Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος: Μια αγκαλιά στην οποία χωρούσαν οι πάντες

Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος: Μια αγκαλιά στην οποία χωρούσαν οι πάντες

Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος πίστευε σε «μια δυναμική θεολογία που δεν θα επαναλαμβάνει “μηχανικά” τις λύσεις του παρελθόντος, που θα τολμά να αντικρίζει το “νέο”, τον “άλλον”»

3' 18" χρόνος ανάγνωσης

Βελιγράδι, Σεπτέμβριος του 2001, λίγες ημέρες μετά την πτώση των Δίδυμων Πύργων στη Νέα Υόρκη. Πέμπτο Παγκόσμιο Συνέδριο Ορθόδοξων Θεολογικών Σχολών, με τίτλο: «Ενότητα, Ιεραποστολή και Θεολογία της Εκκλησίας στο κατώφλι της τρίτης χιλιετίας». Συμμετείχαν ακαδημαϊκοί από δεκαοκτώ χώρες και σαράντα εκπρόσωποι από είκοσι δύο Θεολογικές Σχολές. Εις εξ αυτών και εγώ, νέος επίκουρος καθηγητής, ως εκπρόσωπος της Θεολογικής Σχολής της Θεσσαλονίκης. Μνήμες έντονες τον καιρό της μεγάλης ανησυχίας και της σκληρής αγωνίας. Δεν είχαν καταφέρει να έλθουν λόγω των οριακών γεγονότων οι εκπρόσωποι των Αμερικανικών Θεολογικών Σχολών.

Μεταφερόμασταν οι ομιλητές με ένα λεωφορείο το οποίο κινούνταν με μεγάλη ταχύτητα και πάντα υπό τη συνοδεία ισχυρής αστυνομικής δύναμης. Στην πρώτη θέση ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, προβληματισμένος, αλλά ταυτόχρονα χαμογελαστός και ήρεμος, προσηνής και σύννους. Είχε προσκληθεί ως κεντρικός ομιλητής του συνεδρίου και διάβασε την εισήγησή του μετά τους χαιρετισμούς του μακαριστού Πατριάρχη Σερβίας κυρού Παύλου και του προέδρου της σερβικής κυβέρνησης, δρος Ζόραν Τζίντζιτς.

Αναφερόμενος στη θεολογία, αφού πρώτα είχε μιλήσει για την ενότητα και την ιεραποστολή και δίνοντας το στίγμα του συνεδρίου, σημείωσε: «Στον αιώνα που άρχισε, χρειαζόμαστε σοβαρή ορθόδοξη θεολογία, ζωντανή και συνεπή, που θα καθοδηγεί την πράξη της Εκκλησίας, αλλά και θα ανανεώνεται, αναβλύζοντας από τη βίωση του Ευαγγελίου στις συγκεκριμένες ιστορικές προκλήσεις και συνθήκες. Ασφαλώς, η ορθόδοξη θεολογία θα στηρίζεται και θα εμπνέεται πάντοτε από την Αγία Γραφή και την εμπειρία των Πατέρων, για να ενισχύει ουσιαστικά την πίστη και να φωτίζει την ορθόδοξη συνείδηση. Μας χρειάζεται όμως μια δυναμική θεολογία που δεν θα επαναλαμβάνει “μηχανικά” τις λύσεις του παρελθόντος, που θα τολμά να αντικρίζει το “νέο”, τον “άλλον”, χωρίς εχθρότητα ή φόβο, παρά μόνο με τον φόβο του Θεού, όσο είναι δυνατόν με την “τελείαν αγάπην”, η οποία “έξω βάλλει τον φόβον (Α΄ Ιω. 4:18)». Και λίγο πριν από το τέλος παρατηρούσε: «Η Ορθοδοξία δεν μπορεί να μείνει στο περιθώριο της παγκόσμιας Ιστορίας. Ο ρόλος της βρίσκεται στο κέντρο των παγκόσμιων εξελίξεων και κοινωνικών ζυμώσεων, στην πρωτοπορία της προόδου».

Εχω την αίσθηση ότι τα δύο αυτά αποσπάσματα από εκείνη τη σημαντική ομιλία του μακαριστού, πλέον, Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κυρού Αναστασίου συγκροτούν ομολογία πίστεως, αλλά και ομολογία ζωής, για έναν άνθρωπο, έναν ιεράρχη, που με το έργο του και τα λόγια του κατάφερε να συγκροτήσει ενότητα ετεροτήτων, να γεωργήσει με τα δάκρυα την άνυδρη γη και να μετακινήσει, με τη δύναμη της αγάπης, «όρη», έως εκείνη τη στιγμή αμετακίνητα. Εκανε το αδύνατο δυνατό και άνοιξε τον κλειστοφοβικό εαυτό στη γιορτή της συνάντησης με την ετερότητα του άλλου, που σε πολλές περιπτώσεις είναι ο ίδιος ο εαυτός. Εβγαλε την Ορθοδοξία από την απομόνωση και αποκάλυψε τις διαστάσεις της οικουμενικότητας της αγάπης που χωρά τα αχώρετα και πορεύεται τον δρόμο της έκπληξης που γεννά το παράδοξο και η μωρία του Σταυρού. Και όλα αυτά εις το όνομα της Αναστάσεως, που αποτελεί τη βαθιά προσδοκία, αλλά και τον τελικό τόπο, της Εκκλησίας. Ελεγε και ξανάλεγε πως «Κλήρος και κλήση του ανθρώπου είναι “το τοις έμπροσθεν επεκτείνεσθαι”», και το εννοούσε. «Οταν σκέπτομαι την Ορθοδοξία στους επόμενους αιώνες», έγραφε, «την οραματίζομαι ανοικτή στην εξέλιξη, στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται από την επιστήμη, την τέχνη, την τεχνολογία. Και τους ορθοδόξους έτοιμους να κατανοήσουν και να χρησιμοποιήσουν τους κώδικες επικοινωνίας που θα διαμορφωθούν».

Είχα τελειώσει την εισήγησή μου, είχε γίνει και η συζήτηση· έντονη και ουσιαστική. Επέμενα, παρ’ όλες τις διαφωνίες κάποιων συνέδρων και με αφορμή τη θεολογία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, πως στην προσευχή του ανθρώπου συμμετέχει και το σώμα. Και τούτο διότι η Ορθοδοξία δεν μπορεί παρά να κοιτάζει τον άνθρωπο στην ενότητά του. Κατεβαίνοντας από το βήμα τον είδα να με πλησιάζει. Με αγκάλιασε με αγάπη και ενθουσιασμό. Χρυσόστομε, να λες πάντα αυτό που πιστεύεις. Να το υποστηρίζεις με ένταση. Η ενότητα είναι μεγάλη υπόθεση. Θέλει θάρρος και δύναμη, μα κυρίως διακινδύνευση.

Θυμάμαι ακόμη αυτή την αγκαλιά, στην οποία χωρούσαν οι πάντες, μικροί και μεγάλοι, ταπεινοί και σπουδαίοι, ορθόδοξοι και μη· χωρούσε ο άνθρωπος.

* Ο κ. Χρυσόστομος Α. Σταμούλης είναι καθηγητής στο Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT