Επιμέλεια: Σάκης Ιωαννίδης
Φοβάμαι τις γεωπολιτικές εντάσεις. Ελπίζω στην εξωστρέφεια
Του Νίκου Βέττα
Η πρόβλεψη πως στην οικονομία μας δεν θα υπάρξουν μεγάλες αλλαγές κατά τη νέα χρονιά φαίνεται λογική, τουλάχιστον αρχικά. Η ετήσια ανάπτυξη αναμένεται με ρυθμό παραπλήσιο του περυσινού και υψηλότερα της ευρωπαϊκής. Στις επενδύσεις, εκτός απροόπτου, θα υπάρξει άνοδος περίπου διπλάσια από τη μεγέθυνση της υπόλοιπης οικονομίας, χωρίς όμως να φτάνουν σε εντυπωσιακά επίπεδα και με σχετική υποχώρηση των ξένων τοποθετήσεων σε ακίνητα. Αναμένεται περαιτέρω, αν και όχι μεγάλη, μείωση της ανεργίας και αύξηση των πραγματικών μισθών, με κάμψη του πληθωρισμού. Στο εξωτερικό εμπορικό ισοζύγιο η ανάκαμψη στην Ευρώπη μάλλον θα ενισχύσει τις εξαγωγές, καλύπτοντας μέρος της πίεσης από τις εισαγωγές που παραμένει υψηλή. Στο δημόσιο ταμείο η υπεραπόδοση των εσόδων λογικά θα εξασθενήσει, χωρίς όμως πίεση στο δημοσιονομικό ισοζύγιο. Τα πραγματικά επιτόκια και το κόστος χρήματος μάλλον θα αποκλιμακωθούν ελαφρώς. Συνολικά, η κεντρική εκτίμηση είναι ότι η νέα χρονιά για την ελληνική οικονομία δεν θα διαφέρει πολύ από την προηγούμενη.
Υπάρχει όμως και μια δεύτερη ανάγνωση των τάσεων, από τη μια πλευρά με ανησυχίες και από την άλλη με ελπίδες αναβάθμισης. Εντονότερες είναι οι ανησυχίες, σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο όπου διατηρούνται στην επιφάνεια για καιρό. Αβεβαιότητες και απαισιοδοξία επιβαρύνουν την πλειονότητα των πολιτών στην Ευρώπη, όπως και στη χώρα μας. Οι πηγές είναι διάφορες. Η συσσώρευση χρέους θα οδηγήσει σε κρίση εθνικές οικονομίες, νοικοκυριά και επιχειρήσεις; Οι νέες τεχνολογίες, όπως οι εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, θα εξαλείψουν θέσεις εργασίας και ολόκληρα επαγγέλματα ή θα δημιουργούν νέες και τι σημαίνει αυτό για τους εργαζομένους; Η κλιματική αλλαγή θα έχει βαρύτερες επιπτώσεις και μήπως το αναγκαίο κόστος για την αντιμετώπισή της θα περιορίζει συστηματικά την ευημερία; Οι γεωπολιτικές εντάσεις στη γειτονιά μας μπορεί να εξελιχθούν ακόμη χειρότερα και μαζί με την αμφισβήτηση διεθνών κανόνων να οδηγήσουν σε πίεση για χώρες και τα σύνορά τους; H εξελισσόμενη γήρανση του πληθυσμού επιτρέπει ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια; H μετανάστευση μπορεί να ενισχύσει την οικονομία και την κοινωνία ή θα τις αποσταθεροποιήσει;
Κάθε μία από τις παραπάνω αβεβαιότητες είναι από μόνη της αρκετά μεγάλη ώστε να εκτρέψει μια οικονομία όπως η δική μας. Ασφαλώς, ο συνδυασμός τους αποτελεί μεγάλη οικονομική και πολιτική πρόκληση στα επόμενα χρόνια. Οι τάσεις που θα επικρατήσουν και το πώς θα τοποθετηθεί η χώρα μας θα προσδιορίσουν και το μέλλον της. Θα δημιουργηθούν γραμμές άμυνας και θα υπάρξει προσαρμοστικότητα για εκμετάλλευση των ευκαιριών; Ακόμη και όταν οι επιπτώσεις δεν είναι άμεσες, επηρεάζουν μέσα από τη διαμόρφωση των προσδοκιών. Ενα πλαίσιο συνοχής και προσαρμοστικότητας είναι προϋπόθεση για τη διατήρηση των δυναμικών τμημάτων του πληθυσμού στη χώρα και την προσέλκυση κρίσιμων επενδύσεων.
Αν και οι προκλήσεις δεν είναι λίγες, υπάρχει και μια θετική οπτική, με ελπίδες αναβάθμισης. Η ελληνική οικονομία έχει ανακάμψει και σταθεροποιηθεί, χωρίς να έχει ακόμη σπάσει τον σκληρό πυρήνα των προβλημάτων που την υποβιβάζουν όλες τις τελευταίες δεκαετίες. Το έλλειμμά της, ώστε να ανελιχθεί σε μια ισχυρή οικονομία, ίσως είναι πλέον σαφές. Υστερεί σε εξωστρέφεια, καθώς δεν ανταμείβει όσους εργάζονται ή επιχειρούν όταν δημιουργούν αξία όσο όταν εκμεταλλεύονται περιστασιακές ευκαιρίες σε μικρή ή μεγάλη κλίμακα. Παράλληλα, η περιπλοκότητα των κανόνων και η ανεπάρκεια κρίσιμων λειτουργιών του δημόσιου τομέα αποθαρρύνει τη νέα παραγωγή και την απόκτηση γνώσης. Στον βαθμό που οι επιλογές πολιτικής τη νέα χρονιά απομακρύνουν την οικονομία από αυτά τα χαρακτηριστικά της, σταδιακά αλλά με σταθερή στόχευση, η δυναμική της θα ενισχυθεί πολλαπλά. Τότε τα εισοδήματα θα μπορούν να αυξάνονται πραγματικά και συστηματικά. Τελικά, το αν θα διατηρηθεί στη σημερινή κατάσταση, αν θα πληγεί από εξωτερικές εξελίξεις ή θα μπει σε μια νέα τροχιά ισχυρής και διατηρήσιμης ανάπτυξης παραμένει ανοιχτό στοίχημα.
Ο κ. Νίκος Βέττας είναι γενικός διευθυντής ΙΟΒΕ και καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Φοβάμαι ότι οι αναθεωρητές θα εκμεταλλευθούν τον Τραμπ για να ανατρέψουν τη διεθνή τάξη. Ελπίζω ότι η Ελλάδα μπορεί να συνεισφέρει στην περιφερειακή αποκατάσταση της τάξης
Του Κωνσταντίνου Φίλη
Το διεθνές περιβάλλον βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή, με τις εστίες αστάθειας να διευρύνονται, πολλές προκλήσεις να απαιτούν κοινή αντιμετώπιση, αλλά τελικά να εντείνεται ο κατακερματισμός και με προφανή την περιφρόνηση του διεθνούς δικαίου και την παραβίαση ακόμη και θεμελιωδών νορμών που το έχουν χαρακτηρίσει μεταπολεμικά. Οι κρίσεις και κατ’ επέκταση οι αβεβαιότητες έχουν αρχίσει να αποκτούν μόνιμα χαρακτηριστικά.
Η Δύση βρίσκεται σε υποχώρηση, ειδικότερα δε η Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία δυσκολεύεται να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ και την Κίνα, εμφανώς υπολειπόμενη στην οικονομία, στη βιομηχανία, στις τεχνολογίες και την καινοτομία. Από την άλλη, είναι εμφανής η απογοήτευση των περισσοτέρων κρατών για τις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, για την απουσία ενός ισχυρού μηχανισμού που προσφέρει λύσεις και αποτρέπει συρράξεις, όπως εξάλλου και η ενόχλησή τους για τις μακροχρόνιες παρενέργειες των επιλογών των αποικιοκρατικών δυνάμεων δεκαετίες μετά την απόσυρσή τους. Οι αποτυχίες της διεθνούς κοινότητας χρεώνονται σχεδόν αυτομάτως στη Δύση και η αναζήτηση ενός νέου, περισσότερο δίκαιου και αντιπροσωπευτικού των υφιστάμενων συσχετισμών ισχύος συστήματος μοιάζει καθολική απαίτηση για τα κράτη εκτός Δύσης. Βέβαια, ενώ επιζητείται αναλογικότερη κατανομή ρόλων, ώστε να αποκτήσουν φωνή περισσότερες χώρες από περισσότερες γωνιές του πλανήτη, εντοπίζεται θυμός και απογοήτευση αρκετών ηγεσιών για την απόσυρση των ΗΠΑ από περιοχές στις οποίες είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο, με εμφανή τη δυσκολία κάλυψης του κενού εξουσίας, αλλά και διευθέτησης κρίσεων χωρίς τη συμμετοχή των ΗΠΑ.
Οι αναθεωρητές, τόσο σε περιφερειακό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο βλέπουν στο πρόσωπο του Τραμπ μια ευκαιρία να αμφισβητήσουν ακόμη και από κοινού κάποιες από τις σταθερές της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής, εκμεταλλευόμενοι τον αντισυστημισμό του.
Οι αναθεωρητές, τόσο σε περιφερειακό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο βλέπουν στο πρόσωπο του Τραμπ μια ευκαιρία να αμφισβητήσουν ακόμη και από κοινού κάποιες από τις σταθερές της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής, εκμεταλλευόμενοι τον αντισυστημισμό του, που εκκινεί από το εσωτερικό των ΗΠΑ αλλά επεκτείνεται και στην αποστροφή του για αρκετούς διεθνείς θεσμούς και συμφωνίες που πιστεύει ότι περιορίζουν τη δυναμική των ΗΠΑ. Αλλωστε, ο μονομερής τρόπος με τον οποίο λαμβάνει αποφάσεις, αγνοώντας τα συμφέροντα των εταίρων του και αναπτύσσοντας μια καθαρά συναλλακτική σχέση μαζί τους, εκ των πραγμάτων θα υπονομεύσει την ενότητα των συμμαχιών που έχουν οικοδομήσει οι ΗΠΑ μεταπολεμικά. Και μπορεί οι επιλογές σε κρίσιμα πόστα, όπως αυτό του υπουργού Eξωτερικών και του συμβούλου Eθνικής Aσφαλείας, να είναι συμβατικές για τα δεδομένα του Τραμπ, ωστόσο ο διορισμός προεδρικών απεσταλμένων για μια σειρά ζητημάτων, κάλλιστα μπορεί να νερώσει το μήνυμα αλλά και να δημιουργήσει σύγχυση στη λήψη αποφάσεων. Ετσι κι αλλιώς, η συνέπεια και η συνοχή θα είναι τα μεγάλα ζητούμενα κατά τη διακυβέρνησή του. Και αυτές προφανώς θα δοκιμαστούν (αρχικά) στα δύο καυτά μέτωπα της Ουκρανίας και της Μέσης Ανατολής. Στην πρώτη περίπτωση ο Τραμπ θέλει μια γρήγορη λύση και θα πρέπει να πειστεί γιατί αυτή δεν πρέπει να οδηγήσει σε συνθηκολόγηση του Κιέβου ή απόλυτη εξυπηρέτηση των ρωσικών στόχων, παρά το γεγονός ότι ο Πούτιν έχει αποδεδειγμένα την ικανότητα να τροφοδοτεί το εγώ του Τραμπ. Προσώρας, το επιτελείο του επερχόμενου Αμερικανού προέδρου δεν δείχνει να έχει ολοκληρωμένο σχέδιο λύσης και θα είναι δύσκολο να ικανοποιήσει εξίσου ή σε κάποιον βαθμό ταυτόχρονα Μόσχα και Κίεβο. Αυτό που έχει γίνει γνωστό είναι η πρόθεση μεταβίβασης της ευθύνης κατοχύρωσης της ασφάλειας της Ουκρανίας στους Ευρωπαίους, με την προϋπόθεση βέβαια της αγοράς αμερικανικών όπλων. Φαίνεται πως Ρωσία και Ουκρανία επιθυμούν ένα παρατεταμένο διάλειμμα προκειμένου να ανασυγκροτηθούν και να σταματήσει η συνεχής αιμορραγία σε ανθρώπινο δυναμικό και κεφάλαια και ενδεχομένως αυτό να προσφέρει ο Τραμπ, χωρίς, πάντως, οριστική διευθέτηση.
Στη Μέση Ανατολή, ενώ η επικράτηση του Ισραήλ και η δραματική υποχώρηση του Ιράν προσέφεραν την ευκαιρία στον Τραμπ ακόμη και να επιβάλει στο Τελ Αβίβ μια μακρά κατάπαυση του πυρός σε Γάζα και Λίβανο και ταυτόχρονα να πιέσει ασφυκτικά την Τεχεράνη, ώστε η τελευταία να αποσυρθεί από το πυρηνικό της πρόγραμμα, η ανατροπή στη Συρία (παρότι καλοδεχούμενη) προσθέτει έναν πονοκέφαλο, κυρίως στη διαχείριση των φιλοδοξιών τουλάχιστον τριών σημαντικών εταίρων της Ουάσιγκτον – του Ισραήλ, της Τουρκίας αλλά και των Κούρδων της Συρίας. Μάλιστα, η μεταβατική κατάσταση υπό τον Αλ Σάρα στη χώρα φαίνεται να αναζητεί modus operandi για την παραμονή των ρωσικών βάσεων σε αυτή, κάτι που σημαίνει ότι η απαγκίστρωση από την περιοχή δεν θα είναι απλή υπόθεση. Καθοριστικός παράγοντας με λόγο και ρόλο που θα υπολογίζει ο Τραμπ είναι η Σαουδική Αραβία, που αναμένεται να τον πιέσει για λύση του Παλαιστινιακού, μέσω ενός (αόριστου;) οδικού χάρτη, προκειμένου να αναγνωρίσει το Ισραήλ. Η σταθεροποίηση Ιράκ και Αιγύπτου, όπως και η τιθάσευση αναθεωρητικών τάσεων που πλήττουν τις όποιες προσπάθειες για περιφερειακή εξομάλυνση θα πρέπει να απασχολήσουν τις ΗΠΑ, έστω κι αν η νέα διακυβέρνηση έχει άλλη αντίληψη των προτεραιοτήτων της και τι εν τέλει συνιστά και επηρεάζει αρνητικά τα άμεσα συμφέροντά της.
Η Ελλάδα οφείλει να προσαρμοστεί με σχέδιο και εναλλακτικές επιλογές έναντι του Τραμπ, απαντώντας πρoτού της ζητηθεί σε διλήμματα που ενδέχεται να προκύψουν, όπως η συνδρομή της σε περίπτωση εγκατάστασης ευρωπαϊκών στρατιωτικών δυνάμεων στην Ουκρανία, η αντιμετώπιση της Ρωσίας αν οι ΗΠΑ αποφασίσουν να διεμβολίσουν τη σχέση της με την Κίνα, η διαχείριση της εχθρότητας του Τραμπ και του στενού του κύκλου απέναντι στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, εφόσον αυτή λάβει σάρκα και οστά, και πώς και με ποιους μπορούμε να εισφέρουμε στην περιφερειακή αποκατάσταση της τάξης προκειμένου αυτή να έχει τη σφραγίδα των κρατών της περιοχής και δη με την ενεργό συμμετοχή μας σε σχέδια επιχειρηματικού χαρακτήρα, που θα κερδίσουν την προσοχή του.
O κ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων (IGA) και καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος.
Φοβάμαι την απουσία οράματος για την Αθήνα. Ελπίζω στις μικρές νησίδες προόδου
Του Νίκου Βατόπουλου
σιέστερα στη φυσιογνωμία που η πόλη θα αποκτήσει τον 21ο αιώνα. Βρισκόμαστε ακόμη στον προθάλαμο. Είναι μια κίνηση αναμενόμενη, φυσική και επιθυμητή και το μόνο που με φοβίζει είναι ο κακός εαυτός των Ελλήνων. Αυτός άλλωστε αποδεικνύεται ανέκαθεν ο μεγαλύτερος εχθρός της Αθήνας.
Αν πάμε 100 χρόνια πίσω και δούμε την Αθήνα του 1925 με τον μεγάλο αναβρασμό λόγω του προσφυγικού κύματος εκείνης της εποχής, θα διαπιστώσουμε ότι ήταν τότε που διαμορφωνόταν στα πρώιμα στάδια ακόμη η πόλη του 20ού αιώνα. Βεβαίως, οι συσχετισμοί είναι απλώς ψυχολογικοί και ενδεικτικοί, ωστόσο οι πόλεις πορεύονται στον χρόνο μέσα από τομές και ρήγματα.
Η Αθήνα του 2025 θα έπρεπε προ πολλού να τρέχει πάνω στο όραμα «Αθήνα 2034», τα 200 χρόνια από την ανακήρυξη της πόλης ως πρωτεύουσας. Θα αρκούσε αυτό το όραμα για να προσανατολίσει μεγάλο μέρος χρηματοδοτήσεων, δημοσίων και ιδιωτικών, σε ένα εθνικό πρόγραμμα αναγέννησης.
Τομή στην Αθήνα της δικής μας εποχής είναι η δυνατότητα ανάκαμψης της πόλης μετά την καταστροφική δεκαετία του 2010. Παρά τα πολλά σημάδια της ανασυγκρότησης της οικονομίας της Αθήνας, με σειρά ιδιωτικών –ως επί το πλείστον– επενδύσεων, απουσιάζει το ζητούμενο πνεύμα ανάταξης της πρωτεύουσας. Απουσιάζει το όραμα, η πίστη στη δυνατότητα της Αθήνας να αρθρώσει λόγο ουσίας και προοπτικής στη διεθνή γεωπολιτική αναδιάταξη.
Ενας από τους λόγους που αυτό συμβαίνει και που παρά τα φαινόμενα οδηγεί την Αθήνα σε μια σχετική περιθωριοποίηση στην κλίμακα ισχύος και επιρροής, είναι η απροθυμία του δημοσίου τομέα, αλλά και μέρους της κοινωνίας να συμβάλουν. Η Αθήνα του 2025 θα έπρεπε προ πολλού να τρέχει πάνω στο όραμα «Αθήνα 2034», τα 200 χρόνια από την ανακήρυξη της πόλης ως πρωτεύουσας. Θα αρκούσε αυτό το όραμα για να προσανατολίσει μεγάλο μέρος χρηματοδοτήσεων, δημοσίων και ιδιωτικών, σε ένα εθνικό πρόγραμμα αναγέννησης.
Τα πολλά και θετικά, που αναμφισβήτητα συμβαίνουν στις μέρες μας στην Αθήνα, αποτελούν ωστόσο ευτυχή συγκυρία μιας σειράς παραγόντων που ευνοούν πολλές ιδιωτικές επενδύσεις στους τομείς του τουρισμού, της εστίασης, της εργασίας και της κατοικίας. Ιδιαιτέρως η εργασία, απελευθερωμένη σταδιακά από την έννοια του χώρου και του χρόνου, όπως αυτές οι έννοιες γίνονταν κατανοητές ως το 2010, αναμένεται να επιδράσει ακόμη περισσότερο στην ένταση των ανακατασκευών παλαιών οικοδομημάτων. Το νέο εργασιακό ήθος του 21ου αιώνα έχει ήδη αρχίσει και επηρεάζει πολλούς τομείς, όπως τον τραπεζικό, τον κλάδο της υγείας και αυτόν του ευρύτερου δημοσίου τομέα.
Η σχετική αυτή απελευθέρωση γεννάει νέα κινητικότητα και επιδρά στην Αθήνα τόσο με φυγόκεντρες όσο και κεντρομόλες τάσεις. Ο τραπεζικός τομέας, π.χ., επενδύει με πίστη στο κέντρο των Αθηνών, ενώ το ίδιο το κράτος με την εξαγγελία του κυβερνητικού πάρκου στην πρώην ΠΥΡΚΑΛ δημιουργεί τάσεις εξόδου και έντονης αστικοποίησης περιοχών, που ήταν μέχρι τώρα στην περιφέρεια. Αυτό συντελείται μέσα από μία παρωχημένη αντίληψη θεματικής ζώνης λειτουργίας. Επιπλέον, η ένταξη «περιφερειακών» περιοχών (Υμηττός, Ελληνικό, Βοτανικός) στον κεντρικό κορμό της λειτουργίας της πρωτεύουσας συμπληρώνει αυτό που άρχισε στη δεκαετία του 1970 με την ανάπτυξη του επιχειρηματικού άξονα της λεωφόρου Κηφισίας.
Η Αθήνα του 2025 αποκαλύπτεται μέσα από αυτές τις ισχυρές αντιφάσεις της. Με την απουσία ενός κεντρικού οράματος για την πόλη, οι πολλές μεγάλες και μικρές ιδιωτικές επενδύσεις κρατούν την πρωτεύουσα σε μια κατάσταση κινητικότητας. Ωστόσο, το μείζον πρόβλημα της Αθήνας, η ποιότητα της καθημερινότητας χειροτερεύει, όπως υποχωρεί και η ιστορική ταυτότητα της πόλης. Αρχιτεκτονική δεν παράγεται στο κέντρο ούτε στις συνοικίες. Δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον να δοθούν ευκαιρίες, ώστε οι αρχιτέκτονες να αφήσουν το ίχνος της εποχής μας στην πόλη. Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Η Αθήνα αντιμετωπίζει την ενδιαφέρουσα πρόκληση ανανέωσης του γηρασμένου κτιριακού αποθέματος. Υπάρχουν καλά όσο και καταστροφικά παραδείγματα. Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει σε περισσότερο προηγμένες χώρες, η αρχιτεκτονική κληρονομιά έχει εγκαταλειφθεί, πλην ορισμένων και μεμονωμένων εξαιρέσεων.
Αυτό που προκαλεί αμηχανία είναι ότι τα μεγάλα θέματα της Αθήνας (νέα ταυτότητα στον διεθνή γεωπολιτικό χάρτη, ανάδειξη της διαχρονικής κληρονομιάς της, περιαστικό πράσινο, στέγες και βιωσιμότητα παλαιών πολυκατοικιών) απουσιάζουν από τον δημόσιο λόγο.
Ωστόσο η πόλη προχωράει και οι λιγοστές νησίδες προόδου αφήνουν κάποια περιθώρια αισιοδοξίας.
Φοβάμαι τη φθηνή ανάπτυξη. Ελπίζω στην αναβάθμιση του παραγωγικού μοντέλου
Του Μάνου Ματσαγγάνη
Το ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε αναπτυξιακή τροχιά δεν αμφισβητείται στα σοβαρά από κανέναν. Αυτό που μπορεί –και πρέπει– να αμφισβητηθεί είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της ανάπτυξης αυτής. Οι υψηλοί ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ δεν αρκούν: για δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια, από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 έως τις παραμονές της μεγάλης κρίσης, η Ελλάδα σημείωνε τη δεύτερη καλύτερη –μετά την Ιρλανδία– οικονομική επίδοση στην Ευρώπη. Και όλοι ξέρουμε τι συνέβη στη συνέχεια. Το ότι σήμερα το εμπορικό έλλειμμα έχει ξανά διογκωθεί, οι επενδύσεις κατευθύνονται σχεδόν αποκλειστικά σε ακίνητα, ενώ το ειδικό βάρος του τουρισμού είναι μεγαλύτερο παρά ποτέ, θα έπρεπε να προκαλεί περισσότερο προβληματισμό και πολύ λιγότερο εφησυχασμό.
Πέντε χρόνια μετά την πανηγυρική υποδοχή της έκθεσης Πισσαρίδη και την επίσημη αναγνώριση της ανάγκης για αναβάθμιση του παραγωγικού μοντέλου, η ελληνική οικονομία παραμένει εγκλωβισμένη στη φθηνή ανάπτυξη.
Πράγματι, πέντε χρόνια μετά την πανηγυρική υποδοχή της έκθεσης Πισσαρίδη και την επίσημη αναγνώριση της ανάγκης για αναβάθμιση του παραγωγικού μοντέλου, η ελληνική οικονομία παραμένει εγκλωβισμένη στη φθηνή ανάπτυξη. Τα «ζωώδη ένστικτα» που απελευθερώθηκαν τα τελευταία χρόνια έχουν ως επί το πλείστον στραφεί στις διαχρονικές σταθερές της ελληνικής επιχειρηματικότητας: στην αξιοποίηση ευκαιριών βραχυπρόθεσμου κέρδους που προκύπτουν από κρατικές ρυθμίσεις πρόσβασης στους κοινούς πόρους – από τα πεζοδρόμια των πόλεων που παραχωρήθηκαν «προσωρινά» την εποχή του κορωνοϊού στους μαγαζάτορες και στα τραπεζοκαθίσματά τους έως τα Κυκλαδονήσια που μετατρέπονται ταχύτατα σε τσιμεντένια θέρετρα, που κινδυνεύουν να καταλήξουν όπως τα γήπεδα του μπέιζμπολ και του σόφτμπολ όταν έπεσε η αυλαία των Ολυμπιακών της Αθήνας. Οι επισφαλείς θέσεις εργασίας και οι χαμηλοί μισθοί είναι το φυσικό επακόλουθο μιας οικονομίας εξαρτημένης από την εστίαση, τα καταλύματα και το λιανικό εμπόριο. Οι φωτεινές εξαιρέσεις των (μεταποιητικών, κυρίως) μονάδων που εξάγουν, επενδύουν και πληρώνουν αξιοπρεπείς αποδοχές, είναι ακριβώς αυτό: εξαιρέσεις.
Σε έναν κόσμο που έχει γίνει απρόβλεπτος και επικίνδυνος και σε μια γωνιά του πλανήτη που έχει πάρει φωτιά από τις πολεμικές συγκρούσεις και από τις φυσικές καταστροφές, η ανεμελιά της φτηνής ανάπτυξης είναι τραγική. Οταν ξέσπασε η πανδημία, ο ΟΟΣΑ είχε δημοσιεύσει μια έκθεση για την «ανθεκτικότητα» της οικονομίας 47 χωρών σε συνθήκες καραντίνας: η Ελλάδα βρισκόταν στην τελευταία 47η θέση. Τι θα απογίνει η οικονομία μας εάν συμβεί το παραμικρό θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο ή όταν η άνοδος της θερμοκρασίας θα έχει κάνει το ελληνικό καλοκαίρι αβίωτο;
Φυσικά, δεν μπορούμε να αλλάξουμε τη γεωγραφία. Μπορούμε όμως να αλλάξουμε την οικονομία. Με δυσκολία: η αναβάθμιση του παραγωγικού μοντέλου είναι κοπιαστική και παίρνει χρόνο (αντίθετα με τις «αρπαχτές», που ως γνωστόν είναι γρήγορες και απαιτούν ελάχιστο κόπο). Οι ωφελημένοι της φθηνής ανάπτυξης είναι ισχυροί και οργανωμένοι και αγωνίζονται με νύχια και δόντια (και ενίοτε με σφαίρες) για τη διατήρηση του μοντέλου στο οποίο οφείλουν τον πλουτισμό τους. Το μόνο αντίδοτο στην ισορροπία της παρακμής είναι ο πατριωτισμός των Ελλήνων και ειδικά της πολιτικής τάξης. Η εμμονή της κυβέρνησης και η συναίνεση της αντιπολίτευσης στην υπεράσπιση της νομιμότητας παντού, από το φορολογικό έως τις χρήσεις γης. Και η συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων για τις ελάχιστες προϋποθέσεις ευημερίας της γενιάς των παιδιών μας και των παιδιών τους: ισχυροί θεσμοί, αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος, υγιής επιχειρηματικότητα, επένδυση στις δεξιότητες.
Οι δυσκολίες είναι πολλές, όμως οι δυνατότητες είναι μεγάλες. Το πόσο μεγάλες φάνηκε τις προάλλες, όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι η Ελλάδα θα είναι ένα από τα 7 κράτη-μέλη όπου θα εγκατασταθούν και θα λειτουργήσουν ευρωπαϊκά εργοστάσια τεχνητής νοημοσύνης. Η εμπορική επιτυχία των εφαρμογών που θα προκύψουν δεν είναι εγγυημένη. Η απόσταση που χωρίζει την Ευρώπη από τις ΗΠΑ και από την Κίνα είναι μεγάλη στον τομέα αυτό. Ούτε η γενναία χρηματοδότηση, κρατική και ιδιωτική, αρκεί για να αποτρέψει τις αστοχίες – αυτό έδειξε η υπόθεση Northvolt. Ομως, το παιγνίδι θα κριθεί εκεί: στην τεχνολογική επανάσταση και την καθαρή ενέργεια. Και στο παιγνίδι αυτό δεν επιτρέπεται να είμαστε θεατές.
Ο κ. Μάνος Ματσαγγάνης είναι καθηγητής Δημόσιας Οικονομικής στο Πολυτεχνείο του Μιλάνου και επικεφαλής του προγράμματος Ελληνικής και Ευρωπαϊκής Οικονομίας του ΕΛΙΑΜΕΠ.
Φοβάμαι το «μέσα» της οθόνης. Ελπίζω στη νέα γενιά
Της Λένας Διβάνη
To 2025 φοβάμαι μήπως δω το μέλλον καταπρόσωπο. Tο μέλλον, βέβαια, είναι καιρό τώρα εδώ, μας το ‘χουν τρίψει στη μούρη ο Φίλιπ Ντικ και τα αδέλφια Γουατσόφσκι – μην κοιτάς που αποστρέφουμε το πρόσωπο και τρέχουμε χορεύοντας προς την αυτοκαταστροφή σαν τους επιβάτες του «Τιτανικού». Το χειρότερο: όσο μεγαλύτερο το πρόβλημα, τόσο πιο σφιχτά κλείνουμε τα μάτια. Το καλοκαίρι του ’24 –το πιο τρελό καμπανάκι κινδύνου που ακούστηκε ποτέ– γευτήκαμε το διακεκαυμένο μας μέλλον. Ούτε η θάλασσα δεν στάθηκε παρηγοριά, ανυπόφορη κι αυτή σαν ψαρόσουπα. Τι κάναμε; Κλειστήκαμε σε κλιματιζόμενα δωμάτια, χαζεύαμε τις πυρκαγιές από τις οθόνες με τεχνητή ψύξη στο φουλ, βομβαρδίζοντας έτσι με περισσότερη ζέστη το έξω. Λογικό. Το δωμάτιο είχε γίνει ήδη ανεπαισθήτως το μοναδικό καταφύγιό μας, απλώς τώρα επισημοποιείται ο δεσμός μας. Μέσα δουλεύουμε, μιλάμε με τους «φίλους» μας, κάνουμε σεξ, διασκεδάζουμε, παραγγέλνουμε το φαΐ μας – όλα από τις οθόνες. Το έξω μεταμορφώνεται σε πεδίο παράξενο, εχθρικό, μαζί με όσους κυκλοφορούν ακόμη εκεί. Μην πλησιάζεις. Μπορεί να σου κολλήσουν ΑIDS, χλαμύδια, γρίπη πουλερικών, κορωνοϊό, μπορεί να εισβάλουν στην ωραία σου τακτοποιημένη καθημερινότητα, να σου κάνουν κριτική, να απαιτήσουν τον χρόνο σου. Μακριά, επαναλαμβάνουν τα μίντια, να τους φοβάσαι. Κι όταν φοβάσαι γίνεσαι επιθετικός, για να σε φοβούνται αυτοί που φοβάσαι.
Κλειστήκαμε σε κλιματιζόμενα δωμάτια, χαζεύαμε τις πυρκαγιές από τις οθόνες με τεχνητή ψύξη στο φουλ, βομβαρδίζοντας έτσι με περισσότερη ζέστη το έξω. Το δωμάτιο είχε γίνει ήδη ανεπαισθήτως το μοναδικό καταφύγιό μας. Λένα Διβάνη
Χθες, βάδιζα σε πεζοδρόμιο της Κυψέλης και είδα μια γυναίκα να έρχεται από την αντίθετη μεριά. Φαινόταν κανονική – αν και δεν ξέρω πια τι είναι κανονικό. Οταν με πλησίασε σήκωσε αστραπιαία το δεξί της χέρι και πήγε να εκτοξεύσει μια μπουνιά στα μούτρα μου. Ευτυχώς, είχα ταχύτατα αντανακλαστικά και δεν υπήρχαν παρκαρισμένα αυτοκίνητα δεξιά μου. Πήδηξα κάτω από το πεζοδρόμιο κι έμεινα άφωνη να την κοιτάζω να απομακρύνεται κανονικά. Λάθος μου που βάδιζα ξέγνοιαστη στη γειτονιά μου – δεν ζω στο μικρό σπίτι στο λιβάδι. Λάθος μου να πάω ραντεβού με έναν τύπο χωρίς επίδειξη πλήρους CV συνοδευόμενου από συστατικές επιστολές. Δεν βλέπεις τι γίνεται στον κόσμο; Ο άλλος βίαζε επί 15 χρόνια μια ναρκωμένη γυναίκα νομίζοντας ότι είναι «συναινετικό»!
Προχθές, ένα κορίτσι βολτάριζε χαλαρά με τον σκύλο του στην Καλλιδρομίου, εκεί όπου ζούσα χρόνια. Και τότε εμφανίστηκε από το πουθενά ένας τύπος με μεταλλικό μπαστούνι και άρχισε να την κοπανάει χωρίς λόγο. Προχθές δολοφόνησαν έναν διευθυντή ασφαλιστικής και τα αμερικανικά σόσιαλ πανηγύριζαν. Γιατί να τον λυπηθούν; Μήπως τους λυπήθηκε η ασφαλιστική του; Πόσους καρκινοπαθείς άφησε χωρίς κάλυψη της θεραπείας; Μη βγαίνεις λοιπόν, κανείς δεν θα σε λυπηθεί, αφού κανείς δεν λυπάται κανέναν. Η Οθόνη σου, η σκοτεινή μητέρα, θα σ’ τα δώσει όλα. Μην ψάχνεις την αλήθεια, η αλήθεια είναι σχετική, δεν θα τη μάθεις ποτέ αν δεν θέλουν να τη μάθεις. Είσαι αστείος αν πιστεύεις ότι θα σου πουν ποιον είχε μέσον ο αστυνομικός που βίαζε και ξυλοκοπούσε όποιον έβρισκε μπροστά του. Αγάπης αγώνας άγονος η διεκδίκηση, παραιτήσου.
Τόσα εκατομμύρια έδωσαν οι Αmazon, Μeta, Οpen ΑΙ για να τους δώσει ο Τραμπ το Ο.Κ. να μας παρκάρουν όλους στις κοιλάδες των ονειρώξεων. Εσύ τώρα θα τους αποζημιώσεις μένοντας στο δωμάτιό σου μέχρι να πεθάνεις αυνανιζόμενος μπροστά στην οθόνη με πορνοβίντεο – ίσως άλογα-επιβήτορες που ξεσκίζουν τα σπλάχνα λευκών μεσοαστών όπως προέβλεψε ο Τσακ Πόλανικ.
Ελπίζω όμως, μην κοιτάτε τι έγραψα παραπάνω, είμαι διχασμένη προσωπικότητα. Την πρώτη ημέρα του χρόνου μόλις ξυπνήσω, θα βάλω μουσική (Φίλιπ Γκλας, Kafka on the shore) και θα καλωσορίσω στον κόσμο την πολύ νέα γενιά, ευγνώμων για ότι συνεισφέρουν στο συλλογικό υποσυνείδητο: την ενσυναίσθησή τους, την ευαισθητοποίησή τους για το κλίμα, το χιούμορ τους, τη δημιουργικότητα, την τρυφερότητα που δεν ντρέπονται να δείξουν. Ελπίζω και μας εύχομαι καλοσύνη χωρίς ανταμοιβή, έρωτα χωρίς όρους, οικογένεια χωρίς σκοτεινά μυστικά, ψώνια από τα θριφτάδικα, διασκέδαση χωρίς κατανάλωση. Nαι, ελπίζω και πιστεύω ακόμη στα θαύματα. Αυτό είναι το δικό μου δώρο στο zeitgeist για το 2025.
Η κ. Λένα Διβάνη είναι συγγραφέας.
Φοβάμαι την απομόνωση στους προσωπικούς μικρόκοσμους. Ελπίζω σε μια κοινωνία μεγαλύτερης συνοχής
Του Βασίλη Βαμβακά
Οι βεβαιότητες που είχαν με κάποιο τρόπο κατακτηθεί μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την είσοδο σε μια ραγδαία φάση οικονομικής, πολιτισμικής και πολιτικής παγκοσμιοποίησης από τις αρχές του 21ου αιώνα, εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια, έχουν χαθεί. Ο πόλεμος στην Ουκρανία ήρθε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο να διαψεύσει την αισιοδοξία που προέκυψε μετά το τέλος των μεγάλων ιδεολογικών διαιρέσεων του 20ού αιώνα και την πεποίθηση ότι έχει μπει στο παρελθόν, τουλάχιστον στην Ευρώπη και στον δυτικό κόσμο, η απειλή του ολοκληρωτικού πολέμου. Αλλωστε, τα καμπανάκια της διεθνούς απορρύθμισης είχαν χτυπήσει ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 2000 με την οικονομική κρίση στην Ευρωζώνη, το Brexit και την άνοδο ενός μισαλλόδοξου λαϊκισμού σε πολλές χώρες, με κορυφαίο παράδειγμα τον τραμπισμό στις ΗΠΑ. Αν προσθέσει κανείς σε όλα αυτά την κλιματική κρίση και τις τεράστιες μεταναστευτικές προκλήσεις, μπορεί να καταλάβει ότι το αίσθημα ασφάλειας στο προηγμένο μέρος του πλανήτη έχει χαθεί προ πολλού.
Ο μετανεωτερικός κόσμος αρνείται να πιστέψει ότι για κάποιο λόγο οι συνθήκες της ομαλότητας δεν είναι δεδομένες, ότι πολλές οικονομικές παρενέργειες προκύπτουν, ότι οι εθνικοί και διεθνείς πολιτικοί θεσμοί δεν είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τη ρευστή κατάσταση και τους απρόβλεπτους κινδύνους. Βασίλης Βαμβακάς
Εντούτοις, δύσκολα θα μπορούσε να πει κάποιος ότι οι σημερινές κοινωνίες είναι κοινωνίες του φόβου. Είναι πολύ μικρό το τμήμα της κοινής γνώμης που συνειδητοποιεί το πόσο σύνθετα προβλήματα γεννούν στην καθημερινή ζωή οι νέες γεωπολιτικές συγκρούσεις. Ακόμη περισσότερο, αόρατες απειλές όπως η κλιματική ή υγειονομική κρίση. Ο μετανεωτερικός κόσμος αρνείται να πιστέψει ότι για κάποιο λόγο, όπως σήμερα ο πόλεμος στην Ουκρανία ή στη Γάζα, ή λίγο παλιότερα εξαιτίας της πανδημίας, οι συνθήκες της ομαλότητας δεν είναι δεδομένες, ότι πολλές οικονομικές παρενέργειες προκύπτουν, ότι οι εθνικοί και διεθνείς πολιτικοί θεσμοί δεν είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τη ρευστή κατάσταση και τους απρόβλεπτους κινδύνους. Μέσα στη μερική άρνηση της πραγματικότητας συνεχίζει να ζει ή να πιστεύει ότι μπορεί να ζήσει όπως πριν. Διασκεδάζει, ταξιδεύει, καταναλώνει. Και όταν αυτό δεν μπορεί να συμβεί, ένα τεράστιο αίσθημα άγχους και ματαίωσης προκύπτει.
Σε αυτό έχει συμβάλει σε μεγάλο βαθμό και το νέο επικοινωνιακό περιβάλλον που ανέκυψε τον 21ο αιώνα και συνεχίζει να αναπτύσσεται και να εξελίσσεται. Ενα περιβάλλον που έχει αυξήσει σε πρωτόγνωρο βαθμό την πρόσβαση σχεδόν στα πάντα, που έχει επιτρέψει μια πληροφοριακή επανάσταση που έχει φέρει τα πάνω κάτω, με τεχνολογικές δυνατότητες (βλ. ΑΙ) που κάνουν κάθε έργο επιστημονικής φαντασίας να φαίνεται ξεπερασμένο, αλλά που δημιουργεί περισσότερο την αίσθηση ενός κατακερματισμένου χάους, παρά την έλλογη συναίσθηση του πραγματικού. Τα μέλη των σύγχρονων κοινωνιών του άγχους και της ματαίωσης δεν βρίσκονται εκτός της δημόσιας σφαίρας όπως συνέβαινε στο παρελθόν, δεν αισθάνονται αποκλεισμένοι ή αδύναμοι να δράσουν και να διαδράσουν. Πολλοί πολίτες συγχέουν την ενημέρωση με τα «δωμάτια» αντήχησης των social media και είναι σχεδόν σίγουροι ότι ξέρουν την (δική τους πάντα) αλήθεια, απομονωμένοι στους δικούς τους αξιακούς ή ιδεολογικούς μικρόκοσμους, κοντά –αν και εξ αποστάσεως– με νέους πνευματικούς «γκουρού». Ετοιμη λεία για φαιδρά ή περίτεχνα fake news που θα έρθουν απλώς να επιβεβαιώσουν του προϊδεασμούς τους.
Ταυτόχρονα, ενώ στο ψηφιακό περιβάλλον μπορούμε να βρεθούμε παντού και να κάνουμε σχεδόν οτιδήποτε θέλουμε, στην κοινωνική ζωή τα εμπόδια και οι ανισότητες προκύπτουν όλο και πιο έντονα, δημιουργώντας μια τεράστια αντίφαση μεταξύ του ψηφιακού και πραγματικού μας εαυτού. Οι πολίτες του σήμερα κατά βάση δεν φοβούνται, όσο ανασφαλείς και αν αισθάνονται. Γιατί έχουν μια αίσθηση ή αυταπάτη παντοδυναμίας που στο παρελθόν δεν ήταν υπαρκτή. Κι αυτό ίσως είναι το βασικό πρόβλημα. Οι νέοι πολλοί κίνδυνοι που ανακύπτουν δεν δημιουργούν μια εύλογη συντηρητική διάθεση, να διαφυλαχτεί ό,τι μπορεί να διαφυλαχτεί (όπως συνέβη λίγο-πολύ μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο). Αντιθέτως, δημιουργούν τη διάθεση της αντίδρασης, δηλαδή να αναζητηθεί καταφύγιο στο παρελθόν ή σε ψευδαισθήσεις μπροστά στον κίνδυνο της χαοτικής παγκοσμιοποίησης και της επιθετικής προοδευτικότητας των κοινωνικών ελίτ.
Στο πολιτικό επίπεδο –το είδαμε και στην Ελλάδα την προηγούμενη δεκαετία– ο «λαός» είναι έτοιμος να πάρει τα πιο παρακινδυνευμένα ρίσκα για να δείξει τη δυσφορία του στο υπάρχον «σύστημα», που δεν μπορεί να τον προστατεύσει από νέες και μελλοντικές προκλήσεις-απειλές. Η αίσθηση πως οι κοινωνίες του 21ου αιώνα είναι πολύ περισσότερο διαιρεμένες και πολωμένες από ό,τι στο παρελθόν αυξάνεται.
Βέβαια, η ανάγνωση αυτής της συνθήκης έχει και πιο αισιόδοξα στοιχεία. Το δύσθυμο κομμάτι της κοινωνίας, αυτό που δεν ικανοποιείται με την υπάρχουσα κατάσταση της απορρυθμισμένης παγκοσμιοποίησης, εκφράζει, πιθανότατα με λάθος τρόπο αλλά εκφράζει, την ανάγκη αναστοχασμού επάνω στις πολλές δημοκρατικές κατακτήσεις των τελευταίων δεκαετιών. Ποιες από αυτές οδήγησαν τελικά σε κοινωνική και ατομική χειραφέτηση και ποιες στηρίζουν έναν αδιέξοδο ατομικισμό, την αποθέωση της διαφοράς και του μικροκοινοτισμού, την κερδοσκοπική λογική δίχως όρια και σύνορα, τη διάρρηξη της μεταπολεμικά κραταιάς μεσαίας τάξης; Το άφοβο των ανήσυχων σημερινών καιρών ίσως να είναι και ο προάγγελος των αναγκαίων αλλαγών προς μια κοινωνία μεγαλύτερης συνοχής.
Ο κ. Βασίλης Βαμβακάς είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας της Επικοινωνίας στο ΑΠΘ.
___________________________________________________________________________
Κεντρική φωτό: Μικρά αερόστατα φεύγουν μακριά, στον ουρανό της Αθήνας, μαζί με το 2024. Η νέα χρονιά ανέτειλε με ελπίδες, αλλά μέσα σε ένα «συννεφιασμένο» γεωπολιτικό περίγυρο. Φωτ. REUTERS/Louiza Vradi

