Αθήνα, κάποιο πρωινό περί το έτος 2005. Ο Νίκος Αλιβιζάτος κατευθύνεται στο γραφείο του, στην οδό Βαλαωρίτου. Το βλέμμα του πέφτει σε κάποιον που κάθεται σε ένα καφέ μόνος. Ο συνταγματολόγος έχει να τον δει λίγα χρόνια, από τότε που υπερασπιζόταν την Ελλάδα στην υπόθεση της «βασιλικής περιουσίας» στο Στρασβούργο. Oμως, εκείνη την ημέρα ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος δεν έχει συνοδεία ή παρατρεχάμενους. «Επινε απλώς το καφεδάκι του και η σκηνή τα έλεγε όλα. “Να”, σκέφτηκα, “γίναμε μια πολιτισμένη χώρα”», διηγείται ο κ. Αλιβιζάτος. «Από εκεί και πέρα», συνεχίζει, «θα περίμενε κανείς μια ποιότητα από αυτούς τους ανθρώπους. Αντ’ αυτού είδαμε μπίζνες, νεοπλουτισμό, κοσμική ζωή κ.λπ. Δεν θα μπορούσε ένας “διάδοχος” να υπηρετήσει εδώ τη στρατιωτική θητεία του; Θα έπαιρνε αυτομάτως την ελληνική ιθαγένεια. Ή να κάνει ένα μεταπτυχιακό, δίνοντας μια αίσθηση δεσμού με την Ελλάδα, βασισμένου όχι στις δάφνες του παρελθόντος, αλλά σε ένα γνήσιο ενδιαφέρον για τη χώρα;».
Η αναφορά του συνταγματολόγου περί «δεσμού με την Ελλάδα» δεν είναι βέβαια τυχαία. Προ ημερών, ο μεγαλήτερος γιος του Κωνσταντίνου, Παύλος, κατέθεσε αίτηση για αναγνώριση της ελληνικής ιθαγένειας σε δέκα συνολικά μέλη της έκπτωτης βασιλικής οικογένειας. Και ένα ερώτημα που προκύπτει έχει να κάνει με το αν πλέον κλείνει ένας πεντηκονταετής κύκλος που άνοιξε τον Δεκέμβριο του 1974 με το δημοψήφισμα για το πολιτειακό και τώρα μοιάζει να οδηγεί στην οριστική μετεξέλιξη της αλλοτινής επιρροής των «τέως» σε κάτι θεσμικά οριοθετημένο.
Δεν το είχε αποδεχθεί
Τι μεσολάβησε όλο αυτό το διάστημα; Ο ιστορικός Κωστής Κορνέτης μνημονεύει κατ’ αρχάς τη δεκαετία του 1970, όταν ο Κωνσταντίνος είχε προκαλέσει συζητήσεις για το κατά πόσο αποδεχόταν τη λαϊκή βούληση για το πολίτευμα της χώρας. «Φήμες πως μηχανευόταν τρόπους επιστροφής του επιβεβαιώνονται από τα βρετανικά αρχεία», λέει ο ιστορικός.
Το 1981, συνεχίζει, ο Κωνσταντίνος θα απασχολούσε έντονα τα ΜΜΕ, όταν μετά τον ξαφνικό θάνατο της Φρειδερίκης η κυβέρνηση Ράλλη θα του έδινε άδεια να μεταβεί με την οικογένειά του στην Ελλάδα για την ταφή, υπό τον όρο να φύγουν έπειτα από λίγες ώρες. «Η ένταση ήταν μεγάλη, δεδομένου πως δεν είχε μεσολαβήσει ούτε δεκαετία από το δημοψήφισμα», λέει ο κ. Κορνέτης. «Η δε θεατρική σκηνή, κατά την οποία ο τέως μόλις κατέβηκε από το αεροσκάφος στο αεροδρόμιο του Ελληνικού έσκυψε και φίλησε το χώμα, προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις αλλά και θυμηδία εκείνη την εποχή».
Εκτοτε, ο Κωνσταντίνος και η οικογένειά του θα εμφανίζονταν στην επικαιρότητα για διάφορους λόγους. Μπορεί κανείς να θυμηθεί την προσπάθεια της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ να διαπραγματευθεί «σχέδιο συμβάσεως» για τη «βασιλική περιουσία» (Τατόι, Μον Ρεπό στην Κέρκυρα, κτήμα στο Πολυδένδρι Λάρισας), η οποία όμως δεν ευοδώθηκε.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη σύναψε έπειτα συμφωνία με τον τέως και επέτρεψε τη μεταφορά αντικειμένων και αρχαιοτήτων από το Τατόι με κοντέινερ, ενώ το καλοκαίρι του 1993 ο τέως και η οικογένειά του περιόδευσαν τα ελληνικά νησιά. «Το ΠΑΣΟΚ κατέβηκε στις εκλογές του 1993 με σύνθημα ότι θα καταγγείλει τη συμφωνία της κυβέρνησης Μητσοτάκη για την περιουσία», θυμάται ο κ. Αλιβιζάτος. «Και η ανοησία με την κρουαζιέρα διευκόλυνε πολύ την πασοκική προεκλογική καμπάνια».
Ο νόμος Βενιζέλου
Ο νόμος του Βενιζέλου το 1994 έθετε ειδικούς όρους για την ανάκτηση της ιθαγένειας από τους πρώην μονάρχες και ρύθμιζε θέματα της απαλλοτριωμένης από τη χούντα βασιλικής περιουσίας. Ο Κωνσταντίνος προσέφυγε το 1998 στο Στρασβούργο, όπου το ελληνικό Δημόσιο εκπροσωπήθηκε από τον κ. Αλιβιζάτο, τον Μιχάλη Σταθόπουλο και τον Δημήτρη Τσάτσο. Οι τρεις καθηγητές-νομικοί υποστήριξαν ότι η επίδικη περιουσία είχε παραχωρηθεί από το ελληνικό Δημόσιο και απολάμβανε ποικίλα προνόμια, που τη διαφοροποιούσαν από μια περιουσία κοινή.
Ομως, το δικαστήριο έκρινε το 2000 ότι με τον νόμο Βενιζέλου έγινε απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση. «Είχε γίνει χαμός», θυμάται ο κ. Αλιβιζάτος, που έχει γράψει το βιβλίο «Η βασιλική περιουσία στο Στρασβούργο» (εκδ. Σάκκουλας), σχετικά με την όλη υπόθεση. «Κατηγόρησαν την κυβέρνηση ότι έφαγε τα λεφτά του Δημοσίου και εμένα με προπηλάκισαν. Πλην όμως δώσαμε τη μάχη στο μέγεθος της αποζημίωσης και το δικαστήριο μας δικαίωσε το 2002 σ’ αυτό το θέμα. Από 165 εκατ. ευρώ που διεκδικούσε ο Κωνσταντίνος, πήρε 13,7. Για μια τέτοια περιουσία είναι ποσό γελοίο. Θεωρήθηκε θρίαμβος δικός μας».
Τι άλλο συνέβη έκτοτε; Εχει άραγε πια σημασία να θυμηθούμε το χρυσό ιωβηλαίο του Κωνσταντίνου και της Αννας-Μαρίας που εορτάστηκε το 2014 στο Μουσείο της Ακρόπολης; Και τι δείχνουν για την πολιτειακή μας αυτοπεποίθηση το εγχείρημα της αξιοποίησης του κτήματος Τατοΐου ή οι πρόσφατες αντιδράσεις για το προγαμιαίο πάρτι της κόρης του Κωνσταντίνου και της Αννας-Μαρίας στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο;
Επιχειρώντας να ψηλαφίσει το κλείσιμο του κύκλου, ο Κωστής Κορνέτης παρατηρεί ότι μετά το 2013 και την εγκατάσταση του Κωνσταντίνου στην Ελλάδα «ατόνησε η αίσθηση πως ο “τέως” αποτελούσε άμεσο πολιτειακό κίνδυνο, στο σημείο να θεωρείται τα τελευταία χρόνια πριν από τον θάνατό του κάτι ακίνδυνο και σχεδόν φολκλορικό. Δέκα χρόνια μετά θα ταφόταν πλέον στο Τατόι ως ιδιώτης, προκαλώντας συζητήσεις μόνο στα πρωινάδικα. Μένει να φανεί αν τα νέα δεδομένα θα δώσουν νέα ορμή στην παραφιλολογία σχετικά με μια πιθανή ολική επαναφορά της νεότερης γενιάς των Γλύξμπουργκ στη δημόσια σφαίρα».
Το προηγούμενο του Συμεών
Ο κ. Αλιβιζάτος υπενθυμίζει το προηγούμενο του έκπτωτου Συμεών Β΄ της Βουλγαρίας, που το 2001 κέρδισε τις εκλογές της χώρας του, «παρόλο που η θητεία του», λέει ο συνταγματολόγος, «δεν νομίζω ότι θεωρείται επιτυχημένη».
Μια ενδιαφέρουσα νομική άποψη για το θέμα της ελληνικής υπηκοότητας της έκπτωτης δυναστείας προσφέρει ο Γιώργος Δελλής, καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στη Νομική Σχολή Αθηνών. «Σε θέματα χορήγησης ιθαγένειας το κράτος έχει και το μαχαίρι και το καρπούζι και δεν έχει απεμπολήσει την εξουσία του να κρίνει αόριστες έννοιες όπως η δημόσια τάξη και η πίστη στο πολίτευμα», λέει ο νομικός.
Προφανώς, η ελληνική ιθαγένεια συνεπάγεται το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι, «συνεπάγεται ωστόσο και υποχρεώσεις, όπως η στρατιωτική θητεία», σημειώνει. «Νομίζω όμως ότι ο κύκλος έχει κλείσει εδώ και δεκαετίες», τονίζει ο κ. Δελλής. «Το επιβεβαιώνει το γεγονός ότι ζητείται από τα συγκεκριμένα πρόσωπα η ίδια συμπεριφορά που απαιτείται και από οποιονδήποτε επιθυμεί την ελληνική ιθαγένεια. Μόνο λάθος χειρισμοί και απόδοση δυσανάλογης σημασίας στο ζήτημα μπορεί να ανακινήσουν προβλήματα από το παρελθόν».
_______________________________________________________________________________
Κεντρική φωτό: Υποστηρικτής της βασιλείας στο κεντρικό περίπτερο της καμπάνιας του Κωνσταντίνου για το πολιτειακό δημοψήφισμα στην Αθήνα, τον Δεκέμβριο του 1974. «Ο κύκλος έχει κλείσει εδώ και δεκαετίες», τονίζει ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου Γιώργος Δελλής. «Μόνο λάθος χειρισμοί και απόδοση δυσανάλογης σημασίας στο ζήτημα μπορεί να ανακινήσουν προβλήματα από το παρελθόν». [A.P. Photo/Aris Saris]

