Πολιτικές επιπτώσεις και μάλιστα σοβαρής εμβέλειας έχει προκαλέσει το κίνημα των φοιτητών και των καθηγητών των ΑΕΙ, ανεξαρτήτως της ευρύτητας αποδοχής ή όχι των περί την εκπαίδευση αιτημάτων τους. Αποτελεί γεγονός αναμφισβήτητο ότι οι πολύμηνες καταλήψεις και οι κατά καιρούς μαζικές διαδηλώσεις πυροδότησαν έντονες διεργασίες στο εσωτερικό των κομμάτων της αντιπολίτευσης, επιφέροντας ανακατατάξεις στους εσωκομματικούς συσχετισμούς δυνάμεων που οδήγησαν με τη σειρά τους σε καθόλου αμελητέο αναπροσανατολισμό πτυχών της πολιτικής τους. Επιπροσθέτως, έγιναν αισθητές ορισμένες κοινωνικές διαφοροποιήσεις που ίσως σηματοδοτούν πιο μακροπρόθεσμες συνέπειες.
Η κυβέρνηση εκτιμώντας σωστά ότι οι κινητοποιήσεις μάλλον συσπειρώνουν παρά πιέζουν τη συντριπτική πλειονότητα των σταθερών οπαδών της, έκανε το σφάλμα να υποτιμήσει τις δυνητικές επιπτώσεις του εκπαιδευτικού κινήματος στα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία συνδέονται με πολύ στενότερους δεσμούς με τις μαχητικές ομάδες του κινήματος αυτού.
Πρώτο «πολιτικό θύμα» αυτής της υπόθεσης υπήρξε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γ. Παπανδρέου – εκ πεποιθήσεως ο πιο… ένθερμος υποστηρικτής ίσως των κυβερνητικών μεταρρυθμίσεων στην παιδεία! Προσωπικά αντιστάθηκε όσο μπορούσε. Η ασφυκτική πίεση όμως από την εξεγερμένη νεολαία και τμήμα της βάσης του ΠΑΣΟΚ οδήγησε χιλιάδες μέλη του να υπογράφουν διακηρύξεις εναντίον της πολιτικής του, συμπαρέσυρε ακόμη και κορυφαία στελέχη του επιπέδου του Β. Βενιζέλου σε συμπαράταξη μαζί τους και τελικά απομόνωσε τον Γ. Παπανδρέου σε τέτοιο βαθμό ώστε να διακυβεύεται και αυτή η προσωπική πολιτική του επιβίωση μετά τις εκλογές, καθώς μυστικές δημοσκοπήσεις έδειχναν να υπολείπεται το ΠΑΣΟΚ κατά πέντε και πλέον εκατοστιαίες μονάδες της Ν.Δ.
Στροφή 180 μοιρών
Υπό το βάρος αυτής της αφόρητης πολιτικής πίεσης -την οποία κατέστησε ακατανίκητη η αδυναμία της κυβέρνησης να εκτονώσει επί ατελείωτους μήνες το φοιτητικό κίνημα- ο Γ. Παπανδρέου υπέκυψε και πραγματοποίησε στροφή 180 μοιρών.
Προφανώς και δεν άλλαξε τις πεποιθήσεις του. Οι πολιτικές εξελίξεις όμως καθορίζονται από τις πράξεις κυρίως και ελάχιστα από τις προσωπικές πεποιθήσεις των πολιτικών ανδρών. Η εσωκομματική ήττα του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ και η επικράτηση των υποστηρικτών της σκληρής αντιπολίτευσης οδήγησαν ακαριαία στην αποχώρηση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης από τις κοινοβουλευτικές συζητήσεις για την αναθεώρηση του Συντάγματος.
Η απόπειρα συνταγματικής αναθεώρησης ναυάγησε. Η κυβέρνηση υπέστη τη σοβαρότερη ήττα της τριετούς θητείας της. Βαρύτατο υπήρξε το αντίτιμο της εστίασης της προσοχής της στην αποκόμιση βραχυπρόθεσμου πολιτικού οφέλους μέσω της ενεργοποίησης των συντηρητικών αντανακλαστικών της κοινωνίας λόγω της δράσης των περιώνυμων «κουκουλοφόρων».
Ελάχιστες είναι οι ελπίδες απόσπασης της συναίνεσης του ΠΑΣΟΚ για τη συνταγματική αναθεώρηση στην επόμενη Βουλή, με τον Γ. Παπανδρέου να αισθάνεται ως «πρωθυπουργός εν αναμονή» και νέες βουλευτικές εκλογές να επικρέμανται ως ενδεχόμενο την άνοιξη του 2010 με αντικείμενο την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, αν το ΠΑΣΟΚ αισθάνεται αρκετά ισχυρό να τις κερδίσει, οπότε από αυτό και μόνο εξαρτάται να τις προκαλέσει αρνούμενο συναινετική εκλογή Προέδρου.
Ακόμη χειρότερα για την κυβέρνηση, η υιοθέτηση από τον Γ. Παπανδρέου γραμμής καθολικής αντιπαράθεσης σε όλα τα μέτωπα με ακραίους φραστικά τόνους καθόλου δεν διευκολύνει το έργο της, ενώ συσπειρώνει εν τινι μέτρω και τη βάση του ΠΑΣΟΚ.
Αν μάλιστα δεν υπήρχε και η συστηματικά υπονομευτική για το κύρος του Γ. Παπανδρέου πολιτική δράση του Θ. Πάγκαλου, ο οποίος αισθάνεται πλέον εκτοπισμένος από τον ηγετικό πυρήνα του ΠΑΣΟΚ, η κυβέρνηση θα περνούσε πιο δύσκολες ώρες.
Η «απώλεια» του ΣΥΝ
Ο εκνευρισμός κυριάρχησε ως καθοριστικό στοιχείο στον τρόπο με τον οποίον η κυβέρνηση αντιμετώπισε τις σοβαρές επιπτώσεις που είχε το εκπαιδευτικό κίνημα και στην πολιτική του ΣΥΝ. Οι αθρόες καταγγελίες όμως δεν πέτυχαν τίποτε περισσότερο από την ταχύτερη παγίωση της αριστερής στροφής του ΣΥΝ, την οποία προκάλεσαν οι κινητοποιήσεις.
Πρόκειται περί αντιμετώπισης στενών οριζόντων. Από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, επί τριάντα ολόκληρα χρόνια, το ρεύμα της μετριοπαθούς αριστεράς που εκπροσωπεί ο ΣΥΝ ουδέποτε ακολούθησε συγκρουσιακή πολιτική έναντι του κατεστημένου, βρίσκοντας κατά καιρούς τρόπους αρμονικής συμβίωσης τόσο με τη Ν.Δ. όσο και με το ΠΑΣΟΚ. Αυτό περιόριζε την εκλογική του απήχηση γύρω από το όριο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης, δεν εκμηδένιζε όμως την πολιτική του επιρροή ως παράγοντα πίεσης επί της αριστεράς και δη του ΚΚΕ προς μετριοπαθέστερη, συμβιβαστικότερη πολιτική, με αποκορύφωμα την κυβέρνηση Τζαννετάκη, το 1989.
Είναι αλήθεια πως υπό την ηγεσία του Αλέκου Αλαβάνου ο ΣΥΝ διεκδικεί επιμόνως έναν αριστερό επαναπροσανατολισμό και ότι το εκπαιδευτικό κίνημα συνετέλεσε τα μέγιστα στη θεαματική κατοχύρωση μιας τέτοιας πορείας στον τομέα της παιδείας. Η εστίαση σε βαθμό παροξυσμού της κυβερνητικής κριτικής στο πρόσωπο του Αλ. Αλαβάνου, σε συνδυασμό με την αποτυχία κάμψης της στάσης του στο ζήτημα των κινητοποιήσεων, εμπέδωσε πολύ πιο έντονα την εικόνα εξώθησης του ΣΥΝ προς τα αριστερά.
Με δεδομένη την αυξημένη επιρροή της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς εξαιτίας των πολύμηνων καταλήψεων και διαδηλώσεων, είναι απορίας άξιον αν η κυβερνητική στάση «σπρωξίματος» του ΣΥΝ προς τα αριστερά αποτελεί εσκεμμένη επιλογή της στρατηγικού χαρακτήρα ή αν έχει αφετηρία την απλοϊκή σκέψη «όσο πιο πολλές ψήφους πάρει ο ΣΥΝ τόσο πιο πολλές θα χάσει το ΠΑΣΟΚ», και στη συνέχεια… «γαία πυρί μειχθήτω»!
Η ρήξη με την αριστερά
Η κυβέρνηση Καραμανλή επωφελήθηκε μέχρι σήμερα από το τεράστιο χάσμα που άνοιξε στις σχέσεις της αριστεράς με το ΠΑΣΟΚ η «εκσυγχρονιστική» περίοδος των κυβερνήσεων Σημίτη. Οι θέσεις του Γ. Παπανδρέου που τον αντικατέστησε μάλλον διεύρευναν αυτό το χάσμα παρά το γεφύρωσαν, κάτι που αντικειμενικά ωφελεί τη Ν.Δ.
Το εκπαιδευτικό κίνημα, όμως, απειλεί να εξαλείψει αυτό το ουσιώδες πολιτικό πλεονέκτημα του Κ. Καραμανλή. Μια ολόκληρη γενιά ριζοσπαστικοποιείται έχοντας πλέον ως κυβερνητικό αντίπαλό της τη Ν.Δ. και όχι το ΠΑΣΟΚ.
Επιπροσθέτως, η κυβέρνηση δυσκολεύεται να συνειδητοποιήσει τον υψηλό συμβολισμό που ενέχουν για την αριστερά ορισμένες ενέργειές της. Οι ομαδικές δίκες φοιτητών ή η χρήση χημικών από τα ΜΑΤ εντός του χώρου των δικαστηρίων εναντίον γονέων στους οποίους απαγορεύεται να μπουν στην αίθουσα όπου δικάζονται τα παιδιά τους, αφυπνίζει αριστερά αντανακλαστικά άλλων εποχών. Το ίδιο και δηλώσεις όπως αυτές του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της Ν.Δ. Κ. Τασούλα πως «η απειλή να χαρακτηριστείς ότι εκστομίζεις χουντικές απόψεις δεν πτοεί πλέον κανέναν, δεν με νοιάζει να λέτε ότι έχω τέτοιες απόψεις».
Η κυβερνητική πολιτική αντιμετώπισης του εκπαιδευτικού κινήματος έκοψε τις γέφυρες επικοινωνίας της με όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης και με ευρέα κοινωνικά στρώματα, συσπειρώνοντας τους οπαδούς της. Αν μόνο αυτό επεδίωκε, μπορεί να είναι ικανοποιημένη.

