Κύριε διευθυντά
Η λέξη ρέκτης (εκ του ρήματος της αρχαίας ρέζω = πράττω, ενεργώ) είναι μία λέξη της γλώσσας μας με ιστορικό βάθος, η οποία χρησιμοποιείται –και μάλιστα συνήθως από ανθρώπους με καλή γνώση της ελληνικής– σχετικά σπάνια μεν, αλλά πάντως, εξακολουθεί να ακούγεται και να γράφεται και σήμερα από δημοσιογράφους, πολιτικούς κ.λπ.
Ατυχώς φαίνεται ότι η έννοιά της συχνά παρεξηγείται. Η σημασία που έχει είναι δραστήριος, ενεργητικός, όπως σαφώς καταχωρίζεται στα Λεξικά, τα παλαιότερα και τα νεότερα, με παραδείγματα όπως ρέκτης γυμνασιάρχης, ρέκτης ιατρός, ρέκτης δικηγόρος, ρέκτης επιστήμων, ρέκτης επιχειρηματίας κ.λπ. Η παρεξήγηση προκύπτει από το ότι αυτό το όνομα ουσιαστικό, που συχνά επέχει θέση ονόματος επιθέτου, έφθασε να χρησιμοποιείται ως ισοδύναμο του «φίλος, οπαδός, θιασώτης, θαυμαστής κ.λπ.», πράγμα που αποτελεί λανθασμένη ερμηνεία του «ρέκτης». Παραδείγματος χάριν, ενδεικτικά, διαβάσαμε σε πρόσφατο δημοσίευμα του Τύπου «ρέκτες της ικανοποίησης που προκαλεί η επαφή με τη φύση». Με την ευκαιρία αυτή, θα μου επιτρεπόταν, ίσως, να σημειώσω, επιπλέον, πως έχω τη γνώμη ότι η παρερμηνεία της λέξης προκαλείται ή επιτείνεται από τη σύνταξη «ρέκτης + πτώση γενική», που, δυστυχώς κατ’ εμέ, χρησιμοποιήθηκε και σε λήμματα κάποιων πρόσφατων Λεξικών. Αυτά, ενώ βεβαίως καταχωρίζουν πρώτα-πρώτα την ορθή ερμηνεία «δραστήριος», επεκτείνονται και περιλαμβάνουν και κάποια παραδείγματα με τη σύνταξη «ρέκτης + γενική» (π.χ. ρέκτης της νομικής επιστήμης»). Νομίζω, όμως, πως εκτός του ότι ο τύπος αυτός προλειαίνει ή και υποθάλπει τη λανθασμένη ερμηνεία «φίλος κ.λπ. + γενική», προβληματίζει και κατά το ότι μία έκφραση όπως «ρέκτης της ιατρικής» δεν θα μπορούσε, σε ρέοντα ελληνικά, να μετασχηματιστεί σε «δραστήριος της ιατρικής», ενώ η σύνταξη «ρέκτης ιατρός» παραπέμπει ευθέως στο «δραστήριος ιατρός», με την οποία και ισοδυναμεί. Θα ήθελα να ελπίζω το σημείωμα αυτό να βοηθούσε, έστω και ελάχιστα, την κυριολεξία και τη συνέχεια της γλώσσας μας.
*Νέο Ψυχικό
