Σε ποινή επτά μηνών με αναστολή καταδικάστηκε ο δεύτερος αστυνομικός που εργαζόταν στη Βουλή και αντιμετώπιζε το αδίκημα της ενδοοικογενειακής απειλής σε βάρος της πρώην συζύγου του.
Ο κατηγορούμενος στην απολογία του ενώπιον του Αυτόφωρου Μονομελούς Πλημμελειοδικείου αρνήθηκε τις κατηγορίες που του αποδόθηκαν.
«Δεν έχει νιώσει ποτέ ούτε φόβο ούτε απειλή. Είναι αρνητική στα πάντα. Στις βιντεοκλήσεις με το παιδί, δεν μου άφηνε να το δω. Μέσα στην εβδομάδα το πολύ να το έβλεπα δύο φορές το παιδί. Να την παρακολουθήσω να κάνω τι; Πάω να πιω ένα καφέ στη γειτονιά, έχουμε καλές φιλικές σχέσεις με τους γείτονες. Για ποιο λόγο να την παρακολουθήσω δεν το καταλαβαίνω. Αφού ήμουν αυτός ο βίαιος που παρουσιάζει γιατί δεν λέει ότι δεν της ακούμπησα την τρίχα; Χρησιμοποιεί το προηγούμενο περιστατικό της Βουλής. Για οικονομικούς λόγους έγινε αυτή η καταγγελία» υποστήριξε ο κατηγορούμενος.
Στον αντίποδα, η μηνύτρια και πρώην σύζυγός του επανέλαβε όσα υποστήριξε στην καταγγελία της.
«Αυτός ο άνθρωπος συνεχίζει να με παρακολουθεί, έχει τα κλειδιά της εισόδου και μπαίνει μέσα και με παρακολουθεί. Είναι καθημερινά στην απέναντι γειτόνισσα που τον ενημερώνει συνεχώς. Ακόμα και στη γιορτή μου ήρθε από κάτω. Εκανε φασαρία, άρπαξε το παιδί και δεν μου το έδινε. Εφυγε μόνο όταν είπα ότι θα φωνάξω το 100. Εχω κάνει άπειρες προσπάθειες για το καλό του παιδιού μου μέχρι και σήμερα, έχω μαρτυρήσει. Η ζωή μου έχει γίνει ένα μαρτύριο. Αρχισε να λέει στη μητέρα μου και μένα ότι θα με σκοτώσει και θα με κρεμάσει στο μπαλκόνι».
Η εισαγγελέας της έδρας πρότεινε την καταδίκη του κατηγορούμενου λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που προσκομίστηκαν στο δικαστήριο.
«Προτείνω την ενοχή του για ενδοοικογενειακή απειλή κατ’ εξακολούθηση μέσω της επιμονής παρακολούθησης. Αυτό προκύπτει από τα μηνύματα που προσκόμισε η παθούσα στα οποία κατ’ επανάληψη ζητά να σταματήσει να την παρακολουθεί. Εξεταζόμενη εδώ, κατέθεσε ότι της προκαλεί τρόμο και απειλή» σημείωσε η εισαγγελέας.

