
Κύριε διευθυντά
Διαβάζοντας τον Αύγουστο (όχι στην παραλία) επέλεξα χωρίς αμφιβολία και καμία πρωτοτυπία το βιβλίο της Φλοράνς Νουαβίλ (εκδ. Εστία) για την εργογραφία του Μίλαν Κούντερα, θέμα που καλύφθηκε θαυμάσια από τον Ηλία Μαγκλίνη και μάλιστα σε τριλογία, με έμφαση περισσότερο στον πολιτικό Μίλαν. Εγώ θα εστιάσω στο υπαρξιακό και στο γράψιμο, βασικό εργαλείο και για την πολιτική ούτως ή άλλως. Είναι «άγρια χώρα η γραφή», αργά το κατάλαβα, μόλις το 2012, αλλά δεν καθυστέρησα. Το έβαλα για τίτλο σε ό,τι «αγριόχορτα» είχα μαζέψει «βοτανίζοντας την άσφαλτο» κι έφτιαξα μια «πίτα» από λέξεις, άψητη εντελώς, εκτός από την κρούστα που κράτησα για εξώφυλλο.
Αλλά υπάρχει κι άλλος λόγος: η αναφορά μου στον Κούντερα εδώ είναι αρκετά απολογητική θα έλεγα και «αναθεωρητική» το ομολογώ. Πολλοί τότε είχαμε παρεξηγήσει το έργο, την «ελαφρότητα» στον τίτλο, την κινηματογραφική επιτυχία και το ευπώλητο του βιβλίου. Δεν μπορεί ένα τέτοιο σύνολο να δικαιολογηθεί εύκολα από «αυστηρούς» κριτές, ιδίως όταν είναι νέοι, σπουδαστές του Γαλλικού Ινστιτούτου, Σίνα, και εραστές μιας ιδεατής δωδεκάμηνης άνοιξης. Από ανήσυχους φοιτητές που δεν περιορίζονταν στην Ανοιξη της Πράγας και στον Μάη του ’68 (η αραβική άνοιξη δεν είχε ακόμη γεννηθεί) και ονειρεύονταν μια εποχή διάπλατη χωρίς γεωγραφικούς περιορισμούς. Μια Ανοιξη στην Εξουσία, ορθάνοικτη κι αυτή.
Αλλωστε ο Κούντερα με τα «καμώματά» του ήταν αμφιλεγόμενος και στη Γαλλία. Το Γαλλικό Ινστιτούτο απρόθυμο εκεί, δεν τον άφησε να πάρει μέρος ούτε στη Νύχτα της Λογοτεχνίας στο Παρίσι, «για να αποφευχθούν οι συνδηλώσεις»…
Ετσι κι εμείς μείναμε στην επιφάνεια, δώσαμε βαρύτητα στην ελαφρότητά μας και συνεχίζουμε να παίρνουμε στα σοβαρά την ανεμοφόρητη ύπαρξή μας. Δεν καταλάβαμε αυτό που «κρύπτεσθαι φιλεί», στο βάθος του βιβλίου, το ειδικό του βάρος και τη δική του ειρωνεία (του Κούντερα εννοείται).
Τώρα ανακαλύπτοντας σιγά σιγά τις κρυμμένες αλήθειες ξαναζυγίζω με ακρίβεια την «ελαφρότητα» μήπως και συναντήσω το μέγα έλλειμμά μου.
Με κομμένη την ανάσα βρίσκομαι ήδη στα «έγκατα της φάρσας» ψάχνοντας για το «δισκοπότηρο» σ’ ένα «σκαρίφημα του τίποτα». Σε μια σπασμένη στάμνα γεμάτη βρόχινο νερό. Σκαρφαλώνοντας και πάλι στο άνω χείλος του ορύγματος ξαναδιαβάζω. «Δεν υπάρχει τίποτα πιο σοβαρό από την απουσία του σοβαρού» από τα ίχνη που έχει αφήσει στο πέρασμά του το αστείο, γελώντας μαζί μας.
