Την ίδια στιγμή που στον υπόλοιπο κόσμο η ιδιωτική πρωτοβουλία και τα φοιτητικά δάνεια αποτελούν ουσιαστικές πηγές χρηματοδότησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, στην Ελλάδα όλα στηρίζονται στην κρατική χρηματοδότηση.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η χώρα μας να βρίσκεται κάπου στη μέση μεταξύ των χωρών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) ως προς τη δαπάνη για κάθε μαθητή στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση όπως και για κάθε φοιτητή ΑΕΙ. Μεταξύ επίσης των ιδιαιτεροτήτων της ελληνικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι ότι έχει τους περισσότερους «αιώνιους» φοιτητές, και μοιράζεται μαζί με τη γειτονική Τουρκία τις δύο τελευταίες θέσεις.Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από τη φετινή ετήσια έκθεση 519 σελίδων του ΟΟΣΑ για το διεθνές εκπαιδευτικό τοπίο, με τίτλο «Η εκπαίδευση με μία ματιά». Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στις 23 από τις 30 χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ.
Ειδικότερα, η πρωτιά της Ελλάδας στη φετινή έκθεση είναι ότι μόνο στη χώρα μας το κράτος έχει τόσο μεγάλο ρόλο στη χρηματοδότηση της εκπαίδευσης. Το ελληνικό κράτος συμβάλλει στο 98,6% των συνολικών ετήσιων δαπανών για την παιδεία, ενώ το υπόλοιπο 1,4% αναλογεί (ισόποσα) σε υποτροφίες και φοιτητικά δάνεια. Κατά μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ, το 82,4% της χρηματοδότησης είναι από κρατικές πηγές, το 10,2% από υποτροφίες και το υπόλοιπο 7,4% από φοιτητικά δάνεια.
Την ίδια στιγμή βέβαια που επισήμως μόνο το κράτος πληρώνει τον εκπαιδευτικό… λογαριασμό, οι Ελληνες ξοδεύουν για την εκπαίδευση μηνιαίως τα περισσότερα χρήματα από κάθε άλλο Ευρωπαίο (2,4% των μηνιαίων εξόδων). Ταυτόχρονα, σύμφωνα με έρευνα του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ, ετησίως δίνονται 4.371,3 εκατ. ευρώ από τον οικογενειακό προϋπολογισμό για την εκπαίδευση των παιδιών.
Το γεγονός ότι όλα εξαρτώνται από τον κρατικό κορβανά, ίσως να οφείλεται στο ότι η Ελλάδα είναι μεταξύ των χωρών που δίνουν τα λιγότερα ανά φοιτητή. Το σχετικό ποσό μόλις που ξεπερνά τα 6.000 δολάρια ετησίως, την ίδια στιγμή που ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ είναι διπλάσιος, περί τα 12.100 δολάρια. Στον μαθητή του δημοτικού αναλογούν περί τα 5.000 δολάρια ετησίως και ενώ σε κάθε μαθητή της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης περί τα 8.300 δολάρια.
Από την άλλη, θεωρείται επιβεβλημένη η αναζήτηση και άλλων -πλην των κρατικών- πηγών χρηματοδότησης. Και αυτό διότι προβλέπεται μείωση της χρηματοδότησης ιδίως στα πανεπιστήμια, αφού η διεθνής τάση, όπως παρατηρεί ο ΟΟΣΑ, στην αγορά εργασίας είναι να ζητούνται άτομα με υψηλές δεξιότητες κατάρτισης, αλλά όχι πανεπιστημιακής μόρφωσης.
Στην Ελλάδα οι μισοί από όσους ολοκληρώνουν τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση συνεχίζουν στα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Στην πρώτη θέση είναι η Αυστραλία με το 80% των νεαρών Αυστραλών να σπουδάζουν σε κάποιο ΑΕΙ. Μια ελληνική ιδιαιτερότητα είναι ότι από τους φοιτητές μόνο οι δύο στους δέκα ολοκληρώνουν σε κανονικό χρόνο τις σπουδές τους. Στον αντίποδα, οι πιο επιμελείς είναι οι Ισλανδοί – σχεδόν το 55% ολοκληρώνουν τις σπουδές τους κανονικά. Οι λόγοι για την ελληνική ιδιαιτερότητα είναι άραγε μόνο οι… χαλαροί ρυθμοί μελέτης που ακολουθούν οι Ελληνές φοιτητές ή μήπως και οι καταλήψεις που εντείνουν την εικόνα του χάους;

