Η, έστω και μακρινή, πιθανότητα αποστολής ειρηνευτικής δύναμης στην Ουκρανία, στο πλαίσιο των εγγυήσεων ασφαλείας που συζητούνται, ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο περιφερειακής ισορροπίας δυνάμεων, που στα καθ’ ημάς επικεντρώνεται στην προοπτική συμμετοχής της Τουρκίας σε μια πιθανή ειρηνευτική δύναμη. Η Αθήνα, πάντως, διά του κυβερνητικού εκπροσώπου ξεκαθάρισε προληπτικά ότι δεν εξετάζει αποστολή στρατευμάτων στην Ουκρανία. Αφήνεται να εννοηθεί ότι εφόσον οι σχετικές διαβουλεύσεις ολοκληρωθούν και αποκρυσταλλωθεί το πλαίσιο εγγυήσεων ασφαλείας, τότε θα αποφασιστεί με ποιον τρόπο μπορεί η χώρα μας να συνδράμει σε αυτό.
Πιο πρόθυμη
Διπλωματικές πηγές, σχολιάζοντας τη συζήτηση που έχει ανοίξει για την προοπτική αποστολής ειρηνευτικής δύναμης από την Τουρκία και την κινητικότητα που η Αγκυρα παρουσιάζει, αναγνωρίζουν στη γείτονα συγκριτικό πλεονέκτημα. Κι αυτό δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι τη στιγμή που οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες εκφράζουν έντονο προβληματισμό και εμφανίζονται όχι ιδιαίτερα πρόθυμες για αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων, η Τουρκία πιο εύκολα θα ανταποκρινόταν σε σχετικό αίτημα.
Δυνατό «χαρτί» – Τη στιγμή που ευρωπαϊκές χώρες εμφανίζονται διστακτικές για αποστολή στρατευμάτων στην Ουκρανία, η Τουρκία φαίνεται πως θα ανταποκρινόταν εύκολα σε σχετικό αίτημα.
Για την Αθήνα η αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων στην Ουκρανία απορρίφθηκε όσες φορές τέθηκε ως ερώτημα. Είναι ένα θέμα με πολλές «γωνίες», που προεξοφλείται ότι θα προκαλούσε πολύ έντονες αντιδράσεις και αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό. Η ελληνική πλευρά σε όσες συζητήσεις έχουν γίνει μέχρι τώρα επικαλείται τις προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η χώρα και απαιτούν τη διατήρηση ενός συγκεκριμένου επιπέδου ετοιμότητας των Ενόπλων Δυνάμεων, που δεν αφήνει πολλά περιθώρια για διάθεση στρατιωτικών πόρων σε τέτοιου είδους αποστολές.
Επισήμως δεν έχει υπάρξει αντίδραση στην όλη συζήτηση για συμμετοχή της Τουρκίας στην ειρηνευτική δύναμη για την Ουκρανία, η οποία μπήκε στο τραπέζι από τον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν. Διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι είναι πολύ νωρίς και ακόμη δεν είναι τίποτα ξεκάθαρο για τα επόμενα βήματα. «Δεν ξέρουμε ούτε αν θα σταλεί ειρηνευτική δύναμη ούτε το πλαίσιο που θα διέπει την παρουσία της ούτε το ποιοι θα συμμετέχουν. Υπάρχει, όμως, ένα δεδομένο. Οτι κάποιες χώρες είναι περισσότερο διατεθειμένες από άλλες να αποστείλουν δυνάμεις εφόσον αποφασιστεί κάτι τέτοιο». Οι ίδιες πηγές προσθέτουν ότι δεν μπορεί η πολιτική της Ελλάδας να ετεροκαθορίζεται με βάση τις επιλογές της Τουρκίας, που έχει κινηθεί συνολικά με διαφορετικό τρόπο απέναντι στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Από εκεί και πέρα, όμως, η Αθήνα περιμένει να ξεκαθαριστεί το πώς νοούνται οι εγγυήσεις ασφαλείας, κάτι που δεν είναι αυτή τη στιγμή σαφές. «Θα είναι στρατός; Θα είναι η παροχή των απαιτούμενων μέσων, ώστε να μπορέσει η ίδια η Ουκρανία να αναπτύξει στρατό; Θα είναι παροχή εξοπλισμού; Θα είναι ένα σχήμα υποστήριξης που θα κινητοποιηθεί αν η χώρα δεχθεί επίθεση; Δεν έχουν απαντηθεί αυτά τα ερωτήματα, ακόμη είναι υπό συζήτηση.
Ως εκ τούτου, είναι πρώιμο αυτή τη στιγμή να προεξοφλείται ότι κάποιοι αποκτούν πρόσθετη ισχύ και ενισχύουν το γεωπολιτικό αποτύπωμά τους», αναφέρει διπλωματική πηγή, προσθέτοντας ότι η Αγκυρα έχει δείξει ότι επιδιώκει να βρίσκεται μέσα στο κάδρο, προτείνοντας να φιλοξενήσει τις διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία ή προσφερόμενη για διαμεσολάβηση, χωρίς αυτό απαραιτήτως να σημαίνει ότι βρίσκει ανταπόκριση.
Ευρωπαϊκή ασφάλεια – Η πρόταση Μακρόν για συμμετοχή της Τουρκίας στην ειρηνευτική δύναμη προκαλεί ερωτήματα για πιθανό ρόλο της Αγκυρας στην αρχιτεκτονική ασφαλείας της Ευρώπης.
Τι θέλει το Παρίσι
Το μεγάλο ερώτημα, πάντως, που προκύπτει από την πρόταση Μακρόν για συμμετοχή της Τουρκίας στην ειρηνευτική δύναμη για την Ουκρανία, είναι αν αυτό σημαίνει ότι η Τουρκία έχει μπει στο κάδρο της νέας αρχιτεκτονικής ασφαλείας της Ευρώπης, κάτι που συνεπάγεται και αλλαγή συνολικά της στάσης των Παρισίων έναντι της Αγκυρας. Διπλωματικές πηγές θεωρούν ότι είναι πολύ νωρίς να εξαχθεί ένα τέτοιο συμπέρασμα, ωστόσο παραμένει ερώτημα το μήνυμα που θα στείλει η Ευρώπη εάν φανεί ότι επενδύει στη συμμετοχή της Τουρκίας για να λύσει τον γρίφο των εγγυήσεων ασφαλείας για την Ουκρανία και, κυρίως, το πώς θα επιδιώξει η Αγκυρα να αξιοποιήσει ή να εξαργυρώσει μια τέτοια εξέλιξη.
Πέρα από το θέμα των εγγυήσεων, για την Αθήνα ο τρόπος με τον οποίο, τελικά, θα ληφθούν οι αποφάσεις για την Ουκρανία παραμένει το μεγάλο ζητούμενο, καθώς οι εξελίξεις κινούνται μέχρι στιγμής εκτός του πλαισίου επίλυσης διαφορών με βάση το Διεθνές Δίκαιο. Επικρατεί ένα νέο μοντέλο με «ανταλλακτική διάσταση», όπως επισημαίνει ανώτατη διπλωματική πηγή.
Case study
Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Οτι εκείνοι που κινούν τα νήματα και οι πρωτοβουλίες που εκκινούν πέραν του Ατλαντικού έχουν στο επίκεντρο τη λογική να κλείσουν μέτωπα αποκομίζοντας κέρδος. «Σε μια τέτοια διαδικασία το Διεθνές Δίκαιο δεν έχει θέση. Αντικαθίσταται από μια συμφωνία που μπορεί να μη λαμβάνει υπόψη καν τους άμεσα ενδιαφερομένους, αλλά να επιτυγχάνεται μεταξύ τρίτων», προσθέτει η ίδια πηγή. Επισημαίνει, δε, ότι «η Ουκρανία είναι case study για να διαπιστωθεί εάν μπορεί να εφαρμοστεί αυτό το μοντέλο. Και η διαμόρφωση ενός τέτοιου προηγουμένου πρωτίστως αφορά χώρες με ανοιχτά μέτωπα και χώρες χωρίς μεγάλο αποτύπωμα στις διεθνείς σχέσεις. Εν ολίγοις, χώρες όπως η Ελλάδα, που αντιμετωπίζει τη διαρκή αναθεωρητική πίεση της Τουρκίας στο Αιγαίο και την τουρκική προσπάθεια να επιβάλει ως τετελεσμένα τα αποτελέσματα της τουρκικής εισβολής και κατοχής στην Κύπρο.