Η απουσία είναι επιλογή δεν είναι ανυπαρξία. Η έλλειψη φαντασίας βασιλεύει παντού. Είναι Αύγουστος και οι λέξεις συρρικνώθηκαν ακόμη πιο πολύ, από την αφυδάτωση. Ο Κούντερα διέγνωσε τη συρρίκνωση ήδη από το 1980 και πρότεινε αντίδοτο «ένα ισχυρό εργαλείο γνώσης του ανθρώπου που ονομάζεται λογοτεχνία».
«Πιείτε, γευθείτε κι αφήστε την να λειτουργήσει. Νιώστε να κατακάθεται μέσα σας η σοφία της γραφής του μυθιστορήματος». Αυτό κι αν έχει σώσει κόσμο, το παρεξηγημένο.
Η δημοκρατία έχει μια σχέση με την τέχνη και τη δημιουργική έμπνευση. Με τη δυνατότητα να αναγνωρίσουμε με χιούμορ πάντα τον εαυτό μας στα πρόσωπα των σελίδων του. Το χιούμορ δεν ήταν ποτέ τόσο πολύτιμο. Είναι άριστο μέτρο δυνατότητας επικοινωνίας και συνεννόησης. Τίποτε πιο ασφαλές κριτήριο για κάθε συμβίωση και συνεργασία όποιας μορφής. «Κι εμείς με ποιο δικαίωμα ακυρώνουμε τη συμμετοχή μας στο Αστείο όταν είμαστε μέρος ενός μεγαλύτερου “αστείου” – αμετάκλητου και προπληρωμένου», αναρωτιέται ο συγγραφέας. Ακροβατώντας στο νήμα του ιερού και του «βέβηλου», του κωμικού και του τραγικού και διασχίζοντας με προσοχή τις σελίδες του βιβλίου ξεχώρισα ζηλεύοντας αθεράπευτα: «Το χιούμορ ως θεία αστραπή» στην ηθική αμφισημία του κόσμου. Το χιούμορ ως «μέθη της σχετικότητας των ανθρωπίνων» και ως «παράξενη απόλαυση της αβεβαιότητας».
ΥΓ. 1: ∆υστυχώς η μόνη ορατή βεβαιότητα είναι ότι ο Αύγουστος πάντα θα φέρει φόβο και φωτιές όσο θα φερόμαστε με τον ίδιο τρόπο στη Φύση και στην καμένη συνείδησή μας. Μπορεί ο Απρίλης να είναι ο πιο «φρικτός μήνας» για την «Ερημη χώρα», όμως για τη δική μας παραμένει ο Αύγουστος. Εχει μες στην καρδιά του τής Κοίμησης τη θλίψη, το άληκτο πένθος των ανθρώπων που αναζωπυρώνεται και τώρα πια το αβάσταχτο πένθος της Φύσης που βρίσκεται στις φλόγες κάθε χρόνο τέτοιες μέρες. Τα δέντρα πεθαίνουν όρθια από σύσκεψη σε σύσκεψη ανάμεσα σε άστοχες δηλώσεις και την επιδιόρθωσή τους, χρόνια τώρα. Κι αυτό δεν είναι μόνο βαρύ, είναι ασύλληπτο, όπως και οι ένοχοι, οι δράστες, το παράλογο και ο «λόγος» για τον οποίο γίνεται όλο αυτό.
ΥΓ. 2: Από την «ελαφρότητα» στο βάρος… θυμήθηκα ένα τολμηρό έργο του γλύπτη Θόδωρου στην ιστορική γκαλερί ∆εσμός του Μάνου και της Επης Παυλίδη, με τίτλο Information through the weight. Ολα εξαρτώνται από το βάρος. Κυρίως από το ειδικό βάρος της τέχνης και εκείνων που εξέλιπαν.
ΥΓ. 3: Σοβαρή παράλειψη θα ήταν να μην αναφερθεί κανείς στο εξώφυλλο και στα δυναμικά σχέδια του Κούντερα με το αδρό περίγραμμα και το σημαίνον περιεχόμενο.
