Κύριε διευθυντά
Καθώς πλησιάζει η μεγάλη γιορτή της Παναγίας, κορυφαίας μορφής της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού, αξίζει να θυμηθούμε ότι η ελληνική παράδοση κουβαλά από τα βάθη των αιώνων ένα πλούσιο υπόστρωμα μητρικών μορφών που στέκουν στο κατώφλι του θείου.
Η Θέτιδα στην Ιλιάδα είναι ένα από τα πιο σπαρακτικά και ευγενή παραδείγματα μητρικής αγάπης στην αρχαία γραμματεία. ∆εν είναι απλώς μητέρα· είναι θεά, Νηρηίδα. Κι όμως, η αγωνία της για τον Αχιλλέα την κάνει ανθρώπινη και τραγική. Από «τα βάθη της θάλασσας» (Ιλ. Σ 49) ανεβαίνει για να τον παρηγορήσει, να τον στηρίξει, να τον κλάψει. Αγαπά, αλλά δεν εμποδίζει· σιωπά, όπως θα σωπάσει και η Παναγία στον Γολγοθά. Είναι η αγάπη που δεν επιβάλλεται, αλλά υπομένει και συμπονά· αγάπη αγία.
Παρόμοιες μορφές συναντούμε και αλλού: η Αλκμήνη δέχεται στωικά την υπερφυσική μοίρα του Ηρακλή· η Αντίκλεια πεθαίνει από τη θλίψη της μακράς αναμονής του Οδυσσέα· η Νιόβη αιώνια θρηνεί για τα παιδιά της. Ολες κουβαλούν μνήμη πόνου, περηφάνιας και σιωπηλής θυσίας.
Η Παναγία, κορύφωση αυτής της αλυσίδας μητρικών μορφών, δεν αναιρεί τις αρχαίες φιγούρες· τις ολοκληρώνει. Είναι η «Παναγία των Θρήνων», αλλά και η Μητέρα του Αναστάντος. Η αγάπη της δεν είναι μόνο συναισθηματική, αλλά λυτρωτική. Η αποδοχή του Πάθους του Υιού της γίνεται μέρος του Θείου Σχεδίου· η ίδια, παρθένα μητέρα, γίνεται το πρότυπο της πιο υψηλής μητρικής αγάπης.
Ο παραλληλισμός δεν είναι μόνο φιλολογικός· είναι υπαρξιακός. Οπως η αρχαία θεά θρηνεί χωρίς να επέμβει, έτσι και η Παναγία στέκει κάτω από τον Σταυρό, σιωπηλή, παρούσα, με υπόγεια δύναμη και υπέρτατη αγάπη. Εκεί συναντιούνται οι αιώνες: στο βλέμμα μιας μάνας που δεν μπορεί να σώσει – αλλά δεν φεύγει.
