«Αν υπήρχε ένα φλεγόμενο κτίριο και μπορούσες να σώσεις μόνο ένα πράγμα: είτε το τελευταίο αντίγραφο των έργων του Σαίξπηρ είτε κάποιον άγνωστο άνθρωπο. Τι θα έκανες;». Στο γνωστό φιλοσοφικό ερώτημα στις «Σφαίρες πάνω από το Μπρόντγουεϊ» (1994), οι κουλτουριάρηδες ήρωες του Γούντι Αλεν επιλέγουν τον Σαίξπηρ. Η ζωή όμως έχει ξεπεράσει προ πολλού την τέχνη και για χιλιάδες ανθρώπους εκεί έξω το τι θα πάρουν και τι θα αφήσουν εγκαταλείποντας τα σπίτια τους δεν αποτελεί θεωρητικό σχήμα αλλά οδυνηρή πραγματικότητα. Εμβρόντητοι παρακολουθήσαμε στην Ελλάδα τον άνθρωπο που εγκατέλειπε την οικία του στο Λος Αντζελες με ένα έργο του Φασιανού υπό μάλης. Αυτή η εικόνα ήταν που μας έδωσε την ιδέα για το σημερινό ρεπορτάζ. Αν οι άνθρωποί μας και τα κατοικίδιά μας ήταν ασφαλή, τι θα διασώζαμε από το φλεγόμενο σπίτι μας;

Ο Αρης Δαβαράκης είχε την απάντηση έτοιμη: «Μία Κοίμηση της Θεοτόκου Επτανησιακής Σχολής που ταξίδεψε από την Κέρκυρα στην Αλεξάνδρεια στα μέσα του 19ου και από την Αλεξάνδρεια στην Αθήνα στα μέσα του 20ού». Ούτε η Λένα Διβάνη ήθελε να το σκεφτεί πολύ: «Το λάπτοπ μου και το πορτοφόλι που περιέχει κάρτα και ταυτότητα. Ολα τα υπόλοιπα αναλώσιμα. Κοινώς Ηλία ρίχτα!». Τη φωτογραφία των γονιών της θα μάζευε όπως όπως η σύμβουλος διοίκησης του ΣΚΑΪ Λίνα Παπαδάκη, ενώ ο καθηγητής και επικεφαλής ερευνητής Ψυχιατρικής και Ψυχοθεραπείας στο Πανεπιστήμιο Μπικόκα του Μιλάνου, Αντώνης Ντακανάλης, θα έπαιρνε μαζί του την εικόνα του Αγίου Στυλιανού που του είχε χαρίσει η γιαγιά του όταν ήταν παιδί και παίρνει πάντα μαζί, στα εύκολα και τα δύσκολα. «Οπου και να είσαι είτε στο Μάτι είτε στο Μαλιμπού, όσα λεφτά και εάν έχεις ή όχι, μόνο η πίστη και η κοινότητα με την έννοια της αλληλεγγύης σώζουν».

Εναν σκληρό δίσκο με φωτογραφίες θα προσπαθούσε να πάρει ο στιχουργός Οδυσσέας Ιωάννου. «Οχι τόσο για μένα –σχεδόν ποτέ δεν τις κοιτάω– άλλα για τα παιδιά, να έχουν κάποια πατήματα μνήμης. Και όσο κι αν ακούγεται παράδοξο θα έπαιρνα και τα κλειδιά του σπιτιού. Αχρηστα, το ξέρω, δεν θα ταιριάζουν σε καμία πόρτα πια, αλλά θα τα έπαιρνα. Είναι μία εσωτερική υπόσχεση και μία ελπίδα πως κάποτε θα ξαναγυρίσεις. Δεν είμαι δεμένος με κανένα σπίτι, όταν λέω επιστροφή εννοώ νέο ξεκίνημα. Αν προλάβαινα και κάποιες παιδικές ζωγραφιές. Δεν ξαναγίνονται, δεν θα είναι ποτέ ξανά παιδιά».
Αν ο σκύλος της ήταν καλά, η ομότιμη καθηγήτρια στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου Αλκηστις Κοντογιάννη θα διέσωζε τον υπολογιστή της και έναν αγαπημένο της πίνακα: «Με βοήθησες με την ερώτησή σου να συνειδητοποιήσω ότι τίποτα δεν έχει αξία ως αντικείμενο για μένα». Το ίδιο σημείωσε και η ιδιοκτήτρια του κτήματος Αρότρια στην Ερέτρια, Βίκυ Καπούτση: «Είναι πιθανό, το να αγαπάς τόσο πολλά ζωντανά πλάσματα τόσο πολύ, όσο αγαπώ εγώ τα ζώα μου, να σε προφυλάσσει από την προσκόλληση στα άψυχα αντικείμενα. Δεν κατέχω, ειλικρινά, τίποτε που να θεωρώ αναντικατάστατο. Αυτό δεν με καθιστά, βέβαια, πιο ευέλικτη, ακόμα και ένας τριθέσιος καναπές ύφους Λουδοβίκου 14ου θα κουβαλιόταν πιο εύκολα από τη Μέριλιν, το γουρουνάκι μου…».

«Μόνο στην ιδέα, παραλύω»
Η γκαλερίστα Ρεβέκκα Καμχή αναφέρει ότι πρώτα από όλα θα έσωζε τον υπολογιστή της που έχει μέσα όλες τις φωτογραφίες της. «Ή ολα τα άλμπουμ με φωτογραφίες, ή ιδανικά και τα δύο. «Τι φρίκη», σημειώνει, «μόνο στην ιδέα, παραλύω – να έχανα όλα μου τα έργα τέχνης, τα χαλιά, τα υφάσματα, τη συλλογή από πιάτα, φρίκη». Ο αρχιτέκτονας και ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ Ανδρέας Κούρκουλας λέει πως θα προσπαθούσε να περισώσει «τη μικρή “πολύτιμη” μακέτα για τον διαγωνισμό του Μουσείου Μπενάκη στην οδό Πειραιώς. Για τα εγγόνια μου». Ο Πάνος Δραγώνας, αρχιτέκτονας και καθηγητής Αρχιτεκτονικού και Αστικού Σχεδιασμού στο Πανεπιστήμιο Πατρών, από την άλλη, θα έπαιρνε μόνο τον φορτιστή του κινητού του και το λάπτοπ του. «Σε ανάλογες συνθήκες οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο θα αποκτούσε τεράστιο βάρος».
Μια κιθάρα θα έπαιρνε φεύγοντας ο stand up κωμικός Στέλιος Ανατολίτης. «Είναι το πρώτο σοβαρό όργανο που αγόρασα μόνος μου, 19 χρονών, δουλεύοντας για να την ξεπληρώσω μήνα-μήνα όταν ξεκίνησα να διδάσκω κιθάρα. Και θα διάλεγα και το Bone του Jeff Smith γιατί ήταν το πρώτο comic που αγόρασα με σκοπό να ξεκινήσω μια μικρή συλλογή. Απλώς για να έχω δύο πράγματα μαζί μου να μου θυμίζουν από πού ξεκίνησα και ότι όλα είναι διαδρομές».

Το «Χαμόγελο της Τζοκόντα» του Μάνου Χατζιδάκι θα «έσωζε» ο Μίνως Μάτσας, ενώ ο Δημήτρης Ταμπάογλου, ένας από τους αρχαιότερους επιστολογράφους της «Καθημερινής», με πάνω από 170 γράμματα δημοσιευμένα στη σχετική στήλη, θα έπαιρνε μαζί του «όσο περισσότερα μπορούσα βιβλία του φιλοσόφου Χρήστου Μαλεβίτση από τα πάνω από 20 που είναι στη βιβλιοθήκη!». Ο Λεωνίδας Σπύρου, κατασκευαστής στο Μπαλί, θα μάζευε «το κινητό, 2-3 βιβλία που λατρεύω και μπορώ να διαβάζω πολλές φορές όπως το “Εζησα έρημος και ισχυρός” του Αλικάκου, το ρολόι μου και λίγα αγαπημένα ρούχα». Πρώτα την ψυχραιμία του θα φρόντιζε να διατηρήσει ο ραδιοφωνικός παραγωγός Προκόπης Δούκας κι έπειτα «ένα-δυο αναμνηστικά από τους γονείς μου, δυο αφίσες του Μιρό για να θυμάμαι ένα υπέροχο απόγευμα στο Μουσείο του στη Βαρκελώνη, μερικά σπάνια βινύλια, πράγματα που δεν τα ξαναβρίσκεις».

«Τρυφερές αναμνήσεις»
Η δημοσιογράφος και συγγραφέας Γεωργία Δρακάκη δεν συνδέεται με τα σπίτια που κατά καιρούς νοικιάζει. «Ετσι αν έπιανε κάποια φωτιά θα έπαιρνα μαζί μου τα δύο χάρτινα κουτιά παπουτσιών που φυλούν μέσα τους τις πιο τρυφερές αναμνήσεις από έρωτες και φίλους: αποκόμματα σινεμά, κοχύλια, αποξηραμένα άνθη και ξεχασμένα σημειώματα με καλημέρες και αγάπες και αφιερώσεις».
Τα βιβλιάρια υγείας των παιδιών της θα έπαιρνε μαζί της η Μαρίνα Δαμίγου, ιδιοκτήτρια του ομώνυμου καταστήματος παιχνιδιών, το κουκλάκι ύπνου της κόρης του θα έψαχνε να βρει ο Γιάννης Μαυρογιώργος, Director, Business Development & Corporate Affairs στη V&O. Την ταυτότητά του θα έσπευδε να σώσει από τη φωτιά ο Λευτέρης Παπαγιαννάκης, διευθυντής του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες, γνωρίζοντας καλύτερα από τον καθένα ότι «οι άνθρωποι χωρίς χαρτιά είναι αόρατοι».

Πολλοί έχουν βρεθεί ήδη σε αυτή τη συγκλονιστική θέση. «Μετά τα ζώα, πήρα την τσάντα μου με τα έγγραφα και τίποτα άλλο», λέει στην «Κ» η Αφροδίτη Παπαθανάση-Βακοντίου, η οποία μένει στη Λεωφόρο Ποσειδώνος, ανάμεσα στη Ραφήνα και στο Μάτι. «Εκείνη τη στιγμή δεν σε νοιάζει τίποτα, μόνο οι άνθρωποι και τα ζωντανά». Η Μαρίνα Καρύδα, συγγραφέας του βιβλίου «Μάτι, 23 Ιουλίου 2018», θυμάται ότι την ώρα που καιγόταν το Μάτι «το πρώτο πράγμα που έβαλα στο αυτοκίνητό μου ήταν φάρμακα γιατί η κόρη μου ήταν μετά από χειρουργείο». Οι κόρες της πήραν τα λάπτοπ τους. Το σπίτι τους σώθηκε, άλλων όχι. «Ανθρωποι που κάηκαν τα σπίτια τους μου έλεγαν ότι χρειάστηκαν το πιο απλό, καθαρά εσώρουχα, μια αλλαξιά». Σήμερα, μέσω της οργάνωσης για το έγκαυμα και τους εγκαυματίες Salvia κάνει ενημερώσεις σε σχολεία προωθώντας την κουλτούρα της πρόληψης και της οργάνωσης. «Είναι υποκειμενικό το τι έχει αξία για τον καθένα, αλλά είναι σημαντικό για παράδειγμα να έχουμε κάπου συγκεντρωμένα τα σημαντικά έγγραφα, είτε σε ένα κουτί είτε σε ένα pdf. Δεν μπορείς να σώσεις όλες τις φωτογραφίες της ζωής σου αλλά μπορείς να έχεις σε ένα μέρος κάποιες που δεν θα ήθελες να χάσεις ποτέ».
«Ασήμαντα μικροπράγματα»
Και το πατρικό του συγγραφέα Φοίβου Οικονομίδη κόντεψε να καεί πριν από τρία χρόνια. «Αν έσωζα κάτι, θα ήταν ένα κουτί παπουτσιών που έχω στο παιδικό μου δωμάτιο». Μέσα σε αυτό έχει φυλαγμένες παλιές οικογενειακές φωτογραφίες, αποκόμματα από εισιτήρια από ταξίδια και από συναυλίες, και άλλα σουβενίρ. «Διάφορα ασήμαντα μικροπράγματα», εξηγεί, «που έχω κρατήσει για να θυμάμαι περασμένες μέρες». Τρία χρόνια μετά την πυρκαγιά στη Βαρυμπόμπη, στην οποία κάηκε ολοσχερώς το πατρικό της σπίτι, η Ιωάννα λέει στην «Κ» πως από όλα τους τα κεκτημένα που έγιναν στάχτες, τα ρούχα, τα κοσμήματα και οι τσάντες δεν της έλειψαν. Αν μπορούσε, εκείνη την ημέρα θα είχε σώσει τρία πράγματα. «Είχαμε εκεί όλες τις παιδικές φωτογραφίες μας, κι άλλες ασπρόμαυρες, παλιές φωτογραφίες της μάνας μου, των δικών της παιδικών χρόνων», σημειώνει. Θα έπαιρνε επίσης τη συλλογή βινυλίων της μητέρας της, και όσα βιβλία μπορούσε από τη συλλογή του πατέρα της. «Είχε τη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, ρώσικη λογοτεχνία, παλιά έργα του Μπέρτολτ Μπρεχτ, πολλά βιβλία που δεν βρίσκεις εύκολα», δηλώνει. «Αν είχα την ευκαιρία να ξαναπάω», συμπληρώνει, «αυτά θα έπαιρνα».
*Κεντρική Φωτογραφία: Κατοικία τυλιγμένη στις φλόγες στην περιοχή Πασίφικ Παλισέιντς της Καλιφόρνιας. Τι έχει αξία για τον καθένα είναι υποκειμενικό, η απόφαση για το τι θα πάρουν και τι θα αφήσουν εγκαταλείποντας τα σπίτια τους είναι το ίδιο οδυνηρή για όλους. [Mark Abramson / The New York Times]

