Με ιδιαίτερη περίσκεψη και χωρίς να θεωρεί δεδομένο ότι μεγάλη κερδισμένη των τελευταίων γεγονότων θα είναι η Τουρκία παρακολουθεί η Αθήνα την επόμενη ημέρα της πτώσης του καθεστώτος Ασαντ στη Συρία. Στο Μέγαρο Μαξίμου και στο υπουργείο Εξωτερικών αναγνωρίζεται πως η «υποχώρηση» των ΗΠΑ, της Ρωσίας, καθώς και του Ιράν, δημιουργεί πρόσφορο έδαφος προκειμένου η Αγκυρα να ενδυναμώσει την επιρροή της στη Δαμασκό. Ομως, επισημαίνεται, οι εξελίξεις δεν θα είναι ευθύγραμμες, καθώς η περιοχή έχει χαρακτηριστικά «κινούμενης άμμου» που μπορεί να «καταπιεί» οποιονδήποτε. Παρότι κυρίαρχη εκτίμηση συνιστά πως η αλλαγή σελίδας στη Συρία μπορεί να οδηγήσει στον επαναπατρισμό μέρους των τεσσάρων εκατομμυρίων προσφύγων που βρίσκονται στην Τουρκία, είναι πιθανό να συμβεί και το αντίστροφο: Η επικράτηση των ανταρτών έναντι του Ασαντ εδράστηκε σε ένα συνασπισμό ετερόκλητων ομάδων και φατριών που δεν είναι δεδομένο ότι θα παραμείνουν ενωμένες, ενώ δεν είναι καθαρό το τοπίο αναφορικά με την τακτική που θα ακολουθηθεί έναντι των υποστηρικτών του προηγούμενου καθεστώτος. Αρα το σενάριο ενός ακόμη εμφυλίου ή διώξεων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε έναν νέο κύκλο προσφυγικών πιέσεων δεν μπορεί να αποκλειστεί. Πόσο μάλλον που η «αποκοπή» από την Τεχεράνη στερεί από τη Συρία κρίσιμους για τη νέα κυβέρνηση –και συνακόλουθα τον πληθυσμό– πόρους. Επίσης, η ενεργός εμπλοκή της Αγκυρας στην περιοχή και η σύμπλευση με τον εμφανιζόμενο ως μετριοπαθή Αλ Γκολάνι μπορεί να προκαλέσουν την αντίδραση ριζοσπαστικοποιημένων ισλαμιστών, επαναφέροντας για την Τουρκία το πρόβλημα της τρομοκρατίας. Τρίτη πηγή προβλημάτων για την Aγκυρα μπορεί να αποτελέσει η ενίσχυση του ΡΚΚ ή η δημιουργία νέων δεδομένων αναφορικά με το Κουρδικό. Τέλος, σύντομα θα αποσαφηνιστεί πώς θα επηρεάσει η θέση της Αγκυρας στη νέα αρχιτεκτονική της περιοχής τις ελληνοτουρκικές σχέσεις: Εάν, δηλαδή, η ανάδειξη της Τουρκίας σε περιφερειακή δύναμη θα την οδηγήσει στην επιλογή να τοποθετήσει τα διμερή θέματα με την Αθήνα σε δεύτερη μοίρα ή το αντίστροφο.
Φόβοι για τέλμα στην Ε.Ε.
Παρότι οι εξελίξεις περί τη Συρία κυριαρχούν στην επικαιρότητα, το Μέγαρο Μαξίμου και το υπουργείο Εξωτερικών παρακολουθούν με προσοχή και τη «μεγάλη εικόνα» στη διεθνή σκηνή, καθώς είναι ορατό το ενδεχόμενο να υπάρξουν τους επόμενους μήνες ανατροπές σε γεωστρατηγικό αλλά και σε οικονομικό επίπεδο. Η αποστροφή του Ντόναλντ Τραμπ ότι οι ΗΠΑ ενδέχεται να αποχωρήσουν από το ΝΑΤΟ πιθανώς δεν αποτελεί ρητορικό πυροτέχνημα. Παράλληλα, στο οικονομικό πεδίο η προσοχή εστιάζεται στο σκηνικό ακυβερνησίας σε Γερμανία και Γαλλία. Στους διαδρόμους των Βρυξελλών συζητείται ότι, ανεξαρτήτως των αποτελεσμάτων στις επερχόμενες εκλογές, το Βερολίνο είναι πολύ πιθανό να μην έχει καταρτίσει προϋπολογισμό μέχρι τον προσεχή Οκτώβριο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Επίσης το Παρίσι έχει να αντιμετωπίσει κρίσιμα δημοσιονομικά προβλήματα. Εκφράζονται ως εκ τούτου φόβοι ότι Γερμανία και Γαλλία μπορεί «να τραβήξουν όλη την Ευρωζώνη προς τα κάτω», με τις επιπτώσεις να μην αφήνουν ανεπηρέαστη και την Ελλάδα. Το σκηνικό «ανισορροπίας» στις δύο ισχυρότερες χώρες της Ε.Ε. δεν είναι το καλύτερο δυνατό για να διαχειριστούν οι Βρυξέλλες ενδεχόμενη επιλογή του Τραμπ να κηρύξει «εμπορικό πόλεμο» με την Κίνα και την Ευρώπη. Επίσης, είναι βέβαιο ότι θα σημειωθούν καθυστερήσεις σε κρίσιμα θέματα που βρίσκονται ψηλά στην ατζέντα της Αθήνας, όπως η συγκέντρωση μέσω κοινού δανεισμού κονδυλίων ύψους 500 δισ. για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής Αμυνας. Στις Βρυξέλλες, πάντως, προεξοφλείται ότι τα κράτη-μέλη θα αυξήσουν το επόμενο διάστημα τις αμυντικές δαπάνες τους. Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι εάν θα το πράξουν με εθνικούς πόρους, ανεβάζοντας τα ποσά που δαπανούν από το 2% στο 3% του ΑΕΠ τους, ή μέσω του κοινού «ταμείου». Η δεύτερη οδός, που υποστηρίζεται και από την Αθήνα, έχει το πλεονέκτημα ότι μπορεί να οδηγήσει σε ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας.
Οι έριδες έμειναν στον ΣΥΡΙΖΑ
Σήμα ότι οι εσωκομματικές εντάσεις δεν θα λείψουν από τον ΣΥΡΙΖΑ, παρά την αποχώρηση του Στέφανου Κασσελάκη, συνιστούν οι τελευταίες εξελίξεις στην Κουμουνδούρου με επίκεντρο τους Παύλο Πολάκη και Νίκο Παππά. Η κίνηση του Παύλου Πολάκη να «υπενθυμίσει» ότι έλαβε 43% στην αναμέτρηση με τον Σωκράτη Φάμελλο και ως εκ τούτου θα πρέπει οι υποστηρικτές του να έχουν μεγαλύτερη εκπροσώπηση στα κομματικά όργανα συνιστά διπλό πρόβλημα: Πρώτον, επαναφέρει την εικόνα ενός διαρκούς παζαριού για τις «καρέκλες», την οποία αποστρέφονται οι πολίτες. Δεύτερον, κατά πολλούς αποτελεί πρόκριμα για τη στάση που θα τηρήσει ο Π. Πολάκης στην πορεία προς το συνέδριο. Στελέχη της πλειοψηφίας ωστόσο εκτιμούν πως σε επίπεδο συνέδρων η «ομάδα Πολάκη» δεν πρόκειται να κινηθεί σε ποσοστά άνω του 40% όπως συνέβη στη μάχη για την ηγεσία, αλλά πολύ χαμηλότερα, με τους συσχετισμούς να διαμορφώνονται στο 80%-20% υπέρ τους. Παράλληλα, δεν πέρασε απαρατήρητη ούτε η παρέμβαση του Ν. Παππά, ο οποίος εμφανίστηκε να διαφωνεί δημοσίως με την πρόταση της Νέας Αριστεράς να υποστηριχθεί ο Χρήστος Ράμμος για την Προεδρία της Δημοκρατίας, ενώ ο Σωκ. Φάμελλος δεν την έχει αποκλείσει. Επί της ουσίας, με τη στάση του ο Ν. Παππάς «καίει» ένα σενάριο που θα μπορούσε να συμβάλει στην επαναπροσέγγιση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Αριστεράς. Μάλιστα, προβεβλημένα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ εκτιμούν πως Ν. Παππάς και Π. Πολάκης –διαφοροποιήθηκε την Παρασκευή από τον Σωκ. Φάμελλο και για την Εθνική Τράπεζα– οδηγούνται σε στρατηγική σύμπλευση που θα δοκιμάζει συχνά τα «ήρεμα νερά» στην Κουμουνδούρου, ενώ, μάλιστα, στο ΠΑΣΟΚ επικρατεί νηνεμία διαρκείας.

