Αντιπαροχή; Οχι, ευχαριστώ

Αυτοί που ανθίστανται στην «πολιορκία» των εργολάβων εξηγούν τη σύνδεσή τους με τις μονοκατοικίες τους

6' 34" χρόνος ανάγνωσης

Οταν ο Κωνσταντίνος Μπούρας θέλει να προσανατολίσει κάποιον που έρχεται για πρώτη φορά στο σπίτι του, δεν χρειάζεται να πει πολλά. «Εξηγώ πολύ γρήγορα “είναι μια μονοκατοικία” κι αυτό συνήθως φτάνει και περισσεύει».

Δεν ήταν πάντα έτσι. Η γειτονιά του στη Νέα Σμύρνη ήταν μια γοητευτική μικρογραφία αυτής της μεσοαστικής αθηναϊκής συνοικίας που κάποτε (όχι τόσο παλιά, μέχρι τη δεκαετία του ’90) συντηρούσε την ατμόσφαιρα ενός φροντισμένου προαστίου με μια αξιοθαύμαστη ισορροπία παλιών σπιτιών και πολυκατοικιών. Πολύ συχνά, δε, αυτή η ισορροπία έγερνε υπέρ των μονοκατοικιών, όπως θυμάται από τα παιδικά του χρόνια ο αρχιτέκτονας και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής: «Ως παιδί θυμάμαι ότι υπήρχαν μόλις τέσσερις πολυκατοικίες στον δρόμο μας. Τώρα είναι ακριβώς η αντίστροφη κατάσταση: τέσσερις μονοκατοικίες στα δεκαεπτά συνολικά οικόπεδα».

Και φυσικά δεν είναι μόνο η Νέα Σμύρνη. Από την Κηφισιά μέχρι τη Γλυφάδα και από τον Χολαργό μέχρι τον Κολωνό, τον Νέο Κόσμο και το Μοσχάτο, δεν υπάρχει αθηναϊκή γειτονιά που να βγαίνει αλώβητη από τον οικοδομικό παροξυσμό των τελευταίων ετών. Σε αυτό το περιβάλλον, οι άνθρωποι που αποφασίζουν να κρατήσουν τα σπίτια τους απαντώντας στις επίμονες οχλήσεις των εργολάβων και των κάθε λογής εταιρειών αξιοποίησης ακινήτων με ένα καθόλου εύκολο ή αυτονόητο «όχι» στο ισχυρό οικονομικό δέλεαρ, γίνονται άθελά τους ηρωικές φιγούρες.

Κι αν υπάρχει ένα κοινό νήμα που συνδέει τις ιστορίες του Κωνσταντίνου, της Βίκυς, της Μάρως και της Ελενας είναι ακριβώς αυτό: η επίμονή τους να υπερασπίζονται μια οικονομικά ασύμφορη επιλογή απορρίπτοντας προτάσεις που θα τους έκαναν (θεωρητικά) τη ζωή πιο εύκολη, συχνά κόντρα σε νουθεσίες και παραινέσεις φίλων και συγγενών να «λογικευτούν». «Πόσες φορές δεν έχω ακούσει ότι η μονοκατοικία είναι “σκλαβιά”», μας λέει η Μάρω Αναγνωστοπούλου που διατηρεί με αποφασιστικότητα το πατρογονικό σπίτι που έχτισε το 1956 ο παππούς της σε μια αγνώριστη με τα σημερινά δεδομένα Γλυφάδα.

Αντιπαροχή; Οχι, ευχαριστώ-1
Γλυφάδα: «Πόσες φορές δεν έχω ακούσει ότι η μονοκατοικία είναι “σκλαβιά”», λέει η Μάρω Αναγνωστοπούλου, που διατηρεί το σπίτι που έχτισε ο παππούς της το 1956. [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

Οι προτάσεις

Ολοι τους έχουν να αφηγηθούν ιστορίες ασφυκτικής πίεσης (μερικές φορές αρκετά αστείες) από εργοληπτικές εταιρείες που τους βομβαρδίζουν κατά καιρούς με προτάσεις αξιοποίησης του ακινήτου τους. «Αυτό ξεκίνησε περίπου το 2018 και εντάθηκε το διάστημα του κορωνοϊού και ίσως λίγο μετά. Κυρίως έβρισκα στο γραμματοκιβώτιο κάρτες και επιστολές από μεσιτικά γραφεία και εργοληπτικές εταιρείες. Με ενοχλούσε πάρα πολύ και με έκανε να νιώθω ανασφάλεια ότι το σπίτι μου δίνει την εντύπωση –λανθασμένα, προφανώς– ότι δεν αξίζει να ζει κανείς εκεί», θυμάται η Μάρω Αναγνωστοπούλου. «Πολύ συχνά χτυπούσαν απευθείας το κουδούνι ή μάθαιναν το όνομα και έπαιρναν τηλέφωνο», μου λέει η Βίκυ Παπαευθυμίου, ιδιοκτήτρια προπολεμικής μονοκατοικίας στον Χολαργό που «κρύβει» έναν μοναδικό, αθέατο στο βλέμμα των περαστικών, κήπο. Και προσθέτει: «Είναι συνήθως τοπικά δίκτυα από μηχανικούς, εργολάβους και μεσίτες που παρακολουθούν στενά τη γειτονιά που τους ενδιαφέρει και βολιδοσκοπούν εντατικά τις διαθέσεις των ανθρώπων που ζουν σε μια μονοκατοικία. Αν ο ιδιοκτήτης αμφιταλαντεύεται, τον πολιορκούν μέχρι να πει το τελικό “ναι”. Αν αντίθετα τους “κόψει τον βήχα” εγκαίρως, σταδιακά αποσύρονται και σε αφήνουν ήσυχο…».

Μηχανικοί και μεσίτες «Είναι συνήθως τοπικά δίκτυα από μηχανικούς και μεσίτες που παρακολουθούν στενά τη γειτονιά που τους ενδιαφέρει και βολιδοσκοπούν εντατικά τις διαθέσεις των ανθρώπων που ζουν σε μια μονοκατοικία. Αν ο ιδιοκτήτης αμφιταλαντεύεται, τον πολιορκούν μέχρι να πει το τελικό “ναι”».

Παρόμοια και η εμπειρία της δημοσιογράφου Ελενας Χατζηιωάννου που ζει στη μεταπολεμική (δεκαετία ’50) προσθήκη στο πατρογονικό σπίτι της μητέρας της στο Παγκράτι, που είχε χτιστεί στην περίοδο του Μεσοπολέμου. «Πριν από την κρίση, μηχανικοί που κυκλοφορούσαν στις γειτονιές, ρωτώντας ιδιοκτήτες χαμηλών σπιτιών αν θέλουν να τα δώσουν αντιπαροχή, χτύπησαν και τη δική μου πόρτα. Η απάντησή μου ήταν πάντα αρνητική, προτού προλάβουν να κάνουν την πρόταση πιο συγκεκριμένη. Τα τελευταία χρόνια, από την περίοδο που διαμορφωνόταν ακόμα το απέναντι “πάρκο τσέπης”, άρχισα να βρίσκω κάτω από την πόρτα μου φακέλους μεσιτών, από μεγάλα και μικρότερα γραφεία, με καλογραμμένες επιστολές, να αναφέρουν ότι αν θελήσω να προβώ σε πώληση, να επικοινωνήσω μαζί τους. Κάποιοι βρήκαν τον τηλέφωνό μου και μου έκαναν και προφορική πρόταση».

Αντιπαροχή; Οχι, ευχαριστώ-2
Παγκράτι: «Τα χαμηλά σπίτια συγκροτούν “γειτονιά”, γιατί οι ιδιοκτήτες γνωρίζονται μεταξύ τους», λέει η Ελενα Χατζηιωάννου, η οποία αντιστέκεται στην «αξιοποίηση» της πατρογονικής της εστίας. [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

«Γιατί τα κρατήσαμε»

Εχοντας συμφωνήσει στην αναπόδραστη παραδοχή ότι η συντήρηση μιας μονοκατοικίας είναι οικονομικά ακριβότερο σπορ συγκριτικά με ένα τυπικό διαμέρισμα, όλοι οι συνομιλητές μας συγκλίνουν σε δύο κοινά χαρακτηριστικά: στην εκτίμηση μιας διαφορετικής ποιότητας κατοίκησης και στην αγάπη για τη φύση. Ο Κωνσταντίνος Μπούρας εξηγεί και ως αρχιτέκτονας: «H συγκεκριμένη μονοκατοικία χτίστηκε το 1953 από τον παππού μου όταν εγκαταστάθηκε στη Νέα Σμύρνη από την Κωνσταντινούπολη. Το σπίτι έκτοτε κατοικείται από διάφορες γενιές της οικογένειάς μου και είναι πάντα σε άριστη κατάσταση. Οι ποιότητες των χώρων μιας μονοκατοικίας και η σχέση με τον εξωτερικό χώρο του σπιτιού, ο συνολικός τρόπος ζωής σε μια μονοκατοικία, η αίσθηση, η ατμόσφαιρα, τα υλικά, είναι στοιχεία που δεν μπορείς να βρεις σε ένα τυπικό διαμέρισμα πολυκατοικίας». Παρ’ όλα αυτά η περιοχή του πληρώνει ακόμα ακριβά το τίμημα της αντιπαροχής. Οπως μας λέει, πρόσφατα χάθηκαν στη Νέα Σμύρνη, εκτός από τυπικές μονοκατοικίες, και σημαντικά δείγματα μοντέρνας αρχιτεκτονικής: «Ενας ιστορικός αστικός ιστός που διαλύεται, ένα αρχιτεκτονικό απόθεμα που εκλείπει, μια γειτονιά που χάνει την ιστορική φυσιογνωμία της».

Μικρή κοινότητα. «Εχει ενδιαφέρον ότι με τους άλλους ιδιοκτήτες μονοκατοικιών έχουμε φτιάξει μια μικρή κοινότητα. Επικοινωνούμε, αναπτύσσουμε σχέσεις, φροντίζουμε για την ασφάλεια των σπιτιών μας. Αντίθετα, με τους ανθρώπους που ζουν στις πολυκατοικίες, δεν ξέρουμε ούτε το όνομά τους».

Τον καιρό που στην ευρύτερη γειτονιά της δίδονταν οι περισσότερες μονοκατοικίες για αντιπαροχή, η Μάρω Αναγνωστοπούλου φρόντιζε τα δέντρα της και φύτευε λουλούδια με ακόμα μεγαλύτερη ένταση. «Αγαπώ το σπίτι μου, είναι μέρος της ταυτότητάς μου, αγαπώ τα δέντρα και τα λουλούδια μου. Αντικειμενικά όμως, η μονοκατοικία χρειάζεται μεγαλύτερο κεφάλαιο για τη συντήρησή της, προσωπικό χρόνο αλλά και γνώσεις τις οποίες ενδεχομένως αποκτά με τον χρόνο όποιος έχει θέληση, εάν δεν είναι τυχερός να είναι ειδήμων επί τεχνικών ζητημάτων. Η φορολόγηση του ακινήτου είναι η σημαντικότερη παράμετρος που λαμβάνει κανείς υπόψη· ο ΕΝΦΙΑ για το παρόν ακίνητο διπλασιάστηκε τα τελευταία χρόνια. Για μένα όμως είναι ένα εγχείρημα. Θέλω να φτιάξω το σπίτι μου και αγαπώ την ελευθερία μου. Μου αρέσει η ησυχία και η ηρεμία. Το μόνο που με φοβίζει είναι να αρχίσω να νιώθω ξένο σώμα στο μέρος όπου μεγάλωσα. Ναι, δυστυχώς, δεν ανήκω στους αισιόδοξους». Οταν στις αρχές της δεκαετίας του ’30 ένας μακρινός συγγενής του πατέρα της Βίκυς Παπαευθυμίου άρχισε να χτίζει το σπίτι που με τα χρόνια πέρασε στην ιδιοκτησία της, ο Χολαργός ήταν εξοχή με χωράφια. Με δική της προσωπική δουλειά και πολλά έξοδα η ταλαιπωρημένη μονοκατοικία έγινε ξανά κατοικήσιμη, απέκτησε κεντρική θέρμανση και κυρίως διαμορφώθηκε ο μικρός παράδεισος του πίσω κήπου. «Χρειάστηκαν αρκετά χρόνια για να είναι στη σημερινή κατάσταση, αλλά επειδή έχω μεγαλώσει στην επαρχία και ίσως εξαιτίας της γαλλικής μου παιδείας (σ.σ. δίδαξε επί σειρά ετών στο Γαλλικό Ινστιτούτο της οδού Σίνα) αγαπούσα πολύ την ιδέα ενός χώρου που έχει άμεση επαφή με τη φύση και το χώμα. Είναι ανεκτίμητο αυτό που σου δίνει ένας έστω μικρός κήπος. Επιπλέον, είναι η αυτονομία και η ηρεμία». Στη γειτονιά της επιβιώνουν ακόμα κάποιες μονοκατοικίες. Κανείς δεν ξέρει για πόσο ακόμα. «Εχει ενδιαφέρον ότι με τους άλλους ιδιοκτήτες μονοκατοικιών έχουμε φτιάξει μια μικρή κοινότητα. Επικοινωνούμε, αναπτύσσουμε σχέσεις, φροντίζουμε για την ασφάλεια των σπιτιών μας. Αντίθετα, με τους ανθρώπους που ζουν στις πολυκατοικίες δεν ξέρουμε ούτε το όνομά τους».

Αντιπαροχή; Οχι, ευχαριστώ-3
Νέα Σμύρνη: «Ο τρόπος ζωής σε μια μονοκατοικία, η ατμόσφαιρα, τα υλικά, είναι στοιχεία που δεν μπορείς να βρεις σε ένα διαμέρισμα πολυκατοικίας», υποστηρίζει ο Κωνσταντίνος Μπούρας. [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

Το ίδιο ακριβώς μου λέει και η Ελενα Χατζηιωάννου: «Είμαστε αρκετοί ιδιοκτήτες χαμηλών σπιτιών σε αυτή την περιοχή του Παγκρατίου, κοντά στην πλατεία Προσκόπων, που δεν έχουμε πρόθεση να τα πουλήσουμε, γιατί προς το παρόν έχουμε τη δυνατότητα να τα συντηρήσουμε. Και τα χαμηλά σπίτια συγκροτούν “γειτονιά”, γιατί οι ιδιοκτήτες γνωρίζονται μεταξύ τους».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT