Ηταν αργά το απόγευμα, λίγο μετά τις έξι, την Τρίτη 7 Ιανουαρίου, όταν ο Γιάννης Καστανάς πρόσεξε από το παράθυρο του σπιτιού του στην Αλταντίνα του Λος Αντζελες (LA), μια μικρή φλόγα στον λόφο που απλώνεται στο βάθος, πίσω από τον δρόμο τους. Τα νέα για τη μεγάλη πυρκαγιά στο Πασίφικ Παλισέιντς, στα δυτικά της πόλης, όχι μακριά από τον ωκεανό, μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον των τοπικών αλλά και των εθνικών ενημερωτικών δικτύων. Η φωτιά είχε μπει στην πόλη, όμως ακόμη όλη η προσοχή ήταν στραμμένη εκεί. Για την ώρα κανείς δεν έδινε σημασία στις διάσπαρτες φλόγες που λαμπύριζαν μέσα στο σκοτάδι πάνω από την Πασαντίνα, στην άλλη πλευρά της μητρόπολης, στο ανατολικό LA.

«Δεν ήταν η πρώτη φορά που βλέπαμε φωτιά στον λόφο στα 14 χρόνια που μένουμε εδώ», λέει στην «Κ» ο 61χρονος Ελληνοαμερικανός που γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά μεγάλωσε στις ΗΠΑ, απηχώντας λίγο το αρχικά καθησυχαστικό κλίμα που επικράτησε ανάμεσα στα μέλη της οικογένειάς του. «Είναι κάτι που συμβαίνει κάθε 2 ή 3 χρόνια. Το μόνο που μας τρόμαξε τώρα ήταν η ασυνήθιστη ένταση των ανέμων. Φυσούσε μανιασμένα, κοντά στα 8 μποφόρ. Ανησυχήσαμε χωρίς να υπάρξει πανικός. Δεν θέλαμε να τρομάξουμε και τα παιδιά (σ.σ. δύο αγόρια στην εφηβεία), αλλά πολύ σύντομα λάβαμε μήνυμα στα κινητά μας να προετοιμαστούμε για να εγκαταλείψουμε το σπίτι. Και αυτό συνέβαινε για πρώτη φορά».

για πρώτη φορά το κατεστραμμένο του σπίτι.
Ο Γιάννης Καστανάς πίστεψε ότι ήταν μια τυπική διαδικασία εκκένωσης, δεδομένης και της δραματικής τροπής που είχαν πάρει τα πράγματα στο Πασίφικ Παλισέιντς. «Πήραμε λίγα πράγματα μαζί μας, τα διαβατήρια και ελάχιστα ρούχα, γιατί ήμουν σίγουρος ότι θα επιστρέφαμε πολύ σύντομα». Αρχικά πήγαν στο σπίτι ενός φίλου για να περάσουν λίγες ώρες αναμένοντας το σήμα επιστροφής, αλλά όσο αυτό δεν ερχόταν φρόντισαν να μετακινηθούν σε σπίτι άλλων φίλων με δυνατότητα φιλοξενίας μιας τετραμελούς οικογένειας έστω και για μια νύχτα. Ο Γιάννης, ανήσυχος, δεν μπορούσε να κλείσει μάτι. «Το βράδυ, λίγο μετά τη μία, ενώ όλοι κοιμούνταν, πήρα το αυτοκίνητο για να δω από πρώτο χέρι τι τρέχει εκεί πάνω. Και κυρίως να δω αν κινδυνεύει πραγματικά το σπίτι». Τι αντίκρισε; «Υπήρχε πολύς καπνός, ο ουρανός ήταν κόκκινος αλλά οι κατοικίες ήταν άθικτες, ευτυχώς. Επιστρέφοντας στο σπίτι που μας φιλοξενούσε, συνδέθηκα με την κάμερα του σπιτιού και μέχρι τις τέσσερις όλα έδειχναν εντάξει. Μέχρι που ξαφνικά έσβησε η κάμερα. Υπέθεσα το χειρότερο, αλλά με πήρε ο ύπνος για μία ώρα περίπου και κατά τις 7 ξεκινήσαμε για το σπίτι».
Δυστυχώς, οι χειρότερες υποψίες επιβεβαιώθηκαν. Το σπίτι τους καιγόταν όπως και όλα τα σπίτια του δρόμου. Ενα από τα πιο εύπορα προάστια για την ανώτερη μεσαία τάξη του Λος Αντζελες βρισκόταν στο έλεος της φωτιάς. Σήμερα γνωρίζουμε ότι τουλάχιστον το 50% των κατοικιών αυτής της μικρής πόλης με πληθυσμό 42.000 ανθρώπων καταστράφηκε ολοσχερώς. Μόνο στο Πανεπιστήμιο στο οποίο εργάζεται ο Γιάννης Καστανάς (το California Institute of Technology) υπολογίζεται ότι 200 εργαζόμενοι έχασαν τα σπίτια τους…
Ο πυρομετεωρολόγος του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Θοδωρής Γιάνναρος ξέρει καλά την Καλιφόρνια. Την επισκέφθηκε, μάλιστα, σχετικά πρόσφατα, τον περασμένο Μάιο, στο πλαίσιο συνεργασίας με το Διεπιστημονικό Κέντρο Ερευνας Δασικών Πυρκαγιών του Πανεπιστημίου του Σαν Χοσέ όπου διακονεί ο Κρεγκ Κλεμέντς, ο κορυφαίος, ίσως, πυρομετεωρολόγος στον κόσμο.
Εχοντας πολύ πρόσφατη την εμπειρία της φωτιάς του Βαρνάβα που μπήκε μέσα σε λίγες ώρες στον αθηναϊκό αστικό ιστό, ζήτησα από τον εξειδικευμένο Ελληνα επιστήμονα να μας περιγράψει τις αναλογίες Αθήνας και Λος Αντζελες. «Οι ομοιότητες είναι πολλές: μεσογειακό κλίμα, όχι ακριβώς ίδια αλλά συγγενής εύφλεκτη βλάστηση (εμείς πεύκα, αυτοί θαμνώδεις εκτάσεις μεγάλης ανάπτυξης), τοπικά κλιματικά χαρακτηριστικά στις δύο πόλεις που αυξάνουν κατά πολύ τον κίνδυνο εκδήλωσης πυρκαγιάς (στην Αττική τα ισχυρά μελτέμια, στο Λος Αντζελες οι θερμοί, καταβατικοί άνεμοι Σάντα Ανα) και κυρίως η πρόσμειξη οικιστικών ζωνών και δάσους, δηλαδή τα ρευστά όρια ανάμεσα στην πόλη και στο δασικό οικοσύστημα. Αυτό “πληρώνει” διαχρονικά η Αθήνα, που αναπτύχθηκε ανεξέλεγκτα ανάμεσα σε τρία δασώδη βουνά, αυτό πληρώνει και το Λος Αντζελες που περικλείεται από λόφους, επίσης οικιστικά επιβαρυμένους».
«Οι ομοιότητες πολλές: μεσογειακό κλίμα, εύφλεκτη βλάστηση και κυρίως πρόσμειξη οικιστικών ζωνών και δάσους», επισημαίνει ο πυρομετεωρολόγος του Αστεροσκοπείου Θοδωρής Γιάνναρος.
Οι διαφορές
«Η βασική μας διαφορά είναι τα υλικά δόμησης. Στην Καλιφόρνια χρησιμοποιούν ξύλινους σκελετούς για την κατασκευή των σπιτιών τους, λόγω τόσο της σεισμικότητας της περιοχής όσο και γιατί υπάρχει άφθονη αξιοποιήσιμη ξυλεία από τα απέραντα αμερικανικά δάση. Εμείς, αντίθετα, χτίζουμε με βάση το οπλισμένο σκυρόδεμα, δηλαδή το μπετόν, που είναι υλικό αυξημένης πυραντοχής. Αυτός είναι ο λόγος που στην Ελλάδα δεν βλέπουμε ισοπεδωμένους από τη φωτιά οικισμούς, όπως συνέβη τώρα αλλά και σε προηγούμενες πυρκαγιές στην Καλιφόρνια. Το 2023, όταν οι Αμερικανοί συνάδελφοι από το Σαν Χοσέ ήρθαν στην Ελλάδα και επισκεφθήκαμε μαζί το Μάτι, εντυπωσιάστηκαν από την ανθεκτικότητα των κατασκευών μας».

Ωστόσο, υπάρχει ένα ακόμη κοινό σημείο ανάμεσα στις δύο περιοχές, παρά τα χιλιάδες χιλιόμετρα που τις χωρίζουν. Πολλές φωτιές τόσο στις τεχνολογικά προηγμένες Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στην Ελλάδα ξεκινούν από το πεπαλαιωμένο δίκτυο ηλεκτροδότησης. Και η μεγάλη φωτιά του καλοκαιριού στη χώρα μας αλλά και η τωρινή, η πλέον καταστροφική στην ιστορία της Καλιφόρνιας, αποδίδονται επισήμως σε τοπικό βραχυκύκλωμα που έδωσε την πρώτη σπίθα. «Αναπάντεχα και στις ΗΠΑ μεγάλο μέρος του δικτύου είναι κακοσυντηρημένο και εναέριο, με στύλους που μπορεί να βρίσκονται στη θέση τους από τον 19ο αιώνα. Παρ’ όλα αυτά, εδώ θα πρέπει να υπογραμμίσουμε μια σημαντική διαφορά. Στην Καλιφόρνια γνωρίζουν πολύ γρήγορα την αιτία έναρξης για μια πυρκαγιά (σ.σ. αν και η έρευνα δεν έχει ολοκληρωθεί, ενοχοποιείται ήδη η εταιρεία ηλεκτροδότησης Southern California Edison) και ο εκάστοτε υπαίτιος είναι υπόλογος σε αδρές αποζημιώσεις. Σε εμάς το πόρισμα για τη φωτιά του Αυγούστου στον Βαρνάβα εκδώθηκε λίγο πριν από τα Χριστούγεννα. Κι επειδή εκεί οι εταιρείες ηλεκτρισμού θα κληθούν να πληρώσουν αποζημιώσεις εκατομμυρίων δολαρίων, προσλαμβάνουν πυρομετεωρολόγους έτσι ώστε να διακόπτουν την παροχή ρεύματος σε συγκεκριμένες περιοχές υψηλού κινδύνου όταν οι μετεωρολογικές συνθήκες ευνοούν την εκδήλωση πυρκαγιάς».
Κάτι παρόμοιο φαίνεται να έγινε και στη φωτιά (Eaton Fire) που κατέκαψε το σπίτι του Γιάννη Καστανά και εκατοντάδες άλλες κατοικίες. Η Southern California Edison εμφανίζεται να έκανε προληπτικές διακοπές στην περιοχή το κρίσιμο διάστημα, ωστόσο η αρχική σπίθα δείχνει να έχει εντοπιστεί σε ένα από τα καλώδια του δικτύου της. Ομως ο θυμός και η απογόητευση των πυροπαθών κατευθύνεται κυρίως προς την τοπική κυβέρνηση. «Με τέτοιο αέρα, θεωρητικά ήταν δύσκολο να αποσοβηθεί η καταστροφή, αλλά μιλώντας με άλλους πληγέντες συμφωνήσαμε ότι υπήρχαν πολύ λίγα πυροσβεστικά οχήματα για να αντιμετωπίσουν μια τόσο εκτεταμένη κρίση. Για όνομα του Θεού, είσαι η Αμερική, δεν είναι δυνατόν να καίγονται σπίτια στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας γιατί δεν υπάρχουν επαρκείς δυνάμεις! Τόσο ο δήμος όσο και η τοπική κυβέρνηση πιάστηκαν κυριολεκτικά στον ύπνο, η ανταπόκριση ήταν τουλάχιστον ανεπαρκής».
Ο Γιάννης ξέρει την Αθήνα πολύ καλά. Την επισκέπτεται τουλάχιστον 5 με 6 φορές τον χρόνο για να δει την ηλικιωμένη μητέρα του. Και γιατί αγαπάει την Ελλάδα παθολογικά. Το περασμένο καλοκαίρι ήταν εδώ και μόλις έφυγε αγωνιούσε για την τύχη της μητέρας του που ζει στο Χαλάνδρι και είχε λάβει μήνυμα του 112 για εκκένωση. Πού να φανταζόταν τι θα συνέβαινε λίγους μήνες αργότερα… Του ζητάω να μας κάνει μια προσομοίωση στην αθηναϊκή πραγματικότητα. «Είναι σαν να ξεκίνησε η φωτιά στην Πεντέλη, να πέρασε με μεγάλη ταχύτητα από την Κηφισιά και να έφτασε στο Χαλάνδρι», μας λέει πολύ παραστατικά. «Είναι η πρώτη φορά που μια πυρκαγιά κατεβαίνει τόσο χαμηλά μέσα στην πόλη του Λος Αντζελες τα τελευταία 100 χρόνια. Και δεν ήταν τόσο η ίδια η φωτιά που κατέβαινε από το βουνό, γιατί εκεί δεν έχουμε πεύκα αλλά χαμηλή βλάστηση. Ηταν οι σπίθες που πετάγονταν σε μεγάλη απόσταση λόγω του δαιμονισμένου αέρα και άρπαζαν αμέσως τα σπίτια επειδή ακριβώς είναι ξύλινα».
Τώρα ο Γιάννης και η οικογένειά του μένουν προσωρινά σε χώρο που τους παραχώρησε το πανεπιστήμιο. Θεωρεί τον εαυτό του και τους δικούς του από τους «τυχερούς». Μία μόλις εβδομάδα μετά την καταστροφή επικοινωνούμε με βιντεοκλήση, ενώ οδηγεί προς το νέο σπίτι που πρόλαβαν να νοικιάσουν για τα επόμενα δύο χρόνια όσο θα χτίζεται από την αρχή ό,τι σήμερα είναι στάχτη και αποκαΐδια. Είναι δυτικά της Αλταντίνα, πάλι σε ύψωμα, στο βάθος απλώνεται το κεντρικό Λος Αντζελες. «Είμαστε από τους τυχερούς γιατί βρήκαμε αμέσως σπίτι, θα το πληρώνει η ασφάλεια και από τη στιγμή που είμαστε καλά, υπάρχει πίστη ότι το χειρότερο είναι πίσω». Ανησυχεί μόνο για την ψυχική υγεία των παιδιών τους, «πρώτα η πανδημία και τώρα η καταστροφή του σπιτιού όπου μεγάλωσαν, ελπίζω να το ξεπεράσουν». Και στενοχωριέται για την απώλεια προσωπικών πραγμάτων μεγάλης συναισθηματικής αξίας. Οπως ένα κουτί με φωτογραφίες των προπάππων του από την Ελλάδα.
«Αρκετά συνηθισμένο»
Φύσει αισιόδοξος, ο Γιάννης Καστανάς βρίσκει την όρεξη να κάνει και χιούμορ. «Ολοι οι φίλοι εδώ μας πειράζουν και μας λένε ότι μόνο τώρα γίναμε πραγματικοί Καλιφορνέζοι. Από τη στιγμή που είμαστε πυρόπληκτοι με τα όλα μας. Είναι παράξενο να το λες, αλλά αυτό που πάθαμε κι εμείς και ακούγεται ασύλληπτο σε έναν Ελληνα, να καεί το σπίτι σου, είναι αρκετά συνηθισμένο εδώ. Εχουμε γνωστούς που μένουν στη Σάντα Μπάρμπαρα κι έχασαν το σπίτι τους στη μεγάλη φωτιά του 2019 και μας λένε ότι σε τρία χρόνια δεν θα θυμόμαστε τίποτα…». Καθώς έχει σταματήσει το αυτοκίνητό του στην άκρη του δρόμου για να μιλήσουμε, ο Γιάννης μου δείχνει με την κάμερα του κινητού του τον καμένο λόφο πάνω από την Αλταντίνα που προκάλεσε όλο αυτό το κακό. Και λίγο μετά, μια απείραχτη ζώνη κατοικίας, πιο δυτικά, με επιβλητικά, μεγάλα σπίτια. «Είναι θέμα χρόνου πότε θα καούν και αυτά. Είναι όλα από ξύλο και πίσω τους υπάρχουν λόφοι σαν τον δικό μας. Είναι σαν να βλέπεις μελλοθανάτους».




_______________________________________________________________________________
Κεντρική φωτό: Καπνοί βγαίνουν από κατοικίες που ισοπέδωσε η φωτιά Ιτον στην Αλταντίνα. Τουλάχιστον το 50% των σπιτιών της μικρής πόλης, με πληθυσμό 42.000 κατοίκων, καταστράφηκε ολοσχερώς. [Philip Cheung / The New York Times]

