύρια απειλή για τη ζωή στον μεσογειακό νότο. Στις συνθήκες αυτές οι αναπλάσεις μοιάζουν με ασπιρίνες οι οποίες αμβλύνουν το πρόβλημα, αλλά ελάχιστα επιδρούν στη συνολική λειτουργία του σώματος της πόλης. Τη δεκαετία του 2000 η δημιουργία του μετρό και του μεγάλου περιπάτου μεταμόρφωσαν την Αθήνα. Δραστικές λύσεις ίσως προκύψουν μακροπρόθεσμα από νέες τεχνολογίες, όπως τα αυτόνομα οχήματα και οι “έξυπνες” υποδομές. Αλλά για την ώρα μοιάζει να διαχειριζόμαστε προβλήματα του 21ου αιώνα με εργαλεία του παρελθόντος», καταλήγει.

3. Καχυποψία για την αλλαγή

Πώς φαντάζεστε την Αθήνα του 2070;-3
«Σημασία έχει να αξιοποιήσουμε δημιουργικά τη δυναμική της πόλης μαθαίνοντας από τα λάθη του παρελθόντος και όχι να τη φρενάρουμε», λέει η αρχιτέκτονας Κατερίνα Κούρκουλα. [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

«Οι Αθηναίοι είμαστε σχιζοφρενείς», είναι το πρώτο πράγμα που μου λέει η αρχιτέκτων Κατερίνα Κούρκουλα (γ. 1982), εκπρόσωπος μιας «ενδιάμεσης» γενιάς, που πρόλαβε και την απαξίωση της πόλης αλλά και τις «καλύτερες ημέρες» πριν χτυπήσει η κρίση. «Από τη μια θέλουμε να αγαπάνε την πόλη μας και από την άλλη όταν της παραδίνουν προσοχή απειλούμαστε. Παρεξηγούμαστε όταν λένε την Αθήνα άσχημη, αλλά όταν έρχονται να την επισκεφθούν μας ενοχλούν. Δυσανασχετούμε με τα νέα καταστήματα, αλλά δεν υποστηρίζουμε και τα παλιά μικροκαταστήματα. Εν γένει, αντιστεκόμαστε σε κάθε αλλαγή με μεγάλη καχυποψία». Η Κατερίνα Κούρκουλα υπήρξε αυτόπτης μάρτυς της αναπόφευκτης κυκλικότητας των πόλεων και έμαθε από πρώτο χέρι πως η αλλαγή της πόλης είναι αναπόφευκτη, όσο κι αν αντισταθούμε. «Τα άδεια μαγαζιά και οι σκοτεινοί δρόμοι είναι πολύ πρόσφατα για να μην τα θυμόμαστε όλοι», σημειώνει. Και προσθέτει: «Τώρα που η πόλη μας είναι σε “υψηλή ταχύτητα” με μεγάλη ένταση και δυναμική, έχουμε την υποχρέωση να είμαστε έτοιμοι να το διαχειριστούμε και όχι να αντισταθούμε. Σημασία έχει να αξιοποιήσουμε δημιουργικά αυτή τη δυναμική και όχι να τη φρενάρουμε. Θα πρέπει να μάθουμε από τα λάθη των δεκαετιών του ’90 και του 2000 και από όλες τις πόλεις στο εξωτερικό που έχουν αντιμετωπίσει αντίστοιχες προκλήσεις. Οπως γράφει και ο Ηράκλειτος, “δεν υπάρχει τίποτα μόνιμο εκτός από την αλλαγή”. Επομένως θεωρώ πως είναι καλό να μάθουμε να τη διαχειριζόμαστε».

4. Συμφιλιωτικός τόνος

Η φοιτήτρια αρχιτεκτονικής Σοφία Δασκαλάκη (γ. 2001) ζει την Αθήνα από το 2019, όταν στα 18 της εισήλθε στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Της πήρε καιρό να συνηθίσει και να αγαπήσει την πόλη. Η φήμη για τις μεγάλες αποστάσεις και τους ιλιγγιώδεις ρυθμούς ζωής ήταν πλέον πραγματικότητα. «Η εικόνα της Αθήνας είναι προκαταβολικά τρομακτική για όποιον δεν την έχει αντικρίσει», λέει στην «Κ». Αλλά η ματιά της στην πόλη έχει συμφιλιωτικό τόνο. Η γενιά της δεν γνώρισε ούτε νέφος αλλά ούτε και Ολυμπιακούς Αγώνες. «Ναι, οι πολυκατοικίες της αντιπαροχής ξεχύνονται σε όλο το λεκανοπέδιο, εξέφραζαν όμως την ανάγκη της τότε κοινωνίας για στέγαση. Αποτελούν κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας της πόλης και κάποτε ήταν ένας πολύ ζωντανός πολυλειτουργικός ιστός. Αυτή είναι και η βασική διαφορά της Αθήνας σε σχέση με άλλες μητροπόλεις, δεν υπάρχουν νεκρές ζώνες κατοίκησης, οι λειτουργίες μπλέκονται μεταξύ τους. Αυτό που με εμπνέει στην Αθήνα είναι η ανομοιογένειά της, το πλέγμα διαφορετικών, αυθεντικών και αυθόρμητων στοιχείων της κάθε περιοχής». Ωστόσο, στη δική της ανάγνωση των πραγμάτων η μεταπανδημική περίοδος έχει συνδεθεί με νέα προβλήματα. «Αρχίζουν όλες οι γειτονιές να μοιάζουν και να μπαίνουν στο ίδιο καλούπι. Θυμάμαι από τις πρώτες μέρες στη σχολή να διασχίζω τη Στουρνάρη. Εφτασα σε μια τριγωνική πλατεία και προς μεγάλη μου έκπληξη είχα βρεθεί στην πλατεία Εξαρχείων. Μου είχαν πει ότι είναι επικίνδυνη πριν έρθω στην Αθήνα και έτσι έμεινα να τη χαζεύω· αλλά εμένα μου φάνηκε φιλική. Επιστρέφοντας το 2022, μου φάνηκε η γειτονιά να έχει χάσει τη ζωντάνια της. Η γραμμή 4 του μετρό εισέβαλε χωρίς μέτρο και κατέστρεψε πολύτιμους δημοσίους χώρους. Αυτή η νέα συνθήκη, σε συνδυασμό με την αύξηση του τουρισμού, έχει προκαλέσει στεγαστική κρίση, ο κόσμος εγκαταλείπει αυτές τις περιοχές διότι δεν το αντέχει οικονομικά». Για τη Σοφία η υπεράσπιση του χαρακτήρα του κέντρου πρέπει να καταστεί απόλυτη προτεραιότητα. «Ηδη αλλοιώνονται και χάνονται πράγματα. Και η σημερινή απαξίωση του δημοσίου χώρου δεν με κάνει ιδιαίτερα αισιόδοξη».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT