Αρθρο Ηλία Ντίνα στην «Κ»: Εδρα χωρίς κόμμα;

Ο πολιτικός ανταγωνισμός βασίζεται στην παραδοχή ότι οι διαφορές μεταξύ των κομμάτων είναι μεγαλύτερες από εκείνες εντός των κομμάτων

2' 20" χρόνος ανάγνωσης

Στις σύγχρονες δημοκρατίες παρατηρείται ένα παράδοξο: οι πολίτες εμπιστεύονται περισσότερο θεσμούς που δεν ελέγχουν, όπως οι δικαστές, ο στρατός και η αστυνομία, παρά θεσμούς που εξαρτώνται από την ψήφο τους, όπως το Κοινοβούλιο ή η κυβέρνηση. Μια εξήγηση γι’ αυτή την απόκλιση είναι πως οι αιρετοί θεσμοί συνδέονται με τα πολιτικά κόμματα. Σε αντίθεση με τους υπόλοιπους θεσμούς, π.χ. την Εκκλησία, και με ό,τι τα ίδια λένε, τα κόμματα δεν είναι εδώ για να ενώνουν αλλά για να χωρίζουν. Γι’ αυτό άλλωστε συγκεντρώνουν και τα χαμηλότερα επίπεδα εμπιστοσύνης. Η συνεχιζόμενη κρίση προκαλεί ερωτήματα: γιατί να υπάρχουν κόμματα, αν κανείς δεν τα εμπιστεύεται; Δεν θα μπορούσαμε να έχουμε ένα Κοινοβούλιο απαρτισμένο από βουλευτές εκλεγμένους ως ανεξάρτητους εκπροσώπους των περιφερειών τους; Και κατ’ επέκταση, σε ποιον ανήκει η βουλευτική έδρα; Η απάντηση είναι εύκολη όσο κόμμα και βουλευτής ταυτίζονται πολιτικά.

Αν και τα κόμματα περνούν κρίση εμπιστοσύνης, εξακολουθούν να εκπληρώνουν κρίσιμους ρόλους, για τους οποίους δεν έχουμε μέχρι στιγμής επινοήσει εναλλακτική λύση χωρίς αυτά. Αλλωστε, ας μην ξεχνάμε ότι τα κόμματα δεν αποτελούν μια συμπτωματική οργανωτική μορφή που δημιούργησε η σύγχρονη δημοκρατία από τη μια στιγμή στην άλλη. Αντίθετα, εξελίχθηκαν από χαλαρές ομαδοποιήσεις βουλευτών με βάση κοινά συμφέροντα, απαντώντας στην ανάγκη για δομημένες πλατφόρμες και πειθαρχία που έφερε η διεύρυνση του εκλογικού δικαιώματος. Τα κόμματα επιλύουν προβλήματα συλλογικής δράσης, διευκολύνουν τους συμβιβασμούς και μειώνουν την πολυδιάσπαση της πολιτικής μέσα από τη σύνθεση και το πακετάρισμα θέσεων. Οπου απουσιάζουν, όπως στο δημοψήφισμα του 1978 για τη μείωση των φόρων εισοδήματος στην Καλιφόρνια, οι πολίτες μπορεί να εγκρίνουν –πανηγυρικά– μέτρα που υπονομεύουν πολιτικές χρήσιμες γι’ αυτούς. Οπου στιγματίστηκαν λόγω της σύνδεσής τους με αυταρχικά καθεστώτα –ένα ήταν το «κόμμα» στον κομμουνιστικό κόσμο–, ο πολιτικός ανταγωνισμός πάσχει από την έλλειψη στιβαρής οργανωτικής δομής των κομμάτων που προέκυψαν έκτοτε. Η πολιτική δεν είναι ένα απλό άθροισμα μέτρων, ούτε απαιτεί από τους ψηφοφόρους να έχουν πλήρη επίγνωση των διασυνδέσεων μεταξύ τους. Τα κόμματα φαίνεται να είναι για την πολιτική ό,τι οι τράπεζες για την οικονομία: κεφαλαιοποιούν τη γνώση και έχουν την πολυτέλεια να αναλαμβάνουν κινδύνους.

Προφανώς υπάρχουν διαφορές: ο προσωπικός ρόλος του βουλευτή αυξάνεται στις μικρές εκλογικές περιφέρειες και όταν οι εκλογές διεξάγονται με σταυρό προτίμησης αντί για λίστα. Αλλά αυτά είναι λεπτομέρειες. Αυτό που μετράει δεν είναι τόσο το πώς βγαίνουν οι βουλευτές από τις λίστες, αλλά το πώς μπαίνουν σε αυτές. Αυτό εξηγεί και την υψηλή κομματική πειθαρχία στις κοινοβουλευτικές ψηφοφορίες, καθώς ο πολιτικός ανταγωνισμός στις σύγχρονες δημοκρατίες βασίζεται στην παραδοχή ότι οι διαφορές μεταξύ των κομμάτων είναι μεγαλύτερες από εκείνες εντός των κομμάτων. Οσοι εγκαταλείπουν το κόμμα τους χωρίς να παραιτηθούν από την έδρα τους γνωρίζουν ότι θα είναι δύσκολο να τη διατηρήσουν χωρίς επιστροφή στους κανόνες της κομματικής δημοκρατίας.

* O κ. Ηλίας Ντίνας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και κάτοχος της ελβετικής έδρας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT