Τι και αν περίπου ο ένας στους δέκα (8% – 10%) κάτοικους αυτής της χώρας είναι άτομο με ειδικές ανάγκες (ΑμΕΑ). Είδε κανείς αυτά τα άτομα στους δρόμους, στα μαγαζιά, στους κινηματογράφους, στις βιβλιοθήκες, στα μέσα μαζικής μεταφοράς; Γνωρίζει κανείς πόσοι από τους φοιτητές των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων είναι ΑμΕΑ; Προφανώς όχι. Ούτε καν το υπουργείο Παιδείας ή τα ΑΕΙ στα οποία φοιτούν – και φοιτούν εκεί μόνον όσοι έτυχε να έχουν την υποστήριξη από το άμεσο περιβάλλον τους ώστε να αναρριχηθούν στα πανύψηλα τείχη του ελληνικού Καιάδα για να «μπουσουλήσουν» ώς τα φοιτητικά έδρανα.
Και αφού έφτασαν ώς εκεί, δεν θα πρέπει βεβαίως -ανάμεσα στ’ άλλα- να έχουν και επείγουσες φυσικές ανάγκες. Γιατί δεν είναι σίγουρο ότι σε όλες αυτές τις κτιριακές εγκαταστάσεις υπάρχει η ανάλογη εργονομική πρόβλεψη ή ότι η διαδρομή ώς εκεί την καθιστά προσβάσιμη. Τα «ειδικά» αυτά παιδιά μας, όλα αυτά τα γνωρίζουν. Και, μπορεί μεν τα «πάμπερς» να αναχαιτίζουν κάπως το πρόβλημα, οι καταγγελίες τους όμως (όπως καταγράφονται και στα πρακτικά Ημερίδας του Εργαστηρίου Ψυχολογικής Συμβουλευτικής Φοιτητών του Πανεπιστήμιου Αθηνών με θέμα «Πανεπιστήμιο για όλους: Οροι και προϋποθέσεις πλήρους ένταξης των φοιτητών με αναπηρία στην ακαδημαϊκή ζωή») φαίνεται ότι φτάνουν σε ώτα μη ακουόντων.
Κατά τ’ άλλα, υποκλινόμαστε στις συνταγματικές επιταγές περί ισότητας των πολιτών, εναρμονιζόμαστε με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο προυπογράφουμε Διεθνείς Συμβάσεις και είμαστε μεταξύ των 29 χωρών που κύρωσαν τη Συμφωνία της Μπολώνια για την αναβάθμιση και τη σύγκλιση των ανώτατων εκπαιδευτικών συστημάτων, με τη δέσμευση -μεταξύ άλλων- να απαλείψουμε τα εμπόδια στην προσβασιμότητα στη γνώση και να υποστηρίξουμε τους φοιτητές να πετύχουν τους εκπαιδευτικούς και μορφωτικούς στόχους τους. Ομως, «ο βαθμός προσβασιμότητας που μπορεί να επιτευχθεί είναι εκείνος που χαρακτηρίζει το βαθμό του αποκλεισμού, επομένως, το βαθμό πολιτισμού της χώρας μας», έχει αναφέρει σε δεδομένη ευκαιρία ο Μηχ/γος – Ηλεκ/γος ΕΜΠ κ. Σπύρος Σταυριανόπουλος, πρόεδρος της Εθνικής Ομοσπονδίας Κινητικά Ανάπηρων.
Και, αν τη ρήση αυτή την «παντρέψουμε» με την κραυγή αγωνίας για τους φοιτητές με αναπηρία που εκπέμπει εδώ και 16 χρόνια το Εργαστήριο Ψυχολογικής Συμβουλευτικής Φοιτητών του Πανεπιστήμιου Αθηνών -και συγκεκριμένα η διευθύντριά του, καθηγήτρια Κλινικής Ψυχολογίας κ. Αναστασία Καλαντζή – Αζίζι μαζί με άλλους συναδέλφους της- τότε, θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι η… ισότιμη πρόσβαση των ανάπηρων φοιτητών μας στη γνώση και στην εκπαίδευση εναπόκειται μόνο στις ηρωικές προσπάθειες μεμονωμένων και ευαισθητοποιημένων επαγγελματιών – ατόμων και ομάδων.
Σε λίγες ημέρες -στις 27 Ιανουαρίου 2006- στο κτίριο του Γερμανικού Ινστιτoύτου Goethe (Ομήρου 14-16, Αθήνα) το Ελληνικό Παράρτημα της Εuroscience (www.euroscience.gr) θα παρουσιάσει σε ημερίδα του με θέμα «Προσβασιμότητα Πανεπιστήμιων και Ατομα με Ειδικές Ανάγκες: Η σκληρή πραγματικότητα» τα αποτελέσματα έρευνας και φωτογραφική τεκμηρίωση της… μη-δυνατότητας πρόσβασης των ατόμων με ειδικές ανάγκες στα δημόσια Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της Αττικής, όπως και σε ορισμένες δημόσιες βιβλιοθήκες, αλλά και στα γύρω πεζοδρόμια. Η έρευνα θα συνεχιστεί και θα επεκταθεί και σε άλλες σχολές της Αττικής, αλλά και σε άλλους νομούς της χώρας.
Οπως ανέφερε στην «Κ» ο πρόεδρος του Ελληνικού Παραρτήματος Euroscience δρ Μιχάλης Αρβανίτης για τα ώς τώρα αποτελέσματα, «κατά πλειονότητα τα πανεπιστημιακά ιδρύματα του Νομού Αττικής είναι απολύτως απροσπέλαστα. Ακόμη και τα πιο νέα κτίρια, όπως του Ζωγράφου και του Πειραιά, αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα προσβασιμότητας. Διαπιστώσαμε επίσης σε πολλά από αυτά την εικόνα μιας ψευδοπροσβασιμότητας. Δηλαδή, στους εξωτερικούς χώρους των σχολών μπορεί να υπάρχουν βοηθητικά μέσα, όμως στους εσωτερικούς χώρους η προσβασιμότητα είναι μηδενική». Η ψευδοπροσβασιμότητα είναι ένα φαινόμενο που εντοπίστηκε σε ιδιαίτερα μεγάλο αριθμό σχολών. «Πρόκειται για σχολές που από τυπική υποχρέωση αποφασίζουν να βάλουν μια ράμπα είτε κάποια πινακίδα προσβασιμότητας, ενώ στην πραγματικότητα κρύβουν πίσω από αυτά ένα κτίριο εχθρικό απέναντι στα ΑμΕΑ. Υπάρχουν κτίρια που είχαν εξωτερικά ράμπες, αλλά η κλίση τους ήταν για…ορειβάτες και όχι για ΑμΕΑ».
Οι εξαιρέσεις…
Η έρευνα δεν παραβλέπει βέβαια το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει μερική βελτίωση τόσο στις συνθήκες όσο και στην αντιμετώπιση των ΑμΕΑ. Ως παράδειγμα πρότυπου σχολής αναφέρεται το νέο κτίριο Μαθηματικών στην Πανεπιστημιούπολη Ζωγράφου, όπως και το Τμήμα Πληροφορικής του ίδιου Πανεπιστήμιου. Αξιόλογο βήμα επίσης έχει πραγματοποιήσει ο Οργανισμός Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης που δημιούργησε ΙΕΚ με ειδικότητα «ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ: άτομα με προβλήματα όρασης, χειριστές τηλεφωνικού κέντρου εξυπηρέτησης πελατών».
Στα μεγάλα προβλήματα, ωστόσο, εντάσσεται ο εντοπισμός των φοιτητών ΑμΕΑ. «Συνήθως οι φοιτητές εγγράφονται στο πανεπιστήμιο με τη διαδικασία των «Ειδικών Κριτηρίων» μέσω των οποίων επιβεβαιώνεται ο βαθμός αναπηρίας και στη συνέχεια τυγχάνουν της σχετικής αντιμετώπισης από το πανεπιστήμιο. Στην περίπτωση που ένας φοιτητής δεν εισαχθεί στο ίδρυμα της επιλογής του μέσω ειδικών κριτηρίων -για παράδειγμα άτομα με σωματική αναπηρία μεν, ικανά όμως να δώσουν εξετάσεις- τότε η γραμματεία συνήθως αγνοεί τις ιδιαίτερες ανάγκες του. Ετσι, -σε αντίθεση με το τι ισχύει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες- στα έντυπα εγγραφής στις γραμματείες των σχολών δεν γίνεται αναφορά σε πιθανά σωματικά είτε νοητικά προβλήματα των νεοεισαχθέντων με αποτέλεσμα να μην καταγράφεται ούτε ο αριθμός τους ούτε και οι ανάγκες τους»
Πρόβλημα αποτελούν οι ελλείψεις που προκύπτουν από τη μη υιοθέτηση Τεχνολογιών Πληροφορικής για τα ΑμΕΑ όπως και το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι στα δημόσια ΑΕΙ δεν είναι επαρκώς καταρτισμένοι για να τους προσφέρουν ποιοτικές υπηρεσίες. «Οι δυνατότητες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος να παράσχει μέριμνα σε ΑμΕΑ είναι περιορισμένες λόγω του χρόνιου παραγκωνισμού τους από την ελληνική πολιτεία», αναγνωρίζει η έρευνα. «Απουσιάζει η ανάπτυξη συνεργασίας και πρακτικών κοινής εκμετάλλευσης πόρων, τόσο σε επίπεδο συγκεκριμένης υλοποίησης όσο και σε επίπεδο τεχνικής υποστήριξης», με αποτέλεσμα, «τα ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα να βρίσκονται σε πρωτόγονο στάδιο ως προς την εξυπηρέτηση των ΑμΕΑ».
Κρύβουν παγίδες
Κατά μέσο όρο ο δείκτης προσβασιμότητας πλησιάζει το 25,3%. Συμβαίνει ακόμη, τα κτίρια που είναι μερικώς προσπελάσιμα να κρύβουν περισσότερες παγίδες από τα εντελώς απροσπέλαστα. «Μόλις τρία διαθέτουν ράμπες, ενώ και τα γύρω πεζοδρόμια είναι σε άθλια κατάσταση». Ειδικές εγκαταστάσεις και τουαλέτες διαθέτουν τα πλέον καινούργια κτίρια. Στις περισσότερες σχολές οι ανελκυστήρες είναι απροσπέλαστοι – είτε είναι στενοί για τα αναπηρικά καροτσάκια είτε τα κουμπιά βρίσκονται υψηλά για να τα φθάσουν. Αλλοι πάλι ανελκυστήρες, που είναι προσπελάσιμοι, δεν οδηγούν σε όλα τα σημεία της σχολής. Οποιες διορθώσεις ή παρεμβάσεις έχουν γίνει, υλοποιήθηκαν έπειτα από αίτημα φοιτητών και γονέων ΑμΕΑ. «Αν δεν υπάρξει αίτημα, οι σχολές σπάνια μπαίνουν στον κόπο να γίνουν προσβάσιμες». Βέβαια η προσβασιμότητα στους χώρους και στις υπηρεσίες ενός ιδρύματος «δεν εξασφαλίζει από μόνη της και την ισότιμη συμμετοχή των ΑμΕΑ στην εκπαιδευτική διαδικασία. Για παράδειγμα, δεν υπάρχουν πανεπιστημιακά βιβλία γραμμένα για τυφλούς και μόλις την τελευταία πενταετία άρχισαν να δημιουργούνται ειδικές συμβουλευτικές υπηρεσίες στα πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ που να ασχολούνται με τα ιδιαίτερα προβλήματά τους».
Μικρά βήματα προόδου από τις βιβλιοθήκες
Από την έρευνα για την προσβασιμότητα των ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών (που ήταν δειγματοληπτική και αφορούσε τις βιβλιοθήκες του νομού Αττικής) προέκυψε ότι έως σήμερα, οι ελληνικές ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες έχουν οι περισσότερες αγνοήσει το γεγονός ότι οι εν δυνάμει χρήστες τους μπορεί να παρουσιάζουν και αναπηρίες. Ετσι, δεν παρέχουν τις αντίστοιχες υπηρεσίες πληροφόρησης.
Δεν κάνουν χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ), οι οποίες, όπως αναφέρεται στην έρευνα, ναι μεν δεν είναι διαθέσιμες στην ελληνική αγορά, αλλά δεν απουσιάζουν τελείως από τα ελληνικά ιδρύματα (όπου υπάρχουν, αφορούν μόνο ερευνητικά και αναπτυξιακά προγράμματα).
Ωστόσο, κάποια βήματα έχουν γίνει. Το Πανεπιστήμιο Αθηνών διαθέτει στη βιβλιοθήκη του πλήρη σταθμό πρόσβασης ατόμων με προβλήματα κινητικά και όρασης, και ηλεκτρονικές υπηρεσίες. Απαιτείται όμως και η δημιουργία υπηρεσίας υποδοχής και υποστήριξης των φοιτητών με αναπηρίες.
Η Βιβλιοθήκη του Κολλεγίου Αθηνών συμμετέχει στο ερευνητικό πρόγραμμα e-SchoolLib με στόχο την αξιοποίηση των ξένων τεχνολογιών, ώστε να υπερνικηθούν τυχόν προβλήματα όρασης και ακοής και, γενικότερα, για την υποστήριξη χρηστών με αναπηρία.
Φωτεινό παράδειγμα αποτελεί η Ευώνυμος Οικολογική Βιβλιοθήκη, που, μεταξύ άλλων, εκπαιδεύει σταδιακά το προσωπικό της στην υποστηρικτική τεχνολογία και από το φθινόπωρο του 2001 έχει ειδικό ωράριο λειτουργίας για τα άτομα με πρόβλημα όρασης. Επίκειται, δε, και η απόκτηση ειδικού εκτυπωτή που θα τυπώνει οποιοδήποτε κείμενο στο ειδικό σύστημα γραφής Βraille.
Η ταυτότητα της έρευνας
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το Ελληνικό Παράρτημα της Euroscience (ιδρύθηκε το 1997, εκπροσωπεί Ευρωπαίους επιστήμονες όλων των ειδικοτήτων και έχει περιφερειακά παραρτήματα σε 40 ευρωπαϊκές χώρες) στο πλαίσιο του προγράμματος «Προσβασιμότητα στη Γνώση». Χρηματοδοτείται από τη Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς μέσω του κοινοτικού Προγράμματος «Νεολαία». Αρχισε στον νομό Αττικής και θα συνεχισθεί -σε εθνικό επίπεδο- σε κάθε πόλη που διαθέτει ΑΕΙ και ΤΕΙ. Προσβλέπει στη δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού δικτύου καταγραφής των αναγκών προσβασιμότητας των ΑμΕΑ στην εκπαίδευση και στην έρευνα.

