Η ασυνήθιστα θερμή για πολιτικό αντίπαλο ανακοίνωση του Κυριάκου Μητσοτάκη, λίγο μετά τον θάνατο του Κώστα Σημίτη, εξήψε παλαιά πάθη εντός και εκτός Νέας Δημοκρατίας. Ο εκλιπών άλλωστε, παρότι ο ίδιος άνθρωπος πολύ χαμηλών τόνων και με πολιτική ευπρέπεια, κατέγραψε στη μακρά πολιτική διαδρομή του φανατικούς φίλους αλλά και φανατικούς εχθρούς, κάτι που αναδείχθηκε και στο κύκνειο άσμα του πυροδοτώντας ζυμώσεις σε όλο το πολιτικό φάσμα.
Η πρώτη ανακοίνωση του κ. Μητσοτάκη καθιστούσε ξανά ορατό το νήμα που πάντα συνέδεε τον νυν πρωθυπουργό με τον ιστορικό πλέον πρόεδρο και πρωθυπουργό του ΠΑΣΟΚ. Ο Κώστας Σημίτης δεν είναι μυστικό πως ηγήθηκε ενός κόμματος που ποτέ δεν τον αποδέχθηκε απόλυτα, ενώ ανάλογο πρόβλημα αντιμετώπισε ήδη από το 2016 και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, καθώς από την τότε κοινοβουλευτική ομάδα της Ν.Δ. δεν τον στήριξε σχεδόν κανείς στις εσωκομματικές εκλογές για την προεδρία. Δεν είναι όμως το μόνο που τους συνδέει: ο Κώστας Σημίτης ήταν ο εκφραστής «μιας άλλης τάσης» από εκείνη του «πατριωτικού ΠΑΣΟΚ» του Ανδρέα Παπανδρέου και κατά την οκταετή διακυβέρνησή του ήρθε ουκ ολίγες φορές σε σύγκρουση με το βαθύ κόμμα, με κορυφαία πράξη του δράματος τον νόμο Γιαννίτση για το ασφαλιστικό που δεν πέρασε ποτέ. «Ο Σημίτης άκουγε τότε διαρκώς τις κατηγορίες πως κυβερνά με τη δεξιά τάση του κόμματος, όπως ακριβώς σήμερα και ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατηγορείται πως κυβερνά με τους σημιτικούς», λέει κυβερνητική πηγή στην «Κ», σκιαγραφώντας αναλογίες μεταξύ των δύο πολιτικών που επέλεξαν συνειδητά να κυβερνήσουν χωρίς να στηριχθούν στο βαθύ κόμμα.
Η πολύ θερμή πάντως δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη, που συνοδεύτηκε από πλήθος εγκωμιαστικών σχολίων για τον Σημίτη, όπως η έκφραση «καταλύτης της δημόσιας ζωής» και «συνεπής αγωνιστής», είχε και πολιτική χροιά. «Ο κόσμος των ζωντανών είναι πάντα διαφορετικός από εκείνον των νεκρών», λέει με ωμή ειλικρίνεια κυβερνητικό στέλεχος, εξηγώντας πως ο πρωθυπουργός με αυτή τη δήλωση θέλησε να καταστήσει σαφές πως αυτό που εξέφραζε ο εκλιπών πρωθυπουργός «είναι σε ένα μεγάλο βαθμό κάτι που επιδιώκει να εκπροσωπήσει και ο ίδιος».
Ο κ. Μητσοτάκης δεν έκρυψε τη συγγένεια που αισθάνεται ούτε στον επικήδειο λόγο του, στον οποίο αναφέρθηκε στις τρεις παρακαταθήκες του πρώην πρωθυπουργού, με μικρές λεπτομέρειες να δίνουν τον τόνο, όπως για παράδειγμα η αναφορά στο περίφημο μπλοκάκι του, δηλαδή τη μεθοδική καταγραφή των προτεραιοτήτων και τον σαφή σχεδιασμό της κυβέρνησης, ένα χαρακτηριστικό που έχει μεταφέρει και στο δικό του είδος διακυβέρνησης. Η επίκληση από τον Κυριάκο Μητσοτάκη –κατά την πρώτη δήλωσή του την Κυριακή το πρωί– του εκσυγχρονισμού θύμισε ότι και ο πρωθυπουργός έχει εντάξει εαυτόν στον ίδιο ρεύμα, ορίζοντας από το βήμα της Βουλής τον «πολυδύναμο εκσυγχρονισμό» ως προγραμματική κατεύθυνση της δεύτερης τετραετίας του.
O πρωθυπουργός έχει εντάξει εαυτόν στον ίδιο ρεύμα, ορίζοντας από το βήμα της Βουλής τον «πολυδύναμο εκσυγχρονισμό» ως προγραμματική κατεύθυνση της δεύτερης τετραετίας.
Η ίδια κυβερνητική πηγή εξηγεί στην «Κ» πως το κρίσιμο ποσοστό του εκλογικού σώματος, που υποστήριξε ένθερμα τον κ. Μητσοτάκη ήδη από το 2016 χωρίς να ανήκει στη Ν.Δ., «ο πρωθυπουργός δεν έχει σκοπό να το απολέσει». Και το έδειξε καθαρά. Δημοσκοπικές πηγές προσθέτουν στην «Κ» πως το ποσοστό «των δεξιών του Σημίτη» και των «εκσυγχρονιστών του Κυριάκου», χωρίς να μπορεί να προσεγγιστεί με ακρίβεια, καθότι άλλες εποχές, είναι περίπου κοινό και κινείται μεταξύ 5% έως 7%, ποσοστό σημαντικό για ένα κυβερνητικό κόμμα.
Πηγή που πρόσκειται στον πρωθυπουργό κάνει βουτιά στο παρελθόν αναλύοντας στην «Κ» την οπτική του. «Μην ξεχνάτε πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης πολιτεύτηκε πρώτη φορά το 2004, όταν ο Κώστας Σημίτης είχε αποχωρήσει πλέον από την πολιτική. Συνεπώς η δική του πορεία ξεκινάει με τον Σημίτη εκτός ενεργού πολιτικής, κάτι που σημαίνει πως ουδέποτε ήρθε σε αντιπαράθεση με εκείνη την κυβέρνηση». Ο μεγάλος αντίπαλος άλλωστε του Κώστα Σημίτη ήταν ο Κώστας Καραμανλής, με τον οποίο ο κ. Μητσοτάκης ουδέποτε συνδέθηκε στενά, καθώς δεν συμμετείχε καν στην κυβέρνησή του. Συνεπώς από το βιογραφικό του πρωθυπουργού απουσιάζει κάθε σύγκρουση με τη σημιτική περίοδο και αυτό τον απελευθερώνει. Αυτό ερμηνεύει και μια φράση κυβερνητικής πηγής για το κατά πόσο προβληματίζει τον Κυριάκο Μητσοτάκη η αντίδραση του βαθέος κόμματος: «Ο πρωθυπουργός από την αρχή της θητείας του, για να μην πω από την αρχή της προεδρίας του, είναι στη λογική τού “my way”, δηλαδή χαράσσει τον δικό του δρόμο και έτσι προχωράει», λέει η πηγή, στέλνοντας το μήνυμα πως ο κ. Μητσοτάκης δεν θα αλλάξει συνταγή. Το είπε και ο ίδιος άλλωστε με μια φράση-κλειδί στον επικήδειο του Κώστα Σημίτη: «Ας κρατήσουμε τα καλύτερα, όχι απλά τις θέσεις του, ούτε τις διαφωνίες του, αλλά το γεγονός ότι δεν μπήκε ποτέ στον πειρασμό να μεταλλαχθεί για να γίνει αρεστός», είπε. Η επιλογή αυτής της φράσης ήταν μια έμμεση απάντηση σε όσους του ζητούν να κάνει κάτι διαφορετικό από αυτό που πιστεύει και από αυτό που πρεσβεύει. «Και αυτό ο Μητσοτάκης δεν θα το κάνει ποτέ». Βέβαια η ίδια η πολιτική πραγματικότητα έχει δείξει πως ο πρωθυπουργός, χωρίς να αλλάζει τη βασική συνταγή του, ξέρει πολιτικά να στρίβει και να ισορροπεί διαρκώς με το παραδοσιακό κόμμα του, κρατώντας τις ισορροπίες.
«Ολα ανοιχτά για ΠτΔ»
Η συναισθηματική φόρτιση που προκάλεσε ο θάνατος του Κώστα Σημίτη και η υπενθύμιση της κυβερνητικής του διαδρομής ενίσχυσαν τις τελευταίες ημέρες μια έντονη φήμη που έλεγε πως ο πρωθυπουργός έχει καταλήξει ο επόμενος Πρόεδρος να προέρχεται από την Κεντροαριστερά. Η φήμη ενισχύθηκε περαιτέρω από την αναφορά του στον επικήδειο του Κώστα Σημίτη περί συναίνεσης, που ερμηνεύθηκε ως οριστικοποίηση της απόφασής του ο Πρόεδρος να είναι από την «αντίπαλη παράταξη». Πηγές του Μαξίμου εξηγούσαν στην «Κ» πως όποιος κάνει δίκη προθέσεων του κ. Μητσοτάκη σφάλλει, και η πραγματικότητα είναι πως «ο πρωθυπουργός ζυγίζει όλες τις επιλογές και όλα τα δεδομένα» τόσο από την Κεντροαριστερά όσο και από την Κεντροδεξιά, χωρίς να αποκλείει καμία επιλογή.
Η σιωπή των βουλευτών και η «δήλωση» των απόντων
Η αποστροφή που έχει η βαθιά Νέα Δημοκρατία για την περίοδο Σημίτη ερμηνεύεται από βουλευτή της (σχετικά) νέας γενιάς: «Ο λόγος που γραφτήκαμε στη ΔΑΠ ήταν η κυβέρνηση Σημίτη», έλεγε στην ομήγυρη των συναδέλφων του, θέλοντας να δείξει τις καταβολές της αντιπάθειάς του.
Τα αισθήματα που επικρατούν στη Ν.Δ. έναντι της κυβέρνησης των ετών 1996-2004 αντανακλώνται και στο γεγονός ότι, με εξαίρεση κάποιους προβεβλημένους υπουργούς και κυρίως αυτούς που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ, σχεδόν σύσσωμη η Κοινοβουλευτική Ομάδα απέφυγε να πει το παραμικρό για την εκδημία του πρώην πρωθυπουργού. Μάλιστα, κορυφαίος υπουργός προέβλεπε ότι το κλίμα που δημιουργήθηκε μετά τον θάνατο του Κώστα Σημίτη «θα επαναφέρει το χάσμα μεταξύ κυβέρνησης και Κ.Ο». Σε αυτό συνέτεινε την Πέμπτη το μεσημέρι και η απουσία των δύο πρώην πρωθυπουργών Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά από την κηδεία του προκατόχου τους, κρατώντας αποστάσεις, κάτι που προκάλεσε πολλές συζητήσεις και επικριτικά σχόλια για έλλειψη θεσμικότητας. Η πραγματικότητα είναι, όμως, πως η «βαθιά Ν.Δ.» έβλεπε πάντα τον εκλιπόντα ως τον μεγάλο της αντίπαλο, φθάνοντας πολύ συχνά να τον δαιμονοποιεί για όσα έκανε ή ακόμη και για όσα… φημολογείται πως έκανε. Η πρόβλεψη, πάντως, του υπουργού δεν φαίνεται να βρίσκει αντίκτυπο στην πραγματικότητα, καθώς παρόμοιες προβλέψεις είχαν γίνει και για τη διαγραφή Σαμαρά, η οποία μόλις ενάμιση μήνα μετά σχεδόν έχει ξεχαστεί.

Το τηλεφώνημα στη Δάφνη Σημίτη
Στις αρχές της εβδομάδας έγινε γνωστό πως ο πρωθυπουργός θα εκφωνήσει επικήδειο στο τελευταίο αντίο του Κώστα Σημίτη. Για να φτάσουμε, όμως, εκεί υπήρχε παρασκήνιο. Η επιθυμία του πρωθυπουργού «κλείδωσε» κατά την επικοινωνία που είχε με την κ. Δάφνη Σημίτη (φωτογραφία). Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», η τηλεφωνική τους συνομιλία ήταν «πολύ θερμή», κάτι που έδειξε πως και η πλευρά της οικογενείας Σημίτη ήταν πολύ θετική στο να εκφωνήσει λόγο ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Το κλίμα της συνομιλίας, αναφέρει πηγή, επιβεβαιώνει την αμοιβαία εκτίμηση που υπήρχε μεταξύ των δύο πλευρών. Ο πρωθυπουργός, πάντως, στον επικήδειο, παρά τα πολύ θερμά λόγια για τον εκλιπόντα, απέφυγε να επαναλάβει ξανά αναφορές περί εκσυγχρονισμού, κρατώντας ισορροπίες με το κόμμα του, καθώς η συγκεκριμένη αναφορά είχε προκαλέσει από την Κυριακή στα «υπόγεια» της κομματικής βάσης πολλές συζητήσεις.

