Ποιὸς θὰ μᾶς λογαριάσει τὴν ἀπόφαση τῆς λησμονιᾶς;
Γιώργος Σεφέρης, «Μυθιστόρημα»
Η αναμονή είναι βασανιστική. Περιμένουμε την αποκατάσταση ενός κληρονομικού δικαιώματος που μας αφαιρέθηκε. Βλέπουμε ότι 4.000 βρέφη και παιδιά ξεχάστηκαν για τόσο μεγάλο διάστημα που κανείς πια δεν νοιάζεται – ένα παρελθόν τόσο οδυνηρό που κανείς δεν τολμάει να το αναμοχλεύσει.
Oμως, ποιο είναι το εμπόδιο, η αντιπαράθεση ή η πολιτική διάσταση στην αποκατάσταση της ελληνικής ιθαγένειας σε ανθρώπους που γεννήθηκαν στην Ελλάδα από Ελληνες γονείς; Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη, κανένα απολύτως.
Ποτέ άλλοτε η ελπίδα δεν ήταν τόσο ζωντανή όσο πριν από δύο μήνες, όταν συναντηθήκαμε με τον ίδιο τον πρωθυπουργό, ο οποίος δεσμεύτηκε να διορθώσει μια ιστορική αδικία, αναγνωρίζοντας την ταυτότητα των ελληνικής καταγωγής υιοθετημένων, που επιθυμούν την αποκατάσταση της ελληνικής ιθαγένειας. Η διαδικασία θα απαιτούσε να συγκεντρώσουμε τα απαραίτητα έγγραφα και στη συνέχεια να διεκπεραιωθούν αποτελεσματικά οι αιτήσεις μέσω της Κεντρικής Διεύθυνσης Ιθαγενείας στην Αθήνα. Ο κ. Μητσοτάκης χαρακτήρισε τους ελληνικής καταγωγής υιοθετημένους ως μια διακριτή κατηγορία που δεν θα έπρεπε να υπόκειται σε περαιτέρω καθυστερήσεις. Αναγνώρισε, επίσης, ότι η Ελλάδα ευθυγραμμίζεται με άλλα κράτη που ακολουθούν παρόμοια πορεία, αποδεχόμενα τη μεταπολεμική ιστορία των μαζικών υιοθεσιών και επιδιώκοντας την επανόρθωση όπου αυτό είναι εφικτό.
Πολλές χώρες παγκοσμίως βρίσκονται αυτή τη στιγμή στη διαδικασία διερεύνησης και αναζήτησης διορθωτικών μέτρων για την ιστορία των αναγκαστικών υιοθεσιών ή και της διακριτικής αναδοχής παιδιών. Η Ελλάδα έχει τη μοναδική ευκαιρία να αποτελέσει πρότυπο για το πώς μπορούν να επιλυθούν τέτοιες οδυνηρές κληρονομιές. Ο πρωθυπουργός το γνωρίζει καλά. Απαιτείται, όμως, πολιτική βούληση και λίγη εμπιστοσύνη.
Για χρόνια οι φήμες οργίαζαν: ορφανά του ελληνικού Εμφυλίου στέλνονταν στις Ηνωμένες Πολιτείες για υιοθεσία. Λεγόταν πως η βασίλισσα Φρειδερίκη ήταν ο ιθύνων νους, ενώ οι αριθμοί κυκλοφορούσαν με την ίδια προχειρότητα που πετάγονταν οι φάκελοι υιοθεσίας: 17.000 Ελληνόπουλα; 10.000 παιδιά; 4.000 παιδιά;
Ωσπου ήρθε στο φως μια πιο τεκμηριωμένη εικόνα. Χρειάστηκαν επιστημονικές έρευνες και οι γραπτές μαρτυρίες πολλών από αυτά τα υιοθετημένα παιδιά. Περίπου 4.000 Ελληνόπουλα στάλθηκαν για υιοθεσία στο εξωτερικό μεταξύ 1950 και 1975, κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ περίπου 600 κατέληξαν στην Ολλανδία. Τα πρώτα απομνημονεύματα κάποιων εξ αυτών εκδόθηκαν το 2011, ενώ κι άλλοι ετοιμάζουν σήμερα τα δικά τους.
Οι ίδιοι οι υιοθετημένοι βγήκαν από το σκοτάδι και στάθηκαν στο φως. Πολλοί ζούσαν για δεκαετίες με την πεποίθηση ότι ήταν μοναδικές περιπτώσεις, μέχρι που ανακάλυψαν ότι υπήρχαν εκατοντάδες άλλοι σαν κι αυτούς – άνθρωποι που αγαπήθηκαν από αγνώστους, αλλά κουβαλούσαν ένα κενό στην ψυχή τους. «Ημουν τόσο ανάξια αγάπης που έπρεπε να σταλώ στο εξωτερικό;», αναρωτιέται η Αλέξα.
Σήμερα, οι 4.000 ελληνικής καταγωγής υιοθετημένοι είναι διασκορπισμένοι στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς και σε άλλες γωνιές του κόσμου. Στο πιο απομακρυσμένο σημείο, στη Μικρονησία, ζει ένας αφοσιωμένος καθηγητής κολεγίου. Από την Αλάσκα έως τη Μικρονησία, μια επιθυμία αντηχεί αδιάκοπα: πώς θα επανακτήσουμε την ελληνική ιθαγένεια; «Γεννήθηκα Ελληνας, θέλω να πεθάνω Ελληνας», αυτό είναι το σπαρακτικό συναίσθημά μας. Υστερα από σχεδόν 75 χρόνια και με τις αναπόφευκτες απώλειες που έχει φέρει το πέρασμα του χρόνου, το ζήτημα αποκτά χαρακτήρα κατεπείγοντος. Αυτό το γνωρίζει ο πρωθυπουργός. Το ίδιο και ο υπουργός Εσωτερικών, καθώς και η Κεντρική Διεύθυνση Ιθαγενείας, η οποία τελεί υπό την άμεση εποπτεία του.
Σχεδόν 4.000 Ελληνόπουλα στάλθηκαν για υιοθεσία στο εξωτερικό μεταξύ 1950 και 1975, κυρίως στις ΗΠΑ, ενώ ακόμη 600 κατέληξαν στην Ολλανδία.
Τα γεγονότα έχουν ως εξής: Η Ελλάδα βρισκόταν σε κατάσταση εξαθλίωσης και εξάρτησης. Οι Αμερικανοί ζητούσαν «ορφανά» – όσο μικρότερης ηλικίας, τόσο το καλύτερο. Δεν είχε σημασία που οι μανάδες των περισσοτέρων παιδιών ήταν εν ζωή: οι κοινωνικές αντιλήψεις της εποχής τούς στερούσαν το δικαίωμα στη μητρότητα. «Αυτά ήταν τα ορφανά του Εμφυλίου», έσπευσαν να πουν κάποιοι, καθώς οι πόλεμοι και οι κρίσεις ανέκαθεν γεννούσαν ασυνόδευτα παιδιά. Δεν είχε σημασία που το αποκορύφωμα του κύματος υπερπόντιων υιοθεσιών σημειώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και διήρκεσε μέχρι το 1962 ούτε ότι η αμερικανική ζήτηση αφορούσε κυρίως βρέφη όσο το δυνατόν πιο υγιή και πιο λευκά. Ετσι ξεκίνησε μια «εκροή» βρεφών, την οποία η Ελλάδα μπορεί να μην επανέλαβε, αλλά σίγουρα λησμόνησε. Καθώς η λήθη σκέπασε αυτό το «ιστορικό» κίνημα υιοθεσιών, οι μεσάζοντες πέθαναν, οι φάκελοι χάθηκαν και η βιωματική εμπειρία των υιοθετημένων αγνοήθηκε με ευκολία.
Το ελληνικό κράτος επέμενε να διεκπεραιώνει τις υιοθεσίες των υπηκόων του με νόμιμο τρόπο –εξέδιδε μια επίσημη πράξη υιοθεσίας και ένα κανονικό ελληνικό διαβατήριο για τα παιδιά του λίγο πριν από την ημερομηνία «εξαγωγής» τους–, ένα διαβατήριο με διάρκεια ενός έτους, ήτοι ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή, για ένα ταξίδι που θα άλλαζε για πάντα τη ζωή τους. Σήμερα, το ίδιο ελληνικό κράτος θέτει τον πήχυ πολύ ψηλά, υπερβολικά ψηλά, μεταθέτοντας το βάρος της απόδειξης της ιθαγενείας ή και της καταγωγής στα τότε παιδιά, που σήμερα είναι ηλικιωμένοι πια. Κάποιοι από αυτούς, όμως, ήταν μόλις δύο εβδομάδων όταν διέσχισαν τον ωκεανό στο επίπονο αυτό ταξίδι.
Η Μαρία ήταν ένα από αυτά τα Ελληνόπουλα που έφυγαν από την Ελλάδα με το USS Olympia. Είναι το ορφανό υπ’ αριθμόν 44.488 από το Βρεφοκομείο Αθηνών. Εχει το όνομα της βιολογικής της μητέρας, αλλά έχασε την ευκαιρία να τη συναντήσει τον πρώτο χρόνο της ζωής της. Η Μαρία σίγουρα δεν ήταν «ορφανή», αλλά, όπως και η μητέρα της, υπήρξε θύμα μιας κουλτούρας ντροπής που βάρυνε σε μεγάλο βαθμό τις ανύπαντρες μητέρες της δεκαετίας του 1950. Τώρα, με τα 70ά γενέθλιά της να πλησιάζουν, η Μαρία επέστρεψε στην Ελλάδα. Το αίμα νερό δεν γίνεται. Καθώς μεγαλώνουμε, η ανάγκη για επανασύνδεση με τις ρίζες μας γίνεται πιο έντονη. Το ίδιο έντονη γίνεται και η απαίτηση για την αναγνώριση αυτού που ο πρωθυπουργός αποκάλεσε, πολύ σωστά, «ιστορικό λάθος».
Ναι, ο πρωθυπουργός στοχεύει σε μια απλή και ταχεία διαδικασία η οποία, αξιοποιώντας την υπάρχουσα τεχνογνωσία και την καλή θέληση των εθελοντών, θα μπορεί να ταυτοποιήσει τους υιοθετημένους και να τους απαλλάξει από τη μέγγενη των ατελείωτων αναμονών και των γραφειοκρατικών εμποδίων. Αυτή ήταν η υπόσχεση που δόθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2024 στην ομάδα μας, Nostos for Greek-born Adoptees. Περίπου 300 Ελληνες υιοθετημένοι περιμένουν με ανυπομονησία την υλοποίησή της, με μοναδική επιθυμία να γιορτάσουν όλοι μαζί την αποκατάσταση της ελληνικής ιθαγενείας τη χρονιά που έρχεται.
Η Ντίνα ήταν ένα κλεμμένο μωρό. Ως βρέφος αποσπάστηκε από ένα καταφύγιο για ανύπαντρες μητέρες και τα παιδιά τους. Η βιολογική της μητέρα την είχε αφήσει εκεί για να τη φροντίσουν, μέχρι να βρει τρόπο να την κρατήσει κοντά της. Οταν η νεαρή μητέρα επέστρεψε λίγες μέρες αργότερα για να πάρει την κόρη της και να επιστρέψουν στο χωριό, το μωρό είχε εξαφανιστεί. Ή τουλάχιστον έτσι της είπαν οι υπεύθυνοι. Σαράντα δύο χρόνια αργότερα η Ντίνα επανενώθηκε με τη μητέρα και τον πατέρα της, τα δύο αδέλφια της, τις θείες, τους θείους και τα είκοσι επτά πρώτα ξαδέλφια της. Οι γενετικοί δεσμοί επιβεβαιώθηκαν μέσα από το DNA. Ολοι ζουν στην Ελλάδα. Πώς είναι δυνατόν η Ντίνα να στερείται την ελληνική ιθαγένεια;
Ο Κωνσταντίνος συνάντησε τη βιολογική του μητέρα και τα αδέλφια του. Ερχεται συχνά στην Ελλάδα για να επανασυνδεθεί με την πατρίδα του, την οικογένειά του. Γεννημένος στην Πάτρα, ο Κωνσταντίνος δόθηκε αρχικά σε ανάδοχη οικογένεια και στη συνέχεια υιοθετήθηκε σε ηλικία δύο ετών, εγκαταλελειμμένος από μια μητέρα που δεν κατάφερε να βρει τρόπο να τον κρατήσει κοντά της. Ο Κωνσταντίνος έχει αφιερώσει πολλά χρόνια από τη ζωή του και έχει δαπανήσει 15.000 δολάρια σε δικηγορικά έξοδα για να αποκαταστήσει την ιθαγένεια που κάποτε του ανήκε. Γιατί αυτή η καθυστέρηση; Εξαιτίας ενός ορθογραφικού λάθους στο επώνυμο που του δόθηκε μετά την υιοθεσία του.
Η Μαρία είναι το ορφανό υπ’ αριθμόν 44.248 από το Βρεφοκομείο Αθηνών. Κατέχει το θλιβερό ρεκόρ των 65 χρόνων αποχωρισμού από τη βιολογική της μητέρα. Η ανακούφιση που έφερε στη μητέρα της η αναζήτηση και η επανένωσή τους ήρθε επίσης με καθυστέρηση 65 ολόκληρων ετών. Η μητέρα της Μαρίας κουβαλούσε πάντα την ενοχή για την εκτός γάμου εγκυμοσύνη της, παρότι αυτή ήταν αποτέλεσμα κατάχρησης εξουσίας πίσω από τις κλειστές πόρτες ενός «αξιοσέβαστου» αστικού νοικοκυριού – ένα σενάριο δυστυχώς πολύ συνηθισμένο. Σήμερα, η Μαρία δίνει μάχη με τον καρκίνο. Και δεν είναι η μόνη.
Η Ελένη, ο Πέτρος και ο Σάββας, ελληνικής καταγωγής υιοθετημένοι και αυτοί, παλεύουν με την εύθραυστη υγεία τους, αποτελώντας καθημερινή υπενθύμιση και κίνητρο να διατυπώνουμε ξανά και ξανά το ίδιο αίτημα: Δώστε πίσω σε αυτούς τους ανθρώπους, σε αυτούς τους Ελληνες που ήταν πάντα Ελληνες στην ψυχή, την ελληνική ιθαγένεια που κάποτε είχαν. Αναγνωρίστε την ελληνική πράξη υιοθεσίας και το ελληνικό διαβατήριό τους. Επιτρέψτε τους να αποκτήσουν εκ νέου την ελληνική ιθαγένεια σε μια τελετή που θα αποκαθιστά την αξιοπρέπειά τους.
Κύριε πρωθυπουργέ, το είπατε ο ίδιος. Εχετε τη δύναμη, την πολιτική βούληση και την απαραίτητη εμπιστοσύνη για να το πραγματοποιήσετε. Μην ξεχνάτε την καίρια τροπολογία του νόμου που αναφέρατε, που θα εξαλείψει άμεσα την ανάγκη για δικηγόρους, υπέρογκα έξοδα και χρονοβόρες προξενικές διαδικασίες. Να αποδοθούν τα απαραίτητα ειδικά χαρακτηριστικά μέσα από μια στοχευμένη προσέγγιση που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες αυτής της ιδιαίτερης ομάδας, της πολύτιμης κατηγορίας ανθρώπων: τους εκτοπισμένους, τα χαμένα παιδιά της Ελλάδας που έκαναν υπομονή, που περίμεναν, που αξίζουν αυτή την αναγνώριση αφού βίωσαν μια οδυνηρή ιστορία. Μια ιστορία που μπορεί όμως να διορθωθεί. Σήμερα. Εδώ, στην Αθήνα.
Και, κύριε πρωθυπουργέ, το είπατε ο ίδιος και συμφωνούμε! Δεν είναι περίπλοκο.

Κεντρική φωτό: Παιδιά που δόθηκαν για υιοθεσία στο εξωτερικό ζητούν τώρα από την πατρίδα που τα γέννησε να διορθώσει μια ιστορική αδικία και να τους αποδώσει την ελληνική ιθαγένεια. «Είμαστε παιδιά Ελλήνων, γεννημένα στην Ελλάδα», βροντοφωνάζουν.

