SPECIAL REPORT
Κώστας Σημίτης, 1936 -2025: Η ζωή του και το αποτύπωμα της οκταετίας του
  1. Κώστας Σημίτης, 1936-2025: Τα μυστήρια και οι σταθμοί μιας ζωής δοσμένης στην πολιτική
  2. Πώς άλλαξε το ΠΑΣΟΚ μετά το 1996
  3. «Δεν είμαι εισαγγελέας, κύριε Θεοδωράκη»
  4. «Δεν ήταν δύσκολο να συμφωνώ με τον Κώστα»
  5. Η «παράδοξη» ένταξη της Ελλάδας στο ευρώ
  6. Το μαύρο κουτί του Aσφαλιστικού
  7. Ο πρωθυπουργός που στεκόταν στην ουρά του κινηματογράφου
  8. Eνας καλός μπαλωματής
  9. Μπορούσε να κάνει περισσότερα;
  10. Ηταν ώριμη η Ελλάδα για το κοινό νόμισμα;

Eνας καλός μπαλωματής

«Ό,τι θα κάμωμεν [στην Ελλάδα], με μπαλώματα θα το κάμωμεν», έγραφε το 1824 ο Σπυρίδων Τρικούπης στον Μαυροκορδάτο. Ακολούθησε αυτή τη μέθοδο και ο Κώστας Σημίτης;

4' 18" χρόνος ανάγνωσης

«ΤΟ ΠΑΝ ΕΔΩ ΕΙΝΑΙ ένα άμορφον χάος και εχρειάζετο χέρι παντοδύναμον να το μορφώση. Η πολιτική μας κατάστασις μου φαίνεται ένα παληόρασον· όσο να μπαλώση το ένα μέρος ξεσχίζεται το άλλο. Μ’ όλον τούτο ημείς ό,τι θα κάμωμεν, με μπαλώματα βέβαια θα το κάμωμεν. Και όποιος φαντάζεται να κάμη άλλο τι εις την Ελλάδα παρά να μπαλώνη, είναι γελασμένος».

Αυτά γράφει στα τέλη Ιουνίου του 1824 ο Σπυρίδων Τρικούπης προς τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Το ότι οι πρώτοι Έλληνες εκσυγχρονιστές έβλεπαν τα πράγματα με τρόπο που μας ακούγεται επίκαιρος 200 χρόνια μετά, δεν αποτελεί καλή ένδειξη. Αλλά η αλήθεια είναι αυτή, οι περισσότεροι από τους Έλληνες εκσυγχρονιστές πολιτικούς ήταν απλώς καλοί μπαλωματήδες.

Αν εξαιρέσουμε τον Μαυροκορδάτο, τον Χαρίλαο Τρικούπη (γιο του Σπυρίδωνα και ανιψιό του Μαυροκορδάτου), τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, που έκαναν τις τέσσερις μεγάλες θεσμικές τομές του 1822, του 1875, του 1911 και του 1974, οι υπόλοιποι Έλληνες πολιτικοί που άφησαν πίσω τους θετικό πρόσημο θα μπορούσαν να υπογράψουν με τον τρόπο που ο Σπυρίδων Τρικούπης υπογράφει στην παραπάνω επιστολή: «Ο μπαλωματής».

Οι τέσσερις που ανέφερα δεν είναι τυχαίοι, ήταν, όπως τους ονομάζει ο Νίκος Αλιβιζάτος στο θαυμάσιο ομώνυμο βιβλίο του, «Οι αρχιτέκτονες του πολιτεύματος» (Μεταίχμιο, 2024). Οι τέσσερις «αρχιτέκτονες» βρέθηκαν σε μια πολιτική συγκυρία που τους το επέτρεπε, αλλά διέθεταν την ικανότητα να συνδέσουν το όνομά τους με μια μεγάλη θεσμική τομή στην ελληνική ιστορία που άλλαξε την πορεία της. Η ικανότητα και η θέληση να εκμεταλλευτείς τη συγκυρία αποτελούν αναγκαία συνθήκη. Σε άλλες μεγάλες ευκαιρίες, το 1843, το 1862, το 1944 αλλά και πολύ πιο πρόσφατα, οι συγκυρίες δεν ανέδειξαν ηγέτες αυτού του διαμετρήματος. Μια τέτοια, χαμένη, ευκαιρία ήταν το 2002.

Ο Κώστας Σημίτης είναι ένας από τους Έλληνες πρωθυπουργούς που ασχολήθηκε σοβαρά με τη βελτίωση της ποιότητας των θεσμών. Στη διάρκεια της πρωθυπουργίας του πραγματοποιήθηκαν σημαντικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις.

Ήταν αυτές επαρκείς; Όχι. Διότι, έξι χρόνια μετά το τέλος της θητείας του, η Ελλάδα κατέρρευσε υπό το βάρος μιας καταστροφικής κρίσης, η οποία δεν ήταν απλώς μια δημοσιονομική κρίση χρέους και ελλειμμάτων – αυτά ήταν τα συμπτώματα. Η κρίση που έφερε τη χώρα στο χείλος του γκρεμού ήταν κυρίως θεσμική.

Βέβαια, δεν επιτρέπεται να υποτιμήσουμε τη συνεισφορά του Κώστα Σημίτη στην προστασία των ατομικών δικαιωμάτων. Θα θυμίσω την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την κατάργηση της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες, την περαιτέρω φιλελευθεροποίηση του οικογενειακού δικαίου, τον Συνήγορο του Πολίτη, την Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, την καλύτερη προστασία μειονοτήτων. Οι κυβερνήσεις του έκαναν πολλά για να μεταφέρουν στην ελληνική έννομη τάξη το ευρωπαϊκό κεκτημένο στην προστασία των δικαιωμάτων, μεταξύ των άλλων και με τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001.

ΟΣΑ ΔΕΝ ΕΓΙΝΑΝ

Αλλά οι κυβερνήσεις του Κώστα Σημίτη δεν τόλμησαν να κάνουν εκείνες τις ριζικές διαρθρωτικές αλλαγές που ήταν απαραίτητες για ένα σύγχρονο και λειτουργικό κράτος. Δεν είναι ο Σημίτης υπεύθυνος για τις περισσότερες θεσμικές παθογένειες που μας οδήγησαν στην κρίση, είναι όμως υπεύθυνος γιατί δεν έκανε όσα έπρεπε για να την αποτρέψει. Η αποτυχία του αυτή έχει να κάνει με τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές δυνάμεις που στήριξαν τις κυβερνήσεις του και έθεσαν τα όριά του. Ο Κώστας Σημίτης πιθανόν να ήθελε, αλλά τελικά δεν συγκρούστηκε ούτε με ένα κόμμα στο οποίο η διαφθορά είχε γίνει κανονικότητα (και η μη παρέμβασή του κανονικοποίησε ακόμα περισσότερο αυτή τη διαφθορά), ούτε με ισχυρούς παράγοντες του δημόσιου και οικονομικού βίου που συνιστούσαν αυτό που ονομάστηκε «διαπλοκή». Ο ίδιος ήταν ένας ακέραιος άνθρωπος και είμαι βέβαιος πως οι συμβιβασμοί στους οποίους υποχρεώθηκε ήταν αποτέλεσμα προσεκτικής στάθμισης. Αλλά ενώ αναμφίβολα πίστευε στην αξία του θεσμικού εκσυγχρονισμού, η πολιτική του καριέρα σκιάζεται από παραλείψεις που ενίσχυσαν χρόνιες παθογένειες του ελληνικού πολιτικού συστήματος.

Ετσι, άφησε έξω από τον μεταρρυθμιστικό του οίστρο την οικονομία. Ενώ από το 1985 έγινε «δημοσιονομικά συντηρητικός», δεν δοκίμασε ποτέ να ανοίξει πραγματικά την πιο κλειστή αγορά μέσα στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Μας κληροδότησε μια οικονομία δέσμια των ολιγοπωλίων. Δεν τόλμησε να περάσει μια ριζοσπαστική μεταρρύθμιση στην Παιδεία. Οι μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη ήταν ημιτελείς. Άφησε σχεδόν ανέγγιχτο τον δημόσιο τομέα, το πελατειακό σύστημα, ακόμα και την Εκκλησία. Η έλλειψη διαφάνειας στα δημοσιονομικά δεδομένα και οι προβληματικές δομές ελέγχου συνέβαλαν στον εκτροχιασμό. Έβαλε την Ελλάδα στην ΟΝΕ, αλλά δεν τη θωράκισε θεσμικά όσο θα έπρεπε.

Ο τρόπος που χειρίστηκε την ασφαλιστική μεταρρύθμιση συμπυκνώνει την οκταετία Σημίτη. Εχασε μια ευκαιρία να απολέσει μεν την εξουσία, αλλά δικαιωθεί ιστορικά. Υποχώρησε στην πίεση των συνδικάτων και των κομματικών στελεχών, ενώ ο ίδιος ήταν απολύτως βέβαιος για το τι ήταν αυτό που όφειλε να πράξει.

Ο Κώστας Σημίτης ήταν ένας καλός μπαλωματής, από τους καλύτερους μάλιστα μεταπολεμικά. Ελπίζω να αντιλαμβάνεστε πλέον πως αυτός ο όρος δεν είναι αρνητικός, έχει ξεκάθαρα θετικό πρόσημο στην ελληνική ιστορία. Αλλά, ενώ οι μπαλωματήδες είναι πολύτιμοι σε ένα πολιτικό σύστημα που συστηματικά ξηλώνει, δεν είναι στις κρίσιμες στιγμές αρκετοί.

Διότι, αν δεν το ράψουμε μόνοι μας, γράφει ο Τρικούπης στον Μαυροκορδάτο, «προσμένεται να το ράψη ο μάστορας». Το 1825, ο μάστορας που εννοούσε ο Τρικούπης ήταν ο Ιμπραήμ. Το 2010, ο μάστορας ήταν οι διεθνείς αγορές και οι δανειστές μας.•


*Ο κ. Αριστείδης Χατζής είναι καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών και διευθυντής του Εργαστηρίου Πολιτικής και Θεσμικής Θεωρίας και Ιστορίας των Ιδεών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT