Η παρουσία του Πάνου Καμμένου στην Ουάσιγκτον, για τις εκδηλώσεις στο περιθώριο της ορκωμοσίας του Ντόναλντ Τραμπ, θύμισε την ελληνική πρωτοπορία στον εθνικολαϊκισμό. Ο κυβερνητικός εταίρος του Αλέξη Τσίπρα το 2015 υπήρξε τραμπιστής, τέσσερα χρόνια πριν εγκατασταθεί για πρώτη φορά στον Λευκό Οίκο ο πλανητάρχης της συνωμοσιολογικής, υπερσυντηρητικής δήθεν αντισυστημικής απολυταρχίας.
Πρόγονος ή καρικατούρα; Το βέβαιο είναι ότι ο Καμμένος λατρεύει τον Τραμπ, αλλά ο Τραμπ δεν ξέρει τον Καμμένο. Πρόσωπα που βρέθηκαν κοντά του τον είδαν να αγωνιά για μια φωτογραφία με επιφανείς ομογενείς και δεν τον είδαν στο Καπιτώλιο. Από την άλλη, η Αφροδίτη Λατινοπούλου, που είχε διαδώσει ότι θα μεταβεί στην Ουάσιγκτον, αν πήγε, πέρασε εντελώς απαρατήρητη και ο Κυριάκος Βελόπουλος περιορίστηκε στους πανηγυρισμούς μέσω Χ.
Η συγκίνηση του πρώην υπουργού Αμυνας για την επίσημη έναρξη της εποχής Τραμπ είναι δεδομένη. Από την ίδρυση των Ανεξάρτητων Ελλήνων, το 2012, είχε δοξάσει όλα τα συστατικά στοιχεία του τραμπισμού πριν αυτό το πολιτικοκοινωνικό ρεύμα αποκτήσει το όνομά του: δυναμισμός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, απλοϊκή σκέψη, ακραία συνθηματολογία, συνωμοσιολογία, νεοεθνικισμός, ματσίλα.
Η ιδρυτική διακήρυξη των ΑΝΕΛ είχε διακινηθεί μέσω των προσωπικών λογαριασμών του Π. Καμμένου στο Τwitter και στο Facebook: «Η Παναγία να είναι βοηθός και προστάτης. Είμαστε Πολλοί. Είμαστε Ανεξάρτητοι. Είμαστε Ελληνες». Ο Ντόναλντ Τραμπ, μιλώντας στο Καπιτώλιο μετά την ορκωμοσία του, επικαλέστηκε και αυτός τον Θεό που τον έσωσε, όπως είπε, για να σώσει την Αμερική.
Στο ύφος, στη ρητορεία, στα κεντρικά μηνύματα, στην αισθητική δεν υπάρχουν σοβαρές διαφορές ανάμεσα στον Μπερλουσκόνι και τον Μπολσονάρο, στον Πούτιν και τον Μαδούρο, στον Ερντογάν και τον Ορμπαν, στη Λεπέν και τον Μιλέι. Γιατί όπως έχει εξηγήσει ο κοινωνιολόγος Μάικλ Κίμελ, ο λαϊκισμός είναι η πολιτική έκφραση «του συναισθήματος της δίκαιης αγανάκτησης. Τα οφέλη που πίστευες ότι δικαιούσαι τα έχουν αρπάξει μακριά σου αόρατες δυνάμεις, μεγαλύτερες και πιο ισχυρές. Νιώθεις ότι είσαι ο κληρονόμος μιας μεγάλης υπόσχεσης, στην περίπτωση των ΗΠΑ, του αμερικανικού ονείρου, που έχει μετατραπεί σε μια αδύνατη φαντασίωση».
Ο Πάνος Καμμένος προηγήθηκε όσων διεκδικούν σήμερα το «franchise» του τραμπισμού στην Ελλάδα και εργάζονται για να επαναλανσάρουν ένα πολιτικό προϊόν που άνθισε στον ελληνικό αντιμνημονιακό κήπο. Δεξιά της Δεξιάς εξελίσσεται ήδη ανταγωνισμός για το ποιο κόμμα είναι περισσότερο τραμπικό, αλλά και στο εσωτερικό της Ν.Δ., στη δεξιά πτέρυγα, υπάρχει ενθουσιασμός για την επιστροφή στην κανονικότητα των δύο φύλων και την αντιμεταναστευτική ορμή. «Ο τραμπισμός αποκτά σταδιακά μεγαλύτερο έρεισμα στο ελληνικό εκλογικό ακροατήριο», σημειώνει ο Γιάννης Κωνσταντινίδης, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Συμπεριφοράς στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Ως συντονιστής της ερευνητικής πλατφόρμας «People of Greece» (της εταιρείας QED), παρακολουθεί εβδομαδιαία τις σκέψεις των Ελλήνων απέναντι στις εξελίξεις στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Σύμφωνα με τα ευρήματα αυτής της σειράς ερευνών, οι επιθετικές δηλώσεις Τραμπ και Μασκ απέναντι σε ξένους ηγέτες ή και κράτη, όπως επίσης η απροσχημάτιστη υποστήριξη της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς, γίνονται αποδεκτές από περίπου έναν στους τέσσερις Ελληνες. Τη στιγμή της εκλογής του, περίπου 30% των Ελλήνων είχαν δηλώσει ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα και, αργότερα, το 25% ότι η (μη έχουσα κατάρτιση διπλωμάτη) νέα πρέσβειρα των ΗΠΑ στην Αθήνα Κίμπερλι Γκίλφοϊλ είναι η καλύτερη επιλογή για τη χώρα μας, γιατί βρίσκεται στο περιβάλλον Τραμπ.
Ο Γ. Κωνσταντινίδης εξηγεί: «Πρόκειται για μια εν εξελίξει διαδικασία ταύτισης με ένα πρόσωπο και μια νοοτροπία, η οποία εκκινεί από την απλοϊκή παραδοχή ότι ο Τραμπ δεν ήταν ο εκλεκτός του συστήματος. Αυτό δείχνει αρκετό προκειμένου το 25%-30% των Ελλήνων να αποδέχεται οποιαδήποτε κίνηση ή δήλωση του νέου προέδρου. Με μια τόσο υψηλή ζήτηση, η οποία μάλιστα αποκτά χαρακτηριστικά μόδας, είναι λογικό πως οι διεκδικητές του τραμπικού franchising στην ελληνική αγορά θα είναι πολλοί και θα είναι μαχητικοί».
Η εποχή ευνοεί ηγέτες τύπου Τραμπ. Αν ο Καμμένος καθυστερούσε μία δεκαετία την εμφάνισή του ως πολιτικός αρχηγός, ίσως είχε μεγαλύτερη διάρκεια.

Ψυχαγωγία, όχι ενημέρωση
Εξετάζοντας τη χρήση των social media από τον Τραμπ, ο καθηγητής Επικοινωνίας Μάρκο Ζακμέ έγραψε ότι κατάλαβε νωρίς πως το κοινό ενδιαφέρεται περισσότερο για την ψυχαγωγία παρά για την ενημέρωση. Ισως δεν υπάρχει ακριβέστερη σύνοψη για το φαινόμενο από αυτήν που έκανε ο επικοινωνιολόγος Μάικλ Καρπίνι μετά την πρώτη εκλογική νίκη του Τραμπ, περιγράφοντας τον τραμπισμό σαν «τίποτα λιγότερο από μια θεμελιώδη αλλαγή στις σχέσεις μεταξύ δημοσιογραφίας, πολιτικής και δημοκρατίας».
Γιατί είναι εξαγώγιμος ο τραμπισμός
Τι είναι όμως αυτό που καθιστά τον τραμπισμό «εξαγώγιμο» και σαγηνευτικό ανεξαρτήτως τοπικών συνθηκών και πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων; Γιατί το «ηγετικό» υπόδειγμα του Τραμπ μπορεί να βρίσκει οπαδούς και στην άλλη άκρη του Ατλαντικού; Σίγουρα υπάρχει έντονη ψυχιατρική διάσταση στην αποθέωση της πολιτικής ασυναρτησίας μέσω της περιφρόνησης της πολιτικής ορθότητας. Το παράδοξο, που μόνο η ψυχιατρική θα μπορούσε να εξηγήσει, είναι πως οι «κάτω» –οι μη προνομιούχοι– γοητεύονται και παρασύρονται από έναν πολυεκατομμυριούχο που υποστηρίζεται από δισεκατομμυριούχους. Ο πρόεδρος της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Γιάννης Βαρτζόπουλος επιχειρεί να απαντήσει εστιάζοντας «στην υιοθέτηση, ασυνείδητη και γι’ αυτό ακόμη πιο ισχυρή και άλογη, πανίσχυρων μηχανισμών που λύνουν σε συνθλιπτικά μικρό χρόνο και με ασύλληπτα άμεσο τρόπο τη χρόνια δυσπραγία και δυστυχία μιας ζωής».
Ο πρώτος ισχυρός μηχανισμός, όπως εξηγεί, «είναι η ενδοψυχική κατοχύρωση της συνύπαρξης των αντιθέτων, της ταύτισης των αντιθέτων, της κατάργησης δηλαδή του θεμελιώδους κανόνα της λογικής ότι δεν μπορεί να είναι σωστό το ίδιο και το αντίθετό του. Κάτι που ο Φρόιντ ανήγαγε σε έναν από τους θεμελιώδεις νόμους του ασυνειδήτου που διασφαλίζει την απρόσκοπτη ικανοποίηση κάθε επιθυμίας. Είμαι το κυριολεκτικά, όχι το διαλεκτικά, αντίθετο του Τραμπ και με την κίνηση της υποστήριξής του εκ μέρους μου ενδοψυχικά ταυτίζομαι, γίνομαι ένα με αυτόν. Τώρα μπαίνω και εγώ αυτοδίκαια στο Καπιτώλιο και τηλεφωνώ από το γραφείο της Πελόζι. Είμαι πλέον σαν αυτούς. Και μάλιστα ο Τραμπ με έβαλε εκεί».
Ενας άλλος πανίσχυρος μηχανισμός που υποστηρίζει τον πρώτο, συνεχίζει ο Γ. Βαρτζόπουλος, «είναι η κατάργηση των περιορισμών του χώρου και του χρόνου. Ολες οι αποστάσεις που πρέπει να διανύσω και όλοι οι εσωτερικοί χρόνοι που πρέπει να διαβώ συμπυκνώνονται στα λίγα βήματα που χωρίζουν τον περίβολο του Καπιτωλίου από το εσωτερικό του. Ιστορία, κοινωνική δομή και διαστρωματώσεις, κόποι και αξίες συνθλίβονται σε μερικά βήματα και μερικές στιγμές. Το βαθύ μίσος, η έλλειψη κάθε ψυχικής επαφής και κάθε προοπτικής προσέγγισης των ανθρώπων αυτών με όλους εκείνους που υποστηρίζουν την προσπάθεια της εξέλιξης, τον κόπο της μόρφωσης, την ύπαρξη υπερβατικών αρχών και ηθικής, είναι το ψυχικό, ηθικό και κοινωνικό υπόβαθρο αυτού του φαινομένου. Σίγουρα δεν φταίνε μόνο αυτοί».

Το σόου των τεράτων
Η ομότιμη καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Αλεξάνδρα Κορωναίου έκανε έναν κινηματογραφικό συνειρμό παρακολουθώντας την τελετή ορκωμοσίας του Ντόναλντ Τραμπ: «Ειρωνεία της Ιστορίας; Ο Ντέιβιντ Λιντς εγκατέλειπε για πάντα την Αμερική των τεράτων που τόσο ανατριχιαστικά είχε εικονογραφήσει στις ταινίες του την ίδια στιγμή που ο Ντόναλντ Τραμπ, ένας υποδειγματικός σόουμαν, έστηνε μια τελετουργία με όλες τις ναρκισσιστικές προσωπικότητες της ολιγαρχίας του πλούτου που δεν είχαν πια καμία αναστολή να κρυφτούν αλλά, αντιθέτως, να χρησιμοποιήσουν όλους τους συμβολισμούς για να “παγώσουν” την αμερικανική κοινωνία και τον κόσμο ολόκληρο».
Η ίδια, αν και τόσο έμπειρη στην παρατήρηση κοσμοϊστορικών αλλαγών, απορεί: «Δεν γνωρίζω αν πρόκειται για φασισμό με την παραδοσιακή σημασία του όρου και τα ιστορικά του χαρακτηριστικά. Αναμφίβολα υπάρχει όμως απολυταρχία, μισαλλοδοξία, σεξισμός, ανδροκρατία και κυνήγι μαγισσών όχι μόνο στα συμβολικά συστήματα (ντύσιμο, χαιρετισμοί, κ.λπ.) αλλά και στο γεγονός ότι χαρούμενοι με τη χάρη που έλαβαν από τον πρόεδρο (και τον Θεό;) οι γνωστοί Proud boys πανηγύριζαν στους δρόμους».
Στο βιβλίο του «Trump and Hitler: A Comparative Study in Lying» (2024) ο θεωρητικός του πολιτισμού Henk de Berg συγκρίνει τον Τραμπ και τον Χίτλερ ως πρωταγωνιστές πολιτικών παραστάσεων. Διερευνά τις λαϊκιστικές αυτο-σκηνοθετικές και ρητορικές στρατηγικές τους και εξηγεί πώς συνδέθηκαν με το αντίστοιχο κοινό. Για την κ. Κορωναίου, «είναι η βαθιά Αμερική που του έδωσε την εξουσία. Είναι όλοι εκείνοι οι απλοί Αμερικανοί που σε αβέβαιους και ρευστούς καιρούς ένιωθαν απειλημένοι από οτιδήποτε διαφορετικό. Και που έχουν ανάγκη να ταυτιστούν με τους ισχυρούς νομίζοντας πως έτσι θα έχουν τον έλεγχο του βίου τους».
*Ευρήματα της ερευνητικής πλατφόρμας «People of Greece»

