Στις αρχές της δεκαετίας του 1820 ο 75άρης Φρανθίθκο Γκόγια ζούσε στην «Eπαυλη του Κουφού» στη Μαδρίτη και είχε μονίμως τις μαύρες του. Ζωγράφισε λοιπόν για τους τοίχους της έπαυλης δεκατέσσερις «μαύρους πίνακες» και ένας από αυτούς ήταν ο πασίγνωστος «Ο Κρόνος καταβροχθίζει τον γιο του» που τον κρέμασε στην τραπεζαρία, προφανώς για να ανοίγει την όρεξη των καλεσμένων του. Ο πίνακας αυτός, που δίνει έμφαση στην ωμότητα του κανιβαλισμού στον αρχαιοελληνικό μύθο του Κρόνου που αποδεκατίζει τα παιδιά του, μας έρχεται στον νου όταν οι πατέρες ή οι πατρικές φιγούρες της πολιτικής αστράφτουν και βροντούν εναντίον των διαδόχων τους.
Κάτι τέτοιο συνέβη τη Δευτέρα 1η Ιουλίου με τη «διπλή σεισμική δόνηση» που σημειώθηκε με επίκεντρο το Πολεμικό Μουσείο στην Αθήνα (στην παρουσίαση του βιβλίου του Μανώλη Κοττάκη «Οι απόρρητοι φάκελοι Καραμανλή»), όπου ο Κώστας Καραμανλής και ο Αντώνης Σαμαράς ξέσπασαν κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ο γάμος ομοφύλων και τα ελληνοτουρκικά είχαν την τιμητική τους στις ομιλίες των δύο πρώην πρωθυπουργών. Παράλληλα εξέφρασαν τη ζωηρή ανησυχία τους και για την Ευρώπη. Καυτηρίασαν την αλαζονεία που επιδεικνύουν γενικότερα πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες (ποιοι, άραγε;) ως αιτία της αποχής και της ανόδου της Aκροδεξιάς.
Η σύγκρουση γενεών ίσως είναι η πραγματική –βιολογική, ψυχολογική και πολιτική– κινητήρια δύναμη της Iστορίας. Και σίγουρα προσδιορίζει και την ιστορία της Μεταπολίτευσης. Αξίζει να σταθούμε αρχικά στην εξουδετέρωση της βασιλείας από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή (διά της εύγλωττης ουδέτερης στάσης του προ του δημοψηφίσματος του 1974) που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «ιδρυτική πατροκτονία» της μεταπολίτευσης. Ο «πατέρας» του Καραμανλή δεν ήταν φυσικά ο πολύ μικρότερός του Κωνσταντίνος, αλλά ο ίδιος ο θρόνος.
Ο θρόνος ήταν για 140 χρόνια (με κάποια μικρά διαλείμματα) η «πατρική ορίζουσα», η κρόνια δύναμη που όριζε και «έτρωγε» πρωθυπουργούς. Το 1974 έφτασε λοιπόν η ώρα να «φαγωθεί» και ο θρόνος από έναν πολιτικό που πρώτη φορά όρισε (ο βασιλιάς Παύλος) πρωθυπουργό το 1955. Ο Κωνσταντίνος Β΄ έως το τέλος της ζωής του επέμενε ότι ο Καραμανλής τον είχε διαβεβαιώσει ότι τον Ιούλιο του 1974 θα επέστρεφαν μαζί στην Ελλάδα. Ισως δεν είχε αντιληφθεί πως η βασιλεία δεν διέθετε πια ερείσματα στις Μεγάλες Δυνάμεις ώστε ο Καραμανλής να σκεφτεί δεύτερη φορά την (ανεπιθύμητη για τον ίδιο) παλινόρθωσή της.
Κάτι παραπάνω από δέκα χρόνια μετά, το 1985, ο Καραμανλής πληρώνεται με το ίδιο νόμισμα όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, παρά τις υποσχέσεις του ότι θα ανανεώσει τη θητεία του στην Προεδρία της Δημοκρατίας, αποσύρει την υποστήριξή του και εγκαθιστά στο Προεδρικό Μέγαρο (όπου δεσπόζει μέχρι σήμερα το πορτρέτο του Κωνσταντίνου Α΄) τον Χρήστο Σαρτζετάκη. Λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές της 2ας Ιουνίου 1985 που ακολούθησαν, ο Καραμανλής πείστηκε και υπέγραψε επιστολή όπου εκφράζονταν ανησυχίες για την πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, την οποία το ΠΑΣΟΚ επιδέξια μόχλευσε με τέτοιο τρόπο ώστε να αυξηθεί η συσπείρωση του κόμματος.
Το δάκρυτου εθνάρχη
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ενορχήστρωσε την «παλινόρθωση» του Καραμανλή στο Προεδρικό Μέγαρο το 1990, αλλά η αγαστή συγκατοίκηση υπέστη αναταράξεις λόγω του «Μακεδονικού». Σύμφωνα με τον Μητσοτάκη, ο Μακεδών εθνάρχης αναγνώριζε ότι θα έπρεπε να υποστηριχθεί μια ρεαλιστική λύση για την ονομασία των Σκοπίων, αλλά αποφάσισε να συνταχθεί με όσους πίστευαν στη «σκληρή γραμμή» (παρά το γεγονός ότι ελαφρώς «αρπάχτηκε» με τον τότε ΥΠΕΞ Αντώνη Σαμαρά κατά τη διάρκεια της σύσκεψης των πολιτικών αρχηγών στις 13 Απριλίου 1992 και του ζήτησε να αποχωρήσει μετά την ενημέρωση για τις εξελίξεις που παρείχε).
Κατά τον Μητσοτάκη, ο Καραμανλής υπαναχώρησε όταν είδε το μέγεθος των διαδηλώσεων κατά της ονομασίας των Σκοπίων με το όνομα Μακεδονία. Λίγο καιρό αργότερα, στο αεροδρόμιο «Μακεδονία» της Θεσσαλονίκης, ο Καραμανλής δάκρυσε απαντώντας σε σχετική με το ζήτημα ερώτηση δημοσιογράφου. Το στιγμιότυπο έμεινε στην ιστορία ως «το δάκρυ του εθνάρχη». Οι καραμανλικοί (και όχι μόνο) εκμεταλλεύθηκαν δεόντως αυτό το δάκρυ για να μεγαλοποιήσουν τη διαφωνία Καραμανλή – Μητσοτάκη στο θέμα αυτό, με αποτέλεσμα το «δάκρυ» να καταχωριστεί στην ιστορία σαν μια συμβολική σκηνή στη ζωή ενός ακρίτα.
«Είμαστε με το δάκρυ του εθνάρχη», θα πει ο ετοιμόλογος Αδωνις Γεωργιάδης κατά την προεκλογική περίοδο του 2019, ενώ και ο Αντώνης Σαμαράς στο Πολεμικό Μουσείο, με αφορμή τα τελευταία τσαλίμια της ηγεσίας της Βόρειας Μακεδονίας, υπενθύμισε συγκινημένος το «δάκρυ του εθνάρχη» μπροστά στον Κώστα Καραμανλή. Το «δάκρυ του εθνάρχη» χάρισε στον Σαμαρά μια ακόμη βροχή από χειροκροτήματα από ανθρώπους, πολλοί εκ των οποίων πιθανόν συμμετείχαν και στις διαδηλώσεις του 1992.
Από το ΠΑΚ στο Ωνάσειο
Η πολιτική σχέση του Κώστα Σημίτη με τον Ανδρέα Παπανδρέου πέρασε από 40 κύματα, αν και η μεταξύ τους αλληλοεκτίμηση παρέμεινε πάντοτε ισχυρή, όπως έχουν βεβαιώσει άνθρωποι που γνώριζαν και τους δύο ηγέτες. Γνωρίστηκαν τη δεκαετία του ’60 στην Αθήνα, όταν ο Παπανδρέου ήταν υπουργός στην κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου και διαμόρφωνε έναν κύκλο από νέους τεχνοκράτες που θα άλλαζαν την Ελλάδα. Και ένας από αυτούς ήταν ο άρτι αφιχθείς από τη Γερμανία, τριαντάρης νομικός, Κώστας Σημίτης.
Ο θρόνος ήταν η κρόνια δύναμη που όριζε και «έτρωγε» πρωθυπουργούς. Το 1974, ένας πολιτικός που το παλάτι είχε κάνει πρωθυπουργό το 1955 ήταν αυτός που εκδικήθηκε για τον πολιτικό κόσμο.
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας ο Σημίτης συμμετείχε στο ΠΑΚ ως μέλος της συνεργαζόμενης με το ΠΑΚ «Δημοκρατικής Αμυνας». Μόλις χάραξε η Μεταπολίτευση, το πρώτο που έκανε ήταν να γίνει ένας από τους κύριους συντάκτες της Διακήρυξης της 3ης Σεπτέμβρη με την οποία ιδρύθηκε το ΠΑΣΟΚ και να εκφωνήσει το τηλεοπτικό διάγγελμα του κόμματος κατά της βασιλείας ενόψει του δημοψηφίσματος της 5ης Δεκεμβρίου 1974. Οι σχέσεις δοκιμάστηκαν αργότερα, το 1978, όταν ο Σημίτης άρχισε να εγκαταλείπει τη μονοκόμματη θέση του κόμματος κατά της ΕΟΚ αναζητώντας μια ενδιάμεση τοποθέτηση. Η αντίθεση των δύο πολιτικών σημαδεύτηκε από δύο παραιτήσεις του Σημίτη από την κυβέρνηση λόγω πολιτικών διαφωνιών, το 1987 και το 1994. Στις 6 Ιουλίου 1995, στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη στο Περιστέρι, ο Παπανδρέου «φωτογραφίζοντας» τον Σημίτη είπε: «Δεν μπορεί κάποιος να συμμετέχει στην κυβέρνηση και να την υποσκάπτει». Ο Σημίτης αντέδρασε με μια απάντηση που έμεινε στην ιστορία: «Οι υπουργοί δεν είναι υπάλληλοι. Είμαι συνιδρυτής του ΠΑΣΟΚ».
Μέσα στον επόμενο χρόνο συμπιέστηκαν πολλά γεγονότα. «Ενδιαφέρον», λέγεται ότι είπε ο Παπανδρέου, που νοσηλευόταν εκτός κινδύνου στο Ωνάσειο στις 18 Ιανουαρίου 1996, όταν έμαθε ότι ο Σημίτης τον διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία κερδίζοντας τον Ακη Τσοχατζόπουλο στη σχετική ψηφοφορία στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν υπέσκαψε τον Σημίτη, αλλά ούτε του έδωσε την ευλογία του. Ο Ανδρέας δεν παραιτήθηκε από την προεδρία του ΠΑΣΟΚ και μέσα από περιστατικά που θυμίζουν έντονα όσα διαδραματίζονται σήμερα στον Λευκό Οίκο με τον Τζο Μπάιντεν και την οικογένειά του, συμμετείχε στο πολιτικό παίγνιο ώσπου έφυγε από τη ζωή, μία ημέρα πριν μιλήσει στο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, στις 23 Ιουνίου 1996.
Η ομιλία που είχε προετοιμαστεί από τον Νίκο Αθανασάκη και τον Τηλέμαχο Χυτήρη παραμένει μυστική μέχρι σήμερα. Ο Παπανδρέου είχε διαβάσει το σχέδιο ομιλίας το οποίο προφανώς περιείχε τις γενικές κατευθύνσεις που ο ίδιος ήθελε να τύχουν επεξεργασίας και να συμπεριληφθούν. Αλλά η ομιλία δεν είχε λάβει την τελική της μορφή, ούτε την οριστική έγκριση του Παπανδρέου, με αποτέλεσμα οι δύο στενοί συνεργάτες του να εμμένουν ότι δεν μπορεί να αποτελέσει ιστορικό κείμενο.
Το δαχτυλίδι που θάμπωσε
Το Ιανουάριο του 2004 ο Σημίτης έδωσε στο σπίτι του στην οδό Αναγνωστοπούλου το «δαχτυλίδι» της διαδοχής στον Γιώργο Παπανδρέου. Ο ενθουσιασμός του για τον διάδοχό του σύντομα υποχώρησε γιατί ο Παπανδρέου δεν απέδιδε την προσοχή και την αυστηρότητα που ο Σημίτης θα ήθελε, ιδίως στα δημοσιονομικά ζητήματα. Στο ΠΑΣΟΚ επικρατούσε το σύνθημα «Αλλαξέ τα όλα», που δεν άρεσε στον Σημίτη. Οι επαφές τους έγιναν όλο και πιο αραιές.
Η προειδοποίηση του Σημίτη τον Δεκέμβριο του 2008 από το βήμα της Βουλής ότι η χώρα θα αναγκαστεί να απευθυνθεί στο ΔΝΤ προκάλεσε μεγαλύτερη δυσαρέσκεια στο προεδρικό περιβάλλον του ΠΑΣΟΚ απ’ όση στον Κώστα Καραμανλή. «Χαλάει το κλίμα πάνω που ερχόμαστε εμείς», ήταν περίπου η μουρμούρα στους ορόφους της Χαριλάου Τρικούπη.
Είχε προηγηθεί η διαγραφή του Σημίτη από την Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ τον Ιούνιο του 2008, επειδή διαφώνησε δημόσια με τον Παπανδρέου για την πρότασή του να πραγματοποιηθεί δημοψήφισμα για τη Συνθήκη της Λισσαβώνας. «Η τακτική των κυβερνήσεων τόσο του πατέρα σου όσο και των δικών μου ήταν η κύρωση των Συνθηκών από τη Βουλή», έγραψε ο Σημίτης στην επιστολή του. Ο Παπανδρέου ήταν πολύ στριμωγμένος, αφού δεν είχαν «γυρίσει» ακόμη οι δημοσκοπήσεις. Η φράση αυτή, με την πατερναλιστική της ηχώ, ίσως τον οδήγησε να προβεί στη «συμβολική θυσία».
«Καλή σας νύχτα, κύριε Μητσοτάκη», ήταν η φράση με την οποία ο Αντώνης Σαμαράς «διέγραψε» τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη τον Οκτώβριο του 2010 επειδή ο Μητσοτάκης άσκησε δριμύτατη κριτική στις κυβερνήσεις Καραμανλή και Παπανδρέου, ζήτησε «εθνική συνεννόηση» και χαρακτήρισε τον Σαμαρά «λαϊκιστή». Ο Μητσοτάκης δεν ήταν τότε βουλευτής, διεγράφη συμβολικά, ως μια πράξη αρχηγικής επιβεβαίωσης. Αλλά και ως ανταπόδοση για το επί σειρά ετών εμπάργκο του Μητσοτάκη κατά της επιστροφής Σαμαρά στη Ν.Δ. μετά την αποχώρησή του το 1993 και την ίδρυση της Πολιτικής Ανοιξης.
Η επιστροφή Σαμαρά στη Ν.Δ. έγινε από τον Καραμανλή. Οι δυο τους είναι φίλοι από το 1976, όταν ήταν στην ΟΝΝΕΔ, όπως άλλωστε υπενθύμισαν στην πρόσφατη κοινή τους εμφάνιση. Το 2004 ο Καραμανλής έστειλε τον Σαμαρά στην Ευρωβουλή και το 2009 τον όρισε υπουργό Πολιτισμού.
Το 2016 ο Σαμαράς στήριξε την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της Ν.Δ. και όχι τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη που υποστήριξε ο Κώστας Καραμανλής, ενώ με τη στάση του κατά της συμφωνίας των Πρεσπών το 2018 κράτησε το δεξιό μέτωπο της Ν.Δ. όρθιο για λογαριασμό του Μητσοτάκη. Σήμερα ο Σαμαράς εμφανίζεται έντονα δυσαρεστημένος με τον Μητσοτάκη. Φίλοι του Σαμαρά λένε ότι έπειτα από τις προ εξαμήνου διαφοροποιήσεις του για το θέμα της νομιμοποίησης μεταναστών και του γάμου ομοφύλων, το Μαξίμου μοιάζει σαν να του έχει επιβάλει «απομόνωση», καθώς αποθαρρύνει ακόμη και την επικοινωνία υπουργών μαζί του.
Ο δε Καραμανλής εμφανίζεται από καιρό δυσαρεστημένος από όψεις της διακυβέρνησης και γι’ αυτό δεν ήταν υποψήφιος στις εκλογές του 2023. Δεν του πολυαρέσει η στροφή της Ν.Δ. στο Κέντρο, ιδίως στα εθνικά θέματα. Επιθυμεί παράλληλα να ενισχύσει το προφίλ του ως «συνείδηση της παράταξης». Οι δύο πρώην πρωθυπουργοί συμμάχησαν και εξαπέλυσαν μια σειρά από κανονιοβολισμούς κατά του νυν, πρωτοφανείς για τη σφοδρότητά τους. Η συνέχεια της φιλονικίας δεν μπορεί να προβλεφθεί, αλλά οι οιωνοί δεν είναι καλοί.
Τι σημαίνουν όλα τα παραπάνω; Οτι ο συμβολικός κανιβαλισμός και η πάλη των γενεών, όπως άλλωστε αποδίδεται από τον μύθο του Κρόνου, αλλά και τον αιμόφυρτο πίνακα του Γκόγια, είναι μια μόνιμη σταθερά των ανθρώπινων πραγμάτων. Οι «Κρόνοι» σχεδόν πάντα θα προσπαθούν να φάνε τα παιδιά τους, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι όλα τα παιδιά θα την πατάνε, αφού κάποια από αυτά μπορεί να προλαβαίνουν και να τους τρώνε πρώτους. Και βέβαια κάποια από αυτά τα παιδιά, μεγαλώνοντας, θα παίρνουν με τη σειρά τους τη θέση του Κρόνου στον αιώνιο κύκλο του αίματος.

