Ο πρωθυπουργός που στεκόταν στην ουρά του κινηματογράφου
SPECIAL REPORT
Κώστας Σημίτης, 1936 -2025: Η ζωή του και το αποτύπωμα της οκταετίας του
  1. Κώστας Σημίτης, 1936-2025: Τα μυστήρια και οι σταθμοί μιας ζωής δοσμένης στην πολιτική
  2. Πώς άλλαξε το ΠΑΣΟΚ μετά το 1996
  3. «Δεν είμαι εισαγγελέας, κύριε Θεοδωράκη»
  4. «Δεν ήταν δύσκολο να συμφωνώ με τον Κώστα»
  5. Η «παράδοξη» ένταξη της Ελλάδας στο ευρώ
  6. Το μαύρο κουτί του Aσφαλιστικού
  7. Ο πρωθυπουργός που στεκόταν στην ουρά του κινηματογράφου
  8. Eνας καλός μπαλωματής
  9. Μπορούσε να κάνει περισσότερα;
  10. Ηταν ώριμη η Ελλάδα για το κοινό νόμισμα;

Ο πρωθυπουργός που στεκόταν στην ουρά του κινηματογράφου

Η άνοδός του στην εξουσία σηματοδότησε και «αλλαγή γενιάς». Γιατί είναι λάθος να τον αντιμετωπίζουμε ως τεχνοκράτη χωρίς πολιτικό βάθος. Πού διέφερε από τον Ανδρέα

4' 28" χρόνος ανάγνωσης

Ο ΚΩΣΤΑΣ ΣΗΜΙΤΗΣ ήταν το αντίδοτο σε πολλά από όσα καθόριζαν την ελληνική πολιτική σκηνή πριν από αυτόν. Ηταν ο αντίποδας του λαϊκισμού και των μελοδραματικών συγκρούσεων που συχνά κυριαρχούσαν στο παρελθόν. Χωρίς το χάρισμα ή τη ρητορική δεινότητα του Ανδρέα Παπανδρέου ή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, δυσκολευόταν στις δημόσιες ομιλίες μπροστά σε μεγάλα ακροατήρια.

Σε αντίθεση με τη θεατρικότητα του Ανδρέα στις συγκεντρώσεις της πλατείας Συντάγματος, η σκηνική παρουσία του Σημίτη θύμιζε περισσότερο έναν διευθυντή τράπεζας που είχε αναλάβει κυβερνητικά καθήκοντα. Στα πολιτικά πράγματα της εποχής, το ύφος του ήταν κάθε άλλο παρά «ελληνικό».

Η ανάδειξή του στη θέση του πρωθυπουργού και του προέδρου του ΠΑΣΟΚ αποτέλεσε πραγματικά αξιοσημείωτο γεγονός. Ελάχιστοι θα στοιχημάτιζαν υπέρ του απέναντι σε στελέχη όπως ο Ακης Τσοχατζόπουλος και ο Γεράσιμος Αρσένης, που είχαν ισχυρότερη κομματική βάση. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε κάποτε υποτιμητικά εκμυστηρευτεί σε συνεργάτες του ότι ο Σημίτης «δεν είναι πραγματικά ΠΑΣΟΚ».

Και όμως, ο Σημίτης κατάφερε να αποκτήσει ευρύτερη απήχηση, κερδίζοντας την υποστήριξη όσων αναζητούσαν μεταρρυθμίσεις και είχαν απογοητευτεί από τις ξεπερασμένες ιδεολογικές αντιπαραθέσεις. Αναδιαμόρφωσε το πολιτικό τοπίο, αφήνοντας ισχυρό αποτύπωμα στην πορεία της χώρας. Η Ιστορία αναμφίβολα θα τον τοποθετήσει ανάμεσα στους πιο ικανούς πρωθυπουργούς της σύγχρονης Ελλάδας, καθώς οι θητείες του συνοδεύτηκαν από σημαντικά και διαχρονικά επιτεύγματα. Το γεγονός ότι το πέτυχε αυτό με την ήρεμη προσωπικότητά του, τη σεμνότητα, την αξιοπρέπειά του και τον σεβασμό προς όλους κάνει την πρωθυπουργία του ακόμη πιο αξιοσημείωτη.

ΤΕΚΜΗΡΙΟ ΠΡΟΟΔΟΥ

Η άνοδός του στην εξουσία αναδεικνύει επίσης κάτι ουσιώδες για τις αλλαγές που συντελούνταν στην ελληνική κοινωνία εκείνη την περίοδο. Οι ψηφοφόροι, απογοητευμένοι από τους πληθωρικούς ηγέτες του παρελθόντος, εκτίμησαν έναν πρωθυπουργό που στεκόταν στην ουρά, μαζί με τη σύζυγό του Δάφνη, για να μπει στο σινεμά. Ο Σημίτης απευθυνόταν, πέρα από κομματικές διαφορές, σε όσους επιζητούσαν μια ρεαλιστική πολιτική προσέγγιση και πολιτικές αποφάσεις βασισμένες σε τεκμηριωμένα στοιχεία. Και, σε μεγάλο βαθμό, το πέτυχε: Ο Σημίτης απέδειξε ότι η Ελλάδα διέθετε μεταρρυθμιστική ικανότητα που υπερέβαινε τις προσδοκίες πολλών και ότι η ουσιαστική πρόοδος ήταν εφικτή.

Η ευρεία απήχησή του, με άξονα τις μεταρρυθμίσεις, ευθυγραμμιζόταν με την προσέγγιση του φίλου του, Νικηφόρου Διαμαντούρου, ο οποίος περιέγραψε την εξέλιξη της ιστορίας της Ελλάδας ως μια διαρκή σύγκρουση με τον «πολιτισμικό δυϊσμό» της. Ο Σημίτης έτεινε το χέρι στους «εκσυγχρονιστές» (μεταρρυθμιστές και όχι παραδοσιακούς) ακόμη και πέρα από τα στενά όρια του ΠΑΣΟΚ, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση μιας νέας πολιτικής γενιάς.

Θα ήταν λάθος να απορρίψουμε τον πολιτικό Σημίτη ως έναν απλό τεχνοκράτη χωρίς ιδεολογικό υπόβαθρο. Το σχέδιο «εκσυγχρονισμού» του Σημίτη ήταν προσεκτικά μελετημένο και διέθετε βάθος. Οι επιλογές που το χαρακτήριζαν είχαν σοσιαλδημοκρατικό προσανατολισμό.

Αν η κοσμοθεωρία του Ανδρέα εμπνεόταν από την αριστερή διεθνή πολιτική οικονομία του Ιμάνουελ Βαλερστάιν, το σχέδιο Σημίτη δεν υπολειπόταν σε καμία περίπτωση σε διανοητική ακρίβεια και ποιότητα. Ο Ανδρέας μιλούσε για πατερναλιστικό καπιταλισμό και πελατειακά κράτη της περιφέρειας, ενώ ο Σημίτης οραματιζόταν μια Ελλάδα ενταγμένη στον πυρήνα ενός εξελισσόμενου ευρωπαϊκού σχεδίου. Η δεύτερη αυτή προσέγγιση έχει επικρατήσει περισσότερο από την πρώτη.

Σε διεθνές επίπεδο, το σχέδιο Σημίτη ήταν μέρος του λεγόμενου «τρίτου κύματος» του σοσιαλισμού. Ανέλαβε την πρωθυπουργία την ίδια χρονιά που ο Ρομάνο Πρόντι σχημάτισε την πρώτη του κυβέρνηση στην Ιταλία, έναν χρόνο πριν από τον Τόνι Μπλερ στο Ηνωμένο Βασίλειο και τον Λιονέλ Ζοσπέν στη Γαλλία, και δύο χρόνια πριν ο Γκέρχαρντ Σρέντερ γίνει καγκελάριος της Γερμανίας. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι η Ιστορία θα κρίνει τον Σημίτη πιο ευνοϊκά σε σχέση με τους περισσότερους εξ αυτών.

Σήμερα, ο Κιρ Στάρμερ και ο Όλαφ Σολτς αναβιώνουν αυτή την ιδεολογική κατεύθυνση. Σε αντίθεση, όμως, με τον Σημίτη και τους συγχρόνους του, δεν έχουν διαμορφώσει ένα εξίσου συνεκτικό αφήγημα για τη στήριξη του πολιτικού τους σχεδιασμού, με αποτέλεσμα το πολιτικό τους προφίλ να είναι πιο αβέβαιο και λιγότερο στιβαρό. Για να είμαστε δίκαιοι, έχουν πιθανότατα να αντιμετωπίσουν πολύ ισχυρότερους «πολιτισμικούς πολέμους», εξαιτίας της ανόδου μιας λαϊκιστικής και εθνικιστικής Δεξιάς.

Η πλησιέστερη σύγκριση για τον Σημίτη ήταν η σύγκρουση γύρω από το ζήτημα των νέων ταυτοτήτων το 2000, ένα ευαίσθητο θέμα που χειρίστηκε με επιδεξιότητα ώστε να μη διαταράξει το ευρύτερο σχέδιό του.

Σε διεθνές επίπεδο, ο Σημίτης συνέβαλε στην ενίσχυση του κύρους της Ελλάδας. Τα εγκώμια, την περασμένη εβδομάδα, από συγχρόνους του, όπως ο Τόνι Μπλερ, μαρτυρούν τον σεβασμό που απολάμβανε, τόσο ως πολιτικός όσο και ως προσωπικότητα. Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ελλάδα επί Σημίτη κέρδισε αξιοπιστία και εκτίμηση. Εισήγαγε μια νέα προσέγγιση και έναν ρεαλισμό στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, όπως φάνηκε με τον χειρισμό της Συμφωνίας του Ελσίνκι το 1999.

Ο Σημίτης υπήρξε υπερήφανος απόφοιτος του London School of Economics, όπου φοίτησε το 1963. Ως πρωθυπουργός, αλλά και αργότερα, συμμετείχε ενεργά στις δραστηριότητες του LSE στην Ελλάδα, ενώ υποστήριξε τη δημιουργία της έδρας «Ελευθέριος Βενιζέλος» και του Ελληνικού Παρατηρητηρίου του LSE. Είχα τη χαρά, εκ μέρους της σχολής, να του απονείμω το 2023 «τιμητική υποτροφία», την ανώτατη διάκρισή μας.

Η πολιτική παρακαταθήκη του Σημίτη εξακολουθεί να επηρεάζει τη σημερινή Ελλάδα, αποτελώντας σημείο αναφοράς για τους αγώνες της κεντροαριστεράς, αλλά και για τους μεταρρυθμιστές, πέρα από πολιτικές διαχωριστικές γραμμές. Το ότι μπορεί να αναρωτιόμαστε ποιος είναι ο πολιτικός του διάδοχος –ο Νίκος Ανδρουλάκης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ή κάποιος άλλος– αποτελεί απόδειξη του κύρους και της πολιτικής του παρακαταθήκης. Επιπλέον, το ότι το σχέδιο Σημίτη ήταν σε σύγκλιση με το ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο είναι κάτι μοναδικό στην ιστορία της Μεταπολίτευσης.•


*Ο κ. Κέβιν Φέδερστοουν είναι ομότιμος καθηγητής στο London School of Economics και πρόεδρος του Αγγλοελληνικού Συνδέσμου

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT