
Κύριε διευθυντά
Ενα σχόλιο στη στήλη «Λακωνικά» του εκδότη της εφημερίδας «Ακρόπολις», Βλάση Γαβριηλίδη, στο φύλλο αυτής της 9.11.1911, τράβηξε την προσοχή μου. Το παραθέτω: «Λακωνικά… υπό τον τίτλον “Μάστιξ” Γάλλος πολιτικολόγος έγραψε περί του επαγγέλματός του εις την Παρισινήν εφημερίδα. Ποια είναι η φοβερωτέρα μάστιξ υπό την οποίαν πάσχει η Γαλλική ∆ημοκρατία;… Είναι η ευγλωττία.
Και αναφέρει ο αρθρογράφος το σφοδρόν κατά της ευγλωττίας κατηγορητήριον το οποίον διετύπωσε προ μιας εβδομάδος ο Γάλλος πρωθυπουργός ειπών… “Πάσαν των Κυβερνήσεων παραλύει η πλημμύρα των ρητορικών επεμβάσεων, δι’ ενός είδους κωλυσιεργίας της ευγλωττίας”. Αυτής της μάστιγος έχομεν δυστυχώς και ημείς όχι ολίγους αντιπροσώπους εις τας τάξεις ιδίως της αντιπολιτεύσεως».
Και στην εποχή μας στο ελληνικό Κοινοβούλιο διακρίνονται πλείστοι όσοι, οι οποίοι έχουν το ταλέντο της ευγλωττίας και της ρητορικής δεινότητος. Αποφαίνονται με ρυθμό πολυβόλου επί παντός επιστητού. Μάλιστα, θα έλεγα, εντυπωσιάζει για την ευγλωττία του το πάλαι ποτέ λεγόμενο «ασθενές φύλο». Πολλές φορές εζήλεψα την ακατάπαυστη ευγλωττία τους, ίσως γιατί υστερώ στο είδος αυτό. Σκεπτόμενος όμως κάπως βαθύτερα, διαπιστώνω πολλές φορές ότι αυτή η ευφράδεια στερείται βάθους και ακόμα και γνώσεως του αντικειμένου, εις το οποίο αναφέρεται.
Παρά ταύτα, η ταχύτητα του λόγου μαζί με μια σοφιστική έπαρση, που ακολουθεί, εντυπωσιάζει το πλήθος.
Ετσι, θα έλεγα, η ευγλωττία αυτή που διαθέτουν κάποιοι ή κάποιες εν Ελλάδι, κατά το πλείστον, επιπολάζει στην επιφάνεια των πραγμάτων.
Εντυπωσιάζουν αλλά μάλλον δεν πείθουν. Οι δυνατότητες που έχουν να μεταβάλλουν «τον ἥττω λόγον κρείττω ποιεῖν», μου θυμίζουν τις σοφιστικές σχολές της αρχαιότητος, οι οποίες μετεχειρίζοντο τον λόγον ως τέλος, ουχί ως όργανον.
Ενας τέτοιος σοφιστής ήταν ο Ιππίας ο Ηλείος, αλαζών, μεγαλορρήμων και με πομπώδες ύφος.
Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης έγραφε γι’ αυτό το είδος της ευγλωττίας, πριν από το 1940: «Επιμένουν να καλλιεργούν το αριστοτεχνικό εκείνο είδος του λόγου που πιάνοντας ολόκληρα κατεβατά και συσσωρεύοντας αοριστίες και υπονοούμενα, καταφέρνουν να μη λένε τίποτα».
Βεβαίως, θα έλεγα, τα πρωτεία της απέραντης φλυαρίας κατέχει, επαξίως, η Αριστερά η οποία εξάλλου έχει παράδοση από πολύωρες ομιλίες των ηγετών της διεθνούς Αριστεράς (Φιντέλ Κάστρο, Χρουστσόφ, Μάο Τσετούνγκ), χωρίς φυσικά να υστερούν σ’ αυτό το είδος της ευγλωττίας – φλυαρίας και οι ηγέτες ολοκληρωτικών καθεστώτων, ιδίως του Μεσοπολέμου.
Ετσι νομίζω ότι ο λόγος των πολιτικών πρέπει να διακρίνεται για τη συμπυκνωμένη βραχυλογία, τη λιτότητα και ακριβολογία, την αδρότητα και σαφήνεια, που δεν φαίνεται να διαθέτουν οι περισσότεροι ίσως αστέρες του ελληνικού Κοινοβουλίου.
Ακόμα θα προσέθετα για τις λαλίστατες κυρίες του Κοινοβουλίου, που πολλές φορές εκτρέπονται σε ακατάσχετη φλυαρία, να έχουν υπόψη ένα από τα καλύτερα γαλλικά ρητά: «Η τέχνη να είσαι βαρετός, είναι να τα λες όλα».
*Μοναστηράκι Δωρίδος
