Η ανακοίνωση του μεγαλεπήβολου ναυπηγικού προγράμματος των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, οι γεωπολιτικές προκλήσεις στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή, αλλά και οι αυξημένες υποχρεώσεις του Πολεμικού Ναυτικού στο Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο και την Ερυθρά Θάλασσα, σε συνδυασμό με τη γήρανση του στόλου, εντείνουν την πίεση για νέα και αξιόμαχα πλοία.
Η δομή δυνάμεων που παρουσίασε τον Νοέμβριο στη Βουλή ο Νίκος Δένδιας προβλέπει 16 κύριες μονάδες για το Πολεμικό Ναυτικό μέχρι το 2035. Δεδομένου ότι η Ελλάδα κινείται για την απόκτηση της 4ης FDI Belharra και εξετάζει τον εκσυγχρονισμό των τεσσάρων ΜΕΚΟ, γίνεται αντιληπτό ότι για να επιτευχθεί η οροφή που έθεσαν η πολιτική και η στρατιωτική ηγεσία, θα απαιτηθεί η προμήθεια νέων πλοίων εντός των επόμενων ετών, αφού οι φρεγάτες τύπου S, ορισμένες από τις οποίες μετρούν 50 χρόνια στις ελληνικές θάλασσες, θα ολοκληρώσουν σύντομα την επιχειρησιακή τους ζωή.
Το ενδιαφέρον της ηγεσίας φαίνεται να στρέφεται στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα κορβετών (MMPC) και στις αμερικανικές φρεγάτες Constellation. Ωστόσο, και τα δύο προγράμματα βρίσκονται σε στάδιο σχεδιασμού και δεν αναμένεται να αποδώσουν πριν από τις αρχές της ερχόμενης δεκαετίας, ακόμη και αν όλα εξελιχθούν ομαλά και βάσει χρονοδιαγράμματος.
Τι είναι η ευρωκορβέτα;
Το πρόγραμμα ξεκίνησε το 2019 με την υπογραφή μνημονίου συνεργασίας μεταξύ της Ιταλίας και της Γαλλίας για την ανάπτυξη ενός μοντέρνου πολεμικού πλοίου κατηγορίας κορβέτας (European Patrol Corvette). Η Ελλάδα εντάχθηκε στο πρόγραμμα ως δυνητικός συμπαραγωγός το 2020, μαζί με την Ισπανία και τη Ρουμανία.
Το 2021, η ευρωπαϊκή επιτροπή ενέκρινε τη βιομηχανική πρόταση που κατέθεσε η κοινοπραξία Naviris που αποτελείται από τους ναυπηγικούς κολοσσούς Fincantieri και Naval Group. Τον Οκτώβριο του 2023, τα μέλη της κοινοπραξίας υπέγραψαν τις εκτελεστικές συμβάσεις για την πρώτη φάση του προγράμματος, διάρκειας 24 μηνών, κατά την οποία θα υποβληθούν τα σχέδια αναφοράς του πλοίου. Το πρόγραμμα χρηματοδοτείται με 60 εκατομμύρια ευρώ από το ευρωπαϊκό ταμείο άμυνας (EDF) και τα μέλη της κοινοπραξίας συνεισφέρουν ακόμη 27 εκατομμύρια ευρώ. Στη φάση αυτή συμμετέχουν έξι ελληνικές εταιρείες.
Προς το παρόν σχεδιάζονται δύο εκδοχές του πλοίου οι οποίες βασίζονται στο ίδιο σκάφος.
Η έκδοση Πολλαπλού Ρόλου Μακράς Εμβέλειας (Long Range Multipurpose) και η έκδοση Πολλαπλού Ρόλου Πλήρους Μάχης (Full Combat Multipurpose). Η πρώτη (LRM) σχεδιάζεται να έχει μεγαλύτερη αντοχή και επαρκή αυτοάμυνα για επιλεγμένες ναυτικές επιχειρήσεις, ενώ η δεύτερη (FCM) θα διαθέτει συστήματα για μεγαλύτερο εύρος ναυτικών επιχειρήσεων.
Η κορβέτα θα έχει μήκος 100 έως 110 μέτρα και εκτόπισμα 3.000 τόνων. Θα είναι εφοδιασμένη με ψηφιακό ραντάρ, η μέγιστη ταχύτητα θα κυμαίνεται από 24 έως 26 κόμβους αναλόγως της έκδοσης και θα διαθέτει υπόστεγο για τη φιλοξενία ενός ναυτικού ελικοπτέρου και ενός μη επανδρωμένου αεροσκάφους.
Μέχρι στιγμής, η Γαλλία και η Ισπανία έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για έξι πλοία έκαστη, η Ιταλία για οκτώ και η Ρουμανία για δύο. Η πρώτη φάση αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Νοέμβριο του 2025 και θα ακολουθήσει η δεύτερη έως το 2029, κατά την οποία θα ναυπηγηθούν τα δύο πρωτότυπα πλοία, ένα για κάθε έκδοση.
Το ελληνικό ενδιαφέρον
Υστερα από ένα «σίριαλ» δύο ετών, κατά τα οποία προσφορές εταιρειών κατέφθαναν με ρυθμούς πολυβόλου στο ελληνικό Πεντάγωνο, η Αθήνα «έκλεισε» το θέμα της πρόσκτησης κορβετών και ανακοίνωσε την 4η FDI. Κράτησε όμως «ζωντανή» τη συζήτηση για την MMPC, ένα φιλόδοξο πρόγραμμα που όμως κινείται με τους γνωστούς ευρωπαϊκούς ρυθμούς. Αρμόδιες πηγές διευκρινίζουν στην «Κ» ότι ακόμη και αν ολοκληρωθεί εγκαίρως η ανάπτυξη του πλοίου και περάσει στην παραγωγή, η απόκτησή του από το Πολεμικό Ναυτικό δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Ενας παράγοντας που θα κρίνει αν η Ελλάδα εκτός από συμπαραγωγός θα γίνει και πελάτης της ευρωκορβέτας, είναι το κόστος. Προς το παρόν δεν μπορεί να εκτιμηθεί το ακριβές ποσό ανά μονάδα, όμως, η εμπειρία ανάλογων αμυντικών προγραμμάτων με ευρωπαϊκή σφραγίδα, όπως τα μαχητικά αεροσκάφη Eurofighter και τα ελικόπτερα NH-90, δείχνει ότι δεν είναι ιδιαιτέρως ανταγωνιστικά, ενώ συχνά αντιμετωπίζουν προβλήματα στην υποστήριξη και την εφοδιαστική αλυσίδα.
Ενα άλλο, εξίσου σημαντικό, κριτήριο είναι η διαθεσιμότητα των οπλικών συστημάτων. Το Πολεμικό Ναυτικό δεν έχει την «πολυτέλεια» να διαθέτει υποεξοπλισμένα πλοία, άρα προτού προχωρήσει σε κάποια παραγγελία θα πρέπει να εξασφαλιστεί πως υπάρχουν τα κατάλληλα όπλα και σε επαρκείς αριθμούς.
Η εξίσωση διαθέτει και άλλους αστάθμητους παράγοντες, όπως οι λεπτομέρειες της διαμόρφωσης, οι διαφορετικές απαιτήσεις κάθε χρήστη κ.λπ., τα οποία δεν αποκλείεται να οδηγήσουν σε καθυστερήσεις, ενώ είναι σαφές ότι απαιτούνται σημαντικές πρωτοβουλίες και σε πολιτικό επίπεδο, καθώς η Ε.Ε. επιχειρεί να αποκτήσει στρατηγική αυτονομία.

