Κύριε διευθυντά
Σχετικά με το άρθρο στην «Κυριακάτικη Καθημερινή» (28/9/2025) με τίτλο «Το έπος των σχολικών βιβλίων» του Πάσχου Μανδραβέλη, επιτρέψτε μου ένα σχόλιο.
Σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. τα σχολικά βιβλία, που επιλέγονται από τον σύλλογο διδασκόντων κάθε σχολείου, τυπώνονται και διακινούνται από τους εκδότες και μοιράζονται στους μαθητές από το ίδιο το σχολείο, με την υποχρέωση να τα επιστρέψουν σε καλή κατάσταση στο τέλος της χρονιάς στο σχολείο.
Συνήθως το κάθε αντίτυπο δανείζεται διαδοχικά στους μαθητές για 5 χρόνια και μετά ανακυκλώνεται. Αν το βιβλίο που επιστρέφεται δεν είναι σε καλή κατάσταση, το κόστος αντικατάστασής του το επιβαρύνεται ο κάθε μαθητής, δηλαδή ο γονιός του. Η διακίνηση των νέων αντιτύπων γίνεται από τον κάθε εκδότη και των μεταχειρισμένων από το κάθε σχολείο.
Τα οφέλη από αυτή τη λύση είναι προφανή: ο μαθητής εξοικειώνεται με τον δανεισμό και τη φροντίδα των βιβλίων, το κόστος για τα βιβλία είναι πολύ χαμηλότερο, η πολιτεία δεν ασχολείται με τυπογραφικές εργασίες, ούτε με τη διακίνηση χιλιάδων αντιτύπων σε όλη τη χώρα.
Στη χώρα μας επιλέγουμε πάλι την πιο σύνθετη και δαπανηρή λύση, δηλαδή ένα δυσκίνητο δημόσιο σύστημα αναλαμβάνει την εκτύπωση και διανομή εκατοντάδων χιλιάδων αντιτύπων σε όλη τη χώρα. Μάλιστα τα αντίτυπα παρέχονται δωρεάν στον κάθε μαθητή που στο τέλος της χρονιάς κατά κανόνα βρίσκουν τον δρόμο για τον κάδο των απορριμμάτων (παλαιότερα τα έκαιγαν τελετουργικά!).
Μήπως αξίζει το υπουργείο Παιδείας να σχεδιάσει σε πιο ρεαλιστική βάση την τελική φάση της σημαντικής αυτής μεταρρύθμισης;
*Ηλεκτρολόγος-Μηχανικός, Σύμβουλος Επιχειρήσεων
