Εκεί όπου υπήρχε τείχος, τώρα είναι «γειτονιά»

Εκεί όπου υπήρχε τείχος, τώρα είναι «γειτονιά»

Από την 1η Ιανουαρίου, που η Βουλγαρία μπήκε στη ζώνη Σένγκεν, η κυκλοφορία από το πέρασμα της Εξοχής γίνεται χωρίς επίδειξη εγγράφων. Η «Κ» μίλησε με τους Ευρωπαίους και στις δύο πλευρές της «γραμμής»

7' 5" χρόνος ανάγνωσης

Οδηγοί βγάζουν βίντεο περνώντας τα σύνορα και κορνάρουν πανηγυρικά λίγο πριν βρεθούν στη γειτονική χώρα. Τα κουβούκλια στο συνοριακό πέρασμα Εξοχής, που συνδέει την Ελλάδα με τη Βουλγαρία, είναι άδεια: δεν υπάρχει ούτε αστυνομία ούτε στρατός. Οι τοιχοκολλημένες Α4 που οδηγούν στον έλεγχο διαβατηρίων αποτελούν απομεινάρια μιας εποχής που έληξε την 1η Ιανουαρίου, όταν η Βουλγαρία εισήλθε στη ζώνη Σένγκεν. Οι πολίτες της Ε.Ε. δεν υποχρεούνται έκτοτε να επιδείξουν κανένα έγγραφο για να διασχίσουν τα σύνορα. Η χαρά που προσφέρει η ελεύθερη μετακίνηση είναι έκδηλη.

«Περνάμε έτσι, χωρίς ταυτότητες, σωστά;», ρωτάει ένας οδηγός που κοντοστέκεται για λίγο στο πέρασμα. «Σωστά», του απαντάω και τον ρωτώ πού πάει. «Απλά βόλτα», λέει γελώντας!

Η απλή αυτή φράση φάνταζε κάποιες δεκαετίες πριν άπιαστο όνειρο για όσους ζουν στην ελληνοβουλγαρική μεθόριο. Από την εποχή που υπήρχαν μπάρες στα ακριτικά χωριά μέχρι την ελεύθερη διέλευση των συνόρων, οι δύο χώρες έχουν διανύσει μια τεράστια απόσταση.

Εκεί όπου υπήρχε τείχος, τώρα είναι «γειτονιά»-1
Παιδιά παίζουν στο άγαλμα του εθνικού ήρωα της Βουλγαρίας Γκότσε Ντέλτσεβ, που πολέμησε κατά των Οθωμανών, στην πλατεία της φερώνυμης πόλης. [ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ]

Συμβίωση και σύγκρουση

Ο 95χρονος Κωνσταντίνος Δούτσιος κοιτάζει με απορία όταν του περιγράφω την παραπάνω σκηνή στον συνοριακό σταθμό. Η «Κ» τον συνάντησε στον Βαθύτοπο, ένα χωριό που απέχει περίπου 8 χιλιόμετρα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Τουλάχιστον μέχρι το 1922 και την ανταλλαγή πληθυσμών στην περιοχή του ζούσαν πολλοί σλαβόφωνοι, ενώ υπήρχαν και μεικτά ζευγάρια. «Οι άνθρωποι μεταξύ τους ζούσαν καλά. Μόνο το αντάρτικο, το Κομιτάτο, δημιουργούσε προβλήματα. Κατέβαιναν τη νύχτα στα χωριά, πήγαιναν και λήστευαν, μπορεί και να σκότωναν. Σε όλη τη Μακεδονία γινόταν αυτό. Μεταξύ των οικογενειών, όμως, υπήρχε αγάπη. Βούλγαροι είχαν παντρευτεί Ελληνίδες». Τα αλυτρωτικά αισθήματα που γιγαντώνονταν, ωστόσο, όσο η Οθωμανική Αυτοκρατορία διαλυόταν οδήγησαν τις δύο χώρες σε αλλεπάλληλες και αιματηρές συγκρούσεις. Ο πατέρας του κ. Τσάκου του έλεγε συχνά ιστορίες από τη μάχη του Σκρα το 1918 στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν πολέμησε εναντίον του βουλγαρικού στρατού. Παρότι η μάχη ήταν νικηφόρος για την ελληνική πλευρά, είδε πολλούς συμπατριώτες του να «γαζώνονται» από τα αντίπαλα πυρά. Στον γιο του Κωνσταντίνο έλεγε ότι οι Βούλγαροι «ζητούν πάντα παραπάνω», ενώ όταν ξεκίνησε η βουλγαρική κατοχή στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο προτίμησε να κάνει το παιδί του βοσκό παρά να το στείλει στο σχολείο, όπου πλέον διδάσκονταν βουλγαρικά.

«Στην Κατοχή υποφέραμε»

Ο ηλικιωμένος διατηρεί ακόμη πολύ καθαρές τις μνήμες του από τη βουλγαρική κατοχή. «Στην Κατοχή υποφέραμε. Οποιο χωράφι τους άρεσε, έμπαιναν μέσα. Θυμάμαι με τον αδελφό μου πήγαμε μια μέρα να σπείρουμε το χωράφι μας και είδαμε μια οικογένεια βουλγαρική να σπέρνει. Ο αδελφός μου τους είπε “αυτά είναι δικά μας”. Τα δικά σας –μας απάντησαν– είναι στην Μπέλο Μόρε (σ.σ. την άσπρη θάλασσα, οι Βούλγαροι εννοούσαν έτσι την ελληνική θάλασσα ως αντίστιξη με τη Μαύρη Θάλασσα στην οποία έχουν πρόσβαση)».

Μετά την Κατοχή και την ήττα του Aξονα, μαζί με τον βουλγαρικό στρατό αποχώρησαν αρκετοί ντόπιοι σλαβόφωνοι. Ανάμεσα σε αυτούς που μετανάστευσαν ήταν ο θείος και η θεία του κ. Δούτσιου που είχαν συνάψει μεικτούς γάμους και αποφάσισαν να ακολουθήσουν τους συζύγους τους στη βουλγαρική πόλη Γκότσε Ντέλτσεβ, που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τα σύνορα και κάποτε αποτελούσε το Ανω Νευροκόπι. Ο 95χρονος συνάντησε την οικογένειά του ξανά μετά περίπου τρεις δεκαετίες, όταν το 1982 μαζί με έναν φίλο του πήραν το αυτοκίνητο και επισκέφθηκαν την τότε κομμουνιστική Βουλγαρία. «Χρειαστήκαμε διαβατήριο και ειδική βίζα που βγάζαμε τότε από τις Σέρρες. Στη Βουλγαρία όταν έβλεπαν Eλληνα τον καλωσόριζαν». Ο Κωνσταντίνος Δούτσιος θυμάται μέχρι σήμερα την πείνα που του περιέγραφαν οι κάτοικοι εκεί. Eκτοτε, κάθε φορά που πήγαινε να δει συγγενείς και φίλους γέμιζε το αμάξι του με ζάχαρη και ρύζι.

Εκεί όπου υπήρχε τείχος, τώρα είναι «γειτονιά»-2
Νίκος Χατζηκωνσταντίνου, κάτοικος Κάτω Νευροκοπίου. [ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ]

Εκδρομές στα σύνορα

Τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, ένα αόρατο μα αδιαπέραστο τείχος υψώθηκε ανάμεσα στις δύο χώρες. Η μεθοριακή περιοχή πλήρωσε ακριβά το τίμημα της εγγύτητάς της με την «κομμουνιστική απειλή». Στο χωριό Γρανίτης τοποθετήθηκε μια μπάρα και για να μεταβεί κάποιος από την υπόλοιπη Ελλάδα στην περιοχή μετά το χωριό –έστω και αν ερχόταν από τη διπλανή Δράμα– έπρεπε να δηλώσει στο αρμόδιο αστυνομικό τμήμα τον σκοπό της επίσκεψής του ώστε να εκδοθεί το αντίστοιχο δελτίο εισόδου. Ο Νίκος Χατζηκωνσταντίνου, κάτοικος Κάτω Νευροκοπίου, χαρακτηρίζει εκείνη την περίοδο ως την πλήρη απομόνωση του τόπου του: «Εδώ τελείωνε η Ελλάδα».

«Μας πήγαν εκδρομή το 1969 με το σχολείο στα σύνορα. Θυμάμαι τη στιγμή που αντίκρισα τον Βούλγαρο φαντάρο να στέκεται στο απέναντι παρατηρητήριο· είδα έναν άνθρωπο σαν και εμάς».

Σε αυτό το κλίμα, οι νέοι της περιοχής έπιαναν στα ραδιόφωνά τους τον βουλγαρικό σταθμό Οριζόν και υπό τον ήχο των βουλγαρικών τραγουδιών αναρωτιούνταν πώς είναι οι άνθρωποι στην άλλη πλευρά των συνόρων. Ο 66χρονος ήταν μαθητής Ε΄ Δημοτικού το 1969 όταν αντίκρυσε για πρώτη φορά Βούλγαρο. «Μας πήγαν εκδρομή με το σχολείο στα σύνορα να δούμε τους Βούλγαρους. Νομίζαμε ότι ήταν διαφορετικοί άνθρωποι, κάτι άλλο από εμάς. Θυμάμαι μέχρι σήμερα τη στιγμή που αντίκρισα τον Βούλγαρο φαντάρο να στέκεται στο απέναντι παρατηρητήριο· είδα έναν άνθρωπο σαν και εμάς».

Ο ποδοσφαιρικός αγώνας

Είκοσι χρόνια μετά το περιστατικό, ο ίδιος θα συναντούσε από κοντά τους άγνωστους γείτονες, όταν το 1987, λίγο πριν από την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας, πήγε στην πόλη Γκότσε Ντέλτσεβ για να παίξει σε φιλικό ποδοσφαιρικό αγώνα με την εκεί τοπική ομάδα. «Αυτό που βίωσα τότε, δεν το έχω ξαναζήσει. Δέκα χιλιάδες άνθρωποι έξω από το γήπεδο. Με το που κατεβήκαμε από το λεωφορείο, έρχονταν γιαγιάδες 70-80 ετών και μου έλεγαν “αγόρι μου, εγώ είμαι από εκείνο ή το άλλο χωριό. Τι κάνουν τα χωριά μας;”. Προσπάθησαν να μας φιλοξενήσουν με τον καλύτερο τρόπο, όμως η χώρα ήταν σε αποσύνθεση. Στην τουαλέτα του ξενοδοχείου είχε κρεμασμένες εφημερίδες αντί για χαρτί υγείας. Δεν είχαν ούτε τα στοιχειώδη».

Ο γκριζομάλλης συνταξιούχος επισκέφθηκε πριν από λίγες ημέρες τη Βουλγαρία. Τώρα, μετά την είσοδό της στη Σένγκεν, το Νευροκόπι δεν είναι, όπως είπε, πλέον το τέλος του κόσμου. «Θέλω να είμαστε καλά με τους γείτονες, αλλά έχει μείνει η πληγή από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο».

Εκεί όπου υπήρχε τείχος, τώρα είναι «γειτονιά»-3
Ο Νίκος Χατζηκωνσταντίνου επισκέφθηκε πρώτη φορά το Γκότσε Ντέλτσεβ, το λεγόμενο και Ανω Νευροκόπι, στο πλαίσιο φιλικού ποδοσφαιρικού αγώνα με την τοπική ομάδα το 1987. [Χρήστος Σιδηρόπουλος]

Κάτω Νευροκόπι καλεί Γκότσε Ντέλτσεβ

«Δεν σκίζουμε τις σελίδες της Ιστορίας, αλλά τις γυρνάμε. Μας ενδιαφέρει να αναπτύξουμε τις σχέσεις και να πηγαίνουμε μπροστά», δήλωσε ο δήμαρχος Κάτω Νευροκοπίου, Λευτέρης Ταμπουρίδης, κοιτώντας τις προτομές των εθνικών ηρώων που στέκουν μπροστά από το δημαρχείο. Διατηρεί άψογη σχέση με τον δήμαρχο της Γκότσε Ντέλτσεβ και έχουν ήδη υλοποιήσει από κοινού διασυνοριακά και εκπαιδευτικά προγράμματα. «Πλέον έχουμε και μεικτά ζευγάρια στο Κάτω Νευροκόπι», σημείωσε.

Σημαντικό ρόλο στη σύσφιγξη των σχέσεων μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων που μένουν στη μεθόριο έπαιξε η δημιουργία του συνοριακού σταθμού στην Εξοχή το 2005. Μέχρι τότε οι κάτοικοι και από τις δύο πλευρές των συνόρων έπρεπε να διανύσουν περίπου 100 χιλιόμετρα για να φτάσουν στον Προμαχώνα και να περάσουν απέναντι. Ο δήμαρχος ανέφερε πως πριν από τη δημιουργία του σταθμού, όταν ο ένας δήμος ήθελε να στείλει έγγραφα ή κάποιο πακέτο στον άλλο, έστελνε έναν υπάλληλο στη μεθόριο, όπου υπήρχε ένα καμπανάκι. Χτυπούσε το καμπανάκι και ερχόταν ο στρατός να το παραλάβει.

Εκεί όπου υπήρχε τείχος, τώρα είναι «γειτονιά»-4
Τα φυλάκια στο συνοριακό πέρασμα της Εξοχής, που συνδέει την Ελλάδα με τη Βουλγαρία, είναι πλέον άδεια μετά την ένταξη της γείτονος στη ζώνη Σένγκεν. [ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ]

Αμφίπλευρη προσέγγιση

Σύμφωνα με τον δήμαρχο, ο συνοριακός σταθμός, παρότι στην αρχή λειτούργησε αρνητικά για την περιοχή γιατί μόνο οι Ελληνες πήγαιναν στη Βουλγαρία για να αγοράσουν φθηνότερα προϊόντα, έχει φέρει πλέον κόσμο από τη γείτονα στα εστιατόρια και τα καφέ του Κάτω Νευροκοπίου.

«Ο σταθμός στην Εξοχή ζέστανε τις σχέσεις μεταξύ των λαών», είπε σε άπταιστα ελληνικά ο Καλλίνικος Καλλίνικος, διερμηνέας του δημάρχου της πόλης Γκότσε Ντέλτσεβ. Τον συναντήσαμε στο κέντρο της βουλγαρικής πόλης, μαζί με τη σύζυγό του. Οπως θυμάται, τρεις ώρες μετά το άνοιγμα των συνόρων, η Ιβανίτα, γνωστό εστιατόριο κοντά στα σύνορα, πλημμύρισε Ελληνες. Ο ίδιος έμαθε ελληνικά από τη γιαγιά του, η οποία ήταν Ελληνίδα από τη Δράμα. Ο παππούς του, Βλάχος από τη Λάρισα, είχε πάει στην Προσοτσάνη απειλούμενος από τους Οθωμανούς. Παντρεύτηκε τη Δραμινή και απέκτησε 12 παιδιά. Ο πατέρας του Καλλίνικου στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου πήγε στη Βουλγαρία και παρέμεινε εκεί όταν έκλεισαν τα σύνορα. «Εχουμε πολλούς συγγενείς στην Ελλάδα. Κατάφερα και πήγα τη μαμά μου το 2003 να τους δει».

Η ιστορία του κ. Καλλίνικου δεν είναι μοναδική. Το τελευταίο Σαββατοκύριακο των χριστουγεννιάτικων εορτών, από τη μικρή πλατεία του Κάτω Νευροκοπίου πέρασαν αρκετές βουλγαρικές οικογένειες που ήρθαν να δουν συγγενείς τους στην ελληνική πλευρά των συνόρων.

Μάλλον δεν αισθάνθηκαν ότι διέσχισαν σύνορα.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT